Κυριακή 6 Μάη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Σχετικά με τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό

Το κράτος ως όργανο ταξικής κυριαρχίας της άρχουσας τάξης είναι από τη φύση του μοχλός αντιμετώπισης όλων των κοινωνικών αντιθέσεων, προκειμένου να διαιωνίζεται ενισχυμένη η εξουσία της και η ταξική εκμετάλλευση. Στον ιμπεριαλισμό η δράση του κράτους αποκτά ευρύτερο και πιο σύνθετο περιεχόμενο και αυτή η εξέλιξη είναι αντικειμενικό επακόλουθο της ίδιας της εξέλιξης του καπιταλισμού.

Το μονοπώλιο έχει την τάση για κυριαρχία. Αυτό σημαίνει ότι επιδιώκει να αντιμετωπίσει με κάθε μέσο τους ανταγωνιστές του, γεγονός που αφ' ενός οξύνει στο έπακρο τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές μερίδες της αστικής τάξης, αφ' ετέρου οξύνει τις ταξικές αντιθέσεις ανάμεσα στην αστική τάξη και την εργατική τάξη βασικά, και, βεβαίως ανάμεσα στα μονοπώλια και το λαό. Αντικειμενικά, λοιπόν, στον ιμπεριαλισμό, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, η αστική τάξη, λόγω της τάσης των μονοπωλίων για κυριαρχία, περνά ολοκληρωτικά και οριστικά στην πιο μεγάλη αντίδραση. Ο ενδομονοπωλιακός ανταγωνισμός, η δράση του χρηματιστικού κεφαλαίου για την ολοένα αυξανόμενη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, γεννά την πιο μεγάλη καταπίεση και αγκαλιάζει όλη τη σφαίρα της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής σε μια χώρα, ενώ οξύνεται και διεθνώς στο έπακρο. Επομένως, και το κράτος γίνεται ολοένα και πιο αντιδραστικό, η «δικτατορία της αστικής τάξης» γίνεται ολοένα και πιο ανυπόφορη για την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.

Βεβαίως, ταξική καταπίεση δε σημαίνει μόνο καταστολή. Αλλωστε η βάση της καταπίεσης είναι η εκμετάλλευση. Το κράτος, επομένως, είναι υποχρεωμένο από την ίδια του τη φύση να λειτουργεί και να δρα έτσι ώστε η εκμετάλλευση να εντείνεται, αφού μέσω αυτής αυξάνονται τα κέρδη και μεγεθύνεται το κεφάλαιο.

Η ίδια η άρχουσα τάξη προσδίδει στο κράτος, κάτω βεβαίως και από την επίδραση της ταξικής πάλης, τέτοιες λειτουργίες που είναι απαραίτητες για την οργάνωση της κοινωνίας, όπως τα δημόσια έργα, την εκπαίδευση, την υγεία, την πρόνοια κλπ. Δε σημαίνει όμως ότι το αστικό κράτος αυτές τις λειτουργίες τις διεκπεραιώνει προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Είναι αναγκαίοι όροι για τη λειτουργία της κοινωνίας, προς όφελος της κυρίαρχης τάξης, που θέλει έργα υποδομής, για να παράγει και να εμπορεύεται την παραγωγή που είναι ιδιοκτησία της. Θέλει εργατική δύναμη που να είναι ικανή να κινεί τα μέσα παραγωγής, άρα χρειάζεται και την ανάλογη μόρφωση - ειδίκευση. Θέλει επίσης εργατική δύναμη ικανή να παράγει συνεχώς νέα αξία, υπεραξία, άρα να είναι τόσο υγιής, όσο να μπορεί να κινεί τα μέσα παραγωγής, αλλά και να αναπαράγεται η ίδια. Στην εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού αυτές οι λειτουργίες του κράτους προσαρμόζονται ολοένα και πιο στενά στις απαιτήσεις των μονοπωλίων, σε συνδυασμό με την ολοένα και πιο οργανική ενασχόληση του κράτους με την υπόθεση της καπιταλιστικής οικονομίας στο σύνολό της.

Ετσι στην εποχή του ιμπεριαλισμού, η δύναμη του αστικού κράτους συνενώνεται ολοένα και πιο σφιχτά με τη δράση των μονοπωλίων, τάση η οποία επίσης είναι αντικειμενική. Αυτή η συνένωση είναι ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός (ΚΜΚ).

Η αναγκαιότητά του οφείλεται ακριβώς στην υπέρμετρη όξυνση του ενδομονοπωλιακού ανταγωνισμού και των κινδύνων που προκύπτουν απ' αυτούς, για το ίδιο το κεφάλαιο, τη συσσώρευση και αναπαραγωγή του, επιδιώκοντας τη διευκόλυνση της μεγέθυνσής του, αλλά και την αποτροπή καταστροφής τμημάτων του, λόγω του ανταγωνισμού, ή ακόμη και παρεμβάσεων άμβλυνσης των συνεπειών για το ίδιο το κεφάλαιο από την οικονομική κρίση. Αυτές οι επιδιώξεις καθιστούν αναγκαία την ολοένα και μεγαλύτερη ανάμειξη του κράτους στην οικονομία και σε όλη την κοινωνική ζωή σε σχέση με τον προμονοπωλιακό καπιταλισμό.

Η άποψη που αντιμετωπίζει τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό σαν την ενασχόληση του κράτους αποκλειστικά με την επιχειρηματική δραστηριότητα είναι λαθεμένη. Κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός σημαίνει ρυθμίσεις στην οικονομία, αλλά και σ' ολόκληρη την κοινωνική ζωή προς όφελος των μονοπωλίων. Ετσι η άποψη που λέει ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις παύει να υφίσταται ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός δεν είναι σωστή. Αν π.χ. το κεφάλαιο απαιτεί κρατικοποίηση επιχειρήσεων, γιατί αυτό είναι το γενικό του συμφέρον, αυτό θα υλοποιηθεί. Στις σημερινές συνθήκες, το κεφάλαιο απαιτεί, γιατί αυτό βοηθά στη συγκεντροποίησή του, τις ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρηματικών τομέων και μάλιστα στρατηγικής σημασίας.

Ταυτόχρονα, το κεφάλαιο απαιτεί παρεμβάσεις που να εντείνουν την εκμετάλλευση. Σ' αυτό αποσκοπούν όλες οι διαβόητες αναδιαρθρώσεις που επιβάλλονται με πυρήνα τις εργασιακές σχέσεις, η εισοδηματική πολιτική λιτότητας, οι ιδιωτικοποιήσεις τομέων, όπως η υγεία, η παιδεία, η πρόνοια, αλλά και η κοινωνική ασφάλιση. Ολες αυτές είναι κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις και δεν είναι οι μοναδικές. Οι κυβερνήσεις νομοθετούν κατά τρόπο που να υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου (π.χ. πρόσφατη εξαγγελία για κατάργηση του Προεδρικού Διατάγματος 84/84 και τη θεσμοθέτηση επέκτασης και εγκατάστασης βιομηχανιών σε βεβαρημένες περιβαλλοντικά περιοχές) ή ακόμη παρεμβαίνουν στις ταξικές αντιθέσεις (διαιτησία στις συλλογικές διαπραγματεύσεις) κ.ά.

Η όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των μονοπωλίων στη διεθνή αγορά απαιτεί ισχυρό κράτος, για να στηρίζει αποτελεσματικά την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων της συγκεκριμένης χώρας στη διεθνή αγορά.

Σχετικά με το διεθνή μονοπωλιακό ανταγωνισμό, την ένταση της ανισομετρίας στην οικονομική και πολιτική ανάπτυξη, αλλά και την ένταση της καπιταλιστικής διεθνοποίησης, δημιουργούνται διεθνείς και περιφερειακοί ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί και ενώσεις προκειμένου να επιβάλουν διακρατικές μονοπωλιακές ρυθμίσεις. Στις σύγχρονες συνθήκες παρουσιάζουν εξαιρετική πολυμορφία, π.χ. διακρατικές συναντήσεις των «G 7+1», Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ΟΟΣΑ, ΝΑΤΟ, ΠΟΕ, ΔΕΕ, ΕΕ, NAFTA, APEC, πρόσφατα η FTAA (ζώνη δολαρίου) στην αμερικανική ήπειρο κλπ.

Οι διακρατικές μονοπωλιακές ρυθμίσεις είναι υποχρεωτικές στην εφαρμογή τους από τα κράτη, αλλά αποτελούν συναποφάσεις των κυβερνήσεών τους, γιατί είναι σε όφελος της αστικής τάξης. Ετσι π.χ. η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση σημαίνει ότι η άρχουσα τάξη συμφωνεί με τις Συνθήκες Μάαστριχτ και Αμστερνταμ, με τη «Λευκή Βίβλο», από την οποία απορρέουν όλα τα αντεργατικά μέτρα - συναποφάσισαν οι κυβερνήσεις και εφαρμόζουν ανάλογη πολιτική. Αυτή η πραγματικότητα σημαίνει εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων σε διακρατικούς οργανισμούς και ενώσεις, αλλά καθόλου κατάργηση του κράτους κάθε χώρας, αφού πρόκειται για κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις, που γίνονται σε ένα ευρύτερο γεωγραφικό επίπεδο, με διακρατική συμφωνία, με συναποφάσεις των κρατών - μελών και εφαρμογή τους μέσω του εθνικού κράτους. Βεβαίως, αυτές οι ρυθμίσεις δε γίνονται σε ισότιμη βάση, λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης.

Το κράτος, επίσης, πάντα διατηρεί σχετική αυτοτέλεια απέναντι στα ξεχωριστά μονοπώλια. Και υπάρχει μερίδα της αστικής τάξης που στον καταμερισμό εργασίας της είναι επιφορτισμένη με τις κρατικές υποθέσεις και την πολιτική. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου, εκπροσωπώντας τα γενικά καπιταλιστικά συμφέροντα, έρχεται σε αντίθεση με ορισμένες μερίδες του κεφαλαίου. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ το 1995 απαγόρευσαν προγραμματισμένες επενδύσεις αμερικανικών επιχειρήσεων στο Ιράν. Στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 1975-'76-'77, έγιναν μια σειρά κρατικοποιήσεις από την κυβέρνηση Καραμανλή, η οποία έθεσε στην κρατική ιδιοκτησία την «Ολυμπιακή», τις αστικές συγκοινωνίες (ΕΑΣ), τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο (ΗΣΑΠ), τον όμιλο Ανδρεάδη (Εμπορική Τράπεζα και 17 άλλες επιχειρήσεις, τις οποίες έλεγχε, π.χ. Ναυπηγεία Ελευσίνας), που συνάντησαν την αντίδραση ισχυρών κύκλων της άρχουσας τάξης. Η τότε ηγεσία του ΣΕΒ κατηγόρησε την κυβέρνηση για «σοσιαλμανία». Βεβαίως, και η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ακολούθησε ανάλογη τακτική με άλλη διαδικασία, αυτή της δημιουργίας του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ), για να διατηρήσει και να εξυγιάνει, υποτίθεται, τις προβληματικές επιχειρήσεις, προκειμένου να μην αυξηθεί η ανεργία. Ετσι, κοινωνικοποίησε τις ζημιές (τις πλήρωσε ο κρατικός προϋπολογισμός) και ωφελήθηκε συνολικά η αστική τάξη. Σήμερα, βεβαίως οι συνθήκες απαιτούν το ξεπούλημά τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο.

Στον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό, λόγω της σύμφυσης κράτους - μονοπωλίων, τα όρια, ανάμεσα στο τμήμα της αστικής τάξης που ασχολείται με την πολιτική και στους ιδιοκτήτες, μάνατζερ, άλλα ανώτερα διευθυντικά στελέχη των μονοπωλίων, γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα. Υπάρχει συνεχής μετακίνηση διευθυντικών στελεχών ιδιωτικών επιχειρήσεων σε ανώτερες κρατικές θέσεις, κρατικές επιχειρήσεις, σύμβουλοι κλπ. - και αντίστροφα. Είναι σύνηθες φαινόμενο στις αστικές κυβερνήσεις στην περίοδο του ιμπεριαλισμού. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τις δηλώσεις του «πόθεν έσχες» των πολιτικών, αρκετοί αστοί πολιτικοί παράγοντες έχουν στην ιδιοκτησία τους μετοχές επιχειρήσεων. Επίσης, τα λεγόμενα διαπλεκόμενα συμφέροντα είναι μια πλευρά, μια έκφραση της σύμφυσης. Επιφανή μέλη της διεθνούς ολιγαρχίας σ' εκείνες τις συσκέψεις με τους πολιτικούς, μέσα από διάφορες «λέσχες» (γνωστή η Μπίλντεμπεργκ ή η επονομαζόμενη τριμερής ή τριεθνής) εκπονούν στρατηγικές του διεθνούς κεφαλαίου. Ενα γνωστό παράδειγμα από την ιστορία είναι ότι η άνοδος του Χίτλερ στην Καγκελαρία της Γερμανίας (30/1/1933) αποφασίστηκε σε κοινή σύσκεψη του Χίτλερ με εκπροσώπους των κορυφαίων γερμανικών μονοπωλίων, στις 4/1/1933. Είναι γνωστές επίσης στο παρελθόν συναντήσεις των υπουργών Ανάπτυξης με Ελληνες επιχειρηματίες, όπως και πρόσφατα του ίδιου του πρωθυπουργού μαζί τους, προκειμένου να αντιμετωπιστούν προβλήματα από τη μοιρασιά της πίτας, π.χ. του Γ` ΚΠΣ, που είναι αρκετά μεγάλη, ή για τη διευθέτηση αντιθέσεων από την προοπτική επενδύσεων σε διάφορους τομείς π.χ. πληροφορική και εφαρμογές της.


Σ. Κ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ