Παρασκευή 16 Γενάρη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΕΚΛΟΓΕΣ ΓΕΝΑΡΗΣ 2015
ΟΤΑΝ Ο ΣΥΡΙΖΑ ΞΕΜΑΣΚΑΡΕΥΕΤΑΙ...
... Για τη συνέχιση της φοροεπιδρομής

Ερώτηση: «Θα καταργηθεί ο ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης;»

Απάντηση: «Δεν μπορούμε να καταργήσουμε τον ΦΠΑ»

(από την προχτεσινή διαδικτυακή συνέντευξη του Αλ. Τσίπρα).

Ετσι απλά ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι τα μόνιμα υποζύγια θα συνεχίσουν να πληρώνουν τους φόρους που χρειάζεται το κρατικό ταμείο για να χρηματοδοτεί τις επενδύσεις των καπιταλιστών. Και για να μη μείνει καμιά αμφιβολία για τα συμφέροντα ποιας τάξης καίγεται, σε άλλη ερώτηση για το αν θα αυξηθούν οι συντελεστές φορολογίας των επιχειρήσεων, δήλωσε ωμά: «Δεν έχουμε στόχο να αυξήσουμε τους συντελεστές».

Ο ΣΥΡΙΖΑ χρόνια πριν έχει κάνει καθαρή τη θέση του στο φορολογικό, καθώς είναι από τα σημεία κλειδιά για κάθε πολιτική δύναμη που επιδιώκει να πάρει το χρίσμα από την αστική τάξη για να κυβερνήσει. Η επιμονή του, μόλις μια βδομάδα πριν τις εκλογές, στη θέση ότι τα λαϊκά στρώματα θα συνεχίσουν να πληρώνουν ακριβά το μάρμαρο, έχει άμεση σχέση με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει για το ποια τάξη θα συνεχίζει, με τους φόρους που πληρώνει, να γεμίζει το κρατικό ταμείο, χωρίς το οποίο πράγματι δεν μπορεί να λειτουργήσει το κράτος των καπιταλιστών.

Η επικαιροποίηση του προγράμματός του, έτσι όπως ανακοινώθηκε στη Θεσσαλονίκη, δείχνει πως όχι μόνο δεν κάνει ρούπι πέρα από όσα ήδη από το 2012 έχει ανακοινώσει, αλλά και ότι εμμένει στην απόφαση να πληρώσουν τα λαϊκά στρώματα όσα η «επάρατος» τους έχει χρεώσει: Μόλις προχτές - στη διαδικτυακή συνέντευξη - ο Τσίπρας επανάλαβε για τα παλιά φορολογικά χρέη ότι η κυβέρνησή του σκοπεύει να κεφαλαιοποιήσει αυτά τα χρέη. Δηλαδή να κάνει ό,τι και οι τράπεζες, που δίνουν νέο δάνειο για να πληρωθεί το παλιό και βρίσκεται ο πελάτης από ρύθμιση σε ρύθμιση να χρωστά περισσότερα.

Ταυτόχρονα, η επιμονή τους στη φοροαπαλλαγή του κεφαλαίου είναι σταθερή: Λίγους μήνες πριν (στις 8 Οκτώβρη 2014) ο Τσακαλώτος δήλωνε: «Εμείς λέμε ότι στην πρώτη φάση το 26% που είναι ο φόρος στα κέρδη δεν έχουμε πρόθεση να το σηκώσουμε». Και σημείωνε χαρακτηριστικά ο «Ρ»: «Η κυβέρνηση υπόσχεται στους μεγαλοεπιχειρηματίες ότι με την πρώτη ευκαιρία θα τους μειώσει τους συντελεστές φορολόγησης και ο ΣΥΡΙΖΑ διαβεβαιώνει ότι δε θα τους αυξήσει! Οπότε ας μην αγχώνονται...».

Δύο χρόνια πριν, στις 20 Μάη του 2013, το περιοδικό «Time» κυκλοφορούσε με δηλώσεις Σταθάκη ότι το κόμμα του «δεν έχει κανέναν σκοπό να άρει τις φοροαπαλλαγές των αδιανέμητων κερδών ή να φορολογήσει τα κεφαλαιακά κέρδη των εφοπλιστών».

Παράλληλα είναι καταγραμμένη η διαβεβαίωση του Αλ. Τσίπρα προς τον ΣΕΒ ότι μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να επιβαρύνει με φορολογικά μέτρα την παραγωγική δραστηριότητα, δηλαδή θα αντιμετωπίζει με φορολογικό ευνοϊκό για τους επιχειρηματικούς ομίλους τρόπο τα μη διανεμόμενα κέρδη, αυτά δηλαδή που θα επανεπενδύονται. Σ' αυτό ας προστεθεί το γεγονός ότι αποφεύγει να δεσμευτεί με συγκεκριμένα μέτρα για τον τρόπο φορολόγησης του εφοπλιστικού κεφαλαίου αλλά και της εκκλησιαστικής περιουσίας.

Ποιος θα πληρώσει λοιπόν; Ποιος θα χρηματοδοτήσει τον κρατικό προϋπολογισμό; Συνεπής στη λογική καμιά παροχή σε όσους έχουν εισόδημα πάνω από 800-900 ευρώ, μιλάει για επαναφορά του αφορολόγητου στις 12.000 (πριν την κρίση μίλαγε για 16.000), ενώ η άρνηση κατάργησης των έμμεσων φόρων και του ΦΠΑ σε είδη λαϊκής κατανάλωσης απαντάνε καθαρά σε αυτό το ερώτημα: Οποιος πλήρωνε έως τώρα, οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα. Πρόκειται για προγράμματα αναδιανομής της φτώχειας, θα ελαφρύνει τους περισσότερο φτωχούς επιβαρύνοντας τους λιγότερο. Αλλωστε το λέει καθαρά, δεν μπορούμε να μειώσουμε τους φόρους ή να τους καταργήσουμε γιατί πώς θα λειτουργούν τα νοσοκομεία! (από την διαδικτυακή του συνέντευξη επίσης). Αρκεί το κεφάλαιο να μένει απείραχτο.

Στο εύλογο ερώτημα πώς γίνεται να μην αυξήσει τους φόρους στο κεφάλαιο και παράλληλα να ελαφρυνθούν τα λαϊκά στρώματα, απαντά με το αόριστο περί πάταξης της φοροδιαφυγής. Μια τέτοια δήλωση είναι κενή περιεχομένου: Σε συνθήκες ελευθερίας κίνησης του κεφαλαίου, ανωνυμίας στις μετοχές και διαφόρων απορρήτων (επιχειρηματικών, εμπορικών, τραπεζικών κ.λπ.) τα οποία δεν αμφισβητεί, σε συνθήκες δράσης των εξωχώριων επιχειρήσεων και ύπαρξης φορολογικών παραδείσων, ούτε ο πλούτος μπορεί ουσιαστικά να φορολογηθεί αλλά ούτε και να αντιμετωπιστεί επί της ουσίας η φοροδιαφυγή.

Ο καυγάς του, λοιπόν, με τη ΝΔ για τους φόρους είναι κάλπικος. Κανένας τους δεν κάνει λόγο για τις ήδη απώλειες των εργαζομένων που στη φάση της κρίσης, συνυπολογίζοντας μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις (25% και 30-35% κατά μέσο όρο), δραστική αύξηση της φορολογίας, αυξήσεις σε ασφαλιστικές εισφορές και προώθηση της εμπορευματοποίησης των «κοινωνικών παροχών», ξεπερνούν σε πολλές περιπτώσεις το 50% του προ κρίσης επιπέδου. Μπροστά σ' αυτές τις τεράστιες απώλειες, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ «κάνουν την πάπια».

Επίσης, το γεγονός ότι στο πρόγραμμά του προβλέπει εισροή 3 δισ. ευρώ στο κρατικό ταμείο από ληξιπρόθεσμες οφειλές, σηματοδοτεί τη συνέχιση της αφαίμαξης των λαϊκών στρωμάτων. Αυτό σημαίνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ περιμένει από τα λαϊκά στρώματα (στα οποία αφορούν κατά κύριο λόγο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές) να καταβάλουν, επιπλέον της φορολόγησης για την τρέχουσα χρονιά, 3 δισ. ετησίως ως «δόσεις» για τα ληξιπρόθεσμα χρέη του παρελθόντος. Για να το «γλυκάνει» κάνει λόγο για ρυθμίσεις στις δόσεις που θα είναι «δίκαιες», αλλά θα πληρώνονται.

Οπως κι αν προσπαθήσει να πλασάρει σαν φιλολαϊκή τη φορολογική πολιτική του, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δέσμιος της θέσης του για «ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς», για ξεζούμισμα των εργατικών-λαϊκών στρωμάτων και φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο. Σε αυτή την πολιτική ζητάνε ανοχή.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ