Κυριακή 18 Φλεβάρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 38
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ: «ΕΘΝΙΚΟ ΑΝΤΙΠΥΡΑΥΛΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ»
Ιστορίες επικίνδυνης «παράνοιας»

Στις 23 Μάρτη 1983, ο τότε πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν σε ένα λόγο του προς τον αμερικανικό λαό πρόβαλε για πρώτη φορά στο προσκήνιο με εξαιρετικά δόλιο τρόπο την «Πρωτοβουλία Στρατηγικής Αμυνας» (SDI) ή κοινώς αυτό που στοργικά ονομάστηκε από τότε «Πόλεμος των Αστρων».

Το όραμα του τότε Προέδρου ισχυριζόταν ότι με το πέρας 20 ή 30 ετών οι ΗΠΑ, με την αμέριστη αρωγή της νέας τεχνολογίας, θα είχαν κατασκευάσει μία αδιαπέραστη ασπίδα ενάντια στους εχθρικούς πυραύλους.

Συστήματα αυτού του τύπου -δορυφορικά αντιπυραυλικά συστήματα σχεδιαζόμενα γύρω από διαστημικές πλατφόρμες ακτίνων λέιζερ- είχαν ήδη προταθεί ως υποθέσεις εργασίας δεκαετίες νωρίτερα, αλλά οποιαδήποτε συζήτηση είχε τερματιστεί με τη συμφωνία ΑΒΜ, που υπογράφηκε μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ το 1972 και τροποποιήθηκε το 1974.

Ετσι, η πρώτη αντίδραση τόσο της αμερικανικής όσο και της παγκόσμιας κοινής γνώμης, ήταν μάλλον χλιαρή, αφού οι λέξεις όπως εκστομίστηκαν από τον πρόεδρο Ρίγκαν προσομοίαζαν περισσότερο με ρόλο που θα επιθυμούσε να παίξει -ενθυμούμενος με νοσταλγία τη θητεία του στο Χόλιγουντ- σε κάποιο σατυρικό έργο ή τον πρωταγωνιστικό τριπλό ρόλο του Πίτερ Σέλερς στην ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ: «Ντόκτορ Στρέιντζλαβ, ή πως έμαθα να αγαπώ τη βόμβα», αφού το πρόγραμμα απορρίφθηκε από «ειδικούς και μη», εξαιτίας κυρίως τριών ζητημάτων: Τεχνικώς δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσει, αποτελούσε μία προφανή παραβίαση της διεθνούς συνθήκης ΑΒΜ και σαφέστατα έκανε τον ολοκληρωτικό πόλεμο μία άμεση και πολύ πραγματική υπόθεση.

Οπως αποκαλύφθηκε λίγο αργότερα, το εν λόγω σχέδιο ή τουλάχιστον με τη συγκεκριμένη μορφή που παρουσιάστηκε, δεν προήλθε ούτε από τα σχέδια του Πενταγώνου, ούτε καν από το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, παρόλο που -εργαζόταν καιρό σε αυτή την κατεύθυνση. Εκείνη, τη στιγμή στις 23 Μάρτη 1983, «η ιδέα βγήκε μέσα από το κεφάλι του προέδρου», όπως θα αναφέρει σε μία αποστροφή του λόγου ο τότε υπουργός Εξωτερικών, στρατηγός Ουίλιαμ Χέιγκ. Εξάλλου, η ίδια ανακοίνωση τότε παραδεχόταν ότι οι μηχανισμοί υψηλής τεχνολογίας για διαστημικές κατασκευές του είδους ήταν ακόμη υποθετικοί, αφού βρίσκονταν ακόμη σε πρωτόγονο ή πειραματικό στάδιο.

Παρ' όλα αυτά, όταν το σχέδιο ή μάλλον καλύτερα οι στόχοι του, έγιναν περισσότερο σαφείς και κατανοητοί, είχαν συντριπτικά αποτελέσματα, κυρίως πάνω στη μακαριότητα του απληροφόρητου «μέσου πολίτη». Ιδιαίτερα κατά τη δεύτερη θητεία του Ρίγκαν, οι άνθρωποι αντιλήφθηκαν τις τρομακτικά επικίνδυνες διαστάσεις του πονήματος «Πόλεμος των Αστρων», ότι δηλαδή με κανέναν τρόπο δεν αποτελεί «αντιπυρηνική ιδέα» ή «αμυντική ασπίδα». Και αντέδρασαν...

«Πεινασμένοι κροκόδειλοι»

Ουδείς όμως τότε μπορούσε να φανταστεί ότι η νίκη του φιλειρηνικού κινήματος απέναντι στα σχέδια αυτά, δε θα ήταν οριστική. Οτι μπορεί η αρχική αναδίπλωση των Αμερικανών -με τη μεταστροφή του προγράμματος σε MARK 2- και αργότερα με την επίσημη εγκατάλειψή του, δε θα ήταν οριστική. Οτι το σχέδιο ήταν όπως ακριβώς το είχε περιγράψει στα μέσα της δεκαετίας του '80 ο Σίζαρ Βάουτι, διακεκριμένος θεωρητικός στρατηγικής του «Ινστιτούτου Ανώτερων Στρατηγικών Ερευνών»:

«Ο πόλεμος των Αστρων είναι το προϊόν μιας ομάδας ατόμων με την πολιτική επιτήδευση πεινασμένων κροκοδείλων, που δε θα σταματήσουν παρά μόνο όταν θα έχει ανοίξει κάθε κονσέρβα με σκουλήκια».

Τελικά, όπως η ζωή απέδειξε, ο Βάουτι είχε δίκιο, παρότι μέχρι πρόσφατα, όπως συγκεκριμένα ο Τζον Πάικ, της «Ομοσπονδίας Αμερικανών Επιστημόνων», το είχε θέσει, «τα προγράμματα ανίχνευσης μεγάλου ύψους (high altitude interceptor programms) έχουν αποτύχει, αφού σε σταθερή βάση ποτέ δεν κατόρθωσαν να χτυπήσουν τους πιθανούς στόχους, γεγονός που εξέπληξε ακόμη και τους σκεπτικιστές».

Ετσι, το 1993, ο υπουργός Αμυνας Λες Ασπεν ξαναβάφτισε το πρόγραμμα SDI σε «Βαλλιστικό Αμυντικό Σύστημα» (BMD), ενώ το 1994 με την επικράτηση των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο, όπως αναμενόταν, άρχισε η αύξηση των κονδυλίων που εκχωρούνταν για το πρόγραμμα «Πόλεμος των Αστρων» σε ετήσια βάση, όπως προβλεπόταν στον προϋπολογισμό των ΗΠΑ.

Εντούτοις, ο άνθρωπος ο οποίος το επανέφερε δραματικά στην επικαιρότητα -τη στιγμή που στην κυβέρνηση βρίσκονταν και πάλι οι Δημοκρατικοί, αφού ο Μπιλ Κλίντον είχε κερδίσει τις προεδρικές εκλογές για δεύτερη φορά- δεν ήταν άλλος από το σημερινό υπουργό Αμύνης, Ντόναλντ Ράμσφελντ.

Διαμέσου του «Κέντρου για μία Πολιτική Ασφαλείας» -ενός κέντρου που έχει ιδρυθεί και διευθύνεται από τον πρώην ανώτατο αξιωματούχο του Πενταγώνου την εποχή Ρίγκαν, τον Φρανκ Γκάφνεϊ, και θεωρείται το «Κέντρο του Πολέμου των Αστρων», αφού συμμετέχουν ο εμπνευστής του Εντουάρτ Τέλερ, αλλά και εξέχοντα διευθυντικά στελέχη της «Λόκχιντ Μάρτιν» και της Μπόινγκ, των δύο κύριων βιομηχανικών προμηθευτών- ο Ράμσφελντ «προτείνει» ως «δεξαμενή σκέψης» το νέο σχέδιο NMD, προκειμένου να προληφθούν στη νέα εποχή «μετά το πέρας του ψυχρού Πολέμου», όλες οι ενδεχόμενες απειλές που θα αντιμετωπίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, που εκτός των «δολίων κρατών», μπορεί να είναι και «ανεξάρτητοι παίκτες μη-κρατικές οντότητες».

Πραγματικά, το νέο πρόγραμμα που μετονομάστηκε σε «Εθνικό Αντιπυραυλικό Σύστημα» (NMD), έγινε ένα από τα μείζονα ζητήματα της αμερικανικής πολιτικής στον τομέα της άμυνας και ασφάλειας. Στην έκθεση της «Εθνικής Επιτροπής Πληροφοριών» (National Intelligence Council)- ενός εκ των κυρίων γνωμοδοτικών επιτροπών της CIA- με τίτλο «Ανάπτυξη Ξένων Πυραύλων και η απειλή εκ των βαλλιστικών πυραύλων μέχρι το έτος 2015», που πονήθηκε το Σεπτέμβρη του 1999, αναφέρεται πολύ χαρακτηριστικά: «Υπολογίζουμε ότι κατά τη διάρκεια των επόμενων 15 ετών, οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν απειλές με διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους εκ μέρους της Ρωσίας, της Κίνας, της Βόρειας Κορέας και πιθανώς από το Ιράν και το Ιράκ...» για το λόγο αυτό, παρά το γεγονός ότι στην ίδια έκθεση δεν αναφέρεται ότι τα εν λόγω «δόλια κράτη» δεν αποτελούν μεγάλη δύναμη, όσον αφορά τη βαλλιστική τους δύναμη, κρίνεται ως άμεση προτεραιότητα η ανάπτυξη και η υλοποίηση του NMD μέχρι το 2005!

Ο πλανήτης αιχμάλωτος του τρόμου

Αυτό που είναι ολοφάνερο, είναι ότι ανεξαρτήτως κυβέρνησης, ένα πρόγραμμα «αντιπυραυλικής άμυνας», ήταν πάντα στη σκέψη τόσο των Αμερικανών κυβερνώντων όσο και του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος. Ετσι, παρά τις αλλεπάλληλες μετονομασίες του ή του προσανατολισμού του, ο στόχος ήταν και παραμένει ένας: η στρατιωτικοποίηση του διαστήματος προς ίδιον γεωστρατηγικό όφελος, όπως είναι αυτονόητο.

Το «εθνικό αντιπυραυλικό σύστημα» ανασύρεται πια ως μείζον θέμα προτεραιότητας της δεύτερης θητείας Κλίντον και προτείνεται από τον τότε υπουργό Αμυνας Κοέν. Τον Απρίλιο του 1998, ο Οργανισμός Αμυνας Βαλλιστικών Πυραύλων (BMDO) επιλέγει την «Μπόινγκ» ως τον κύριο προμηθευτή συστημάτων του NMD. Επιλέγονται η Αλάσκα και η Βόρεια Ντακότα, ως πιθανές περιοχές ανάπτυξης ανιχνευτών. Αρχίζει η ανάπτυξη και οι δοκιμές των υφιστάμενων ραντάρ, ενώ ήδη αρχίζουν οι πυρετώδεις προετοιμασίες και πρώτες δοκιμές πρωτοτύπων ραντάρ ακτίνων Χ, που θεωρούνται ως στοιχεία - κλειδιά του νέου συστήματος. Η «Spacecom» αναλαμβάνει την ανάπτυξη και το συντονισμό του NMD, συνδυάζοντας την ήδη υφιστάμενη λειτουργία ανιχνευτικών ραντάρ με τη μελλοντική ανάπτυξη νέων, αλλά και με τους δορυφόρους. Εξάλλου, το πιο προκλητικό στοιχείο του νέου συστήματος είναι η τελειοποίηση του EKV (του «Εξωατμοσφαιρικού Φονικού Οχήματος»), που αποστολή του είναι η καταστροφή «εχθρικών πυραύλων» εκτός γήινης ατμόσφαιρας.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Γουόλτερ Σλόκοουμπ, αναπληρωτή υπουργού Αμυνας επί Κλίντον, από το βήμα του Συνεδρίου του «Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών», στις 5 Νοέμβρη του 1999, πρόθεση του προγράμματος από την κυβέρνηση Κλίντον είναι η ανάπτυξη του συστήματος «το οποίο συνδυάζει τα υπάρχοντα τεχνολογικά επιτεύγματα και το σεβασμό της Συνθήκης ΑΒΜ». «Αμεσος στόχος είναι η αντιμετώπιση απειλών σε αρχικό στάδιο», όπως δηλώνει πάντα ο Σλόκοουμπ και για το λόγο αυτό επισημαίνει «το σύστημα θα πρέπει να έχει υλοποιηθεί μέχρι το 2005, ενώ επιπρόσθετες φάσεις του θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι το 2010-11. Επομένως η δόμησή του θα πρέπει να έχει αρχίσει μέσα στο 2001».

Οπως παρουσιάστηκε για πρώτη και τελευταία φορά δημοσίως, το σύστημα περιλαμβάνει:

  • 100 ανιχνευτικές βάσεις στην Αλάσκα.
  • Ενα ραντάρ ακτίνων Χ -ικανό να προσανατολίζει τους ανιχνευτές- στη νήσο Σέμια στην Αλάσκα.
  • Αναβάθμιση των πέντε υφιστάμενων ραντάρ πρώτης ανίχνευσης εκτόξευσης βαλλιστικών πυραύλων.
  • Για το ίδιο λόγο, την αρχική ανίχνευση εκτόξευσης εχθρικών πυραύλων, την ανάπτυξη ενός νέου συστήματος, του SBIRS-High System, για την αρχική υποστήριξη και τελικά την αντικατάσταση του υφιστάμενου αμυντικού δορυφορικού συστήματος.

Το πρόγραμμα δοκιμάστηκε τρεις φορές, από τα τέλη του 1999 μέχρι το καλοκαίρι του 2000, επί κυβέρνησης Κλίντον, και απέτυχε παντελώς στις δύο δοκιμές, ενώ η τρίτη αν και αποτυχής, «μάλλον στέφθηκε με επιτυχία» υποστηρίζουν αναλυτές.

Τελικά, το πρόγραμμα έφθασε στα χέρια του ανθρώπου που ήθελε και όφειλε -προς το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα- εξαρχής να είναι ο άνθρωπος που θα το υλοποιήσει. Ο Ράμσφελντ. Ακόμη οι συγκεκριμένες λεπτομέρειες, αλλά και τα επιπρόσθετα στοιχεία που θα συμπεριληφθούν στο NMD του «βρέφους» Μπους, δεν έχουν γίνει γνωστά, αν και το νέο αμυντικό δόγμα της κυβέρνησης, όπως παρουσιάστηκε αυτή τη βδομάδα, καθώς και το στοιχείο που έφερε στο φως της δημοσιότητας ο Κινέζος πρέσβης στον ΟΗΕ, Χου Ξιαοντί, ότι μόλις το Γενάρη οι ΗΠΑ, πραγματοποίησαν άσκηση «με πολεμικό πεδίο το διάστημα, σε πόλεμο που λαμβάνει χώρα το 2017», δεν αφήνει πια κανένα περιθώριο για δημαγωγία, «περί αμυντικού συστήματος που δεν απειλεί κανένα». Μάλλον όλοι, «φίλοι και εχθροί», είμαστε στο στόχαστρο!


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ