Παρασκευή 23 Φλεβάρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΓΑΛΛΙΑ
Αντιλαϊκά μέτρα με ... πρότυπο τη γερμανική «Ατζέντα 2010»

Η σχετική μείωση της ανεργίας άμεσο αποτέλεσμα της διεύρυνσης των ελαστικών μορφών απασχόλησης

Από διαδήλωση εργαζομένων στη Μασσαλία τον περασμένο Σεπτέμβρη ενάντια στα μέτρα ενίσχυσης των εργοδοτών

Copyright 2017 The Associated

Από διαδήλωση εργαζομένων στη Μασσαλία τον περασμένο Σεπτέμβρη ενάντια στα μέτρα ενίσχυσης των εργοδοτών
Το στοιχείο της μείωσης της ανεργίας στη Γαλλία για το δ' τετράμηνο του 2017 κατά 0,7% (από το 9,6% στο 8,9%), που έδωσε στη δημοσιότητα η στατιστική υπηρεσία της χώρας, αξιοποιείται από διάφορα αστικά επιτελεία στη χώρα και εκτός, ως σημάδι της ανάκαμψης της οικονομίας. Ταυτόχρονα, προβάλλεται ως επιτυχημένη πολιτική της κυβέρνησης του «μεταρρυθμιστή» Εμανουέλ Μάκρον, που από το Μάη του 2017 έχει αναλάβει την αστική διαχείριση.

Αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει και με την ανεργία στη Γαλλία, είναι ότι εφαρμόζεται και σε όλη την ΕΕ η διεύρυνση της μερικής και εκ περιτροπής εργασίας με τις λεγόμενες ελαστικές σχέσεις απασχόλησης, που επιβάλλουν τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων. Ετσι και στις αστικές στατιστικές η απασχόληση μερικές ώρες τη βδομάδα είναι αρκετή για να μην θεωρηθεί κάποιος άνεργος. Στη Γαλλία, λοιπόν, που ξεκινούσε από ένα χαμηλό ποσοστό μερικής απασχόλησης, πλέον με βάση τα επίσημα στοιχεία, το 25% του εργατικού δυναμικού ήταν σε αυτήν την κατηγορία, ενώ από τα λεγόμενα συμβόλαια ορισμένου χρόνου μόνο το 1 στα 5 είναι διάρκειας ενός μήνα και παραπάνω. Την ίδια ώρα, όλοι αυτοί οι απασχολήσιμοι εργαζόμενοι δεν έχουν ουσιαστικά δικαιώματα, δεν καλύπτονται ακόμα και από επιχειρησιακές συμβάσεις, αλλά υπογράφουν ατομικές.

Τον Ιούλη του 2017 οι αρμόδιες υπηρεσίες μιλούσαν για 3 εκατομμύρια ανέργους και το Γραφείο Απασχόλησης για 5,6 εκατομμύρια αιτούντες εργασία. Πάνω σε αυτήν τη βαρβαρότητα και τη διεύρυνση της φτώχειας και των ανισοτήτων, εμφανίζονται και οι όποιες βελτιώσεις στο δείκτη της ανεργίας. Ας δούμε, όμως, συγκεκριμένα πού οφείλονται αυτές οι βελτιώσεις και γιατί η πολιτική του Μακρόν συγκρίνεται με αυτή του σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργού Γκ. Σρέντερ, που το 2003 προώθησε τη λεγόμενη «Ατζέντα 2010», το πακέτο αντεργατικών μεταρρυθμίσεων που αύξησε τη μερική απασχόληση, τα γνωστά «mini jobs» των 400 - 500 ευρώ το μήνα, και οδήγησε την ανταγωνιστικότητα των γερμανικών επιχειρήσεων σε ασύλληπτα ύψη.

Ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων

Ο Εμ. Μακρόν, με θητεία στον τραπεζικό τομέα, έφυγε από την κυβέρνηση του «σοσιαλιστή» Ολάντ, όπου ήταν συνεργαζόμενος υπουργός Οικονομίας, και ίδρυσε το κίνημα «En Marche!» «Μπροστά!», λανσάροντας την ανάγκη μιας πιο χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής για την επίτευξη επενδύσεων και συνδέοντας την «αναγέννηση της Γαλλίας» με την «ανάκαμψη της ΕΕ» μέσω μιας νέας μορφής διακυβέρνησης, με «μεγαλύτερη γαλλογερμανική σύγκλιση». Αυτή, όπως συχνά λέει, περνάει μέσα από «μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία και από την επανεξέταση στη Γερμανία της δημοσιονομικής και επενδυτικής πολιτικής της» και μια «οικονομική κυβέρνηση στην Ευρωζώνη και έναν αρμόδιο επίτροπο που δεν θα είναι απλά αρμόδιος για τα δημοσιονομικά στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, αλλά θα προσφέρει πόρους για επενδύσεις ή θα έχει λόγο στην εργασιακή πολιτική».

Στην πραγματικότητα, η αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού μέσω Μακρόν υπαγορεύτηκε από την προσπάθεια του γαλλικού κεφαλαίου να κερδίσει το χαμένο έδαφος στον ανταγωνισμό πρωτίστως με την ηγετική δύναμη της ευρωένωσης, τη Γερμανία, ειδικά την περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης τα προηγούμενα χρόνια. Σε αυτήν την κατεύθυνση, της ενίσχυσης της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, δεν έχασε καθόλου χρόνο η συγκεκριμένη κυβέρνηση, την οποία να θυμίσουμε ότι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στη χώρα μας εμφάνιζαν ως «νέο άνεμο» (όπως παλιότερα και τον Ολάντ), που θα συμβάλει στη «συμμαχία του Νότου για μια πιο κοινωνική Ευρώπη».

Πρώτο μέλημα της κυβέρνησης ήταν η αλλαγή του εργασιακού νόμου που θεωρούνταν ιδιαίτερα άκαμπτος για τους βιομήχανους. Λίγους μήνες μετά την ανάδειξη στην κυβέρνηση, πέρασε πακέτο αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που διευκόλυναν τις απολύσεις, υπονόμευσαν τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και ειδικά τις κλαδικές, διεύρυναν τη δυνατότητα της εργοδοσίας να διευθετεί το χρόνο εργασίας όπως την συμφέρει κάθε φορά, ανάλογα με τον όγκο της παραγωγής.

Μέτρα υπέρ της εργοδοσίας

Επίσης, μέσα στον περασμένο Σεπτέμβρη ψηφίστηκε στη Βουλή η αύξηση της λεγόμενης «Γενικευμένης Κοινωνικής Εισφοράς» (Contribution Sociale Generalisee), που ρίχνει το βάρος της Κοινωνικής Ασφάλισης στις πλάτες των μισθωτών και μειώνει για τους κεφαλαιοκράτες το λεγόμενο «μη εργασιακό κόστος». Ταυτόχρονα, κατάργησε την εισφορά των εργοδοτών και εργαζομένων για ασθένεια και ανεργία. Μάλιστα, εμφανίζει το μέτρο ως θετικό γιατί ...αυξάνει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων (επειδή δεν θα υπάρχουν κρατήσεις στους μισθούς), ωστόσο το αντίθετο θα συμβεί, με δεδομένη την τάση να πέφτει το επίπεδο της δημόσιας υγείας, να προχωράει η ιδιωτικοποίησή της και τα λαϊκά στρώματα να είναι αναγκασμένα να βάζουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη.

Την ίδια ώρα, με τον προϋπολογισμό του 2018 μειώνει και τη φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου από το 33% στο 25%.

Στο στόχαστρο τα επιδόματα ανεργίας

Επόμενη αντιλαϊκή μεταρρύθμιση είναι αυτή του λεγόμενου συστήματος προστασίας των ανέργων, όπως και του συστήματος της επαγγελματικής κατάρτισης και μαθητείας. Πρόκειται για τις «προσαρμογές» που προχωράνε και σε όλη την ΕΕ, ώστε οι εργαζόμενοι και από τα πρώτα χρόνια του εργασιακού τους βίου να βιώνουν την ανασφάλεια, απαραίτητο στοιχείο για να είναι ευάλωτοι στις διαθέσεις της εργοδοσίας, που θέλει ακόμα πιο φτηνή και ευέλικτη εργατική δύναμη. Στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, στα πρότυπα των μεταρρυθμίσεων της Γερμανίας, είναι οι άνεργοι να υποτάσσονται ουσιαστικά σε συνθήκες σκλαβιάς, να αποδέχονται όποια προσφορά εργασίας, δουλειά χωρίς δικαιώματα. Στο πλαίσιο αυτό προβλέπονται η διακοπή ή η περικοπή του επιδόματος ανεργίας, κάτι μάλιστα που αναγορεύεται σε «παρότρυνση» για «επιστροφή στην απασχόληση», από ανθρώπους που δήθεν συνηθίζουν να ζουν με το επίδομα ανεργίας. Σε ένα «εσωτερικό έγγραφο» του υπουργείου Εργασίας που διέρρευσε στα τέλη του περασμένου Δεκέμβρη, με συντάκτη τον Αντουάν Φουσέρ, που πριν γίνει σύμβουλος της υπουργού Εργασίας Μουριέλ Πενικό ήταν στέλεχος της Ενωσης Βιομηχάνων της Γαλλίας, στις προτάσεις περιλαμβάνεται ότι ο κάθε άνεργος θα συμπληρώνει «ένα δελτίο μηνιαίας δραστηριότητας», προκειμένου να υπάρχει αναλυτικός και διαρκής έλεγχος για το κατά πόσο, όντως, επιδιώκει να βρει απασχόληση. Αν η αναζήτηση εργασίας κριθεί «ανεπαρκής» ή ο άνεργος αρνηθεί δύο «προσφορές» απασχόλησης που κρίνονται «λογικές», θα μπορεί να μειώνεται το επίδομά του κατά 50%, δηλαδή στο μισό, αρχικά για ένα χρονικό διάστημα δύο μηνών. Στην περίπτωση που αυτό επαναληφθεί, η επιδότηση του ανέργου θα αναστέλλεται, τουλάχιστον για ένα χρονικό διάστημα. Δηλαδή, ακόμα και η άρνηση μιας αναξιοπρεπούς αμοιβής ή κακών και επικίνδυνων συνθηκών εργασίας θα μπορεί να θεωρηθεί αιτία για να κόβονται τα όποια ψίχουλα με τα οποία φυτοζωούν οι άνεργοι. Με αυτήν την τιμωρητική λογική και ο άνεργος που δεν αποδέχεται να υποταχθεί εντελώς στην εργοδοτική επιθετικότητα, θα οδηγείται στην ακόμα μεγαλύτερη εξαθλίωση.

Η λογική αυτή προωθείται και με τα προγράμματα κατάρτισης σε όλη την ΕΕ, που επιδοτούν την εργοδοσία, διευκολύνουν την αντικατάσταση «παλιότερων» εργαζομένων από άλλους φτηνότερους, καλύπτοντας ένα σημαντικό ποσοστό των θέσεων εργασίας σε μια εταιρεία με κρατική επιδότηση της αμοιβής ή της ασφαλιστικής κάλυψης και ανακυκλώνοντας ένα εργατικό δυναμικό χωρίς κεκτημένα, που πασχίζει να επιβιώσει μεταξύ ανεργίας και προσωρινής απασχόλησης.

Και ο λαός μας να απορρίψει τις «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ

Αυτές είναι οι λεγόμενες «βέλτιστες πρακτικές» που συχνά επικαλείται και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, εμφανιζόμενη ότι υπερασπίζεται τις Συλλογικές Συμβάσεις και διαπραγματεύσεις, την ίδια ώρα που δεν έχει πειράξει ούτε «τρίχα» από το αντεργατικό νομοθετικό πλαίσιο των προηγούμενων κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και το πλαίσιο που εφαρμόζεται σε όλη την ΕΕ. Αυτή είναι η «κανονικότητα» του «ευρωπαϊκού κεκτημένου» που οι «αριστεροί» διαχειριστές της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και στην Ελλάδα καλούν τον λαό να συστρατευτεί. Δηλαδή η αποδοχή της εντατικοποίησης της εκμετάλλευσης, του διαρκούς χτυπήματος λαϊκών δικαιωμάτων.

Σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, αναπτυγμένο και λιγότερο αναπτυγμένο, παράλληλα με την επίθεση του κεφαλαίου στις εργασιακές σχέσεις (που μπορεί να οδηγεί σε βελτιωμένους δείκτες ανεργίας, αύξηση του ΑΕΠ κ.λπ.) προχωράει η επίθεση στην Κοινωνική Ασφάλιση, στην Υγεία και την Πρόνοια, ώστε να μειώνεται το κόστος για την εργοδοσία και να φορτώνεται στα λαϊκά στρώματα. Και ο λαός μας δεν πρέπει να «τσιμπήσει» στις νέες υποσχέσεις περί δήθεν δίκαιης ανάπτυξης, περί ...καπιταλισμού με κανόνες. Ο δικός του δρόμος είναι η κατάργηση της εκμετάλλευσης, ώστε παίρνοντας οι εργαζόμενοι τα κλειδιά της οικονομίας στα χέρια τους, να οργανώσουν την παραγωγή και τη ζωή τους ικανοποιώντας όλες τις σύγχρονες ανάγκες τους, απαλλαγμένοι από τα δεινά της ανεργίας, της φτώχειας και της κλοπής, από λίγα παράσιτα, του πλούτου που παράγουν.


Δ. Καρ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ