Τρίτη 11 Σεπτέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
«Βάκχες» με το «Θεσσαλικό Θέατρο»

«Τρωάδες» με το «Απλό Θέατρο»
«Τρωάδες» με το «Απλό Θέατρο»
Στο Ηρώδειο φιλοξενήθηκε η αναμφίβολα ενδιαφέρουσα αλλά και πολυδιαφημισμένη παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας με τις «Βάκχες» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία του Βασίλη Νικολαΐδη. Πολυδιαφημισμένη, λόγω συμπαραγωγής με την ιδιωτική του πρωταγωνιστή εταιρία, η οποία πρότεινε την παραγωγή και φυσικά επέβαλε τον πρωταγωνιστή.

Η υπογράφουσα θεωρεί υποχρέωση αυτής της στήλης, η οποία πρόβαλε και υπερασπίστηκε τα μέγιστα το μακρόχρονο αίτημα για τη δημιουργία, ενίσχυση και αυτονομία των ΔΗΠΕΘΕ να επισημάνει τα εξής: Αυτού του είδους η συμπαραγωγή αποτελεί ένα κακό προηγούμενο για τη μετατροπή των οικονομικά πασχόντων ΔΗΠΕΘΕ από αυτοδύναμο θεσμό θεατρικής αποκέντρωσης και προσφοράς στην περιφέρειά τους, όπως ήταν μέχρι τώρα, σε άβουλο αποδέκτη, ουραγό και «άλλοθι» ιδιωτικών επιδιώξεων, υποβιβάζοντας μάλιστα ένα θέατρο που, λόγω της πρωτοπόρας και μακρόχρονης προσφοράς του στην περιφέρεια, εγκαινίασε και το θεσμό των ΔΗΠΕΘΕ.

Στην προκειμένη περίπτωση, στις ιδιωτικές επιδιώξεις προσφέρθηκαν και σημαντικότατα καλλιτεχνικά «άλλοθι»: Η καθ' όλα σπουδαία (νοηματικής αδρότητας, δωρικού γλωσσικού κάλλους και λυρικής έξαρσης) μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη (η καλύτερη από όσες δικές του μεταφράσεις ακούστηκαν στις φετινές παραστάσεις αρχαίου δράματος). Το έξοχο σκηνογραφικό και ενδυματολογικό ευεργέτημα του αξέχαστου Νίκου Γεωργιάδη (το οποίο με τρυφερό σέβας επιμελήθηκε ο ταλαντούχος ομότεχνός του Γιώργος Ζιάκας και υποβλητικά φώτισε ο Αλέκος Γιάνναρος), ευεργέτημα μέγα, που καθόρισε και φώτισε τη σκηνοθετική «ανάγνωση». Το αληθινό επίτευγμα της άκρως ενδιαφέρουσας μουσικής του Πέτρου Ταμπούρη, η οποία ζωντανά, χρησιμοποιώντας παραδοσιακά κρουστά και έγχορδα όργανα και ομοιώματα αρχαίων οργάνων συνόδευσε με μεγάλη αισθαντικότητα τον ευριπίδειο λόγο και πρόβαλε υποβλητικά την «πρωτογονισμό», την αγριότητα του μύθου. Η μελετημένη και καλοδουλεμένη χορογραφία της Ερσης Πήττα. Η σημαντικότατη υποκριτική κατάθεση των άξιων, πεπαιδευμένων θεατρικά, παλιότερων και νέων ηθοποιών στους ρόλους και το Χορό.

«Βάκχες» με το «Θεσσαλικό Θέατρο»
«Βάκχες» με το «Θεσσαλικό Θέατρο»
Ο Βασίλης Νικολαΐδης, σκηνοθέτης ευφυής, ευαίσθητος, ευρηματικός, με ποιοτικό αισθητήριο, ικανότατος στην ερμηνευτική καθοδήγηση των ηθοποιών, επέλεξε η τραγωδία να παιχτεί, όπως στην αρχαιότητα, αποκλειστικά από άνδρες. Επιλογή που επέτυχε απολύτως. Η σκηνοθεσία επιχείρησε μια τολμηρή, αλλά και με μέτρο, σύγχρονη αλλά χωρίς «μοντερνισμούς», στοχαστική μυθολογικά αλλά και κοινωνιολογικά ανάγνωση των «Βακχών». Της τελευταίας, της πιο σκοτεινής, θεολογικής και υπερβατικής φαινομενικά, βαθύτατα ρεαλιστικής, κατά τη γνώμη μας, για όποιον διακρίνει την αλληγορία του μύθου της, τραγωδίας του ρεαλιστή Ευριπίδη. Η τραγωδία αυτή γραμμένη τον γεμάτο ανακατατάξεις και αναμενόμενες πολιτικοστρατιωτικές συγκρούσεις 4ο π.Χ αιώνα, αντανακλά σαν σε άγρια παραμορφωτικό καθρέφτη, την αδυσώπητη, θανάσιμη σύγκρουση δύο πόλων (εδώ πρόκειται για σύγκρουση μεταξύ θεολογικής και πολιτικής εξουσίας)- για την κατάκτηση της εξουσίας. Σύγκρουση, που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο και στην έσχατη παραφροσύνη, την ανθρωποφαγική παιδοκτονία προς χάριν της ισχύος του δυνατότερου από τους δύο συγκρουόμενους πόλους. Ο «άθεος» Ευριπίδης, αξιοποιώντας το μύθο για τη σύγκρουση του νέου θεού Διονύσου με το βασιλιά της Θήβας Πενθέα (ο Πενθέας κατασπαράσσεται και διαμελίζεται από την παραφρονημένη από τον Διόνυσο μάνα του Αγαύη), μιλά για τον όλεθρο που μπορεί να σπείρει, τη ζωώδη, ανθρωποφαγική αγριότητα, τις πλανερές παγίδες, τις πρωτόγονες μεθόδους που χρησιμοποιεί, προκειμένου να επιβληθεί μια νέα απάνθρωπη εξουσία. Και αυτή τη διάσταση βάθους ανέδειξε η σκηνοθεσία του Β. Νικολαΐδη. Σκηνοθεσία που καθοδήγησε, αλλά και ωφελήθηκε πολύ από τις ερμηνείες των Θόδωρου Κατσαφάδου (υπέροχα αληθινός ο Αγγελιοφόρος του), Νίκου Ψαρρά (ένας πολλά υποσχόμενος ηθοποιός, εξαίρετος στον Πενθέα), Γιώργου Ζιόβα (πολύ ενδιαφέρουσα εκδοχή του Τειρεσία), Μπάμπης Σαρηγιαννίδης (ανθρώπινος και τρυφερός Κάδμος), Αγγελου Κεχαγιά (καλός Α' Αγγελιοφόρος), Γιάννη Σαμσιάρη (στυλοβάτης του Χορού), αλλά και όλα τα μέλη του Χορού. Ο ταλαντούχος, αισθαντικός, ασκημένου λόγου ηθοποιός Γιάννης Κρανιάς (αψεγάδιαστος κορυφαίος του Χορού), φανέρωσε το υποκριτικό του εύρος στο ρόλο της Αγαύης. Η μόνη παρατήρησή μας αφορά στις αχρείαστα θηλυπρεπείς φωνητικές και κινησιολογικές αποχρώσεις στο τέλος του ρόλου του.

Ο σκηνοθέτης απέσπασε αυτό που μπορούσε περισσότερο να δώσει ο Μάριος Φραγκούλης. Να κινηθεί με την όποια κινησιολογική δυνατότητα διέθετε, βοηθούμενος από το εντυπωσιακό κοστούμι του και να εκφέρει όπως θα μπορούσε να εκφέρει το λόγο, ο άξιος τραγουδιστής αλλά ουσιαστικά απαίδευτος θεατρικά, Μάριος Φραγκούλης. Δηλαδή απαγγελτικά, επιφανειακά, μονοσήμαντα, έως και μονότονα.

«Τρωάδες» με το «Απλό Θέατρο»

Τα φετινά Επιδαύρια έκλεισαν με τις ευριπίδειες «Τρωάδες», το πλέον αντιπολεμικό, μαζί με τους αισχυλικούς «Πέρσες», έργο του τραγικού είδους, από το «Απλό Θέατρο». Ο δημιουργός του Αντώνης Αντύπας, σκηνοθέτης σεμνός, με ήθος, μέτρο, ευαισθησία, εργατικότητα, μακρόχρονη ποιοτική δημιουργία, προσήλθε για πρώτη φορά στο στίβο του αρχαίου δράματος, με μια παράσταση που αντανακλά όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά του. Με μια παράσταση σεμνή, μετρημένη, ρεαλιστική, που ανέδειξε το διαχρονικά αντιπολεμικό μήνυμα και το λόγο ποιητή, μεταφρασμένο ρεαλιστικά από τον Κ. Χ. Μύρη και «ευλογημένο» από τη λυρική πανδαισία της μουσικής της Ελένης Καραΐνδρου. Μια μουσική της ψυχής, των καημών και πόνων του ανθρώπου από τον πόλεμο, από το θάνατο, τη σκλαβιά, το ξερίζωμα από την πατρίδα και την προσφυγιά του. Μουσική οικείων, μικρασιατικών αποχρώσεων, έξοχα διδαγμένη από τον Αντώνη Κοντογεωργίου και αισθαντικά ερμηνευμένη από την κορυφαία Βερόνικα Ηλιοπούλου και τα μέλη του Χορού. Το λιτό, ρεαλιστικό σκηνικό (υπαινιγμός των σύγχρονων πολεμικών στρατοπέδων) και τα όμορφα, διακριτικά ανατολίτικα κοστούμια του Γιώργου Πάτσα, η εκφραστική χορογραφία της Σοφίας Σπυράτου, που αξιοποίησε το δραματικό ενδυματολογικό εύρημα (τα δεμένα-πληγωμένα χέρια του Χορού), υπογράμμισαν το αντιπολεμικό μεγαλείο αυτής της τραγωδίας, της οποία το τραγικό μέγεθος υπηρετήθηκε από τη δραματικότατη χωρίς μελoδραματισμούς ερμηνεία της Μάνιας Παπαδημητρίου (Ανδρομάχη) και τη σπαραχτική (ιδιαίτερα στην αρχή και στο θρήνο της για τον Αστυάνακτα) Μάρθα Βούρτση (Εκάβη). Ο καλός ηθοποιός Κώστας Αθανασόπουλος ερμήνευσε, σαρκάζοντας, όπως του ζήτησε ο σκηνοθέτης, τον Μενέλαο.

Οι αδυναμίες της παράστασης είναι οι «φάλτσες» ερμηνείες των άλλων ηθοποιών -επιλογές προφανώς του σκηνοθέτη. Ο Αρης Λεμπεσόπουλος με την «μπλαζέ» υποκριτική μανιέρα του υποδύθηκε τον Ποσειδώνα, με αντίποδα την Γιάννα Νικολοπούλου (κακιωμένη Αθηνά). Ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης υποδύεται έναν μικροαστικής υποταγής, συναισθηματικά άχρωμο Ταλθύβιο. Η Μπέση Μάλφα μια νευρωτική Ελένη. Η Ταμίλα Κουλίεβα (Κασσάνδρα), όχι μόνο απαίδευτη λόγω καταγωγής στο αρχαίο δράμα, λάβωσε και με το αξάν της τον ποιητικό λόγο.


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ