Οι επιδιώξεις όλων των εμπλεκόμενων πλευρών
Οι ισορροπίες γενικά στη Μέση Ανατολή είναι πολύ ρευστές. Την «αντιμετώπιση των τζιχαντιστών» δεν αποκλείεται να ακολουθήσει η δραστική αναβάθμιση των Κούρδων. Το μέλλον της ίδιας της Συρίας (που παραμένει πεδίο εκδήλωσης σφοδρών αντιθέσεων) παραμένει αβέβαιο, ανατρέπονται αρκετές προβλέψεις στα πεδία των μαχών, ενώ και οι προτεραιότητες κέντρων όπως οι ΗΠΑ φαίνεται ότι επανεξετάζονται. Δεδομένα όπως τα παραπάνω αυξάνουν την αβεβαιότητα για το τουρκικό κεφάλαιο, σε συνθήκες μάλιστα που οι εξελίξεις στην εγχώρια οικονομία δημιουργούν ανησυχία. Η επιμονή για διατήρηση των τουρκικών «εγγυήσεων» και στρατευμάτων στην Κύπρο, τουλάχιστον στην τουρκοκυπριακή «πολιτεία», αφορά τα γεωστρατηγικά «πατήματα» της Αγκυρας στην περιοχή, το ρόλο και τα οφέλη που θα αποκτήσει από τους νέους δρόμους μεταφοράς Ενέργειας που ήδη χαράσσονται στο χάρτη.
Φυσικά, η τακτική της Τουρκίας δεν μπορεί να μη λαμβάνει υπόψιν τις κινήσεις των άλλων πλευρών. Ομως, όποιες διαθέσεις «συμβιβασμού» κι αν εκδηλωθούν, θα εκδηλωθούν με αφετηρία την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της τουρκικής πλουτοκρατίας, η οποία - πρέπει να σημειωθεί - ότι ειδικά τους τελευταίους μήνες εντείνει την επιθετικότητά της σε πολλά πεδία, αναζητώντας πρωτοβουλίες κινήσεων και σε στρατιωτικό επίπεδο (βλ. επιχειρήσεις σε Συρία και Ιράκ, στο όνομα της «αντιμετώπισης της τρομοκρατίας»).
Από την πλευρά της, η Ελλάδα, δηλαδή η αστική τάξη, διεκδικεί μερίδιο στις κολεγιές που στήνονται εδώ και καιρό στην Ανατολική Μεσόγειο, με την κυβέρνηση έτοιμη να συνεισφέρει σε σειρά ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών (βλ. υπεράσπιση «ασφάλειας» μέσα και από επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ).
Αργά προχτές το βράδυ, σημείωμα του Μεγάρου Μαξίμου τόνιζε πως «η ελληνική κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προστατεύσει και να αξιοποιήσει τη σημαντική δυναμική που έχει δημιουργηθεί για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση» (του Κυπριακού), επιμένοντας να μιλά για «σημαντική πρόοδο» στις συνομιλίες. Επιπλέον, επέκρινε «φοβικές λογικές» και επισήμαινε ότι «επιδιώκουμε σταθερά την εξεύρεση κοινού εδάφους στο πλαίσιο των συνομιλιών, προκειμένου να συνεχίσει τις εργασίες της η Διάσκεψη της Γενεύης με τη συμμετοχή και του πρωθυπουργού».
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ πρωτοστατεί εδώ και καιρό στη διαμόρφωση «εναλλακτικών» σχημάτων για την ασφάλεια. Από τη Γενεύη, ο ΥΠΕΞ, Ν. Κοτζιάς, αναφέρθηκε στο «δημιουργικό ρόλο» που θα μπορούσε να παίξει ο ΟΑΣΕ (όπου συμμετέχουν σημαντικά ιμπεριαλιστικά κέντρα) και χαρακτήρισε «μεγάλη υπόθεση» τις προτάσεις για τη δημιουργία μέχρι και «διεθνούς αστυνομίας». Την ίδια στιγμή, εδώ και καιρό έχουν γίνει γνωστές οι σκέψεις για «Σύμφωνα Φιλίας» Ελλάδας - Τουρκίας - Κύπρου, με το βλέμμα στραμμένο και στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της περιοχής, για τους οποίους ήδη «ξερογλείφονται» πανίσχυροι μονοπωλιακοί κολοσσοί.
Φυσικά, πρέπει να είναι σαφές ότι για το ελληνικό κεφάλαιο, το Κυπριακό από την πρώτη στιγμή αξιοποιήθηκε ως βασικό «χαρτί» για τη συμμετοχή του στους αντιλαϊκούς ανταγωνισμούς και σχεδιασμούς στη «γειτονιά» μας, και από αυτήν την πλευρά οι «επιδόσεις» της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θα καθορίσουν μια σειρά ζητήματα. Από τις αρχές της βδομάδας, αναζωπυρώθηκαν και οι εκκλήσεις για «εθνική συναίνεση» και «ενότητα» στο όνομα της κρισιμότητας των εξελίξεων στο Κυπριακό, που επεκτάθηκαν βέβαια και στα υπόλοιπα «μέτωπα», με βασικό την προώθηση των επόμενων αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που επανέρχονται και μέσα από την επόμενη φάση της «αξιολόγησης».
Εξίσου χαρακτηριστικό για την αξία που έχουν οι εξελίξεις στο Κυπριακό είναι και το εύρος των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων που έχουν κινητοποιηθεί: Η Μεγάλη Βρετανία, από τη θέση και της εγγυήτριας δύναμης, δεν προτίθεται σε καμία περίπτωση να παραιτηθεί από τα πλεονεκτήματα που ιστορικά διασφάλισε ως κατοχική δύναμη στην Κύπρο για ολόκληρες δεκαετίες. Για αυτό και δεν συζητά επ' ουδενί λόγω κατάργηση των στρατιωτικών της βάσεων στο Νησί, με δεδομένο μάλιστα ότι και το βρετανικό κεφάλαιο μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά ενόψει «εξόδου από την ΕΕ» κ.τ.λ.
Οι ΗΠΑ είναι καθαρό ότι πρωτοστατούν εδώ και καιρό για να ολοκληρωθεί ο συμβιβασμός με τη νέα λύση τύπου «σχεδίου Ανάν», με έμπειρους διπλωμάτες τους να πηγαινοέρχονται κάθε μήνα σε Λευκωσία, Αθήνα και Αγκυρα «σπρώχνοντας» μέχρι και εμπλοκή του ΝΑΤΟ ή άλλων πολυεθνικών «σχημάτων» στην υπόθεση της ασφάλειας της Κύπρου, αλλά και διαμηνύοντας με τον έναν ή άλλον τρόπο ότι δεν θα επιτρέψουν μεγάλες γεωπολιτικές ανατροπές στην περιοχή. Ενδεικτικά είναι π.χ. τα καυστικά σχόλια της υφυπουργού Εξωτερικών Β. Νούλαντ για τα «ανοίγματα» της Ρωσίας στην περιοχή. Αλλωστε, και η Μόσχα δεν μένει θεατής στις διεργασίες στην Αν. Μεσόγειο, όπου και αναζητά διάφορες γέφυρες συνεργασίας.
Μεγάλη είναι η αποφασιστικότητα με την οποία και η ΕΕ επιδιώκει ρόλο στο αλισβερίσι, όπως αποτύπωσε και η παρουσία των Γιούνγκερ - Μογκερίνι στη Διάσκεψη, με την δεύτερη να λέγεται μάλιστα ότι έχει πάρει πάνω της την προετοιμασία εναλλακτικής «φόρμουλας» για την ασφάλεια που θα είναι αποδεκτή από όλους. Από την Ευρώπη, βέβαια, δεν ξεχωρίζει μόνο το ενδιαφέρον των Βρυξελλών γενικά, αλλά και οι προσπάθειες δυνάμεων όπως ειδικά η Γερμανία, αλλά και η Γαλλία, να εξασφαλίσουν αυτοτελή παρουσία στην Ανατ. Μεσόγειο.
Η συζήτηση για την Ασφάλεια φαίνεται ότι θα αναδείξει ακόμα περισσότερο το πώς το Κυπριακό χρησιμοποιείται ως μοχλός προώθησης ευρύτερων σχεδιασμών. Ενδεικτικές ήταν οι επισημάνσεις του ειδικού συμβούλου του γγ του ΟΗΕ, Εσπαν Μπαρθ Αϊντε, στο BBC, εξηγώντας ότι θα παρουσιαστούν και κάποιες «νέες ιδέες» για μία «νέα αντίληψη» που δεν θα αποσυνδέσει την Κύπρο από τους γείτονές της, αλλά θα εντάσσεται σε ένα εντελώς νέο πλαίσιο του 21ου αιώνα.
Αλλωστε, ήδη κυκλοφόρησαν μελέτες ερευνητικών και συμβουλευτικών «κέντρων» για τη σημασία «η έννοια της Ασφάλειας να διευρυνθεί για να συμπεριλάβει ένα ευρύτερο φάσμα κινδύνων και απειλών, που θα μπορούσε να υπονομεύσει την εφαρμογή της διευθέτησης» κ.τ.λ.
Τέλος, πρέπει να καταγραφεί ότι προχτές το βράδυ, σχολιάζοντας τις νέες προκλήσεις Ερντογάν (βλ. διπλανό θέμα), ο Αϊντε περιορίστηκε να πει ότι «το σημειώνουμε αυτό» (σ.σ. τη δήλωση Ερντογάν), τόνισε ότι η διαπραγμάτευση συνεχίζεται και ότι στόχος είναι «αυτό που γνωρίζουμε σήμερα (σ.σ. ως «σύστημα εγγυήσεων») να μπορεί να αντικατασταθεί από κάτι άλλο» για να προσθέσει πως «υπάρχει θέληση (οι πλευρές) να αναζητήσουν αυτό το άλλο».