Το κόστος των ρυθμίσεων για ληξιπρόθεσμα επιδοτούμενα στεγαστικά δάνεια, θα κληθεί να το πληρώσει ο κρατικός προϋπολογισμός - δηλαδή οι φορολογούμενοι που αποτελούν το υποζύγιο του προϋπολογισμού - και όχι οι τραπεζίτες
Από το κείμενο της «νέας»... τροποποιημένης κυβερνητικής τροπολογίας για τα «πανωτόκια»- που παρουσίασε χτες στους δημοσιογράφους ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και κατατέθηκε στη Βουλή- προκύπτει ότι η μόνη αλλαγή που έγινε, είναι αυτή που επιτρέπει την ένταξη στη ρύθμιση και των ληξιπρόθεσμων δανείων αγροτών. Οπως σημειώνεται «προκειμένου περί οφειλετών κατά κύριο επάγγελμα αγροτών προς την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας, που έχουν ρυθμιστεί με οποιοδήποτε τρόπο και οι ρυθμίσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν κατά τη δημοσίευση του παρόντος, παρέχεται η ευχέρεια στους οφειλέτες με γραπτή δήλωσή τους προς την Τράπεζα, να επιλέξουν είτε την εξακολούθηση εφαρμογής της υφιστάμενης ρύθμισης είτε την υπαγωγή τους στην παράγραφο του παρόντος». Η παράγραφος αυτή είναι που καθορίζει τα πολλαπλάσια όρια των οφειλών για ληξιπρόθεσμα δάνεια.
Στα υπόλοιπα σημεία της η προτεινόμενη κυβερνητική τροπολογία, παραμένει ακριβώς όπως ήταν. Από το σύνολο λοιπόν της τροπολογίας προβλέπεται:
Πέραν των παραπάνω, η ρύθμιση προβλέπει ότι «η συνολική οφειλή από τόκους σε καθυστέρηση (...) δε δύναται να υπερβεί το πιο κάτω αναφερόμενο πολλαπλάσιο της απαίτησης, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί κατά το χρόνο της καταγγελίας της σύμβασης ή (...) από τότε που η απαίτηση κατέστη εν όλω ή εν μέρει ληξιπρόθεσμη» και το οποίο είναι:
Ανάμεσα στα άλλα, η σχετική συμφωνία προβλέπει ακόμα ότι, μέχρι και τις 30 Απρίλη του 2000, οι τράπεζες δε θα λογίζουν τόκους για τη συνολική οφειλή, που θα προκύψει από τη ρύθμιση, ενώ μέχρι τις 31/10/2000 θα σταματήσουν οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης ( πλειστηριασμοί). Οι τράπεζες απελευθερώνονται από τις δεσμεύσεις αυτές από 1/11/2000.