Συμπαθητική ιταλική δραματική κωμωδία που ξεχειλίζει από αυθεντικά συναισθήματα και απουσία συναισθηματισμών. Σαν σύνολο, η ταινία αδιαμφισβήτητα εντάσσεται στο είδος της παραδοσιακής ιταλικής κωμωδίας, παρόλο που εκπέμπει ανεπαίσθητα και ασχηματοποίητα την αίσθηση του ξαναζεσταμένου φαγητού. Κι αυτό λόγω των διάσπαρτων στοιχείων, σχημάτων και καταστάσεων που παραπέμπουν τους συνειρμούς ευθέως σε ταινίες σταθμούς του σύγχρονου ιταλικού σινεμά. Μάλιστα, ο φόρος τιμής στην προϋπάρχουσα ιταλική κωμωδία συγκεκριμενοποιείται με τη «μετακινηματογραφική» αναφορά στην ταινία «Γυναίκα του Παπά» του Ντίνο Ρίζι του 1971. Εν κατακλείδι, τα δομικά στοιχεία της ταινίας συνθέτουν ένα ρεζουμέ από αναγνωρίσιμα και αναγνώσιμα στερεότυπα «ιταλικότητας», εδώ προσαρμοσμένα στο κλειστό περιβάλλον της ιταλικής επαρχίας.
Στο επίκεντρο βρίσκεται μια ώριμη Στεφάνια Σαντρέλι σε όσμωση με το ρόλο της ετοιμοθάνατης σήμερα μητέρας - στο τελευταίο στάδιο του καρκίνου - της Αννας. Της λαϊκής, θηλυκής κοπέλας που σαράντα χρόνια πριν, το 1971, ανακηρύχθηκε «πιο όμορφη μαμά» του Λιβόρνο, της πιο κόκκινης (ακόμα και σήμερα) πόλης της Τοσκάνης (και της Ιταλίας) που ο πολιτικοποιημένος (εδώ πολύ λιγότερο) Πάολο Βιρτσί φροντίζει να το υπενθυμίζει σε αρκετά σημεία του φιλμ, τοποθετώντας σε περίοπτη θέση μέσα στο κάδρο του το λογότυπο του πάλαι ποτέ Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος «PCI».
Δίπλα στην Αννα τα δυο της παιδιά, η Βαλέρια και ο Μπρούνο, που μέσα από τη διαδικασία αποδραματοποίησης του θανάτου, αποδραματοποιούν την ίδια τη ζωή, τη δική τους ζωή και κρατούν την ουσία της, πετώντας κάθε τι περιττό. Στον ίδιο παρανομαστή και η αισθητική της ταινίας, που χαρακτηρίζεται από μια ουσιώδη κομψότητα, φρεσκάδα και αυθορμητισμό, ιδιαίτερα στον τρόπο που οπτικοποιεί αφηγηματικά μια ολόκληρη εποχή και τους ανθρώπους της...
Παίζουν: Μικαέλα Ραματζότι, Στεφάνια Σαντρέλι, Βαλέριο Μασταντρέα, Κλαούντια Παντόλφι, Σέρτζιο Αλμπέλι, Ιζαμπέλα Τσέκι, Ντάριο Μπαλαντίνι, Πάολο Ρουφίνι, Φαμπρίτσια Σάκι κ.ά.
Παραγωγή: Ιταλία (2010).