Ρυθμούς ισχνής ανάκαμψης, με όρο και προϋπόθεση την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής και σε συνδυασμό βέβαια με την επέκταση των μνημονίων και των εποπτικών ελέγχων σε βάθος χρόνου, βλέπουν τα αστικά επιτελεία και στο εσωτερικό της χώρας, κατ' αντιστοιχία με τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των υπόλοιπων ιμπεριαλιστικών «θεσμών».
Χαρακτηριστική είναι η τριμηνιαία έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), σύμφωνα με την οποία «η εποπτεία της ελληνικής οικονομίας από τους πιστωτές της θα συνεχιστεί, στο ορατό μέλλον, κατ' ελάχιστον μέσω των μέτρων ρύθμισης του χρέους».
Μάλιστα, η πολιτική αυτή έρχεται να πατήσει πάνω στις ευρύτερες συγκλίσεις των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, στο έδαφος βέβαια της ενιαίας στρατηγικής για την ανάκαμψη του εγχώριου κεφαλαίου, αφού όπως επισημαίνει: «Υπάρχει πλέον συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για την ανάγκη να εφαρμοστούν τα προγράμματα και να αποφεύγονται διενέξεις με τους δανειστές και εταίρους».
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, οι βασικοί μοχλοί για την τρέχουσα φάση ανάκαμψης έχουν ως αφετηρία τους παρακάτω άξονες:
Να σημειωθεί ότι τα παραπάνω αφορούν σε εξαιρετικά ευμετάβλητους παράγοντες, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται στη συνέχεια για την εγχώρια καπιταλιστική οικονομία.
«Δημοσιονομικά, βαθμοί ελευθερίας δύσκολα θα δημιουργηθούν, εφόσον άλλωστε έχουν αναληφθεί σχετικές δεσμεύσεις», τονίζεται στην έκθεση αναφορικά με την περίοδο μετά το 2018.
Σε αυτό το φόντο, η δεδομένη συνέχιση της «εποπτείας από τους πιστωτές», σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, θα πρέπει «να μετατραπεί σε εργαλείο για μείωση του κόστους χρηματοδότησης και ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης».
Το ζήτημα, βέβαια, σχετίζεται με τη δυνατότητα αναχρηματοδότησης του κρατικού χρέους από τις διεθνείς χρηματαγορές, καθώς επίσης και την αποκατάσταση της «επιχειρηματικής εμπιστοσύνης».
Σε αυτό το πλαίσιο, ως πρόσθετες προϋποθέσεις για «ισχυρή ανάπτυξη» αναφέρονται η μεταστροφή του επενδυτικού κλίματος, η οικοδόμηση εμπιστοσύνης από το ελληνικό πολιτικό σύστημα ότι θα είναι φιλικό προς τους επενδυτές, με αποτελεσματική και επιτελική δημόσια διοίκηση και το σταθερό και απλό φορολογικό πλαίσιο.
Για το 2017, ο ΙΟΒΕ εκτιμά το ρυθμό ανάκαμψης μόλις στο 1,3% και, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, «δεν μπορεί να υποτιμάται το γεγονός πως ο ρυθμός μεγέθυνσης για το περασμένο έτος ήταν μόνο στο μισό από το στόχο που είχε τεθεί από την οικονομική πολιτική μέσω του προϋπολογισμού και του προγράμματος».
Για το 2018, «βλέπουν» ρυθμό ανάκαμψης στην «περιοχή του 2,1%», με ώθηση κυρίως από την πλευρά των εξαγωγών, την επιτάχυνση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, τις νέες επενδύσεις σε «εξωστρεφείς τομείς» και από το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων.