Παρασκευή 15 Ιούνη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Εγκύκλιος για τον έλεγχο της «αντιπροσωπευτικότητας» των Συμβάσεων

Το παραμύθι ότι «ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση των εργαζομένων» επανέφερε χτες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, με αφορμή τη δημοσιοποίηση εγκυκλίου, με την οποία, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στα προαπαιτούμενα της 4ης «αξιολόγησης», ορίζεται ο μηχανισμός για τον έλεγχο της «αντιπροσωπευτικότητας» των κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων.

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με την εγκύκλιο «επισφραγίζει την επαναφορά της αρχής της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας από τον Αύγουστο», ωστόσο στην πραγματικότητα προσθέτει στις σχετικές προβλέψεις του νόμου 1876/1990 μια ολόκληρη διαδικασία, η οποία καθιστά στην πράξη ακόμα πιο πολύπλοκη την εκπλήρωση των προϋποθέσεων για την επέκταση μιας κλαδικής ΣΣΕ και την κήρυξή της ως γενικώς υποχρεωτικής για το σύνολο των εργαζομένων ενός κλάδου.

Ο νόμος 1876/1990 (αρ. 11, παρ. 2) όριζε ότι μια συλλογική σύμβαση είναι δυνατόν να κηρυχθεί από το υπουργείο υποχρεωτική σε επίπεδο κλάδου εφόσον «δεσμεύει τους εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου ή του επαγγέλματος».

Η νέα εγκύκλιος προσθέτει έναν ολόκληρο μηχανισμό για τον έλεγχο αυτού του 51%: Συγκεκριμένα, θα πρέπει να κατατεθεί η ΣΣΕ στο αρμόδιο τμήμα του υπουργείου, στη συνέχεια ο υπουργός να υποβάλει αίτημα στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ) προκειμένου το τελευταίο να καλέσει την οργάνωση των εργοδοτών να καταθέσει το μητρώο μελών της που δεσμεύονται από τη ΣΣΕ. Κατόπιν, μέσω του συστήματος «Εργάνη» θα διαπιστώνεται αν το σύνολο των εργαζομένων τους οποίους απασχολούν οι εργοδότες που βρίσκονται στο μητρώο αποτελούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου. Θα ακολουθεί γνωμοδότηση του ΑΣΕ για την κήρυξη ή μη ως γενικώς υποχρεωτικής της συλλογικής σύμβασης. Ωστόσο όλα αυτά μπορούν και να μη γίνουν αφού η εγκύκλιος προβλέπει ότι «σε περίπτωση μη υποβολής από την εργοδοτική οργάνωση του μητρώου μελών της (...) η επέκταση της συλλογικής σύμβασης δεν είναι δυνατή»...

Σε κάθε περίπτωση, τίποτα από τα παραπάνω δεν συνιστά «επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων», όπως ισχυρίζεται το υπουργείο Εργασίας στο χτεσινό δελτίο του, αφού η κυβέρνηση διατηρεί όλο τον πυρήνα των αντεργατικών μέτρων που νομοθετήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια.

Μεταξύ άλλων, αντί για ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ετοιμάζεται να εφαρμόσει τον αντιλαϊκό νόμο της προηγούμενης κυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ (νόμος Βρούτση) για τον μόνιμο καθορισμό του κατώτατου μισθού με απόφαση του αστικού κράτους. Στην ίδια ρότα, αρνείται την άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (εκεί που βρισκόταν δηλαδή πριν από την απαράδεκτη ΠΥΣ 6/2012), διατηρεί τον απαράδεκτο διαχωρισμό σε κατώτατο και «υποκατώτατο» μισθό, για τους εργαζόμενους πάνω και κάτω από 25 ετών αντίστοιχα.

Πάνω σε αυτήν την αντεργατική βάση, η κυβερνητική φιλολογία περί «επαναφοράς από τον ερχόμενο Αύγουστο των δύο βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων» είναι στην πραγματικότητα πουκάμισο αδειανό. Γι' αυτό άλλωστε η κυβέρνηση κρατούσε στο συρτάρι για σχεδόν δύο χρόνια και την περασμένη Παρασκευή απέρριψε ως... «αντισυνταγματική» και ως «ευχολόγιο» την πρόταση νόμου που υπογράφουν πάνω από 500 συνδικαλιστικές οργανώσεις, την οποία κατέθεσε στη Βουλή το ΚΚΕ, για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και την κατάργηση των αντεργατικών νόμων.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ