Σάββατο 24 Μάρτη 2001 - Κυριακή 25 Μάρτη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Ενας απαρηγόρητος φουστανελάς!

Πέρασαν αναρίθμητα χρόνια από τότε που έπαιρνα για πρώτη μου φορά μέρος στη γιορτή του σχολείου. Γιορτάζαμε την 25η Μαρτίου και έπρεπε να πούμε όλοι από ένα ποίημα. Κι αυτό το «όλοι» δεν το αποφάσισε ο δάσκαλός μας βέβαια, αλλά οι μανάδες μας που έρχονταν κάθε μέρα στο διευθυντή του σχολείου, στον κύριο Λυκογιάννη, γνωστό σε όλη την Ανω Τούμπα για τις φασιστικές του τάσεις, και επέμεναν πως το δικό τους παιδί έπρεπε να πει ποίημα, γιατί αλλιώς η γιορτή θα έχανε σε λάμψη και εντυπωσιασμό. Ο κύριος Λυκογιάννης υποχωρούσε, σημείωνε το όνομα του παιδιού που πρότεινε η μαμά και στο τέλος στο πρόγραμμα της γιορτής έμπαιναν και οι 45 μαθητές της τάξης μας. Και επειδή βέβαια, ο δάσκαλός μας, ο κύριος Μάλλιος, γνωστός ως κρυπτοκομμουνιστής στην Ανω Τούμπα, δεν έβρισκε 45 ποιήματα εθνικού περιεχομένου, για να διδάξει στους μαθητές του αντέγραφε με τα ωραία του, ολοστρόγγυλα γράμματα ό,τι έβρισκε μπροστά του και το μοίραζε στους ανήλικους απαγγελάτορές του. Ετσι κι εγώ, που βρέθηκα ανάμεσα σ' αυτούς, χάρη στην έγκαιρη επέμβαση της μάνας μου, έπρεπε να μάθω και να απαγγείλω στη γιορτή της 25ης Μαρτίου το γνωστό ποίημα του Γ. Δροσίνη «Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά, με τα χεράκια της». Φαίνεται όμως πως εγώ δεν είχα ακόμα καταλάβει ποιο ακριβώς ήταν το «παράταιρο». Δεν μπορούσα, δηλαδή, να εξηγήσω γιατί η «Ανθισμένη αμυγδαλιά» δεν ταίριαζε με τη μεγαλόστομη και μεγαλοϊδεατική, γραμματολογία τού «Ω λυγερόν και κοπτερόν σπαθί μου» που πάντοτε αποτελούσε την καρδιά των εορταστικών μας προγραμμάτων. Ημουνα βέβαιος όμως, και γι' αυτό περίμενα όλο αγωνία την ημέρα της γιορτής, ότι το ποίημα, και ιδιαίτερα το σημείο εκείνο που ο ποιητής Δροσίνης, αναφερόταν στα «χεράκια της» θα έκανε εντύπωση στη Χρυσαυγή, ιδανική «ερωμένη» των παιδικών μου χρόνων, που δε βρήκα ποτέ το θάρρος να της το ομολογήσω. Ιδιαίτερα, μάλιστα, μετά την αξέχαστη εκείνη, μέχρι σήμερα, εθνική γιορτή του σχολειού μας, όπου εγώ ντυμένες με βαρύγδουπες, εντυπωσιακές φουστανέλες έπαιξα τον μπαρουτοκαπνισμένο επαναστάτη και η Χρυσαυγή τη σκλαβωμένη Ελλάδα, αισθανόμουνα δέος και σεβασμό για την ξανθομάλλα συμμαθήτριά μου. Σκεφτόμουνα και αναστέναζα πως δεν ήτανε σωστό να ονειρεύομαι εγώ, ένας απλός φουστανελάς, και μάλιστα με δανεική φουστανέλα, που μέχρι σήμερα δεν έμαθα από πού την ξετρύπωσε η μάνα μου και τη δανείστηκε, θωπείες και πλατωνικές περιπτύξεις με την αλυσοδεμένη Ελλάδα.

Κι όμως, όσα χρόνια κι αν πέρασαν από τότε, έστω κι αν η Χρυσαυγή είναι βέβαιο πως θα χάθηκε στην αγκαλιά ποιος ξέρει ποιου αρειμάνιου φουστανελά, κι ο φτωχός μου αγαθός δάσκαλος πέθανε χωρίς να διαβάσει ποτέ του Ρίτσο και Σεφέρη, Ελύτη και Μάρκογλου σκέφτομαι ακόμα και αναστενάζω, απελπίζομαι και πικραίνομαι αφόρητα. Οχι γιατί δε βρήκα το θάρρος να απλώσω τα ταπεινά μου χέρια στη Χρυσαυγή που «έπαιζε» εκείνα τα πανάρχαια, παιδικά μου χρόνια την Ελλάδα.

Αλλά γιατί σήμερα η Ελλάδα μάταια προσπαθεί να «παίξει» το ρόλο της γλυκιάς μου Χρυσαυγής. Ξεχνάει τα λόγια της. Υποκρίνεται λάθος και αδιαφορεί γι' αυτούς που την ακούν από την «πλατεία». Και, τέλος, όταν την αποδοκιμάζουν, αυτή γυρνάει τις καχεκτικές της πλάτες και αποσύρεται στα παρασκήνια και χάνεται στην αγκαλιά του πρώτου αρειμάνιου «φουστανελά», που, δυστυχώς, δε μας είναι καθόλου άγνωστος. Και το όνομά του γνωρίζουμε, και πού διαμένει, και ποια είναι η ηλικία του, η μόρφωσή του, το κανονικό του επάγγελμα και αν έχει ή όχι τουαλέτα στο πολυτελές διαμέρισμά του. Και τα γνωρίζουμε όλα αυτά με πολλές λεπτομέρειες, γιατί τον έχουμε «απογράψει» πολύ πριν από τη 18η Μαρτίου.

Πού να βρω, λοιπόν, το κουράγιο σήμερα που είναι η εθνική μας γιορτή, όπως τότε που πήρα μέρος για πρώτη φορά στην τελετή του σχολειού μας, στην Ανω Τούμπα, να γιορτάσω και να χειροκροτήσω; Πού να το βρω, αφού όσο βλέπω τη Χρυσαυγή - Ελλάδα να χάνεται στις αγκαλιές των αρειμάνιων φουστανελάδων του ΝΑΤΟ, δεν αισθάνομαι όπως εκείνος ο μικρός ερωτευμένος επαναστάτης με τη δανεική φουστανέλα, αλλά ως ένας απαρηγόρητος εθνικός «κερατάς»!


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ