Κυριακή 13 Μάη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ιστορία της πρώτης έκδοσης του «Επιταφίου» του Γιάννη Ρίτσου

Το σημερινό ένθετο έχει πίσω του μια συνταρακτική ιστορία. Ιστορία αίματος. Αθώου αίματος. Του λαού μας. Αίμα, το οποίο θρήνησε και μνημείωσε, με τον «Επιτάφιό» του, ο ποιητής του λαού. Ο Γιάννης Ρίτσος. Αίμα, με το οποίο «γράφτηκε» και μια μεγάλη, ξεχωριστή μέσα στην ιστορία του, «σελίδα» του «Ριζοσπάστη».

Είναι ανάτυπο, της πρώτης έκδοσης του «Επιταφίου» του Γιάννη Ρίτσου. «Τύχη αγαθή» θέλησε, ο «Ρ» να εκδώσει αυτό το ανάτυπο της πρώτης έκδοσης του «Επιταφίου», χάρη στην προσφορά του Δημήτρη Ρέτσα, ο οποίος είχε ένα (ίσως το μοναδικό που διασώθηκε) αντίτυπο της πρώτης έκδοσης και το πρόσφερε για επανέκδοση στο «Ριζοσπάστη». Ανάλογη έκδοση έκανε πριν μερικά χρόνια και η ΚΟΒ του «Ριζοσπάστη».

Ο «Επιτάφιος», πανθομολογουμένως, αποτελεί ιερό κειμήλιο της Νεοελληνικής Ποίησης, το ποιητικό μέγεθος του οποίου έχουν αποτιμήσει πολλοί μελετητές της λογοτεχνίας μας. Ο «Επιτάφιος» όμως, αποτελεί και κειμήλιο της πολιτικής Ιστορίας μας. Κατ' επέκταση, η πρώτη έκδοσή του από το «Ριζοσπάστη», αποτελεί μεγάλης σημασίας, πολύπλευρων διαστάσεων γεγονός, το οποίο έχει καταγραφεί σε αμέτρητες σελίδες βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών, από το ματοβαμμένο Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη μέχρι σήμερα. Ενδεικτικά αναφέρουμε, την παρουσίαση της έκδοσης του «Επιταφίου» από τον Αλκιβιάδη Γιαννόπουλο, στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης «Μακεδονικές Ημέρες», τεύχος 6-7, Ιούλιος-Αύγουστος 1936.

Ποια η ιστορία του «Επιταφίου» και της έκδοσής του;

Πρωτομαγιά του '36. Η εργατιά της Θεσσαλονίκης κλιμακώνει τους απεργιακούς αγώνες, που ξεκίνησαν το Μάρτη. Οι καπνεργάτες κάνουν απεργία πείνας. Συμπαραστεκόμενοι στους καπνεργάτες, απεργούν και πολλοί άλλοι κλάδοι. Εργατοϋπάλληλοι, υφαντουργοί, τσαγκαράδες, αυτοκινητιστές, χαρτεργάτες, τυπογράφοι και άλλοι. Καθημερινά, τις πρώτες ημέρες του Μάη, οι δρόμοι πλημμυρίζουν εργατιά. Στις 8 του Μάη η Χωροφυλακή στήνει παντού πολυβολεία. Και στις 9 του Μάη (Σάββατο ήταν) η Χωροφυλακή χτυπά τον άοπλο λαό. Πρώτος νεκρός ο κομμουνιστής αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. Σύντροφοί του, ξηλώνουν μια πόρτα και μεταφέρουν πάνω της το νεκρό κορμί του. Ενα τανκ τους σταματά. Νεκροί άλλοι οχτώ εργάτες και μια εργάτρια. Εκατοντάδες οι τραυματίες. Η μάνα του Τάσου Τούση, μέσα στο χαλασμό, ψάχνει τις εργάτριες κόρες της. Ξάφνου, μπρος της, ο σκοτωμένος γιος της. Σωριάζεται. Σπαράζει. Θρηνεί το γλυκύ της έαρ, το γλυκύτατό της τέκνο. Ενας φωτογράφος αποτυπώνει την εικόνα.

Κυριακή, 10 του Μάη, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει τη φωτογραφία της θρηνούσας μάνας στην πρώτη του σελίδα, κάτω από εκτενέστατο ρεπορτάζ με τίτλο «Η χτεσινή άγρια σφαγή του λαού της Θεσσαλονίκης» και σε μέσα σελίδα.

Ο Γιάννης Ρίτσος -μέλος του ΚΚΕ και από το 1934 συνεργάτης του «Ρ», όπου πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του («Γράμματα για το μέτωπο», «Γράμματα από το μέτωπο»), με το ψευδώνυμο I. Σοστίρ (πρόκειται για αντιστροφή του ονόματός του)- συγκλονίζεται διαβάζοντας το ρεπορτάζ του «Ρ» και βλέποντας τη φωτογραφία της μάνας. Ο βασανισμένος από τη φυματίωση Ρίτσος, κλείνεται στη σοφίτα του, στην οδό Μεθώνης 30, και μένοντας άυπνος σχεδόν δυο μερόνυχτα και κάνοντας συνεχώς αιμοπτύσεις, γράφει τον «Επιτάφιο». Δεκατέσσερα θρηνητικά ποιήματα. Στις 11 του Μάη, με τον σύντροφο του Ευθύφρονα Ηλιάδη, στέλνει τρία από αυτά τα ποιήματα στο «Ρ». Στις 12 του Μάη ο «Ρ» δημοσιεύει τα τρία ποιήματα, τοποθετημένα το ένα κάτω από το άλλο, με αρίθμηση 1,2,3, με τίτλο «ΜΟΙΡΟΛΟΪ», υπότιτλο «Στους ηρωικούς εργάτες της Θεσσαλονίκης», υπέρτιτλο «Ο ΠΑΛΜΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ». Τα τρία ποιήματα για το νεκρό παλικάρι συγκλονίζουν τους αναγνώστες του «Ρ», καθώς συνεχιζόταν και η σφαγή των εργατών.

Λίγες ημέρες αργότερα ο «Ριζοσπάστη» αναγγέλλει τη δημοσίευση, στις 29 του Μάη, ενός τέταρτου ποιήματος του «Επιταφίου» στο περιοδικό της ΟΚΝΕ «Νεολαία».

Στο μεταξύ, ο ποιητής έχει ήδη στείλει στο «Ρ» και τα δεκατέσσερα ποιήματα του «Επιταφίου». Ο «Ρ» στις 23 και στις 25 Μάιου 1936, με τίτλο «Επιτάφιος», ανακοινώνει την κυκλοφορία «σε λίγες μέρες» του «Επιταφίου». Στις 7 Ιουνίου 1936 αναγγέλλει για την επομένη (8 Ιουνίου): «Κυκλοφορούν αύριο τα βιβλία μας: 1) «Πέντε χρόνια αγώνων» 2) «Διαλεκτικός υλισμός» 3) «Επιτάφιος». Στις 9 Ιουνίου 1936 διαφημίζει: «ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ "ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ" (Τραγούδια για το μακελειό της Θεσσαλονίκης)».

Η έκδοση του «Επιταφίου» από το «Ρ», κυκλοφόρησε σε 10.000 αντίτυπα, αριθμός ρεκόρ για τα εκδοτικά δεδομένα της εποχής. Το εξώφυλλο του, διαστάσεων 24x17 εκατοστά, εικονογραφήθηκε με σχέδιο του Γιώργου Λιδάκη, φιλοτεχνημένο με σινική μελάνη. Σε 14 σελίδες, διαστάσεων 23,5x16 εκατοστά, περιλήφθηκαν με λατινική αρίθμηση I-XΙV, τα δεκατέσσερα ποιήματα που έγραψε και ολοκλήρωσε ο Γ. Ρίτσος στο διάστημα 10-12 του Μάη.

Το βιβλίο γίνεται ανάρπαστο. Ο «Ρ» σκοπεύει να κυκλοφορήσει και δεύτερη έκδοση του «Επιταφίου», η οποία θα περιλάμβανε και άλλα έξι τραγούδια, τα οποία είχε ήδη γράψει και δώσει στο «Ρ» ο ποιητής. Η δεύτερη έκδοση του «Ρ» ματαιώνεται, με την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά την 4η Αυγούστου. Τα «κοράκια» της συντάσσουν πάραυτα τον πρώτο κατάλογο απαγορευμένων βιβλίων, κατάσχουν τα τελευταία 250 αντίτυπα της πρώτης έκδοσης του «Επιταφίου» από το «Λαϊκό Βιβλιοπωλείο» και τα καίνε δημόσια. Τα ρίχνουν στην πυρά, μπροστά στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, μαζί με βιβλία του Μαρξ, του Μαξίμ Γκόρκι, του Ανατόλ Φρανς.

Είναι προφανές ότι η πλειοψηφία των 9.750 αντιτύπων του «Επιταφίου» που πρόλαβαν να πουληθούν πριν επιβληθεί η μεταξική δικτατορία, είχαν την «τύχη» των διωκόμενων κατόχων τους. Γι' αυτό, παρά τις αλλεπάλληλες εκδόσεις του «Επιταφίου» (η δεύτερη έκδοσή του έγινε το 1956 από τον «Κέδρο» και συμπεριέλαβε τα 14 ποιήματα της πρώτης έκδοσης και τα άλλα 6 που θα περιλάμβανε η δεύτερη έκδοση του «Ρ»), αυτό το ανάτυπο της πρώτης έκδοσης του «Επιταφίου» δεν αποτελεί μόνο μια συλλεκτική έκδοση. Αποτελεί και φόρο τιμής στην «Ποίηση» των αγώνων και θυσιών του λαού. Φόρο τιμής και στην αθάνατη ποίηση του Γιάννη Ρίτσου.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ