Παραγράφτηκαν οι κατηγορίες των υπευθύνων της «ΦΙΑΛΟΠΛΑΣΤ ΕΠΕ»
Τρεις υπεύθυνοι του εργοστασίου «ΒΙΟΚΥΤ», που κατέρρευσε στο σεισμό της 7-9-1999 προκαλώντας το θάνατο πέντε ανθρώπων, παραπέμπονται να δικαστούν στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο για «ανθρωποκτονία από πρόθεση κατά συρροή με ενδεχόμενο δόλο». Πρόκειται για τον πολιτικό μηχανικό Νίκο Τσίτση και τους ιδιοκτήτες του εργοστασίου Ισαάκ και Ιωσήφ Ματαράσο.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο πρώτος κατηγορούμενος ευθύνεται για την κατασκευή της οικοδομής το 1981 χωρίς να έχει εκδοθεί η απαραίτητη πολεοδομική άδεια και μελέτη. «Ετσι σημειώνουν στο βούλευμά τους οι τρεις δικαστές του Δικαστικού Συμβουλίου - "στήθηκε" από την αρχή ένα ελαττωματικό κτίριο, που ο κατηγορούμενος Ν. Τσίτσης γνώριζε ότι σε επικείμενο σεισμό θα κατέρρεε και θα είχε νεκρούς». Οσον αφορά τους δύο ιδιοκτήτες του εργοστασίου, το βούλευμα τούς θεωρεί επίσης υπαίτιους της κατάρρευσης με τα τραγικά αποτελέσματα γιατί, όπως αναφέρει, «το διάστημα 1991 - 1999 επέστρωσαν με βιομηχανικό δάπεδο την οικοδομή, επιβαρύνοντας τον ήδη καταπονημένο σκελετό της. Επίσης, τοποθέτησαν παλέτες με χαρτί (!) βάρους 900 κιλών η καθεμία, αλλά και μηχανήματα. Αποτέλεσμα ήταν να καταρρεύσουν με τις ισχυρές δονήσεις οι πλάκες, παρασύροντας και τους δοκούς».
Σημειώνεται ότι με άλλο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών απαλλάχτηκαν προχτές από κάθε κατηγορία οι υπεύθυνοι της επιχείρησης «ΦΙΑΛΟΠΛΑΣΤ ΕΠΕ», στα ερείπια του κτιρίου της οποίας είχαν βρει το θάνατο δύο εργάτριες και η κόρη του ιδιοκτήτη. Το βούλευμα μετέτρεψε την κατηγορία της «ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή με ενδεχόμενο δόλο» σε ανθρωποκτονία από αμέλεια (πλημμέλημα, το οποίο παραγράφτηκε λόγω παρέλευσης πενταετίας), με το σκεπτικό ότι «κατά την κοινή πείρα και λογική κανένα άτομο δε θα κατοικούσε το ίδιο ούτε θα έβαζε την οικογένειά του να κατοικήσει σε επικίνδυνη προς κατάρρευση οικοδομή, ένεκα πράξεων ή παραλείψεών του, ούτε αποδέχεται το γεγονός αυτό που θα είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατο της οικογένειάς του, αλλά και του ίδιου».