Πέμπτη 23 Ιούλη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΑ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ
Η απεργία των εργατών το 1929 (α' μέρος)

Το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» την επομένη της έναρξης της απεργίας και της δολοφονικής επίθεσης της Αστυνομίας
Το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» την επομένη της έναρξης της απεργίας και της δολοφονικής επίθεσης της Αστυνομίας
Στις 5 Μάρτη 1929, οι εργάτες στα εργοστάσια της Ελευσίνας ξεκίνησαν μια απεργία που κράτησε λίγες μέρες και χωρίς τελικά να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Και η απεργία αυτή προσφέρεται για πολύτιμα συμπεράσματα, πολύ περισσότερο που ξετυλίχθηκε την ίδια περίοδο με τη νικηφόρα απεργία των εργαζομένων στα μεταλλεία του Λαυρίου. Μια απεργία που ξεκίνησε την 1η Φλεβάρη 1929 και έληξε στα μέσα Μάρτη.

Τον αγώνα στο Λαύριο στήριξε από την αρχή μέχρι το τέλος η Ενωτική ΓΣΕΕ, η οποία είχε συγκροτηθεί λίγες μέρες μετά το ξεκίνημα της απεργίας. Να σημειωθεί ότι η Ενωτική ΓΣΕΕ εξέφραζε τις ταξικές δυνάμεις της εποχής και προέκυψε μετά τις αλλεπάλληλες παρεμβάσεις του αστικού κράτους στη ΓΣΕΕ, που τη μετάτρεψε σε όργανό του.

Στην Ελευσίνα, η απεργία ξέσπασε με τη στήριξη της Ενωτικής ΓΣΕΕ, όμως στη συνέχεια παρενέβη η καθεστωτική ΓΣΕΕ, εκφυλίζοντας τον αγώνα των εργατών με τη στήριξη των εργοδοτών και του κράτους. Και σε αυτούς τους δύο απεργιακούς αγώνες αποτυπώνεται η αντιπαράθεση των δύο γραμμών στο κίνημα: Της ταξικής σύγκρουσης από τη μια και της ταξικής συνεργασίας από την άλλη.

Σήμερα δημοσιεύουμε το πρώτο μέρος του σύντομου ιστορικού που αναφέρεται στα γεγονότα της απεργίας στην Ελευσίνα.

Υπέβαλλαν αιτήματα, τους έστειλαν χωροφύλακες

Πριν ξεκινήσει η απεργία, επί μήνες οι εργάτες υπέβαλλαν στην κυβέρνηση Βενιζέλου υπομνήματα, ζητώντας τη βελτίωση των όρων εργασίας. Ενα από αυτά τα υπομνήματα υποβλήθηκε στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Παναγή Βουρλούμη, στα μέσα Φλεβάρη 1929, από την Ενωση Τεχνιτών Εργατών Ελευσίνας, μέλη της οποίας μπορούσαν να είναι οι εργάτες όλων των εργοστασίων στην περιοχή. Σε αυτό διατύπωναν τα αιτήματά τους για:

  • Αύξηση του ημερομισθίου κατά 40%, γιατί ο μέσος όρος του μεροκάματου ήταν 30-35 δραχμές.
  • Πλήρη εφαρμογή του οκταώρου που παραβιαζόταν.
  • Αναγνώριση του Σωματείου.
  • Τακτική πληρωμή κάθε βδομάδα.

Πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη», 24 Φλεβάρη 1929. Αναφέρεται στην κρατική και εργοδοτική τρομοκρατία με στόχο να μην ξεκινήσει η απεργία
Πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη», 24 Φλεβάρη 1929. Αναφέρεται στην κρατική και εργοδοτική τρομοκρατία με στόχο να μην ξεκινήσει η απεργία
Τα αιτήματα, όπως γράφει ο «Ριζοσπάστης» στις 18 Φλεβάρη 1929, «πετάχθηκαν στον κάλαθο των αχρήστων. Και αντ' αυτών 200 χωροφύλακες στάλθηκαν από την κυβέρνηση, οι οποίοι οπλισμένοι σαν αστακοί και με ποδήλατα γυρίζουν την πόλη και τρομοκρατούν τους εργάτες, για να υποχωρήσουν και να επιβάλουν την "τάξη" του κράτους...».

Εχει σημασία να σημειωθεί ότι η Αστυνομία της Ελευσίνας «κάλεσε το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου και του δήλωσε κατηγορηματικά πως αν καλέσει αντιπρόσωπο της Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας, θα διαλύσει το σωματείο (...) κατά δεύτερο λόγο διέταξε των υπ' αριθμ. 518 χωροφύλακά της να πυροβολήσει δύο Μαντραναίους εργάτες που μοίραζαν προκηρύξεις του Σωματείου για συνέλευση. Και ακόμη διέταξε τον επιστάτη Αριστείδη Μπενετάτο να οπλοφορεί, για να βάλει στη θέση τους τους εργάτες που "πήραν αέρα"».

Τα παραπάνω δείχνουν την άμεση αντίδραση του κράτους στο διαφαινόμενο κίνδυνο οργάνωσης του αγώνα των εργατών σε ταξική κατεύθυνση. Παράλληλα, οι εργοδότες έβγαλαν απειλητικές ανακοινώσεις που τοιχοκολλούσαν στα εργοστάσια, ενώ απέλυσαν τον πρόεδρο και άλλα μέλη της διοίκησης του Σωματείου. Το Σωματείο αντέδρασε συγκαλώντας Γενική Συνέλευση στις 18 Φλεβάρη, με τους εργάτες να αποφασίζουν την πραγματοποίηση απεργίας.

Στο μεταξύ, η Ενωτική ΓΣΕΕ, με παρέμβασή της στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, απαίτησε να σταματήσει η τρομοκρατία των εργατών και να γίνουν δεκτά τα αιτήματά τους.

Τον υπουργό επισκέφτηκε και επιτροπή των εργατών, ζητώντας την υλοποίηση των αιτημάτων τους. Ο υπουργός δήλωσε ξεκάθαρα σ' αυτή ότι «θεωρεί υπερβολικές τις απαιτήσεις των εργατών και δεν μπορεί να επέμβει καθόλου», όπως αναφέρει ο «Ριζοσπάστης» στις 20 Φλεβάρη.

«Εάν κηρύξετε απεργία, θα σας εξορίσω»

Ωστόσο, τα γεγονότα που ακολούθησαν, δείχνουν ότι το κράτος μπορούσε να παρέμβει σε όφελος του κεφαλαίου, επιβεβαιώνοντας τον ταξικό του χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, ο μοίραρχος Παπαγρηγοράκης κάλεσε τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο και το γενικό γραμματέα και άλλους συμβούλους του Σωματείου Εργατοτεχνιτών και τους απείλησε πως «εάν κηρύξουν απεργία, θα τους εξορίσει στην Ανάφη».

Ακόμα, ο «Ριζοσπάστης» στις 25 Φλεβάρη σημειώνει πως σύμφωνα με πληροφορίες, οι επικεφαλής του αποσπάσματος των δυνάμεων της χωροφυλακής που στάλθηκε στην Ελευσίνα, της Χωροφυλακής Μεγάρων και των αστυνομικών δυνάμεων της Ελευσίνας, έκαναν σύσκεψη για να βρουν τρόπο να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο κήρυξης απεργίας. «Κατά τη σύσκεψη, οι εργοδότες αξίωσαν τη διάλυση του Σωματείου Εργατοτεχνιτών Ελευσίνας (...) Την επομένη, δηλαδή την παρελθούσα Πέμπτη, ο λιμενάρχης Ελευσίνας δήλωσε στο Διοικητή της Χωροφυλακής ότι σε περίπτωση κήρυξης απεργίας θα ενεργήσει μέσον της "συντηρητικής" Συνομοσπονδίας (σ.σ. εννοεί τη ΓΣΕΕ) να βρει απεργοσπάστες».

Στις 26 Φλεβάρη, η επιτροπή των εργατών κάνει νέα συνάντηση με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας. Σε αυτή προειδοποίησαν ότι αν η κυβέρνηση δε φροντίσει να υλοποιηθούν τα αιτήματά τους, τότε οι ίδιοι οι εργάτες θα τα επιβάλλουν στους εργοδότες. Αντιδρώντας, ο υπουργός «άφησε κατά μέρους τα προσχήματα, δήλωσε ξεκάθαρα στην επιτροπή ότι σε περίπτωση απεργίας το κράτος είναι υποχρεωμένο να υποστηρίξει "την ελευθερία της εργασίας"».

Παράλληλα, συνελήφθησαν επτά εργάτες χωρίς καμία απολύτως αφορμή, με το πρόσχημα της «διαταράξεως της ησυχίας της πόλεως».

Η διοίκηση του Σωματείου καλείται εκ νέου αυτή τη φορά από τον αστυνομικό διευθυντή Ελευσίνας, ο οποίους τους εκβίασε «να διαλύσουν το Σωματείο, γιατί αλλιώς θα τους κυνηγάει παντού και δε θα τους αφήνει να πιάσουν πουθενά δουλειά».

«Να μην παρασύρονται από τους κομμουνιστές»

Το κλίμα τρομοκρατίας συντηρούν και εντείνουν οι περιπολίες ένοπλων χωροφυλάκων μέσα στα εργοστάσια. Παράλληλα, αναφέρει ο «Ριζοσπάστης» στις 2 Μάρτη, ο μοίραρχος, εκτός από τις απειλές προς το Σωματείο, τοιχοκόλλησε ανακοινωθέν «με το οποίο συνιστά στους εργάτες να μην... παρασύρονται από τους κομμουνιστές και να μην κατεβούν στην απεργία, αν θέλουν το καλό των οικογενειών τους...».

Τελικά, οι εργάτες βλέποντας ότι κράτος και εργοδοσία όχι μόνο δεν αποδέχονται τα αιτήματά τους, αλλά εντείνουν την τρομοκρατία και τον εκφοβισμό, ξεκίνησαν απεργία στις 5 Μάρτη. Στα προηγούμενα αιτήματα προστέθηκαν η επαναπρόσληψη των απολυμένων για συνδικαλιστικούς λόγους και η κατάργηση του ωρομισθίου.

Νεκροί και τραυματίες την πρώτη μέρα της απεργίας

Τα δύο βασικά θέματα στο πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» στις 6 Μάρτη αναφέρονται στην απεργία της Ελευσίνας και στη δολοφονική επίθεση εναντίον των απεργών από την Αστυνομία. Το ένα θέμα είχε τον τίτλο «Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΚΟΤΩΣΕ ΠΑΛΙ ΧΘΕΣ ΔΥΟ ΑΠΕΡΓΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΣΙΝΑ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΕ ΔΕΚΑΔΕΣ» και το δεύτερο θέμα τον τίτλο «ΕΚΗΡΥΧΘΗ ΧΘΕΣ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΣΙΝΑ, ΤΑ ΚΡΑΤΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΝΟΥΝ ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΨΩΜΙ ΜΟΛΥΒΙ».

Στο ρεπορτάζ αναφέρεται:

«...σήμερα (σ.σ. εννοεί στις 5 Μάρτη) από τις 5 το πρωί, οι απεργιακές φρουρές των εργατών, τοποθετημένες στις θέσεις τους, ειδοποιούν τους εργάτες για την κήρυξη της απεργίας και αυτοί μέσα σε ζητωκραυγές υπέρ αυτής, σχημάτιζαν ογκώδεις συγκεντρώσεις.

Ετσι κατέβηκαν στην απεργία 2.500 εργάτες πάνω-κάτω ανήκοντες σε έντεκα εργοστάσια, μεταξύ των οποίων και αυτά:

Εργοστάσιο τσιμέντων "Τιτάν" με 400 εργάτες, εργοστάσιο Οίνων και Οινοπνευμάτων «Βότρυς» (Χαρίλαου) με 350 εργάτες, Οίνων και Οινοπνευμάτων "Κρόνος" (Σακαρά) με 250 εργάτες, Βαμβακελουργίας και Σαπωνοποιίας με 250 εργάτες (Χαρίλαου και Κανελλόπουλου), Νευτοποιίας των Παύλου, Μαρνέρη, Κανάκη, Πάλλη, Πανταζή, Δούκα, Μάζη και Γκίκα με 500 εργάτες, Κεραμοποιία Δήμα-Αθανασουλοπούλου με 500 εργάτες σχεδόν.

Επίσης, με τους απεργούς ενώθηκαν και όλοι οι εργάτες φορτοεκφορτωτές Ελευσίνας, ανερχόμενοι σε 70 περίπου».

Στο ίδιο ρεπορτάζ αναφέρεται ότι ο επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων που παρακολουθούσαν τους απεργούς, ανθυπομοίραρχος Κικιρής, «έχοντας προφανώς εντολή να προκαλέσει τους εργάτες και να επιτεθεί εναντίον τους, προέβη αυθαίρετα στη σύλληψη τριών μελών της διοικήσεως του Σωματείου...». Στην απαίτηση των απεργών να αφεθούν οι συλληφθέντες, ο ανθυπομοίραρχος διέταξε τους χωροφύλακες να πυροβολήσουν εναντίον τους. «Οι χωροφύλακες, πιστοί στις εντολές του δολοφόνου αρχηγού τους, άρχισαν να πυροβολούν και να χτυπούν τους εργάτες (...). Πολλοί εργάτες, μεταξύ των οποίων και ο Πετρόπουλος, ρίχνονται στη θάλασσα για να σωθούν, αλλά και εκεί καταδιώκονται από τους χωροφύλακες, οι οποίοι αλύπητα χτυπούν και με τους υποκόπανους τους τραυματίες και όσους φεύγουν, πολλούς από αυτούς τρυπούν με χτυπήματα της κάνης των όπλων τους.

Στον τόπο της δολοφονικής ενέδρας πέφτουν ματωμένοι οι εργάτες Δημ. Μιχαήλ με σφαίρα στο στήθος, ο οποίος και μένει άπνους, Ευάγ. Γκίκας με δύο τραύματα όπλου στο στήθος, Ευάγ. Μπέκας με δύο τραύματα διαμπερή στο μηρό, Ανδρ. Ροδίτης με τραύμα στην κεφαλή, Αϊβαζόγλου τραύμα διαμπερές στο βραχίονα, Παναγ. Ηλίας τραύμα δι' υποκόπανου και ο επαγγελματίας Αντ. Κοροπούλης τραυματίζεται στο χέρι με σφαίρα από τους χωροφύλακες, οι οποίοι πυροβολούν και σκοτώνουν όποιον βρουν. Επίσης τραυματίζεται στο πόδι και μια γυναίκα...».

Στη διάρκεια της επίθεσης, ο ανθυπομοίραρχος πλησίασε τον αιμόφυρτο εργάτη Αν. Πέππα, που ήταν από τη Μάνδρα. Ο «Ριζοσπάστης» αναφέρει ότι ο ανθυπομοίραρχος του είπε: «Ακόμα δεν ψόφησες; Και άρχισε να αδειάζει απάνω του το πιστόλι, ρίχνοντας εναντίον του οκτώ σφαίρες».

Παράλληλα με την επίθεση, «ο γιατρός των επιχειρήσεων κ. Αλετράς διέταξε τον φαρμακοποιόν Αθανασιάδην να κλείσει το φαρμακείο του και να μη δέχεται τραυματίες να επιδέσει, ο φαρμακοποιός δε αυτός υπάκουσε».

Της δολοφονικής επίθεσης ακολούθησε μαζικό συλλαλητήριο από τους εργάτες και τους επαγγελματίες της Ελευσίνας, ζητώντας την τιμωρία του ανθυπομοιράρχου, την καταβολή αποζημιώσεων στις οικογένειες των θυμάτων, την αποδοχή των αιτημάτων των απεργών. Την τιμωρία του Κικιρή ζήτησαν και οι κάτοικοι της Μάνδρας.

(Στο επόμενο ένθετο το β' μέρος)


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ