Κυριακή 8 Οχτώβρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Οι εξελίξεις στην ΕΕ στο φόντο των γερμανικών εκλογών

Οι εκλογές στη Γερμανία επιδρούν στις ευρύτερες διεργασίες αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού στην ΕΕ, σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στην οικονομία και τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στα κράτη - μέλη

Copyright 2017 The Associated

Οι εκλογές στη Γερμανία επιδρούν στις ευρύτερες διεργασίες αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού στην ΕΕ, σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στην οικονομία και τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στα κράτη - μέλη
Οι ανακατατάξεις ισχύος στα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, που συνόδευσαν την καπιταλιστική κρίση, κλιμακώνουν την επιθετικότητα των μονοπωλιακών ομίλων. Η ΕΕ και τα μονοπώλιά της, οι κυβερνήσεις τους, επιχειρούν να επωφεληθούν και να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα.

Μεγάλα συμφέροντα, σφοδροί ανταγωνισμοί

Μια σειρά από μεγάλες υποθέσεις του κεφαλαίου διεθνώς είναι ανοιχτές και οι καπιταλιστές ερίζουν για το ποιος θα επικρατήσει. Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες:

  • Στην Ενέργεια, η επιδίωξη της ΕΕ τουλάχιστον να βελτιώσει τη μειονεκτική της θέση στον ανταγωνισμό με ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, επιταχύνει την προώθηση της «Ενεργειακής Ενωσης», αναζητώντας φτηνότερα ενεργειακά δρομολόγια και συμφωνίες για αγωγούς που θα αποδυναμώνουν την προνομιακή θέση ιδιαίτερα της Ρωσίας (όσο βέβαια είναι δυνατό αυτό, καθώς π.χ. η Γερμανία προωθεί την ίδια στιγμή συνεργασία με τη Ρωσία για τον αγωγό φυσικού αερίου «NordStream2»). Παράλληλα, η ΕΕ συνεχίζει να εφαρμόζει το σχέδιο για ταχύτατη ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, στο όνομα εξασφάλισης της σχετικής ενεργειακής αυτονομίας της από τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της. Η δε «Συμφωνία για το Κλίμα» αποτελεί ένα ιδιότυπο σύστημα προστατευτισμού για τα δικά της μονοπώλια, με πρόσχημα το περιβάλλον, ενώ η κόντρα αμερικανικών και γερμανικών ομίλων βρίσκεται σε εξέλιξη, με έκφραση όχι μόνο το γνωστό «σκάνδαλο Volkswagen», αλλά και για το πότε, αν και πώς θα υπάρξει περαιτέρω μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ζήτημα οξύτατης διαπάλης ανάμεσα στους ομίλους, ειδικά στη Γερμανία.
  • Στον στρατηγικής σημασίας για το γερμανικό και το ευρωενωσιακό κεφάλαιο κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, το προβάδισμα της Κίνας, της Ιαπωνίας και της Ν. Κορέας στην κατασκευή μπαταριών ηλεκτρικών αυτοκινήτων βάζει σε δεύτερες σκέψεις όσους ευρωπαϊκούς ομίλους βιάζονταν να περάσουν άμεσα στην αντικατάσταση των αυτοκινήτων στην ΕΕ με ηλεκτρικά. Προκειμένου να αποτρέψουν την επέλαση στην ευρωπαϊκή αγορά της Κίνας και των ΗΠΑ, που έχουν κατασκευαστικό προβάδισμα και πωλούν ακριβά, οι γερμανικοί όμιλοι ποντάρουν στην κατασκευή δικής τους τεχνολογίας ηλεκτρικών αυτοκινήτων σε ύστερο χρόνο, που θα ευνοήσει τους ίδιους να προετοιμαστούν, προκειμένου να εξουδετερώσουν τους ανταγωνιστές τους. Η περιβαλλοντική «ευαισθησία» για το κλίμα, μπρος στην κερδοφορία, προφανώς μπορεί να περιμένει...Ανάλογη κούρσα μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας, Γερμανίας διεξάγεται για το ποια δύναμη θα αποκτήσει πλεονέκτημα στη ρομποτική τεχνολογία που αποτελεί «κλειδί» για την καπιταλιστική παραγωγή της επόμενης μέρας.
  • Στο διεθνές εμπόριο, το επίκεντρο των ανταγωνισμών ανάμεσα στους μεγάλους ομίλους είναι στον έλεγχο των αγορών, με έμφαση το ηλεκτρονικό εμπόριο, τις προδιαγραφές προϊόντων, τη μεταφορά ηλεκτρονικών δεδομένων κ.ά. Η κλιμάκωση της διαπάλης ανάμεσα σε ΕΕ - ΗΠΑ σημαδεύτηκε από τη διακοπή των διαπραγματεύσεων για την «Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου» (TTIP), τις κυρώσεις και περιορισμούς της ΕΕ σε αμερικανικά μονοπώλια, όπως η «Apple», η «Google» και η «Αmazon», προς όφελος ευρωενωσιακών μονοπωλίων. Καθόλου τυχαία, ο Γιούνκερ στην ομιλία του, όσο και στον «Οδικό Χάρτη» για τους στόχους της ΕΕ έως το 2025, που δόθηκε στη δημοσιότητα, έκανε λόγο για συμφωνίες της ΕΕ με Καναδά, Αυστραλία, Ιαπωνία, Μεξικό, καθώς και στη διείσδυση της ΕΕ στην Αφρική, με πρόσχημα το μεταναστευτικό, ως αντιστάθμισμα για τις καθυστερήσεις και τα εμπόδια στις μπίζνες που συναντά η ΕΕ στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Ρωσία. Από όλα τα παραπάνω, γίνεται αντιληπτό γιατί Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία συμφώνησαν και προωθούν σε επίπεδο ΕΕ μέτρα προστατευτισμού, για να αποτρέψουν επιθετικές εξαγορές στο έδαφος της ΕΕ, βασικά από Κίνα, ΗΠΑ και Ρωσία, θωρακίζοντας τα δικά τους μονοπώλια. Στο πλαίσιο αυτής της αντιπαράθεσης, ιδιαίτερα με τη Ρωσία, έχουν ενισχυθεί οι κυρώσεις σε βάρος της, όχι μόνο από την ΕΕ, αλλά και τις ΗΠΑ, εντείνοντας τους επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, ιδιαίτερα σε Μέση Ανατολή και Βαλκάνια, και τις στρατιωτικές προετοιμασίες, πάντα στις πλάτες των λαών.
Ενισχύεται η στρατιωτικοποίηση

Κοινός άξονας που διαπερνά ως «κόκκινη κλωστή» τους παραπάνω ανταγωνισμούς είναι οι επικίνδυνες εξελίξεις σε στρατιωτικό επίπεδο. Η δημιουργία «Ευρωπαϊκού Ταμείου Αμυνας» (ΕΤΑ) της ΕΕ, που θα διαθέτει πάνω από 5,5 δισ. ευρώ ετησίως στην απόκτηση προηγμένου αμυντικού εξοπλισμού και τεχνολογίας, πυροδοτεί τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε χώρες της ΕΕ που οι αστικές τους τάξεις έχουν συμφέρον να προμηθεύονται εξοπλισμούς από τις ΗΠΑ, κι άλλες που έχουν διαφορετικές προτεραιότητες.

Για παράδειγμα, η πολεμική βιομηχανία της Γαλλίας βρίσκεται σε έντονο ανταγωνισμό με τα αμερικανικά μονοπώλια, γι' αυτό και πρωτοστατεί στη συγκρότηση του ΕΤΑ και του ευρωστρατού, τη δημιουργία του οποίου αναθέρμανε πρόσφατα ο Μακρόν, στην ομιλία του στη Σορβόννη. Αντίθετα, η Βρετανία (και λόγω Brexit), η Σουηδία, η Πολωνία, οι χώρες της Βαλτικής, που προσμένουν από τις ΗΠΑ και το πλαίσιο του ΝΑΤΟ, δεν εμφανίζουν μεγάλη προθυμία να ακολουθήσουν όλες τις δεσμεύσεις των ευρωενωσιακών κοινών στρατιωτικών σχεδιασμών.

Η δε Γερμανία και η Ιταλία, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, δείχνουν να έχουν συμφέροντα κι από τις δυο πλευρές... Σε κάθε περίπτωση, η ενίσχυση της στρατιωτικοποίησης της ΕΕ, οι συμπράξεις και ανταγωνισμοί, αποδεικνύουν τις υποκριτικές διακηρύξεις της ΕΕ για «ειρήνη» και υπογραμμίζουν την ανάγκη των λαών να είναι προετοιμασμένοι, ώστε να μη χύσουν το αίμα τους για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών.

Ο λογαριασμός στην εργατική τάξη

Με δεδομένους αυτούς τους ανταγωνισμούς και με εργαλεία το «Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο», την Τραπεζική Ενωση και την Ενωση Κεφαλαιαγορών, το ευρωενωσιακό κεφάλαιο επιχειρεί να εξασφαλίσει συγκριτικά μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων της ΕΚΤ και της ΕΕ, προκειμένου να προστατευτεί από επιθετικές κινήσεις, ιδιαίτερα του αμερικανικού τραπεζικού κεφαλαίου. Επιδιώκει μεγαλύτερη ρευστότητα και πρόσθετους μηχανισμούς άμυνας στον διεθνή ανταγωνισμό, την ώρα που μια σειρά τράπεζες και σε ισχυρά κράτη - μέλη, όπως Ιταλία και Γερμανία, είναι εκτεθειμένες σε μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα σε επιχειρηματικούς ομίλους.

Είναι επίσης ενδεικτικό ότι ο πρώτος διακηρυγμένος στόχος του υπό συζήτηση «Νέου Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου» είναι «η αποφασιστική προώθηση των μεταρρυθμίσεων», δηλαδή η προώθηση των αντεργατικών μέτρων για να γίνει ακόμα πιο φτηνή η εργατική δύναμη, φανερώνοντας ότι οι εργαζόμενοι είναι αυτοί που πάλι θα πληρώσουν το λογαριασμό. Καθόλου τυχαία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ πρωτοστατεί ως υπέρμαχος αυτών των σχεδιασμών, όντας αφοσιωμένη στην υλοποίηση των στόχων του κεφαλαίου.

Η ΕΕ και οι κυβερνήσεις της ισχυρίζονται ότι με αυτούς τους μηχανισμούς θωρακίζονται για να αποτρέψουν επόμενες κρίσεις και ότι τάχα το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του μπορούν να τιθασεύσουν ή και να αποφύγουν τις αναπόφευκτες καπιταλιστικές κρίσεις του εκμεταλλευτικού συστήματός τους, πράγμα αδύνατο.

Σε όλο αυτό το κουβάρι των αντιθέσεων, τα κράτη - μέλη της ΕΕ δεν έχουν ενιαία στάση. Ανάλογα με την οικονομική, πολιτική, στρατιωτική τους δύναμη, καθένα για τα συμφέροντα της δικής του αστικής τάξης, με διαφοροποιήσεις και κόντρες και στο εσωτερικό τους, επηρεάζουν το περιεχόμενο και το βαθμό υλοποίησης αυτών των σχεδιασμών.

Η Γαλλία και η Ιταλία σε αυτές τις συνθήκες πρωτοστατούν στην προώθηση σχεδίων ενίσχυσης και εμβάθυνσης των μηχανισμών της ευρωπαϊκής ενοποίησης, προσβλέποντας να μετακυλήσουν σε βάρος της Γερμανίας τις απώλειες που είχαν τα προηγούμενα χρόνια. Η Γερμανία από την πλευρά της επιχειρεί να περιορίσει τις αξιώσεις τους για δημιουργία μηχανισμών στο επίπεδο της οικονομίας που θα αποδυναμώνουν την πρωτοκαθεδρία της, ενώ εμφανίζεται πιο χαλαρή να δεχτεί ορισμένες αλλαγές σε πολιτικό επίπεδο (βλ. επίτροπο σε ρόλο υπουργού οικονομικών και επικεφαλής του Γιούρογκρουπ).

Τα σενάρια για το «μέλλον της ΕΕ»

Από τη σκοπιά των αντιθέσεων χρειάζεται να εξεταστούν και τα λεγόμενα σενάρια «για το μέλλον της ΕΕ», με την προσθήκη στα πέντε ήδη δημοσιευμένα και ενός έκτου, που παρουσίασε ο Γιούνκερ, επιχειρώντας ένα συμβιβασμό ανάμεσα σε Γερμανία και Γαλλία - Ιταλία.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η ΕΕ και οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών έχουν ως δεδομένο πως για να επιτύχουν τη μέγιστη δυνατή κερδοφορία των μονοπωλίων τους πρέπει να εντείνουν την αντεργατική επίθεση. Χαράσσουν έτσι ακόμα πιο προωθημένους αντιλαϊκούς στόχους και ευρωενωσιακούς μηχανισμούς εμβάθυνσης, που δρομολογούνται μέχρι το 2025, χωρίς καν να αλλάξει η Συνθήκη της Λισαβόνας, της οποίας οι διατάξεις αποδεικνύονται ανεξάντλητες σε αντιλαϊκότητα και σε στρατηγική πρόβλεψη, ώστε να εξυπηρετούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Στο πλαίσιο αυτών των εξελίξεων, το πρόσφατο αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών φανερώνει πως παράλληλα με όλους αυτούς τους σχεδιασμούς, κάθε αστική τάξη, όπως και η γερμανική, παίρνει έγκαιρα μέτρα για την ενσωμάτωση της λαϊκής δυσαρέσκειας από την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής, που δεν κάνει εξαίρεση στην πλούσια Γερμανία. Εφαρμόζεται εξίσου και φθείρει τα κόμματα της αστικής διαχείρισης (Χριστιανοδημοκράτες, Χριστιανοκοινωνιστές, Σοσιαλδημοκράτες).

Εδώ και χρόνια, μέσα από τους κόλπους του ίδιου του βιομηχανικού κεφαλαίου, συγκροτήθηκαν δυνάμεις εθνικιστικές, ρατσιστικές, όπως η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), για να εκφράσουν πολιτικά τη γραμμή του οικονομικού προστατευτισμού, την επιλογή μερίδων της αστικής τάξης για συμμαχία με τη Ρωσία. Ετσι, καλύπτονται ανάγκες της αστικής τάξης για αναμόρφωση του πολιτικού της προσωπικού, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη.

Η πλειοδοσία στην προβολή από τα αστικά ΜΜΕ της ανόδου της AfD είναι πολλαπλά χρήσιμη για τους αστούς. Από τη μια εμφανίζει την AfD ως δήθεν «αντισυστημική» δύναμη και από την άλλη ξεπλένει και τις υπόλοιπες αστικές δυνάμεις, μετατοπίζοντας την προσοχή του λαού και καλλιεργώντας την αντίληψη ότι μόνο από την AfD πρέπει να φυλάγεται, αφήνοντας έτσι στο απυρόβλητο το καπιταλιστικό σύστημα.

Οι δε απώλειες του Σοσιαλιστικού Κόμματος (SPD) έχουν ανοίξει γενικότερη συζήτηση στις γραμμές της σοσιαλδημοκρατίας για το πώς αυτή θα διασωθεί πολιτικά, συνεχίζοντας να υποστηρίζει και να εφαρμόζει την αντιλαϊκή πολιτική της. Ετσι, ακούγεται και η άποψη ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία θα πρέπει πλέον να διαθέτει σε κάθε χώρα δύο κόμματα - «απόχες»: Το ένα για να ανταγωνίζεται δυνάμεις όπως την CDU της Μέρκελ, τους φιλελεύθερους του FDP ή τον Μακρόν, και το άλλο για να καλύπτει όσους έχουν βρει πολιτική στέγη στην AfD, ή το Εθνικό Μέτωπο.

Αυτά τα κόμματα θα μπορούν έτσι να συγκυβερνούν, όπως στην Πορτογαλία, όπου η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση στηρίζεται από το «Μπλόκο», μέλος του οπορτουνιστικού σχηματισμού του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και του Πορτογαλικού ΚΚ.

Υπάρχει διέξοδος για το λαό

Οποιας χώρας η αστική τάξη κι αν επικρατήσει στο διεθνή ανταγωνισμό, όποια αστική πολιτική δύναμη κι αν διαχειριστεί το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα, οι λαοί θα συνεχίσουν να πληρώσουν ακόμα πιο ακριβά το μάρμαρο. Γι' αυτό χρειάζεται να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Οχι μόνο να παρακολουθούν τις εξελίξεις και να επαγρυπνούν, αλλά να ισχυροποιήσουν το Κομμουνιστικό Κόμμα, που με επαναστατική στρατηγική μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, συγκεντρώνοντας δυνάμεις σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, με μια ισχυρή Κοινωνική Συμμαχία που στο επίκεντρο θα θέτει το ζήτημα της ανατροπής της αστικής εξουσίας. Για μια οργάνωση της κοινωνίας απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση, από το κριτήριο του καπιταλιστικού κέρδους, που αποδεσμευμένη από ΕΕ και ΝΑΤΟ θα είναι σε θέση να υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα και τις ανάγκες.


Κ. Π.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ