Με επιδείξεις μόδας προσπαθεί να «αναβιώσει» την πολιτιστική ζωή του Ιράκ το κατοχικό καθεστώς, με το αίμα να ρέει άφθονο στους δρόμους, και το Μουσείο της Βαγδάτης να ανοίγει μόνο για την «ελίτ»
Το Μουσείο έκλεισε στις 8 Απρίλη του 2003, λίγες εβδομάδες μετά την έναρξη της επίθεσης από τη λυκοσυμμαχία και ενώ δεν μπορούσε να εγγυηθεί κανείς την ασφάλεια του προσωπικού του, παρά το ότι «υπεύθυνος» γι' αυτήν την «ασφάλεια» ήταν... ο αμερικανικός στρατός κατοχής! Αυτό που ακολούθησε μέχρι και τα μέσα Απρίλη θα παραμείνει στη συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας ως το χαρακτηριστικότερο έγκλημα ενάντια στην πολιτιστική κληρονομιά: Το Μουσείο λεηλατήθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά, με τους αρχαιοκάπηλους να αδειάζουν 28 αίθουσες αρπάζοντας ή καταστρέφοντας δεκάδες χιλιάδες αρχαία εκθέματα ανυπολόγιστης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας. Ανάμεσά τους ήταν η ολόχρυση άρπα της εποχής του Σουμερίων (3360 - 2000 π.Χ.), το περίφημο γλυπτό κεφάλι γυναίκας από το Ουρούκ, μεγάλη συλλογή με χρυσά περιδέραια, βραχιόλια και σκουλαρίκια των δυναστειών των Σουμερίων ηλικίας 4.000 ετών κ.ά. Ταυτόχρονα λεηλατούνταν το Μουσείο και η Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Μοσούλης.
Eurokinissi |
Ο Χάλεντ Μπαγιούμι, Σουηδός ερευνητής, που κατάγεται από τη Μέση Ανατολή, που πήγε στο Ιράκ πριν τον πόλεμο ως «ανθρώπινη ασπίδα», έδωσε εκείνες τις μέρες μια συνέντευξη στην «Dagens Nyheter»: «Συνέβη να βρίσκομαι εκεί όταν οι Αμερικανοί στρατιώτες ενθάρρυναν τον κόσμο να αρχίσει να πλιατσικολογεί», δήλωσε. Οι Αμερικανοί, πρόσθεσε, πυροβόλησαν τους φρουρούς στα κυβερνητικά κτίρια της λεωφόρου Χάιφα και μετά «τίναξαν στον αέρα τις εισόδους». Από τα αμερικανικά άρματα ακούγονταν «προσκλήσεις στους Ιρακινούς να πάνε κοντά τους» - να μπουν στα κτίρια. Οχι για να τα θαυμάσουν, μάλλον. Οι μεταφραστές στα άρματα κραύγασαν ότι «ο κόσμος μπορούσε να πάρει ό,τι ήθελε». Ο Ρόμπερτ Φισκ έκανε τον απολογισμό του... σκορ την 14η Απρίλη από τις στήλες του «Independent»: Οι Αμερικανοί εξώθησαν τους πολίτες να πλιατσικολογήσουν και να καταστρέψουν «τα υπουργεία Σχεδιασμού, Παιδείας, Γεωργίας, Εμπορίου, Βιομηχανίας, Εξωτερικών, Πολιτισμού, Πληροφοριών. Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Βαγδάτης. Το Μουσείο της Μοσούλης. Και τρία νοσοκομεία». Τα μόνα που δεν λεηλατήθηκαν ήταν το υπουργείο Εσωτερικών (λόγω των αρχειακών πληροφοριών) και το... υπουργείο Πετρελαίου...
Ταυτόχρονα, ο Μακγκουάιρ Γκίμπσον, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σικάγου, ειδικός στην ιρακινή πολιτιστική κληρονομιά, που είχε καταγγείλει από το Παρίσι πως η λεηλασία του Μουσείου της Βαγδάτης ήταν «προγραμματισμένη επιχείρηση», στην ίδια συνέντευξη Τύπου μετά τη λήξη της επιστημονικής συνάντησης στην έδρα της ΟΥΝΕΣΚΟ» πρόσθεσε και άλλα στοιχεία. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι κατά την πυρπόληση της Βιβλιοθήκης της Βαγδάτης πολλές συλλογές χειρογράφων καταστράφηκαν. Στο υπουργείο Θρησκευμάτων («Αουκάφ»), μια «βιβλιοθήκη από πολύ παλαιά Κοράνια κάηκε επίσης», σημείωσε. Επιπλέον τόνισε, ότι πριν από τη λεηλασία, το αρχαιολογικό μουσείο ήταν «ένας από τους πλέον ασφαλείς χώρους για τα αντικείμενα τέχνης» γιατί δεν υπέστη κανένα βομβαρδισμό. Δήλωσε ακόμη ότι η συλλογή των πήλινων πλακών με σφηνοειδή γραφή, που αποτελούν μαρτυρία για τη βαβυλωνιακή και τη σουμεριακή γραφή, έχει χαθεί.Οι φωτογραφίες Αμερικανών πεζοναυτών να «ξηλώνουν» εκθέματα από προθήκες του Μουσείου είχαν κάνει το γύρο του κόσμου. Τα επόμενα χρόνια συνεχίστηκαν οι αποκαλύψεις, τόσο για την «τύχη» των λεηλατημένων θησαυρών, οι οποίοι πήραν τους γνωστούς αρχαιοκαπηλικούς «δρόμους» για τα μουσεία και τους ιδιώτες «συλλέκτες» των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όσο και για καταστροφές που υπέστησαν σπουδαίοι αρχαιολογικοί χώροι, οι οποίοι μετατράπηκαν από τις κατοχικές δυνάμεις ακόμη και σε χώρους στάθμευσης τεθωρακισμένων οχημάτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η έκθεση του Τζον Κέρτις, εφόρου του Τμήματος Αρχαιοτήτων Εγγύς Ανατολής του Βρετανικού Μουσείου, ο οποίος προσκλήθηκε στη Βαβυλώνα από Ιρακινούς ειδικούς. Στην έκθεση, που είδε το φως της δημοσιότητας το 2005, αναφερόταν, ότι ο αρχαιολογικός χώρος της Βαβυλώνας μετατράπηκε σε στρατόπεδο τον Απρίλη του 2003 (σ.σ. ταυτόχρονα με τη λεηλασία του Μουσείου της Βαγδάτης) με δυναμικό, αρχικά, 2.000 Αμερικανών και Πολωνών στρατιωτών! Το Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου παραδόθηκε εξ ολοκλήρου στους Πολωνούς, οι οποίοι είχαν μαζί τους και αρχαιολόγους (σ.σ. το «τερπνόν» μετά του ωφελίμου;). Το στρατόπεδο οργανώθηκε ακριβώς στο κέντρο του αρχαιολογικού χώρου, μέσα στα εσωτερικά της τείχη. Τα βαριά οχήματα συνέθλιψαν τους πλακόστρωτους δρόμους της πόλης, ηλικίας 2.600 ετών, ενώ τα αρχαία κομμάτια χρησιμοποιήθηκαν για να γεμίσουν σακιά με άμμο. Πρόκειται όμως για ελάχιστο τμήμα των καταστροφών που «είδαν» το φως της δημοσιότητας. «Αυτός ο κατάλογος δεν πρέπει να εκληφθεί ως πλήρης, αλλά είναι ενδεικτικός των τύπων των ζημιών που προκλήθηκαν», σημειώνεται στην εισαγωγή της έκθεσης. Ο Κέρτις διαπίστωσε επίσης ρωγμές και τρύπες στους φημισμένους δράκοντες στην Πύλη της Ιστάρ, προφανώς από στρατιώτες που προσπάθησαν να πάρουν μαζί τους «σουβενίρ». «Είναι σαν να φτιάξει κανείς μια στρατιωτική βάση στη Μεγάλη Πυραμίδα της Αιγύπτου ή γύρω από το Στόουνχετζ στη Βρετανία», σημείωνε.
Τίποτα από τα παραπάνω όμως δεν καταφέρνει να κρύψει την αλήθεια για τον προμελετημένο και καλά οργανωμένο χαρακτήρα της λεηλασίας του Μουσείου της Βαγδάτης και εν γένει των ιρακινών αρχαιοτήτων. Τον Απρίλη του 2008 ο σύμβουλος του ιρακινού «υπουργείου Τουρισμού και Αρχαιοτήτων», Δρ Μπαχάα Μαγιάχ, κατήγγειλε ευθέως ότι ο αμερικανικός στρατός έχει προκαλέσει σοβαρές καταστροφές σε μεγάλης αρχαιολογικής σημασίας περιοχές και επιτρέπει σε Αμερικανούς αρχαιοπώλες να εμπορεύονται ελεύθερα θησαυρούς που έχουν κλαπεί από το Ιράκ. Οι δηλώσεις του Μαγιάχ έκαναν το γύρο του κόσμου, όχι αδίκως. Το στέλεχος του κατοχικού καθεστώτος είπε ότι η αρχαιοκαπηλία «έχει ενταθεί μετά το 2003» (σ.σ. δηλαδή μετά την εισβολή). Η «περιοχή μεταξύ των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη θεωρείται ως "λίκνο του πολιτισμού", εκεί επινοήθηκε η γραφή και είχε βρεθεί πολλές φορές στο στόχαστρο των αρχαιοκάπηλων, όμως το πρόβλημα επιδεινώθηκε μετά την εισβολή των Αμερικανών, που προκάλεσε σοβαρό κενό σε θέματα ασφάλειας» συνέχισε. Ανέφερε επίσης τις καταστροφές που επέφεραν οι κατοχικές δυνάμεις σε αρχαιολογικές περιοχές.
Η Ελίζαμπεθ Στόουν, καθηγήτρια ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο «Stony Brook» της Νέας Υόρκης πρόσθεσε ότι κυρίως η Βαβυλώνα ήταν «στην καρδιά του στρατοπέδου» που οι ΗΠΑ, και πιο πριν η πολωνική στρατιωτική διοίκηση, οργάνωσαν λίγο μετά από την εισβολή του Ιράκ το 2003. Η ίδια παρουσίασε δορυφορικές φωτογραφίες από τις καταστροφές και σημείωσε, ότι αν και οι Πολωνοί εγκατέλειψαν εδώ και καιρό το στρατόπεδο, ωστόσο «η ζημιά έχει γίνει» και μέσω της μόλυνσης των συνθετικών υλών και λόγω της αφαίρεσης τμήματος του αρχαίου αναχώματος, με αποτέλεσμα να χαθούν πολύτιμες αρχαιολογικές πληροφορίες. Επιπλέον, μια αρχαιολογική περιοχή των χρόνων του Βαβυλώνιου βασιλιά, Χαμουραμπί, μερικά χιλιόμετρα μακριά από την αρχαία πόλη της Ουρ, «ισοπεδώθηκε» και «εξαλείφθηκε εντελώς» από τις στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ.
Ο Μαγιάχ κατήγγειλε, επίσης, ότι «σε όλες τις ΗΠΑ βλέπουμε αρχαιοπώλες να εμπορεύονται τις αρχαιότητες χωρίς να λαμβάνεται κανένα μέτρο», σημειώνοντας ότι είναι αδύνατο για το Ιράκ να αποδείξει ότι αυτοί οι θησαυροί τού ανήκουν, αφού προέρχονται από παράνομες ανασκαφές.
Από τη συνέντευξη προέκυψε επίσης, ότι οι μεγαλύτερες λεηλασίες που έγιναν μετά την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ ήταν πολύ καλά σχεδιασμένες ενέργειες, κάτι που αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στο στόχαστρο των αρχαιοκάπηλων βρέθηκαν τοποθεσίες που είχαν σημασία για συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους και όπου υπήρχαν πολύτιμα ευρήματα, όπως νομίσματα και σφραγιδόλιθοι. Σύμφωνα με τον Μαγιάχ, οι δύο βασικοί δρόμοι από τους οποίους οι αρχαιότητες βγήκαν από το Ιράκ ήταν μέσω της Ιορδανίας, της Δυτικής Οχθης και του Ισραήλ και μέσω των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Ντουμπάι και των γειτονικών χωρών. Και στις δύο περιπτώσεις προορισμός των αρχαιοτήτων ήταν η Ευρώπη. «Η Αμερική συνεργάζεται και ταυτόχρονα... δε συνεργάζεται με το Ιράκ (σ.σ. στις επιστροφές των αρχαιοτήτων). Είμαστε ευγνώμονες για την επιστροφή του αγάλματος της Εντεμένα (2.430 χρόνων) αλλά την ίδια στιγμή βλέπουμε τους "δημοπράτες" ανά τις ΗΠΑ να εμπορεύονται τις αρχαιότητές μας. Και κανένα μέτρο δεν έχει ληφθεί».
Ο «εμπορικός δρόμος» της «μαύρης αγοράς» ξεκινά από τον Κόλπο και φτάνει στη Βρετανία, όπου ένα νομικό «παραθυράκι» τούς επιτρέπει να αποκτήσουν άδειες εξαγωγής από τις «ελεύθερες ζώνες» των λιμανιών. Με αυτήν την άδεια ουσιαστικά «κερδίζουν» την «ιδιοκτησία» των κλεμμένων αντικειμένων, οπότε πέφτει στους ώμους των Ιρακινών να αποδείξουν ότι προέρχονται από το Ιράκ!
Η πιο πρόσφατη προσπάθεια του κατοχικού καθεστώτος να «διασκεδάσει» τις εντυπώσεις ξεκίνησε μόλις τον περασμένο Μάρτη με ένα πρόγραμμα πολιτιστικών εκδηλώσεων που θα «τρέξει» το επόμενο διάστημα σε μια προσπάθεια να «αναβιώσει την πολιτιστική ζωή για να επουλωθούν οι πληγές του πολέμου». Οι διοργανωτές σχεδιάζουν εκθέσεις λογοτεχνίας και τέχνης, στρογγυλά τραπέζια σχετικά με την κληρονομιά και την αρχαιολογία, την ποίηση και τη λογοτεχνία, συμπόσια, επιδείξεις μόδας, συναυλίες, ταινίες και θεατρικές παραστάσεις. Ακόμη όμως και το «Associated Press» δεν μπορεί να κρύψει ότι η Βαγδάτη ήταν κάποτε «ένα ενεργό πολιτιστικό κέντρο στον αραβικό κόσμο», αλλά η σχεδόν 1.250 ετών πόλη «έχει ξεθωριάσει σημαντικά από το 2003». Ετσι, το κτίριο του Τμήματος Κινηματογράφου και Θεάτρου στο κέντρο της Βαγδάτης δεν έχει επισκευαστεί ακόμη από το 2003, οπότε λεηλατήθηκε και κάηκε. Σήμερα η Βαγδάτη έχει μόνο τέσσερα θέατρα και τρεις κινηματογράφους, από 82 πριν τον πόλεμο. Ο αριθμός των γκαλερί μειώθηκε από 20 σε 4.
Είναι προφανές ότι οι επιδείξεις μόδας ανάμεσα στα πτώματα από τις συνεχιζόμενες βομβιστικές επιθέσεις υπό το βλέμμα και την μπότα των κατοχικών ιμπεριαλιστικών στρατευμάτων δεν θα αλλάξει προς το καλύτερο την πολιτιστική κατάσταση του Ιράκ. Μόνο ο λαός του μπορεί να το κάνει αυτό.