Σάββατο 8 Οχτώβρη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΒΡΕΤΑΝΙΑ - ΕΕ - BREXIT
Οξύνονται οι κόντρες ενόψει διαπραγμάτευσης

Η πρωθυπουργός Μέι μπορεί να κάνει σχέδια «σκληρής» διαπραγμάτευσης, οι Βρετανοί εργαζόμενοι όμως δεν αντέχουν άλλο «λογαριασμό» λιτότητας για χάρη των μονοπωλίων. Πράγμα που εξέφρασαν με διαδήλωσή τους στις 2/10 έξω από το συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος στο Μπέρμιγχαμ
Η πρωθυπουργός Μέι μπορεί να κάνει σχέδια «σκληρής» διαπραγμάτευσης, οι Βρετανοί εργαζόμενοι όμως δεν αντέχουν άλλο «λογαριασμό» λιτότητας για χάρη των μονοπωλίων. Πράγμα που εξέφρασαν με διαδήλωσή τους στις 2/10 έξω από το συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος στο Μπέρμιγχαμ
Οσο περνά ο καιρός, τόσο φαίνεται να κλιμακώνεται η κόντρα ανάμεσα στην αστική τάξη της Βρετανίας και τις άλλες στην ΕΕ ενόψει της έναρξης διαπραγμάτευσης για την αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ (Brexit). Ηδη από την Κυριακή, στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος στο Μπέρμιγχαμ η πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τερέζα Μέι, ανακοίνωσε ότι η ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας για το Brexit θα γίνει πριν το τέλος του ερχόμενου Μάρτη και πως θα ξεκινήσει τη διαπραγμάτευση, επιδιώκοντας την επίτευξη ενός δυσεπίτευκτου διπλού στόχου: α) της διατήρησης των προνομίων των βρετανικών μονοπωλίων στην ενιαία αγορά της ΕΕ και β) έλεγχο της μετανάστευσης και της κίνησης εργαζομένων από τις άλλες χώρες της ΕΕ στη Βρετανία.

Ανακοίνωσε, επίσης, πως θα επιδιωχθεί η προώθηση ενός νόμου «Μεγάλης Κατάργησης» για την «ακύρωση» της ευρω-ενωσιακής νομοθεσίας, αφήνοντας πιθανή την επιλεκτική ενσωμάτωση μέρους αυτής στη βρετανική νομοθεσία, εν ευθέτω χρόνω. Αυτό, βεβαίως, εάν υπάρξει συμφωνία μέσα στα δύο χρόνια διαπραγμάτευσης που προβλέπονται (και που μπορεί να παραταθούν με απόφαση της ΕΕ). Εάν δεν επιτευχθεί καμία συμφωνία έως τότε, η βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων αναμένεται μονομερώς να καταργήσει τους μη επιθυμητούς νόμους της ΕΕ, ως ένα μέσο για τα παζάρια στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης.

Από πολιτικής άποψης, η κυβέρνηση Μέι θεωρεί πως δεν έχει κανένα περιθώριο να υποχωρήσει στο θέμα της μετανάστευσης καθώς προσπαθεί παράλληλα να «ξαναβαφτίσει» το Συντηρητικό Κόμμα και να του δώσει τάχα «φιλολαϊκά χαρακτηριστικά» που δήθεν έχει η αξιωματική αντιπολίτευση των Εργατικών του Τζέρεμι Κόρμπιν.

Απ' την άλλη πλευρά, οι αστικές τάξεις των πιο ισχυρών οικονομιών της Γερμανίας και της Γαλλίας συγκλίνουν ότι δεν πρέπει να επιτραπούν «χάρες» στα βρετανικά μονοπώλια και ίσως είναι ώρα να χτυπηθεί (εάν και όσο μπορέσει) το Σίτι του Λονδίνου, ώστε να «επαναπατριστούν» επενδύσεις και ένα μεγάλο μέρος από τα χρηματοπιστωτικά μονοπώλια στην ηπειρωτική ΕΕ, ανατρέποντας το συσχετισμό δυνάμεων σε ευρύτερο επίπεδο στην ΕΕ, και όχι μόνον στο στενά οικονομικό πλαίσιο. Αυτό, βεβαίως, προϋποθέτει ότι δεν θα έχουν ενισχυθεί περαιτέρω άλλες «φυγόκεντρες» δυνάμεις εντός ΕΕ (π.χ. Ουγγαρία, Ιταλία), πως το ιταλικό δημοψήφισμα θα έχει θετική έκβαση, πως οι κόντρες ανάμεσα στις άλλες 27 χώρες - μέλη της ΕΕ θα είναι (μέχρι ενός σημείου) «ελεγχόμενες». Τίποτε, ωστόσο, από όλα αυτά δεν είναι σίγουρο καθώς το γενικότερο γεωπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον είναι ιδιαίτερα ρευστό, αν όχι εκρηκτικό, με βασικό χαρακτηριστικό την πολύπλευρη όξυνση των αντιπαραθέσεων σε αρκετά επίπεδα. Πολύ δε περισσότερο όταν εντός του 2017 στην ΕΕ υπάρχουν εκλογές στη Γαλλία (προεδρικές εκλογές Απρίλη - Μάη 2017) και στη Γερμανία (βουλευτικές εκλογές, το Σεπτέμβρη του 2017).

«Ηπιο» ή «σκληρό Brexit»;

Σε κάθε περίπτωση, η τοποθέτηση της Μέι πάνω στις βασικές επιδιώξεις διαπραγμάτευσης για το Brexit όξυνε στο Λονδίνο τη μεγάλη συζήτηση που έχει ανοίξει τους τελευταίους μήνες εάν η ηγεσία της χώρας θα πρέπει να επιδιώξει ένα λεγόμενο «ήπιο Brexit»(soft Brexit) ή ένα «σκληρό Βrexit» (hard Brexit).

Στην περίπτωση του «ήπιου Brexit» θα επιδιωχθεί, σχεδόν πάση θυσία, η διατήρηση της ανεμπόδιστης πρόσβασης των βρετανικών μονοπωλίων και ιδιαιτέρως του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου στην ΕΕ, με δεδομένο το γεγονός πως η Βρετανία εξάγει το 50% των προϊόντων, κεφαλαίων και υπηρεσιών στην ΕΕ και εισάγει αντίστοιχα μόλις το 7% προϊόντων, κεφαλαίων, υπηρεσιών από την ΕΕ.

Στην περίπτωση του «σκληρού Brexit» θα επιδιωχθεί η γρήγορη και απότομη ρήξη των δεσμών με την ΕΕ και αναμένεται να δοθεί βαρύνουσα σημασία όχι μόνον στη διατήρηση της πρόσβασης στην ΕΕ, αλλά ειδικότερα στον έλεγχο και τη μείωση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών προς τη Βρετανία.

Αν και δεν αποκλείεται στη συνέχεια να επιλεχθεί μία ενδιάμεση φόρμουλα διαπραγμάτευσης, είναι φανερό πως στην πρώτη περίπτωση το δημοψήφισμα του Iούνη στην ουσία υποβαθμίζεται, αφού δεν αλλάζουν ριζικά οι σχέσεις με την ΕΕ, ούτε οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από αυτήν και ως εκ τούτου, η ελεύθερη μετακίνηση εργαζομένων ανάμεσα στη Βρετανία και τις άλλες χώρες της ΕΕ θα συνεχίζεται.

Στη δεύτερη περίπτωση, που είναι και η δυσκολότερη, το Λονδίνο δεν επιχειρεί απλώς κατοχύρωση των προνομίων του στη χρηματοπιστωτική αγορά διεθνώς με τη συμβολή και των ΗΠΑ (που διατηρεί εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες) αλλά ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρό ρήγμα στην ΕΕ.

Οι προειδοποιήσεις Μέρκελ και Ολάντ

Συνεπώς δεν προκαλούν εντύπωση, ούτε «αιφνιδιασμό» οι προειδοποιήσεις που απηύθυναν το τελευταίο τριήμερο οι ηγέτες Γερμανίας και Γαλλίας.

Την περασμένη Τετάρτη και Πέμπτη, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ προειδοποίησε δύο φορές το Λονδίνο πως δεν μπορεί να έχει και την «πίτα ολόκληρη» (δηλαδή την πρόσβαση στην ενιαία αγορά της ΕΕ) και το «σκύλο χορτάτο» (δηλαδή έλεγχο της μετανάστευσης και της μετακίνησης προσώπων προς τη Βρετανία). Σημείωσε, μιλώντας στην Ενωση Γερμανικών Βιομηχανιών πως ενιαία αγορά και ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων είναι «άρρηκτα συνδεδεμένες» και πως δεν μπορείς να έχεις το ένα δίχως το άλλο, γιατί σε αυτήν την περίπτωση, θα δοθεί κακό παράδειγμα με αρνητικές συνέπειες στη συνοχή της ΕΕ. Γι 'αυτό το λόγο, άλλωστε, η καγκελάριος, χαρακτήρισε τα επικείμενα παζάρια με το Λονδίνο «γεγονός ορόσημο για την ΕΕ».

Στο ίδιο μήκος κύματος στάθηκε χτες (Παρασκευή) και ο Γάλλος Πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ. Μιλώντας στο Ινστιτούτο Ζακ Ντελόρ στο Παρίσι κατηγόρησε την Τερέζα Μέι πως έχει αποφασίσει να διαπραγματευτεί ένα «σκληρό Brexit», επιδιώκοντας να βγάλει τη Βρετανία από την ΕΕ «δίχως να πληρώσει». Και ο Ολάντ σημείωσε: «Θα πρέπει να συνεχίσουμε, σύμφωνα με τις επιθυμίες του βρετανικού λαού να αποχωρήσει από την ΕΕ και θα πρέπει να είμαστε σταθεροί. Αν δεν είμαστε, θα θέσουμε υπό αμφισβήτηση τις αρχές της ΕΕ».

Ταυτόχρονα, στοιχείο που εντείνει την ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαράθεση είναι η αντίθεση της Βρετανίας στην επιδίωξη των Γερμανίας και Γαλλίας για τη δημιουργία ισχυρότερων δομών ευρωενωσιακής άμυνας και ασφάλειας και ευρωστρατού. Η βρετανική αστική τάξη εμμένει στην ευρωατλαντική δομή του ΝΑΤΟ, που θεωρεί ότι μπορεί να υπονομευτεί με τέτοιες κινήσεις. Αλλωστε, η Βρετανία διαθέτει μακράν τον ισχυρότερο στρατό στην Ευρώπη, έχει τη διαχρονική στήριξη των ΗΠΑ και δεν θέλει να αμφισβητηθεί αυτή της η θέση.

Η πτώση της στερλίνας

Πάντως, οι εξωτερικές πιέσεις σε συνάρτηση με την απροθυμία μεγάλου μέρους των μονοπωλίων στη Βρετανία να χάσουν την προνομιακή θέση από την αγορά της ΕΕ, ενισχύουν την καθοδική κούρσα της στερλίνας.

Μέσα στις τελευταίες λίγες μέρες, το βρετανικό νόμισμα έχει σημειώσει χαμηλότερο ρεκόρ 31ετίας σε σχέση με το δολάριο και χαμηλότερο ρεκόρ 5ετίας σε σχέση με το ευρώ.

Ενδιαφέρον δε ήταν το «στιγμιαίο κραχ» που υπέστη για περίπου δύο λεπτά το πρωί της Παρασκευής το βρετανικό νόμισμα στις ασιατικές χρηματαγορές, με την ισοτιμία της να πέφτει κατά 6% και να διαμορφώνεται στα 1,18 δολάρια! Κάποιοι έσπευσαν να μιλήσουν για ανθρώπινο ή τεχνικό λάθος. Η βρετανική κυβέρνηση έσπευσε να διατάξει έρευνα και διεθνή χρηματοπιστωτικά κέντρα αναρωτήθηκαν μήπως τελικά το «στιγμιαίο κραχ» (flash crash) της στερλίνας ήταν μία «πρόγευση» από το μέλλον.

Επί του παρόντος, από τη μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της Βρετανίας επωφελούνται τα βρετανικά μονοπώλια που εξάγουν εμπορεύματα και υπηρεσίες και πλήττονται τα λαϊκά νοικοκυριά καθώς αναγκάζονται να περιορίσουν (τις ήδη κουτσουρεμένες) δαπάνες τους.


Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ