Δήλωση της Ελ.Μπέλλου, για την απόφαση αλλαγής της κεντρικής ισοτιμίας της δραχμής
Η συγκεκριμένη απόφαση, για την κεντρική ισοτιμία της δραχμής, υπάγεται, εντάσσεται και υπηρετεί την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, προς όφελος των μονοπωλιακών συμφερόντων και της ΕΕ. Αυτό τόνισε, ανάμεσα στα άλλα, η Ελένη Μπέλλου, μέλος της ΚΕ του Κόμματος και υπεύθυνη του Οικονομικού Τμήματος της ΚΕ, για την...«ανατίμηση της δραχμής».Η πλήρης δήλωση έχει ως εξής:
«Θα ήθελα να τονίσω ότι ακόμα και αν γίνεται συζήτηση για προσδοκίες, το θέμα είναι ποιος προσδοκά, και δεν εννοώ ατομικά, αλλά κοινωνικά. Είναι οι εργαζόμενοι ή είναι το μεγάλο κεφάλαιο, τα μονοπώλια που προσδοκούν απ' την ανατιμημένη αναθεώρηση της κεντρικής ισοτιμίας ένταξης της δραχμής στο ΕΥΡΩ; Δηλαδή, είναι ταξική η διερεύνηση του ποιος προσδοκά και τι. Δεν είναι και τόσο ευνοϊκή η συζήτηση, που γίνεται και μέσω του αστικού Τύπου, ως προς τη συγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική επιλογή των 340 περίπου δρχ./ευρώ. Δεν εκφράστηκαν από παντού, από μια ευρεία γκάμα αστών οικονομικών αναλυτών μόνο τα πλεονεκτήματα. Ταυτόχρονα, προβάλλονται και μειονεκτήματα. Αλλά, όμως, ανεξάρτητα απ' αυτό, θέλω να έρθουμε στο ζήτημα αν τα πλεονεκτήματα και ποια μειονεκτήματα αφορούν τους εργαζόμενους, τα πλατιά λαϊκά στρώματα ή το κεφάλαιο.
Εδώ έχουμε μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή διαχείρισης της ισοτιμίας της δραχμής με το ΕΥΡΩ στη διαδικασία ένταξής της, που είναι επιμέρους ζήτημα γύρω από τον ταξικό πυρήνα μιας συνολικής οικονομικής πολιτικής. Υπάγεται, εντάσσεται, υπηρετεί μια συγκεκριμένη πολιτική. Αυτή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, προς όφελος των μονοπωλιακών συμφερόντων και της ΕΕ. Είναι πολιτική από την οποία ωφελούνται τα μονοπώλια που εδρεύουν στην Ελλάδα, αλλά σε βάρος των εργαζομένων στην Ελλάδα. Αυτή είναι η απόφαση.
Οσον αφορά τη συζήτηση για το αν είναι υποτίμηση ή ανατίμηση, να σημειώσω ότι έτσι κι αλλιώς υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και τις δυο περιπτώσεις. Η υποτίμηση και η ανατίμηση, η καθεμιά, ως στοιχείο μιας νομισματικής πολιτικής, έχει τα υπέρ και τα κατά της, σε ένα διαμορφωμένο περιβάλλον μιας καπιταλιστικής οικονομίας σε σχέση με ένα ευρύτερο καπιταλιστικό περιβάλλον. Και η κατεύθυνση είναι τα μειονεκτήματα από τη συγκεκριμένη επιλογή να πέσουν στις πλάτες των εργαζομένων. Και, για να γίνω πιστευτή, αν θα κερδίζουν οι εργαζόμενοι ή όχι, θα παραπέμψω τον κάθε καλοπροαίρετο και προβληματιζόμενο, στο κοινό ανακοινωθέν, που έδωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Το κοινό ανακοινωθέν με λίγα λόγια λέει το εξής: Πιο γρήγορο προχώρημα των ιδιωτικοποιήσεων, να γίνει πιο ευέλικτη η αγορά εργασίας, αντιμετώπιση του συνταξιοδοτικού. Ολα αυτά θα γινόντουσαν είτε με μία πολιτική διαχείρισης, που θα έβαζε τη δραχμή στο ΕΥΡΩ με μια ισοτιμία 353 δρχ., είτε με ισοτιμία παραπλήσια με αυτή που έχει διαμορφωθεί, στην τρέχουσα αγορά συναλλάγματος (332 δρχ.) είτε με μια ενδιάμεση λύση που επιλέχθηκε από την κυβέρνηση και τη διαπραγματεύτηκε και αν θέλετε και σε συνεννόηση και διαπραγμάτευση ταυτόχρονα, θα έλεγα, με τις νομισματικές και άλλες αρχές της ΕΕ. Αλλά οποιαδήποτε λύση απ' αυτές δε θ' άλλαζε την πραγματικότητα για τους εργαζόμενους, τα λαϊκά στρώματα. Μου λέτε ότι θα γίνει φτηνότερο το Χρηματιστήριο ή μάλλον θα στραφούν οι όποιες μικροαποταμιεύσεις, που έχουν τα λαϊκά στρώματα, γιατί εδώ δε μιλάμε για το κεφάλαιο μικρότερο ή μεγαλύτερο, μιλάμε για τους εργαζόμενους.
Επειδή θα πέσουν πολύ τα επιτόκια, αναγκαστικά μέχρι το τέλος του 2000, αναγκαστικά, γιατί θα πρέπει να εναρμονιστούν με αυτά της ΕΕ, γι' αυτόν ακριβώς το λόγο θα έχουμε μικρότερη απόδοση των αποταμιεύσεων, μπορεί να φτάσουμε και μέχρι το 4% ή και 3%, ανάλογα τι εξέλιξη θα έχουν τα επιτόκια της ΕΕ συνολικά. Αυτό σημαίνει ότι ο μικροκαταθέτης δε θα παίρνει πια τίποτα από την αποταμίευση στις τράπεζες και έτσι θα στραφεί στο Χρηματιστήριο. Αυτή η κίνηση, όμως, σημαίνει de facto όφελος για τον μικροκαταθέτη των ένα - δύο - πέντε εκατομμυρίων; Γιατί όλη η λειτουργία του Χρηματιστηρίου είναι να πουλά την ψευδαίσθηση της μεγάλης απόδοσης για τον μεμονωμένο μικροεπενδυτή παρά τη μεγάλη και σταθερή «απόδοση». Το μεγάλο κέρδος για το μεγάλο κεφάλαιο. Γιατί κατεξοχήν είναι μηχανισμός του συγκεντροποίησης κεφαλαίου (το μεγάλο κεφάλαιο καταβροχθίζει το μικρότερο, πολύ περισσότερο μεσοπρόθεσμα τους μικροεπενδυτές). Και εδώ ας προβληματιστεί κάποιος, και με βάση την εμπειρία της πορείας του Χρηματιστηρίου τα 2-3 τελευταία χρόνια. Θα πρέπει ο καθένας να προβληματίζεται, όχι μόνο με βάση τι προβάλλεται από μια πολιτική δύναμη που διαχειρίζεται τα μεγάλα συμφέροντα, τις ανάγκες για κέρδη και για παραπέρα αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων για λογαριασμό των μονοπωλίων. Πρέπει να προβληματιστεί ο κάθε εργαζόμενος, τα λαϊκά στρώματα, οι νέοι στη βάση και της πείρας τους. Ορισμένα τμήματα λαϊκών στρωμάτων έκαναν μια στροφή, που δεν ήταν και τόσο αυθόρμητη, προς το Χρηματιστήριο από το '97 - '98. Εκαναν μια στροφή προς το Χρηματιστήριο από την οποία τελικά δε βγήκαν ιδιαίτερα κερδισμένοι. Ομως, πρέπει να προβληματιστεί κάποιος, γύρω από αυτά τα ζητήματα και αν θέλετε να επιλέξει τη λύση του αγώνα, του ταξικού αγώνα, ακόμα και για να μπορέσει να αποσπάσει κάποια επιμέρους κατάκτηση ή να βάλει φρένο στην επίθεση που δέχεται από μια συνολική πολιτική που είναι σε βάρος του. Ο δρόμος της ταξικής πάλης και σύγκρουσης με την πολιτική της ένταξης, η πολιτική στήριξη του ΚΚΕ στις επερχόμενες εκλογές είναι προς το ταξικό συμφέρον, άμεσο και μακροπρόθεσμο, των εργαζομένων».