Για να πάρουν σάρκα και οστά οι φιλόδοξοι πολιτικοί σχεδιασμοί χρειάζονταν προσαρμογές στο κράτος και την κοινωνία. Το μεν πρώτο έπρεπε να «εκσυγχρονιστεί», να είναι δηλαδή σε θέση να αποσπά από την παραγωγή, από το μόχθο των πολλών, τα κεφάλαια που χρειάζονταν για να ισχυροποιηθεί η αστική τάξη και οι μηχανισμοί, τα εργαλεία εφαρμογής της πολιτικής της: τα στρατιωτικά κυρίως εργαλεία και οι υποδομές που τα συνόδευαν. Η δε δεύτερη έπρεπε να υποταχθεί και να ταπεινωθεί, έτσι ώστε να δεχτεί τα πρόσθετα βάρη χωρίς αντίσταση, χωρίς αντίρρηση, χωρίς αξιοπρέπεια, χωρίς αγώνες...
Για να γίνουν λοιπόν τα σχέδια πραγματικότητα ξεκίνησαν κυβερνητικές προσπάθιες «επιβολής και εμπέδωσης της τάξης». Η ληστεία έγινε βασικός στόχος, έτσι ώστε να μην αποτελεί εναλλακτική διέξοδο για τους φτωχούς και τους απελπισμένους. Οι ανυπότακτοι - που δεν παρουσιάζονταν στα στρατολογικά αποσπάσματα - και οι «φοροφυγάδες» - όχι οι πλούσιοι φυσικά, οι φτωχοί που δεν μοιράζονταν το λιγοστό ψωμί των παιδιών τους με την εξουσία - έγιναν στόχος όσων με στολή και με στέμμα στο πηλίκιο εκπροσωπούσαν την κατά τόπους κρατική πυγμή. Οι χωροφύλακες ανέλαβαν τον «εκσυγχρονισμό» της χώρας.
Το «κονάκι», λοιπόν, ήταν το εξής: Το απόσπασμα της Χωροφυλακής, του στρατού ή απλά των «πρόθυμων» κυνηγών επικηρυγμένων, αντί να καταδιώκει τον φυγόδικο πήγαινε στο σπίτι του και εγκαθίστατο εκεί. Εάν το σπίτι του φυγά δεν ήταν αρκετά πλούσιο και σημαντικό τότε μοιράζονταν στα σπίτια των συγγενών, των γειτόνων του ή και στο χωριό ολόκληρο. Εκεί στρατοπέδευαν και άρχισαν να κατασπαράσσουν το βιος του καταζητούμενου. Εσφαζαν και έτρωγαν τα ζώα του, άνοιγαν τα κελάρια και τις αποθήκες του, κατέστρεφαν ό,τι έβρισκαν μέσα και έξω από το σπίτι.
Η οικογένεια του φυγά υποχρεωνόταν να υπηρετεί το απόσπασμα και να υπακούει σε όλες τις εντολές του. Εάν υπήρχαν γυναίκες στο σπίτι, οι ίδιοι οι χωροφύλακες, οι στρατιώτες ή οι «πρόθυμοι» κόμπαζαν για τα παθήματα που προκάλεσαν στις πρώτες. Η τιμή των γυναικών και όλης της οικογένειας ελάχιστα ζύγιζε μετά από μια τέτοια εμπειρία. Εξυπακούεται ότι όσο περνούσε ο καιρός και ο φυγόδικος δεν παρουσιαζόταν, τόσο ολοκληρωνόταν η καταστροφή της περιουσίας του, του ίδιου και των γύρω, και η ατίμαση της οικογένειάς του. Οι χωροφύλακες, οι κληρωτοί των αποσπασμάτων ή οι εθελοντές κυνηγοί επικηρυγμένων δεν ήσαν δα και τα καλύτερα παιδιά.
Με τον τρόπο αυτό, ο λαός της Ελλάδας «εκσυγχρονιζόταν». Μάθαινε, δηλαδή, να σέβεται την εξουσία, να πληρώνει τους φόρους που του ζητούσε η τελευταία, να παρουσιάζεται πρόθυμα στα στρατολογικά γραφεία και να ακούει προσεκτικά την επιθυμία κάθε ενωμοτάρχη και κάθε λοχία.
Με τον τρόπο αυτό, η μεν δημόσια διοίκηση - της οποίας την ανάπλαση έχει αναλάβει «εκσυγχρονιστής» υπουργός καθόλα «αριστερός και δημοκράτης» - εθίζεται στην ιδέα της διά του εκβιασμού επιβολής της, οι δε «υπήκοοι» συνηθίζουν στη γενική ιδέα ότι όλο τους το βιος ανήκει, κατά προτεραιότητα, στο αστικό κράτος - αφέντη και στους όποιους τοκογλύφους και «επενδυτές» αυτό εξυπηρετεί.
Με βάση την ιστορική πείρα, μετά το «κονάκι» της τρικουπικής περιόδου, ακολούθησαν στο μεσοπόλεμο τα «περί ληστοτρόφων» μέτρα, οι απαγωγές - εκτοπίσεις, τα πενταμελή εφετεία και η συλλογική ευθύνη.... Η τρέχουσα προσπάθεια «εκσυγχρονισμού» έχει μπροστά της ένα πλούσιο σε ιδέες μέλλον!
1. Τρόπος βασανισμού αραβικής μάλλον προέλευσης που συνίσταται σε χτυπήματα στο πέλμα των ποδιών.