Κυριακή 11 Δεκέμβρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "Πρόλογος και εισαγωγή του «Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, Β΄ τόμος 1949 - 1968»"
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΔΟΚΙΜΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΚΚΕ, Β' ΤΟΜΟΣ 1949 - 1968
Στους κορυφαίους ταξικούς αγώνες θεμελιωμένη η υπερενενηντάχρονη προσφορά, αντοχή και συνέχεια του ΚΚΕ

Το ΚΚΕ είναι το μοναδικό κόμμα στην Ελλάδα που θεωρεί ως ανάγκη και έχει τις προϋποθέσεις να μελετά επιστημονικά την Ιστορία του. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο χαρακτήρα του ως Κόμματος της εργατικής τάξης, της τάξης που έχει ιστορική αποστολή να ηγηθεί στον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας.

Η δυνατότητα και η ικανότητα ενός ΚΚ να μελετά την Ιστορία του αποτελεί στοιχείο της ανάπτυξής του, εφόσον η μελέτη της συγκροτεί διαδικασία συνειδητοποίησης λαθών, των παραγόντων που οδήγησαν σε αυτά και εξαγωγής συμπερασμάτων, με σκοπό να γίνει πιο διεισδυτική και αποτελεσματική η δράση του ΚΚ στην οργάνωση της ταξικής πάλης για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Με αυτή την έννοια γίνεται διαδικασία έμπνευσης για συνειδητή ηρωική δράση, ιδιαίτερα από τις νέες γενιές των κομμουνιστών.

Θεωρητικά, αυτά τα χαρακτηριστικά αφορούν κάθε Κομμουνιστικό Κόμμα. Υπάρχουν Εργατικά, Κομμουνιστικά Κόμματα που άντεξαν στη λαίλαπα της αντεπανάστασης 1989 - 1991. Ομως, πολλά έχασαν τη δυνατότητα να γίνουν οι μελετητές της Ιστορίας τους, γιατί έχασαν τον επαναστατικό εργατικό χαρακτήρα τους, αυτοδιαλύθηκαν ή μεταλλάχθηκαν σε άλλου τύπου κόμματα, έκοψαν τη συνέχεια του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα τους, παρέδωσαν τα κομματικά αρχεία στον ταξικό εχθρό. Από την τρεμοσβήνουσα φλόγα, μέσα στις στάχτες τους, αναγεννιούνται νέα Κομμουνιστικά Κόμματα. Και αυτό, γιατί ο ιστορικός ρόλος της εργατικής τάξης στην κοινωνική εξέλιξη υφίσταται αντικειμενικά και ανεξάρτητα από το συσχετισμό των δυνάμεων στην ταξική πάλη. Υφίσταται, ανεξάρτητα από την επαναστατική άνοδο ή υποχώρηση, από τη νίκη της αντεπανάστασης στο ιστορικά πρώτο εγχείρημα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης κατά τον 20ό αιώνα.

Ο επαναστατικός χαρακτήρας κάθε Κομμουνιστικού Κόμματος επιβεβαιώνεται σε διαφορετικές ιστορικές συνθήκες, στο βαθμό που κατορθώνει να αναπτύσσει τη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία και να επεξεργάζεται πολιτική, με γνώση των νομοτελειών της κοινωνικής εξέλιξης και θεμελίωση πάνω σε αυτές. Το ΚΚΕ έδωσε σκληρή μάχη στην παραπάνω κατεύθυνση σε διάφορες φάσεις της Ιστορίας του. Σε αυτό το γεγονός οφείλεται η διαχρονικότητα και η μακροβιότητά του.

Το ΚΚΕ στην 93χρονη πορεία του επέδειξε σταθερή προσήλωση σε θεμελιώδεις αρχές για ένα επαναστατικό Εργατικό, Κομμουνιστικό Κόμμα, όπως την αναγνώριση του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στην κοινωνική εξέλιξη και της μαρξιστικής - λενινιστικής ιδεολογίας ως επαναστατικής θεωρίας για την επαναστατική πολιτική δράση. Δεν αποκήρυξε ποτέ την ταξική πάλη, τη σοσιαλιστική επανάσταση, τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Το ΚΚΕ άντεξε στη δίνη της νίκης της αντεπανάστασης στη Σοβιετική Ενωση και στα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Ευρώπη και στην Ασία. Αυτή η αντοχή δεν είναι τυχαία. Σφυρηλατήθηκε με ιστορικούς δεσμούς αίματος με την εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του.

Από το 1918 το ΚΚΕ έδωσε πολιτικό περιεχόμενο στους εργατικούς αγώνες ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, με τίμημα πολλούς νεκρούς, βασανισμένους και διωκόμενους. Πρωτοστάτησε στον ένοπλο αγώνα ενάντια στην ξένη κατοχή με την Αντίσταση του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ. Με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, δύο φορές, το Δεκέμβρη του 1944 και στην τρίχρονη πάλη (1946 - 1949) του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), το εργατικό κίνημα με επικεφαλής το ΚΚΕ και το σύμμαχο αγροτικό κίνημα συγκρούστηκαν ένοπλα με την αστική εξουσία, την οποία στήριξαν με άμεση στρατιωτική ιμπεριαλιστική επέμβαση η Μ. Βρετανία αρχικά και οι ΗΠΑ στη συνέχεια.

Η πάλη του ΚΚΕ κατά τη δεκαετία 1940 - 1949, με τον ένοπλο αγώνα του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, το Δεκέμβρη του 1944 και το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας (1946 - 1949), αποτελεί τη μεγαλύτερη προσφορά του Κόμματός μας στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, καθώς και τη μεγαλύτερη συμβολή του στη δράση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος κατά τον 20ό αιώνα.

Προσφορά μεγάλου μεγέθους, πολιτικής και ηθικής σημασίας, συνιστά η ηρωική πάλη του ΚΚΕ, πριν και μετά από το 1949, στα στρατοδικεία, στα εκτελεστικά αποσπάσματα, στις φυλακές και στους τόπους εξορίας, στην παρανομία. Σε συνθήκες ανείπωτων διωγμών το ΚΚΕ διατήρησε ζωντανούς τους δεσμούς του με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα των πόλεων και της υπαίθρου. Αυτό ισχύει για όλη τη μακροχρόνια περίοδο της παρανομίας 1949 - 1974.

Παρά τη δεξιά οπορτουνιστική στροφή με την 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (1956), το ΚΚΕ δεν έγινε τμήμα του λεγόμενου «ευρωκομμουνισμού». Βρήκε τη δύναμη να διαχωριστεί από αυτόν και να ανοίξει πολύχρονο μέτωπο ενάντιά του, στη βάση της υπεράσπισης των γενικών αρχών του μαρξισμού - λενινισμού. Η διαπάλη με τον δεξιό αναθεωρητισμό κρίθηκε αποφασιστικά στη 12η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (1968). Ο διαχωρισμός βασικών δυνάμεων του Κόμματος από τις «ευρωκομμουνιστικές» δυνάμεις, που συγκρότησαν στη συνέχεια το λεγόμενο «ΚΚΕ εσωτερικού», έδωσε στο ΚΚΕ τη δύναμη να προχωρήσει αποφασιστικά στη δημιουργία παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, να ιδρύσει το 1968 την Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας (ΚΝΕ), να δράσει ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία 1967 - 1974 και να επιβάλει την ανοιχτή δράση του πριν από τη θεσμική νομιμοποίησή του κατά την περίοδο αποκατάστασης του αστικού κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα.

Οι τόσο βαθιές ιστορικές ρίζες του εξηγούν γιατί το ΚΚΕ στην κρίση του 1991 κατόρθωσε να εξασφαλίσει την ιστορική του συνέχεια, παρά την αποχώρηση μεγάλου μέρους των δυνάμεών του. Είχε προηγηθεί η εκδήλωση της εσωκομματικής κρίσης (1989) με την αποχώρηση ορισμένων μελών της ΚΕ που είχε εκλεγεί από το 12ο Συνέδριο (12 - 16 Μάη 1987) και τη διάσπαση της ΚΝΕ. Καθώς έφτανε στο απόγειο η αντεπανάσταση στην ΕΣΣΔ και στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, στο ΚΚΕ κορυφώθηκε η διαπάλη και η κρίση με την ολόπλευρη αναθεωρητική ιδεολογική - πολιτική και οργανωτική επίθεση. Σε αυτήν ηγήθηκε σημαντικό τμήμα μελών της ΚΕ που εκλέχθηκε από το 13ο Συνέδριο (19 - 24 Φλεβάρη 1991) και αποχώρησε από το ΚΚΕ (10η Ολομέλεια της ΚΕ, 23 Ιούνη 1991).

Το ΚΚΕ στάθηκε όρθιο και μπόρεσε στη συνέχεια να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του, καθώς και την ΚΝΕ. Αρχισε μια νέα περίοδος στην πολυκύμαντη διαδρομή του.

Θεμελιακές θέσεις - συμπεράσματα για την επαναστατική στρατηγική

Από την ιστορική έρευνα επιβεβαιώθηκαν θεμελιακές θέσεις και αναδείχθηκαν συμπεράσματα για τη στρατηγική ενός Κομμουνιστικού Κόμματος:

Α. Η εποχή μας είναι εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, αφού ο καπιταλισμός έχει μπει στο αντιδραστικό στάδιό του εδώ και πάνω από έναν αιώνα. Πέρασε δίχως επιστροφή η εποχή των αστικοδημοκρατικών επαναστάσεων, που έδιναν ώθηση στην κοινωνική πρόοδο ανατρέποντας την εξουσία των φεουδαρχών και καταργώντας τα υπολείμματα των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής.

Ιστορικό προοίμιο της εποχής μας αποτέλεσε η Παρισινή Κομμούνα (1871). Ο χαρακτήρας της εποχής, που ο καπιταλισμός μπήκε στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, τεκμηριώθηκε θεωρητικά από τον Β. Ι. Λένιν και επιβεβαιώθηκε στην πράξη με την πραγματοποίηση της Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία (1917), καθώς και με την εκδήλωση σοσιαλιστικών επαναστάσεων στη συνέχεια, ανεξάρτητα από τη νικηφόρα ή όχι έκβασή τους. Η ανατροπή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης με την επικράτηση της αντεπανάστασης δεν αναιρεί αυτή την επαναστατική κοινωνική - πολιτική κίνηση ως αναγκαιότητα, επικαιρότητα και προοπτική.

Β. Ο χαρακτήρας της επανάστασης, ως το κεντρικό στοιχείο της στρατηγικής ενός Κομμουνιστικού Κόμματος που δρα σε συνθήκες καπιταλιστικής εξουσίας, δεν προσδιορίζεται με κριτήριο τον υπάρχοντα συσχετισμό δυνάμεων, αλλά από την ωρίμανση των υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό. Η τελευταία καθορίζει την αναγκαιότητα και την επικαιρότητά του. Ο ελάχιστος αναγκαίος βαθμός ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων υπάρχει και όταν η εργατική τάξη αποτελεί μειοψηφική δύναμη ως ποσοστό στον Οικονομικά Ενεργό Πληθυσμό, από τη στιγμή που αυτή αποκτά συνείδηση της ιστορικής της αποστολής με τη συγκρότηση του Κόμματός της. Η κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης με τα λαϊκά στρώματα και κάθε μορφή πολιτικής έκφρασής της πρέπει να εξυπηρετεί την προσέγγιση του στρατηγικού στόχου της εργατικής εξουσίας, που εκφράζει τα συμφέροντα της λαϊκής πλειοψηφίας.

Γ. Ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, επομένως δεν μπορεί να υπάρχει και κάποιος ενδιάμεσος τύπος εξουσίας. Ο χαρακτήρας της εξουσίας θα είναι ή αστικός ή εργατικός (προλεταριακός). Η άποψη - θέση για τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα εγκαθίδρυσης ενδιάμεσης εξουσίας δεν επιβεβαιώθηκε σε καμία χώρα.

Από τη μελέτη της περιόδου με την οποία ασχολείται ο παρών τόμος επιβεβαιώνεται ότι η εργατική τάξη με τους συμμάχους της μισοπρολετάριους, φτωχούς αγρότες και αυτοαπασχολούμενους των πόλεων, πρέπει να αγωνιστεί μέχρι την τελική λύση του προβλήματος της εξουσίας, την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας με την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Αποδείχθηκε στην πράξη ότι ήταν λάθος η υιοθέτηση, από το ΚΚΕ και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, «ενδιάμεσου» στόχου εξουσίας, που χαρακτηριζόταν είτε ως «επαναστατική εξουσία αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα» ή «Λαϊκή Δημοκρατική Κυβέρνηση», είτε ως «αντιιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή εξουσία» ή ως «αντιμονοπωλιακή διακυβέρνηση».

Η αναγνώριση του παραπάνω λάθους και η ανάλογη διόρθωση της στρατηγικής θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης σε κάθε χώρα, αλλά και στην ιδεολογική και πολιτική ενότητα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Είναι ζήτημα προς ιστορική μελέτη, σε ποιες συνθήκες και γιατί δεν κυριάρχησε σε όλη τη διάρκεια της Κομμουνιστικής Διεθνούς η θετική πείρα της Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία, αλλά, αντίθετα, γενικεύτηκε προγενέστερη στρατηγική επεξεργασία του Κόμματος των Μπολσεβίκων και του Λένιν, που αφορούσε την περίοδο 1905 έως το Φλεβάρη του 1917, μέχρι τότε δηλαδή που υπήρχε ακόμα στη Ρωσία φεουδαρχική πολιτική εξουσία με τη μορφή της τσαρικής απολυταρχίας.

Σε αυτές τις συνθήκες ο Λένιν είχε προσδιορίσει έναν ενδιάμεσο στόχο ανάμεσα στη φεουδαρχική και την εργατική και όχι ανάμεσα στην αστική και την εργατική εξουσία. Εναν ενδιάμεσο στόχο με τη μορφή της «Επαναστατικής Δημοκρατικής Δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς» ή μιας «προσωρινής επαναστατικής κυβέρνησης», κυρίως των αγροτών - μικροαστών, στην οποία δεν απέκλειε, υπό όρους, τη συμμετοχή εκπροσώπων (πληρεξουσίων) του Κόμματος των Μπολσεβίκων. Η επανάσταση του Φλεβάρη έφερε στην εξουσία μια αστική κυβέρνηση, ενώ διατηρούνταν η επαναστατική κατάσταση, με την εργατική τάξη και την αγροτιά ένοπλα οργανωμένες στα σοβιέτ.

Με τις «Θέσεις του Απρίλη» (1917) ο Λένιν έθεσε άμεσα το στόχο της εργατικής εξουσίας, έτσι ώστε το Κόμμα των Μπολσεβίκων να προετοιμάσει και να πραγματοποιήσει με επιτυχία τη Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία. Ο Λένιν αξιοποίησε την άρνηση - αδυναμία της αστικής κυβέρνησης, από το Φλεβάρη 1917 και στη συνέχεια, να αντιμετωπίσει οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, όπως του πολέμου και της επιβίωσης εκατομμυρίων φτωχών αγροτών και εργατών. Η επαναστατική εργατική εξουσία, η δικτατορία του προλεταριάτου - και όχι κάποια ενδιάμεση εξουσία - έλυσε τα προβλήματα της ειρήνης, της γης στους αγρότες, της ισοτιμίας των γυναικών, των εθνοτήτων, γενικά τα λεγόμενα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, ανοίγοντας ταυτόχρονα το δρόμο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Αργότερα, αυτή η γραμμή αντιπαρατέθηκε με την τροτσκιστική, που απέρριπτε τη δυνατότητα εδραίωσης της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία με την προσέλκυση των ατομικών εμπορευματοπαραγωγών, κυρίως των αγροτών, χωρίς τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης σε χώρες της Ευρώπης.

Στην περίοδο 1941-1944 η προβληματική στρατηγική των σταδίων στο ΚΚΕ στηρίχθηκε στην απόφαση της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ (1934) και σε αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του 6ου Συνεδρίου του ΚΚΕ (1935). Εκφράστηκε επίσης στη στρατηγική γραμμή της 2ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης (1942) και στην Προγραμματική Διακήρυξη «Λαοκρατία και Σοσιαλισμός» (1943). Σε αυτή τη βάση πραγματοποιήθηκαν οι λαθεμένες πολιτικές επιλογές των Συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτας από την ηγεσία του ΚΚΕ, που είχαν επιπλέον το στοιχείο του συμβιβασμού με τις αστικές δυνάμεις.

Το 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ υπογράμμισε στο κλείσιμο της συζήτησης του δεύτερου θέματος ότι δεν πρέπει να συγχέεται ο χαρακτήρας της εξουσίας με τις μεταβατικές «στιγμές» του ιστορικού χρόνου και επανέλαβε την προγραμματική θέση του 15ου Συνεδρίου για τις μεταβατικές «στιγμές»:

«"Σε συνθήκες κορύφωσης της ταξικής πάλης, επαναστατικής ανόδου του λαϊκού κινήματος, όταν η επαναστατική διαδικασία έχει ξεκινήσει, μπορεί να προκύψει κυβέρνηση, ως όργανο λαϊκής εξουσίας, που έχει την έγκριση και τη συγκατάθεση του αγωνιζόμενου λαού, χωρίς γενικές εκλογές και κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Αυτή η κυβέρνηση θα ταυτίζεται ή θα την χωρίζει τυπική απόσταση από την εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της".

Για το Κόμμα μας είναι καθαρό ότι ο χαρακτήρας της εξουσίας είναι η Δικτατορία του Προλεταριάτου, χωρίς να μπερδεύεται σε ενδιάμεσες μορφές εξουσίας.

Είναι άλλο ζήτημα εκ των υστέρων, δηλαδή από την ιστορική έρευνα, να διαπιστωθεί η πολυμορφία που μπορεί να δώσει η διαδικασία κατά την οποία δεν έχει ακόμα ανατραπεί η αστική εξουσία αλλά έχει ξεκινήσει η αποδυνάμωσή της, ο κλονισμός της. Είναι ζήτημα ιστορικής έρευνας οι μορφές που παίρνουν σε κάθε ιστορική περίπτωση οι διαβαθμίσεις στον κλονισμό της αστικής εξουσίας.

Π.χ., οι πρώτες κυβερνήσεις που διαμορφώθηκαν από τα αντιφασιστικά μέτωπα στις χώρες που απελευθερώθηκαν από τον Κόκκινο Στρατό, δεν ήταν επαναστατικές εργατικές εξουσίες (Δικτατορία του Προλεταριάτου), συμμετείχαν και αστικές δυνάμεις. Γι' αυτό γρήγορα αναπτύχθηκε πάλη για το "ποιος - ποιον" και λύθηκε, στις περισσότερες περιπτώσεις, με κατάκτηση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας (Δικτατορία του Προλεταριάτου). Η πορεία των πραγμάτων δεν πρέπει να αποσπάται από την ύπαρξη των δυνάμεων του Κόκκινου Στρατού.

Παρεμφερές είναι το ζήτημα σχετικά με τη Μογγολία. [...] Αλλά και στην περίπτωση της Κουβανέζικης Επανάστασης δεν υπάρχει ενδιάμεση εξουσία και ενδιάμεσος κοινωνικο-οικονομικός σχηματισμός. Κρίκος έναρξης της επαναστατικής διαδικασίας υπήρξε ο εθνικο-ανεξαρτησιακός ένοπλος αγώνας που καταστάλαξε και αντικειμενικά έλυσε το πρόβλημα με τη μετατροπή του σε σοσιαλιστικό.

Η ΠΕΕΑ δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ενδιάμεση εξουσία, αλλά όντως είναι μια "μεταβατική στιγμή" σε μια διαδικασία που τελικά κατέληξε σε ισχυροποίηση της αστικής εξουσίας.

Ούτε η "δυαδική εξουσία" στη Ρωσία επαληθεύει ενδιάμεση εξουσία»1.

Δ. Από την ίδια οπτική, της επαναστατικής στρατηγικής, το Δοκίμιο αντιμετωπίζει και τις σχέσεις του ΚΚΕ με το ΚΚΣΕ και τα άλλα ΚΚ εξουσίας.

Κρίνεται η γραμμή αυτών των ΚΚ που επέδρασαν στην ισχυροποίηση και επικράτηση οπορτουνιστικών δυνάμεων στο ΚΚΕ, στο χαρακτήρα της 6ης Πλατιάς Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ (1956), και όχι οι στενοί ή ακόμα και άτυποι οργανωτικοί δεσμοί έκφρασης αυτής της σχέσης. Γι' αυτό το λόγο το Δοκίμιο, αναφερόμενο στην πρωτοβουλία των 6 ΚΚ να συγκαλέσουν την 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ, υιοθετεί τον όρο «παρέμβαση» και όχι «επέμβαση».

Αλλωστε, η πρακτική της «παρέμβασης» του ΚΚΣΕ και άλλων αδελφών ΚΚ στο ΚΚΕ ήταν νομιμοποιημένη στη συνείδηση της ηγεσίας και των μελών του ΚΚΕ, ως μια άτυπη οργανική σχέση συνέχειας των προγενέστερων οργανικών σχέσεων που χρονολογούνταν από την ένταξη του Κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή.2 Εξάλλου γι' αυτό δεν αμφισβητήθηκε από το καθοδηγητικό όργανο του Κόμματος, αρχικά ούτε από τον ΓΓ της ΚΕ Ν. Ζαχαριάδη, ούτε από τα μέλη του ΠΓ. Επιπλέον αυτή η σχέση ενισχυόταν από το γεγονός ότι χιλιάδες μαχητές, μαχήτριες και στελέχη του ΔΣΕ, αλλά και η ηγεσία του ΚΚΕ ζούσαν ως πολιτικοί πρόσφυγες στην ΕΣΣΔ και σε άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Βεβαίως, το πώς υλοποιείται η σχέση του προλεταριακού διεθνισμού ανάμεσα σε κόμματα διαφορετικών χωρών, σχετίζεται με την ιδεολογική - θεωρητική κατεύθυνση κάθε ΚΚ και γενικότερα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Ως ουσιαστικές κομμουνιστικές σχέσεις, που ανταποκρίνονται στην ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης, θεωρούμε την ιδεολογική - στρατηγική ενότητα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, με ενιαίους στόχους πάλης συνολικά απέναντι στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα και την έκφρασή της με οργανικούς δεσμούς που εξασφαλίζουν και ουσιαστικές διμερείς και πολυμερείς συζητήσεις κριτικής και αυτοκριτικής. Κάθε ΚΚ οφείλει να συμβάλλει στην ενότητα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αναλαμβάνοντας την ευθύνη να διαμορφώνει επαναστατικό πρόγραμμα για τη χώρα του και παλεύοντας τις αναθεωρητικές και οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις. Η υποχρέωση στην τεκμηριωμένη δημιουργική κομμουνιστική κριτική και η ικανότητα αποδοχής της αφορά κάθε ΚΚ, ανεξάρτητα από το εύρος της επιρροής στη χώρα του, ανεξάρτητα από το ρόλο που διαδραματίζει σε παγκόσμια κλίμακα.

Ε. Το Δοκίμιο εξετάζει τον οπορτουνισμό ως ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα που έχει κοινωνική βάση. Σημαντική πηγή του οπορτουνισμού αποτελούν τα μικροαστικά στρώματα που συμπιέζονται ή και καταστρέφονται από τη διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, την επέκταση των μονοπωλιακών ομίλων. Ιδιαίτερα σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, τα μικροαστικά στρώματα, ενώ αγανακτούν και εναντιώνονται στην κυβερνητική πολιτική, επιζητούν τη διατήρηση της οικονομικής τους θέσης με την επιστροφή σε προηγούμενη, ξεπερασμένη πια, ιστορική περίοδο του καπιταλισμού, στο προμονοπωλιακό του στάδιο, που επέτρεπε σε μεγαλύτερο βαθμό την επιβίωσή τους. Γίνονται φορείς μιας ιδεολογίας και πολιτικής πρακτικής που ουτοπικά επιδιώκει είτε να αμβλύνει το μονοπωλιακό ανταγωνισμό, είτε να στρέψει τη φορά του καπιταλισμού προς τα πίσω. Αυτά τα στρώματα, προσεγγίζοντας την εργατική τάξη ή και εντασσόμενα σε αυτήν μετά από την καταστροφή τους, πιέζουν το εργατικό κίνημα να υιοθετήσει θέσεις «εξανθρωπισμού» του καπιταλισμού.

Αλλά και η εργατική τάξη δεν είναι ομοιόμορφη. Την αποτελούν τμήματα διαφορετικού μεγέθους εισοδήματος, καθώς και διαφορετικής πολιτικής και ταξικής εμπειρίας, αφού η διεύρυνση της εργατικής τάξης γίνεται με τη συνεχή επέκταση της καπιταλιστικής μισθωτής εργασίας σε νέους και παλιούς κλάδους.

Ιδιαίτερα πρέπει να επισημανθεί το στρώμα της εργατικής αριστοκρατίας, δηλαδή το ενσωματωμένο και εξαγορασμένο από το καπιταλιστικό σύστημα τμήμα της εργατικής τάξης, το οποίο επίσης συγκροτεί μία βασική πηγή του οπορτουνιστικού φαινομένου, γιατί αποτελεί το φορέα της ταξικής συνεργασίας στο εργατικό κίνημα.

Ο αναθεωρητισμός και ο πολιτικός οπορτουνισμός εκδηλώνονται μέσα στο πολιτικό εργατικό κίνημα, στα ίδια τα ΚΚ. Αναπαράγονται, όχι μόνο από πολιτικούς φορείς του οπορτουνισμού που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της διάσπασης του ΚΚ, π.χ. το «ΚΚΕ εσωτερικού» μετά από τη διάσπαση του 1968 ή ο Συνασπισμός με την ενσωμάτωση σε αυτόν των δυνάμεων που αποσχίστηκαν το 1991 από το ΚΚΕ. Αναπαράγονται και με την εκ νέου επίδραση του συμβιβασμού στο εσωτερικό των ΚΚ. Η μη έγκαιρη και συνεπής αντιμετώπιση του οπορτουνισμού είναι δυνατό, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, να μεταλλάξει πλήρως ένα κομμουνιστικό κόμμα, να το μετατρέψει σε αστικό κόμμα σοσιαλδημοκρατικού τύπου.

Οι οπορτουνιστικές δυνάμεις συχνά ενισχύονται στις απότομες στροφές της ταξικής πάλης, είτε στην άνοδο είτε στην υποχώρησή της. Με το μεγάλο κύμα της αντεπανάστασης της τελευταίας 20ετίας, η πίεση της αστικής ιδεολογίας εκφράστηκε με γενικευμένη αναθεώρηση θεμελιωδών θέσεων της κομμουνιστικής ιδεολογίας και οπορτουνιστική προσαρμογή στο σύστημα.

Ομως η ιστορία του ΚΚΕ και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος δείχνει ότι η λαθεμένη στρατηγική επιλογή ενός ΚΚ δεν οφείλεται πάντοτε σε διάθεση συμβιβασμού με το σύστημα. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση η μη έγκαιρη διόρθωση του λάθους δίνει έδαφος στην ενίσχυση του οπορτουνισμού.

Η καταδίκη της πάλης του ΔΣΕ ως σεχταριστικής ήταν οπορτουνιστικού χαρακτήρα στάση προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Επίσης οπορτουνιστική επιλογή, και μάλιστα διαλυτική, ήταν η απόφαση για τη διάλυση των παράνομων κομματικών οργανώσεων στην Ελλάδα και τη διάχυση των κομματικών μελών στην ΕΔΑ.

Ομως, σε διάκριση προς τα παραπάνω, υπήρξαν και λάθη που δεν οφείλονταν σε συμβιβαστική διάθεση και πολιτική πρακτική, αλλά σε αδυναμία αντικειμενικής εκτίμησης του συσχετισμού των δυνάμεων εσωτερικά και διεθνώς, π.χ. λάθη που αφορούσαν την καθυστέρηση στο ξεκίνημα του ΔΣΕ.

Για να εκτιμηθεί αν κάποια επιλογή με αρνητικές συνέπειες στον αγώνα της εργατικής τάξης συνιστά παρέκκλιση εξαιτίας θεωρητικής και πρακτικής αδυναμίας ή οπορτουνιστική επιλογή συμβιβασμού, χρειάζεται συγκεκριμένη ανάλυση των παραγόντων που οδήγησαν σε αυτή.

Η δράση του ΚΚ περικλείει τόσο περισσότερο τη δυνατότητα λαθεμένων επιλογών, μεγαλύτερης ή μικρότερης σημασίας, όσο πιο νεαρό είναι το κόμμα, όπως ήταν το ΚΚΕ μέχρι την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με περιορισμένη εμπειρία και γνώση.

Ωστόσο, το κόμμα κρίνεται και από την ικανότητά του να διορθώνει τα λάθη του τεκμηριωμένα και αποφασιστικά, έγκαιρα και με συλλογικές διαδικασίες. Σε αντίθετη περίπτωση τα λάθη γίνονται καθοριστικά στην έκβαση της ταξικής πάλης.

Στο συγκεκριμένο μέγεθος και το χαρακτήρα των λαθών, στον εντοπισμό και τη διόρθωσή τους ή όχι, αποτυπώνεται η ωριμότητα-ικανότητα του ΚΚ, καθώς και ο ρόλος των ηγετικών προσώπων που η επίδρασή τους στην επιτάχυνση (ή επιβράδυνση) της γενικής πορείας της ανάπτυξης είναι αντιστρόφως ανάλογη προς το γενικό επίπεδο του κόμματος.

Η συγγραφή της ιστορίας του Κόμματος σε κάθε περίπτωση έχει ταξική αφετηρία και περιεχόμενο, αφού εξετάζει την εξέλιξη της στρατηγικής του, την εξέλιξη όλης της πολιτικής του δράσης, στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Διερευνά την επίδραση του Κόμματος στην εξέλιξη της ταξικής πάλης, με κριτήριο την κατεύθυνσή της προς το στόχο της κοινωνικής απελευθέρωσης και μάλιστα σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης. Αναδεικνύει διαχρονικά συμπεράσματα από τη σκοπιά της προσέγγισης του στόχου της εργατικής εξουσίας. Οδηγεί σε βαθύτερη γνώση της ταξικής πάλης σε διεθνές επίπεδο.

Συνοψίζοντας, επισημαίνονται τα εξής διαχρονικά αναγκαία για κάθε ΚΚ:

  • Η αυτοτελής ιδεολογική - πολιτική δράση του Κόμματος σε οποιεσδήποτε συνθήκες, η αυτοτελής θεωρητική δουλειά του, η έγκαιρη, με επιστημονικά δεδομένα και διαλεκτική - υλιστική ανάλυση των εγχώριων και διεθνών οικονομικών εξελίξεων, της επίδρασής τους στις κοινωνικές δυνάμεις και των προσαρμογών που προκαλούν στο εποικοδόμημα. Αναδεικνύεται ως συμπέρασμα ότι καθυστέρηση ή λάθη σε θεωρητικό επίπεδο οδηγούν σε λάθη στρατηγικής, ανεξάρτητα από τα χαρακτηριστικά της ταξικότητας, της επαναστατικής διάθεσης και στάσης της ηγεσίας του Κόμματος, ανεξάρτητα δηλαδή από τη γενική αποδοχή και διακήρυξη της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού.
  • Αναγκαιότητα είναι η οργανωτική αυτοτέλεια του ΚΚ σε όλες τις συνθήκες, νόμιμης-ημινόμιμης ή παράνομης δράσης, άτυπης ή πιο συγκροτημένης συμμαχίας με άλλες δυνάμεις. Αναγκαιότητα της πάλης για τα δικαιώματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών δυνάμεων είναι και η δράση για την ντε φάκτο κατοχύρωση της ανοιχτής δημόσιας δράσης του Κόμματος, όταν βρίσκεται σε συνθήκες ολικής ή μερικής κρατικής απαγόρευσης.

Αναγκαιότητα είναι η οργανωτική του συγκρότηση να στηρίζεται στην εργατική τάξη, να υπάρχουν ΚΟΒ και ενδιάμεσα καθοδηγητικά όργανα σε κάθε περίπτωση, εξασφαλίζοντας σε συνθήκες παρανομίας την περιφρούρηση και την ευελιξία στη λειτουργία τους.

Θεωρητικά και μεθοδολογικά προβλήματα στην ανάλυση του ελληνικού καπιταλισμού

Θεωρητικά και μεθοδολογικά προβλήματα στην ανάλυση του Κόμματος για τον ελληνικό καπιταλισμό, σε συνδυασμό με αποφάσεις του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αποτέλεσαν τη γνωσιολογική βάση στη λαθεμένη επιλογή του ΚΚΕ να προτάξει του γενικού στόχου για το σοσιαλισμό ένα αστικοδημοκρατικό στάδιο εξουσίας, ως αναγκαίο για να ωριμάσουν οι υλικές προϋποθέσεις του περάσματος στο σοσιαλισμό, καθώς και οι υποκειμενικές που αφορούσαν τη συμμαχία της εργατικής τάξης με τα πολυπληθή αγροτικά στρώματα. Αυτά τα προβλήματα αφορούσαν το επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, τη θέση του στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα και το χαρακτήρα της εξουσίας.

Ενα από τα συμπεράσματα που προκύπτει από την ανάλυση των κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών εξελίξεων της περιόδου που εξετάζει ο Β' τόμος, είναι ότι στα προβλήματα στρατηγικής του ΚΚΕ επέδρασαν και προγενέστερα προβλήματα αναλύσεών του, όσον αφορά την εξέλιξη του ελληνικού καπιταλισμού.

Επίσης, την περίοδο αυτή οι εκτιμήσεις του Κόμματος επηρεάζονταν από τη διαπάλη που διεξαγόταν ανάμεσα στα τμήματα της αστικής τάξης και ρεύματα της αστικής ιδεολογίας, τα οποία είχαν τη ρίζα τους στην περίοδο του Μεσοπολέμου, κάποια και πριν από το Μεσοπόλεμο. Αυτές οι επιδράσεις κατά κύριο λόγο αφορούσαν τον ταξικό χαρακτήρα της εκβιομηχάνισης, του θεσμού της βασιλείας στην Ελλάδα, των σχέσεων εξάρτησης του ελληνικού κράτους από ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Το ελληνικό κράτος είχε από τη γέννησή του πολύ περιορισμένη έκταση και κυρίως περιορισμένο πληθυσμό, περιορισμένη εσωτερική αγορά, που ήταν παράγοντας καθυστέρησης της εσωτερικής κεφαλαιακής συσσώρευσης. Τα πιο σημαντικά αστικά κέντρα, όπου υπήρχε ελληνόφωνος πληθυσμός (Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη), έμειναν έξω από αυτό, ενώ καθυστέρησε η ένταξη της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων.

Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα η αστική εξουσία επιδίωκε να επεκτείνει την επικράτειά της, αποσπώντας εδάφη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, εξασφαλίζοντας συμμαχίες με ηγετικές καπιταλιστικές δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία). Η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας την καθιστούσε αντικείμενο του ενδιαφέροντος ισχυρών καπιταλιστικών κρατών. Η σχετική καθυστέρηση και η μικρή πολιτική και στρατιωτική δύναμη της Ελλάδας είχαν ως συνέπεια να διαμορφωθούν εξαρχής ισχυροί δεσμοί πολιτικής - στρατιωτικής και οικονομικής εξάρτησης από ηγετικές δυνάμεις του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος. Ενα στοιχείο αυτών των εξαρτήσεων ήταν και ο θεσμός της βασιλείας, που εγκαθιδρύθηκε και ενσωματώθηκε στο ελληνικό αστικό κράτος με την παρέμβαση ξένων δυνάμεων.

Ωστόσο, αν και η καταγωγή του θεσμού της βασιλείας ανάγεται σε προγενέστερο σύστημα, η βασιλεία είχε ενσωματωθεί εξαρχής στο ελληνικό καπιταλιστικό κράτος, έστω και με αντιθέσεις. Ηταν οργανικό στοιχείο του αστικού πολιτικού συστήματος. Οι αντιθέσεις της βασιλείας με αστικά πολιτικά κόμματα ήταν ενδοαστικού χαρακτήρα και όχι αντιθέσεις ανάμεσα στις αστικές και στις φεουδαρχικές δυνάμεις, ενώ ταυτόχρονα αποτελούσαν και αντανάκλαση διεθνών καπιταλιστικών ανταγωνισμών. Παράδειγμα η σύγκρουση ανάμεσα στην κυβέρνηση που συγκρότησε ο Ελ. Βενιζέλος το 1916 στη Θεσσαλονίκη και στη βασιλική κυβέρνηση της Αθήνας. Δυνάμεις του πρώτου, με τη βοήθεια γαλλικού στρατού, βομβάρδισαν τον Πειραιά και έφτασαν μέχρι το Ζάππειο, γιατί η κυβέρνηση της Αθήνας ήθελε την Ελλάδα ουδέτερη στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, γεγονός που ευνοούσε τη Γερμανία. Αποτέλεσμα των ίδιων αιτιών ήταν και οι συμμαχίες της βασιλείας, όχι μόνο με τα λεγόμενα βασιλικά, αλλά και με τα φιλελεύθερα κόμματα. Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι οι στρατιωτικές δικτατορίες και τα αποτυχημένα πραξικοπήματα είχαν και φιλελεύθερη προέλευση (Πλαστήρας, Κονδύλης, Πάγκαλος, Βενιζέλος κ.ά.) και βασιλική (Κονδύλης, ως μετέπειτα βασιλικός, Μεταξάς κ.ά.).

Το σύνολο των αντιθέσεων δεν ερμηνεύθηκε πάντοτε αντικειμενικά από το ΚΚΕ, γεγονός που επέδρασε και στη στρατηγική του.

Οσον αφορά τα τμήματα της αστικής τάξης που είχαν έδρα τη Σύρο, την Υδρα, την Πάτρα, τη Χίο και που ασχολούνταν με τη ναυτιλία και το εμπόριο, ήδη ήταν αρκετά διεθνοποιημένα. Στρέφονταν περισσότερο στην εξωτερική παρά στην εσωτερική αγορά, επειδή εκεί απομυζούσαν μεγάλα κέρδη. Το ίδιο και τα τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης που είχαν εγκατασταθεί στην Οδησσό, στην Αλεξάνδρεια3, στο Λίβερπουλ, σε παραδουνάβιες πόλεις και αλλού.

Το ελληνικό κράτος άσκησε πολιτική συντήρησης των αγροτών μικρών εμπορευματοπαραγωγών (διανομή μικρού κλήρου, επιδότηση ορισμένων καλλιεργειών κλπ.). Στη δεκαετία του 1920 βασικά ολοκληρώθηκε η τελευταία αγροτική μεταρρύθμιση, με το μοίρασμα τσιφλικιών σε ακτήμονες. Από την άλλη, το μεγαλύτερο ποσοστό (πάνω από 80%) των εκτάσεων που δόθηκαν στους πρόσφυγες, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία και στη Θράκη μετά τη Συνθήκη της Λοζάνης (1923), ως αποτέλεσμα της αναγκαστικής ανταλλαγής των πληθυσμών που προέβλεπε η Συνθήκη, ήταν εκτάσεις που μέχρι τότε καλλιεργούσαν Τούρκοι και Βούλγαροι, οι οποίοι μετεγκαταστάθηκαν στην Τουρκία και στη Βουλγαρία αντίστοιχα. Από το 1917 είχε ιδρυθεί ειδικό Υπουργείο Γεωργίας, ενώ το 1929 ιδρύθηκε η Αγροτική Τράπεζα.

Από την ιστορική μελέτη του Δοκιμίου αναδεικνύονται τα εξής ζητήματα ως προς τη σχέση οικονομίας - πολιτικής:

1. Στην Ελλάδα ενισχύθηκε η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση κεφαλαίου κατά τις δεκαετίες του Μεσοπολέμου. Ωστόσο, λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού, η ελληνική καπιταλιστική κοινωνία παρέμενε σε χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης συγκριτικά με άλλες καπιταλιστικές κοινωνίες, όπως αυτές της Δυτικής Ευρώπης.

Στον παρόντα τόμο αναδεικνύεται πώς διαπλεκόταν η μεταπολεμική ανασυγκρότηση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας με στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ, αλλά και καπιταλιστικών κρατών της Δυτικής Ευρώπης.

Στην εξέλιξη του Σχεδίου Μάρσαλ αποτυπώνονται όλη η πορεία και οι αντιφάσεις της ξένης επέμβασης ενάντια στο λαϊκό κίνημα για τη σταθεροποίηση του ελληνικού καπιταλισμού. Παρόλο που αρχικά προβλεπόταν η στήριξη της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης στρατιωτικά και οικονομικά, με μια ορισμένη εκβιομηχάνιση, τελικά στηρίχθηκε κυρίως η στρατιωτική ανασυγκρότηση. Βασικός στόχος του Σχεδίου ήταν να τσακιστεί το λαϊκό κίνημα και παράλληλα να εξασφαλιστούν τα γενικότερα συμφέροντα του αγγλοσαξωνικού ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή, να γίνει η Ελλάδα προχωρημένο φυλάκιο κατά των σοσιαλιστικών κρατών.

Τελικά, η εκβιομηχάνιση πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο που εξετάζεται, κυρίως μέσω της εσωτερικής συσσώρευσης κεφαλαίου, όπως δείχνει χαρακτηριστικά και το γεγονός ότι μετά το 1949 υπήρξε σημαντική περικοπή της λεγόμενης ξένης βοήθειας προς την Ελλάδα.

Στο ουσιαστικό ζήτημα της στρατηγικής του ΚΚΕ, δηλαδή τον προσδιορισμό του στόχου εξουσίας ως επαναστατικής εργατικής, δικτατορίας του προλεταριάτου, με την οποία συνδέεται και η επίλυση των ιμπεριαλιστικών εξαρτήσεων, το ΚΚΕ έχει τοποθετηθεί με προγραμματικές και άλλες επεξεργασίες, με αφετηρία το 15ο Συνέδριο (1996). Εχει αναδείξει στην πορεία τις αλλαγές στη θέση της χώρας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα με πιο ενεργητική ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ΕΕ, στο αναδομημένο ΝΑΤΟ.

2. Στην περίοδο 1941-1944 υπήρξε ξένη κατοχή, αναστολή της εθνοκρατικής ανεξαρτησίας της Ελλάδας. Το ζήτημα της ανεξαρτησίας αφορούσε και την εργατιά - αγροτιά, αλλά και την αστική τάξη και το Παλάτι, από τη σκοπιά της θέσης που είχαν στη νομή της αστικής εξουσίας.

Η δράση κατά της ξένης κατοχής ήταν συνυφασμένη με το ταξικό συμφέρον κάθε κοινωνικής δύναμης. Από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των συμμάχων της η πάλη για απαλλαγή από την ξένη κατοχή μπορούσε και έπρεπε να γίνει κρίκος για την ανάπτυξη των επαναστατικών δυνάμεων. Ο απελευθερωτικός αγώνας ή θα συνδεόταν με τον αγώνα κατάκτησης - εδραίωσης της εργατικής εξουσίας και των συμμάχων της, οπότε θα καταργούνταν γενικά οι σχέσεις ανισοτιμίας και εξάρτησης ή θα οδηγούσε στην εδραίωση της αστικής εξουσίας με νέους, καλύτερους ή χειρότερους, όρους στη θέση της χώρας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Ο Β' τόμος του Δοκιμίου Ιστορίας αναδεικνύει ότι με τη λήξη της ξένης Κατοχής, επιδεινώθηκε η θέση της Ελλάδας σε σύγκριση με την προπολεμική περίοδο, ενισχύθηκαν οι ανισότιμοι όροι εξάρτησης για μια δεκαετία περίπου με απευθείας ανάμιξη της ξένης συμμαχικής καπιταλιστικής δύναμης, των ΗΠΑ, στους μηχανισμούς του ελληνικού κράτους. Αυτή η ανάμιξη ήταν απόλυτα αναγκαία στην εγχώρια αστική τάξη και το πολιτικό της σύστημα, προκειμένου να σταθεροποιήσει την εξουσία της, που κινδύνευσε. Βέβαια ήταν αναγκαία και για τις ΗΠΑ, προκειμένου να εδραιώσουν τα δικά τους συμφέροντα.

Η Ιστορία του ΚΚΕ υπόθεση του εργατικού κινήματος

Η Ιστορία του ΚΚΕ είναι η Ιστορία της ιδεολογικής, οργανωτικής και πολιτικής χειραφέτησης της εργατικής τάξης στην Ελλάδα από την αστική. Γι' αυτό στην υπερενενηντάχρονη πορεία του δέχθηκε και συνεχίζει να δέχεται την αντικομμουνιστική επίθεση με όλες τις μορφές: Την πιο ωμή κρατική βία - φυλακίσεις, εξορίες, θανατικές ποινές και εκτελέσεις για δήθεν εθνική προδοσία - τη συκοφάντηση της προσφοράς του στον απελευθερωτικό αγώνα με τη διαστρέβλωση γεγονότων, με το «ξαναγράψιμο της Ιστορίας της Αντίστασης 1941-1944» και την απαξίωση της Ιστορίας του ΔΣΕ και του ηγέτη του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, που συνδέθηκαν με περιόδους ανόδου της ταξικής πάλης.

Κάθε βήμα ιδεολογικής και πολιτικής ισχυροποίησης του ΚΚΕ στις σύγχρονες συνθήκες εξαγριώνει τον ταξικό αντίπαλο και ταυτόχρονα τον κάνει πιο ευέλικτο στη χρησιμοποίηση αποστατών, αναχωρητών, οπορτουνιστών προερχόμενων από τις γραμμές του ΚΚΕ.

Ασπίδα του Κόμματός μας είναι η ίδια η εργατική τάξη, οι πρωτοπόροι νέοι και νέες εργατικής και λαϊκής καταγωγής, οι συνειδητοί επιστήμονες και επιστημόνισσες, γιατί επιστήμη σημαίνει αλήθεια, γιατί αλήθεια για την κοινωνική πρόοδο σημαίνει σοσιαλιστική - κομμουνιστική προοπτική.

Σημειώσεις:

1. Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ - Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα, με επίκεντρο την ΕΣΣΔ - Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό, εκδ. ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα, 2009, σελ. 151-152.

2. Το Α' Εθνικόν Συμβούλιον του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Ελλάδος (ΣΕΚΕ), που έγινε από τις 31 Μαΐου έως 5 Ιουνίου 1919 (18 -23 Μαΐου με το παλιό ημερολόγιο), αποφάσισε να αποχωρήσει το ΣΕΚΕ από τη Β' Διεθνή και να προπαρασκευάσει το έδαφος για την προσχώρηση στην Γ' Διεθνή. Το Β' Συνέδριο του ΣΕΚΕ 18-25 Απριλίου 1920 (5-12 Απριλίου με το παλιό ημερολόγιο) αποφάσισε την οργανική προσχώρηση του ΣΕΚΕ στη Γ' Διεθνή («Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 1, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1974, σελ. 31 και 62).

3. Ενα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελεί η ελληνική παροικία της Αιγύπτου. Οι εκεί Ελληνες καπιταλιστές συμμετείχαν ή ίδρυσαν πολυάριθμες εταιρείες (αποκλειστικής ευθύνης και εκμετάλλευσης της ποτάμιας ναυσιπλοΐας, ασφαλιστικές, κτηματικές, τουριστικές, ύδρευσης - άρδευσης κ.ά.), συνολικά 197 εταιρείες μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Το 1872 οι Κωνσταντίνος Σαλβάγος, Εμμανουήλ Μπενάκης και Ιωάννης Χωρέμης ίδρυσαν την Τράπεζα Αλεξάνδρειας. Το 1898 ο Σαλβάγος πρωτοστάτησε στη συγκρότηση της National Bank of Egypt με 25.000 μετοχές. Στο ΔΣ συμμετείχαν οι Αμβρόσιος Ζερβουδάκης, Εμμανουήλ Μπενάκης και Αμβρόσιος Ράλλης. Ολοι είχαν ισχυρούς δεσμούς με το εγγλέζικο χρηματιστικό κεφάλαιο. Οι ίδιοι ίδρυσαν το 1899 την ελληνοαιγυπτιακή βιομηχανική επιχείρηση The Egyptian Salt & Soda Co. Ltd., με κεφάλαιο 485.347 λίρες Αγγλίας και ομολογίες 82.290 λίρες Αγγλίας. Το 1901 ιδρύθηκε το Ελληνικό Εμπορικό Επιμελητήριο Αλεξάνδρειας με πρωτοβουλία του Εμμανουήλ Μπενάκη. Από το 1901 έως το 1912 ο εμπορικός οίκος Χωρέμη - Μπενάκη πραγματοποιούσε το 1/7 των συνολικών αιγυπτιακών εξαγωγών.

Το 1910 ο Εμμανουήλ Μπενάκης εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και τον ίδιο χρόνο εκλέχθηκε βουλευτής Αττικοβοιωτίας με το βενιζελικό κόμμα. Το 1911 έγινε υπουργός Γεωργίας, Εμπορίου και Βιομηχανίας. Το 1914 εκλέχθηκε δήμαρχος Αθηναίων. Κατηγορήθηκε και παραπέμφθηκε σε δίκη ως ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Ιωνα Δραγούμη (1920), στη διαπάλη βενιζελικών - βασιλικών. (Ματούλας Τομαρά - Σιδέρη: «Αλεξανδρινές Οικογένειες Χωρέμη - Μπενάκη - Σαλβάγου», εκδ. «ΚΕΡΚΥΡΑ», Αθήνα 2007, 2η έκδοση).

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Βασικά συμπεράσματα της πάλης του ΚΚΕ από την Κατοχή έως τη Βάρκιζα(2022-12-03 00:00:00.0)
Ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά για την επαναστατική συγκρότηση του ΔΚΚ(2021-05-29 00:00:00.0)
Κάλεσμα στους εργάτες για δυνάμωμα της αντικαπιταλιστικής πάλης(2013-11-09 00:00:00.0)
Για τις Θέσεις της ΚΕ(2013-03-21 00:00:00.0)
Για τη σχέση του Κομμουνιστικού Κόμματος με τη διανόηση(2010-07-25 00:00:00.0)
Ο σοσιαλισμός σήμερα είναι πιο αναγκαίος, πιο επίκαιρος(2007-12-15 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ