Κυριακή 8 Μάη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Ο μονόλογος ενός ερημίτη

Γρηγοριάδης Κώστας

Τον βρήκα στο απόμερο καλύβι του, απόγεμα μιας Κυριακής. Καθάριζε άγρια χόρτα, μαζεμένα από την πλαγιά του κοντινού βουνού. Πάνω σ' ένα σοφρά λίγες ελιές, ένα σκόρδο, έ­να κομμάτι ψωμί, ένα μπουκάλι με κόκκινο κρασί, ένα ποτήρι, μια κανάτα νερό. Τον χαιρέτησα, τυπικά, και πήγα να φύγω. Να συνεχίσω τον περίπατο. Με σταμάτησε κάπως αμήχανα.

-- Γιατί τόσο βιαστικός; μου είπε, με φωνή ικετευτική.

-- Οχι, δε βιάζομαι! Αλλά για να μη σε ενοχλήσω...

-- Ελα, κάθισε, αν θέλεις. Μπορούμε να κουβεντιάσουμε...

-- Ευχαριστώ. Κάθισα στο χαμηλό σκαμνί.

-- Είσαι όμορφα εδώ, του είπα - πρέπει να νιώθεις...

-- Θα σου πω - με διέκοψε απότομα! Και συνέχισε:

«Θα κάνω μια εξαίρεση! Δε μιλώ παρά μόνο σε παιδιά, που είναι αθώα! Δεν ξέρω γιατί, μα θα μιλήσω σε σένα. Ακουσέ με. Μη με σταματάς για να με ρωτάς δικά σου. Θα σου πω όσα νιώ­θω πως θέλω να πω. Ακουσε. Και κάνε, ύστερα, όπως ορίζεις»!

Τον ακουγα. Είπα ένα ξερό «ναι» και σταμάτησα - τον κοί­ταξα στα μάτια. Ενιωθα πως ήταν αποφασισμένος να εκμυστη­ρευτεί. Και άρχισε πάλι:

«Εδώ σ' αυτό το καλύβι ζω τριάντα χρόνια. Ημουν πενήντα πέντε όταν ήρθα - τώρα είμαι ογδόντα πέντε. Ζω φυσική ζωή. Τρέφομαι με χόρτα, φρούτα, ελιές, λάδι, όσπρια. Κάπου - κάπου κανένα ψάρι. Είμαι πτυχιούχος της Μαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου, καθηγητής της Μέσης Εκπαίδευσης. Οταν ήμουν μαθητής μισούσα τα Μαθηματικά. Τα φοβόμουν, γιατί δεν τα καταλάβαινα. Ακουγα το πυθαγόρειο θεώρημα και δεν καταλάβαινα γρι! Κάποια χρονιά αλλάξαμε καθηγητή. Ο και­νούργιος ήταν διαφορετικός. Τα απλοποιούσε. Τα έκανε κατανοητα! Κάποια μέρα το 'φερε η ανάγκη να πει το πυθαγόρειο θεώρημα κι αυτός. Εφτιαξε ένα ορθογώνιο τρίγωνο στον πίνακα, έβαλε τα γράμματα και έγραψε: (ΑΒ)2+ (ΑΓ)2= (ΒΓ)2. Δε στα­μάτησε όμως, εκεί. Προχώρησε λίγο πιο πέρα. Σε κάθε πλευρά του τριγώνου σχημάτισε ένα τετράγωνο σχήμα έτσι (βλ.σχήμα).


Και είπε: Αν υποθέσουμε ότι τα τετράγωνα 1,2,3 είναι χω­ράφια, το πυθαγόρειο θεώρημα μας λέει, ακριβώς, ότι το χω­ράφι 1 και το χωράφι 2 μαζί είναι όσο το χωράφι 3. Αυτό θα πει: το τετράγωνο τάδε και το τετράγωνο τάδε είναι ίσα με το τετράγωνο τάδε. Εκείνη τη μέρα φωτίστηκε η σκέψη μου! Και τ' ορκίστηκα: Θα γίνω μαθηματικός - για να μην αφήνω απορίες στα παιδιά. Εγινα. Αφησα απορίες; Δεν ξέρω. Μπορεί όχι, μπορεί και ναι. Ομως φρόντιζα να μην αφήνω».

Κάθισε λίγο σκεφτικός. Και συνέχισε:

«Αν σου πω για τη ζωή μου, μπορεί να σε κουράσω ανώφε­λα. Τι νόημα θα 'χει να σου πω πόσα βάσανα πέρασα! Μήπως είμαι ο μόνος; Θα σου πω, όμως, άλλα. Θα σου πω αυτά που πιστεύω, που κατάλαβα, που νομίζω πως έχουν κάποιο νόημα. Για μένα. Εσύ, ο καθένας, δεν ξέρω πώς και τι βλέπει. Ούτε έχω απαίτηση να μου πει ο καθένας ή να ακούσει τις δικές μου συμ­βουλές. Τότε, θα πεις, γιατί σου τα λέω; Ε, μήπως είναι χρήσιμα για κάποιους. Μόνο γι' αυτό!... Και φυσικά, δεν είναι σοφίες δικές μου. Διαβάσματα είναι. Το μόνο δικό μου είναι πως ό­ταν τα διάβαζα και τα σκεφτόμουνα ήμουνα σύμφωνος. Δεν είχα αντίρρηση. Ελεγα συχνά: έτσι το βλέπω κ' εγώ!

Διάβασα, λοιπόν, διάφορα. Οχι συστηματικά, για να γίνω ει­δικός επιστήμονας. Μόνο για να μπορώ να σκέφτομαι! Εχω τη γνώμη πως το καλύτερο όπλο - χάρισμα για τον άνθρωπο είναι η σκέψη. Πρέπει να σκέφτεται το καθετί. Είτε από μόνος του είτε και με αφορμή αυτά που ακούει, βλέπει ή διαβάζει. Εγώ έμαθα κάπως να σκέφτομαι. Διαβάσματα πολλά δεν έκανα. Αλλά ό,τι διάβαζα το περνούσα από την κρίση μου. Δε δεχόμουν τίποτα αβασάνιστα. «Μα, το λέει ο Αϊνστάιν» μού 'λεγε κανείς. Δεν πει­ράζει, έλεγα. Μπορώ και πρέπει να το σκεφτώ κ' εγώ! Διάβασα κάποιους Προσωκρατικούς φιλόσοφους, όπως τους λένε. Τον Ηράκλειτο! Αυτός ήταν ένα αθώο παιδί σ' όλη τη ζωή του! Προ­σπάθησα να ακολουθήσω τον τρόπο ζωής του. Δεν είναι εύκολο. Επειτα με συνεπήρε ο Επίκουρος. Μ' αυτόν ελευθερώνεται ο άν­θρωπος από τα μικρά πάθη. Είναι όμως, άγνωστος! Δε συμφέρει να γίνει γνωστός. Μην ψάχνεις. Η ανθρωπότητα, αιώνες τώρα, ζει μέσα σε ένα αδιόρατο πλέγμα φοβίας. Δεν ξέρω αν ήταν πάντα έ­τσι. Τώρα ο φόβος - ένας απροσδιόριστος, διάχυτος φόβος - κυριαρχεί στη ζωή των ανθρώπων. Δεν είναι μόνο φόβος για το θάνατο. Είναι κάτι γενικό, ακαθόριστο. Πάντως, ο φόβος του θα­νάτου κυριαρχεί. Πιστεύω πως πολλοί τον ξεπερνούν ατενίζοντάς τον με γενναιότητα! Μόνο έτσι νικιέται αυτός ο φόβος. Βλέ­πεις τους πρώτους Χριστιανούς! Ατρόμητοι στα βασανιστήρια! Μέχρι θανάτου! Τους ήρωες των λαών, που μάχονται για ιδανικά. Δες αυτούς που βασανίστηκαν και πέθαναν στα ξερονήσια ή στα σκοτεινά μπουντρούμια. Γενναίοι! Αφοβο το μάτι τους!

Αν και Μαθηματικός, περισσότερο με συγκινούσε η Ιστο­ρία. Χωρίς αυτή μοιάζουμε τυφλοί. Το ξέρουν καλά εκείνοι που τη διαστρεβλώνουν! Εγώ μπόρεσα να διαβάσω κάποια πράγματα. Δοκίμασα βαθιά απογοήτευση για τη λεηλασία σε βάρος του κόσμου! Πιστεύω πως οι πολλοί ζούνε στο σκοτάδι της αμάθειας. Και ρίχνονται στη μάχη να θησαυρίσουν! Χω­ρίς να λογαριάζουν το πώς! Είναι και μερικοί που βασανίζο­νται από φοβερή ανασφάλεια και γραπώνονται από τα πλούτη για να σωθούν! Στο βάθος είναι δυστυχισμένοι. Το κακό, όμως, είναι ότι κάνουν δυστυχισμένους και τους άλλους... Η αμάθεια, η επιφανειακή θεώρηση των πραγμάτων δημιουργεί αυτούς τους πανικόβλητους. Και ύστερα, μπαίνει στο παιχνίδι αυτό ολόκληρο το σύστημα. Γιατί το βολεύει να υπάρχουν στον κό­σμο στρατιές ανθρώπων που βασανίζονται από το φόβο, την ανασφάλεια. Αυτά τα περιδεή ανθρωπάρια μπορείς να τα κρα­τάς σε αιώνια δουλεία, σε μακροχρόνια υποτέλεια! Τέτοιους μηχανισμούς στήνει το σύστημα. Και οι πολλοί παγιδεύονται. Μπαίνουν μέσα στα γρανάζια. Κι αυτό δουλεύει. Δουλεύει με τις σάρκες των φοβισμένων. Φοβάται μόνο τους Αντάρτες! Μα πού να βρεθούν; Και οι λίγοι που κατά καιρούς παρουσιάζο­νται συκοφαντούνται. Με όλα τα μέσα. Μεθοδικά, ύπουλα. Τό­σο ύπουλα που δύσκολα διακρίνει κανείς πού τελειώνει η αλή­θεια και πού αρχίζει το ψέμα. Και για να γίνουν πιστευτά τα πολλά ψέματα, λένε και κάποιες ολοφάνερες αλήθειες. Ετσι παγιδεύουν τους ανυποψίαστους. Παράλληλα, καλλιεργούν τους φόβους, τις προτροπές για υπακοή, τα κηρύγματα για πει­θαρχία και για «κοίταγμα της δουλειάς σου»!

Σταμάτησε λίγο, ήπιε δυο γουλιές νερό και συνέχισε: «Μπορείς να γίνεις Αντάρτης; Σου λένε πως δε μπορείς! Γιατί ξέρουν πολύ καλά πως μόνο έτσι μπορεί να σωθεί ο κόσμος. Χωρίς αντάρτες, τίποτα δεν έγινε και δε γίνεται στον κόσμο. Μονάχα οι αντάρτες ανοίγουν δρόμους. Οι αντάρτες της ζωής, γενικά. Οι άλλοι, οι συμβιβασμένοι σε όλα, σέρνουν τα βήματα στα βαλτονέρια της μικρότητας. Αξιοθρήνητοι. Κι όσοι είναι βυθισμένοι στα υλικά "πλούτη", φαντάζουν σαν σκαθάρια που κουβαλούν σβόλους από σκατά!! Θύματα του οργανωμένου κα­κού! Ψάξε για όρθιες συνειδήσεις. Δεν υπάρχουν. Ρημαδιό! Το δρεπάνι της ωμής δύναμης των αλαζόνων, των αμαθών, θερί­ζει. Με όλους τους τρόπους. Και τρέμει μόνο τις σφιγμένες γρο­θιές. Μόνο εκείνους που είναι αποφασισμένοι να πεθάνουν. Γιατί αυτοί δε συμβιβάζονται. Δεν πτοούνται. Ξέρουν πως θα πεθάνουν κάποτε. Και προτιμούν να πεθάνουν μια φορά γενναία και τίμια παρά να σέρνονται μια ζωή ζωντανοί - νεκροί! Τι θα ήταν η Επιστήμη, η Τέχνη, η Φιλοσοφία, η Ιστορία, η Ζωή χω­ρίς αντάρτες; Τι θα ήταν ο κόσμος χωρίς τον Προμηθέα Δεσμώ­τη; Χωρίς το Θουκυδίδη; Χωρίς τον Αριστοφάνη;

Ολη η διαφθορά του κόσμου έχει πηγή της την αμάθεια και την ολιγαρχία του υλικού πλούτου. Γι' αυτό δε θα δίσταζα να ε­ξαφανίσω όλους τους δυνατούς του υλικού πλούτου με τον πιο βάρβαρο τρόπο. Θα τους πότιζα βρασμένο χρυσάφι. Το βρίσκω βάρβαρο. Μα πιο βάρβαρο βρίσκω την εξόντωση όλων των λαών της γης από πείνα! Αυτοί οι λαοί που ξεκληρίζο­νται, που βασανίζονται και πεθαίνουν από πείνα, δεν είναι κο­τόπουλα! Δεν είναι σκουλήκια για να τα πατάνε οι μεγιστάνες της δύναμης του πλούτου! Γι' αυτό οργίζομαι!».

Ηπιε πάλι δυο γουλιές νερό. Και συνέχισε χαμηλόφωνα:

«Δεν πιστεύω κανένα Θεό απ' αυτούς που φτιάξανε οι κάθε λογής παπάδες. Το τι μπορεί να κρύβει ο απλός ή διανοούμενος μέσα στη σκέψη του, το αφήνω γι' αυτόν. Είναι δικαίωμά του. Τους Θεούς του εμπορίου τους αρνούμαι! Σκέφτηκες ποτέ πόσοι και πόσο κάνουν εμπόριο τα ιερά και τα όσια; Να, σκέψου: ένα κε­ρί που στοιχίζει δέκα δραχμές, μπορεί να πουληθεί χίλιες! Το πιο απλό, λέω. Τα άλλα φαντάσου τα... Το Θεό των δεσποτάδων τον αρνούμαι. Αναμφισβήτητη απόδειξη της ανυπαρξίας του θεωρώ τη ζωή των ιεραρχών της Εκκλησίας! Αν δεν είχαν τη βεβαιότητα πως «... ουκ έστι Θεός» δε θα διέπρατταν όσα ανόσιά τους ξέρου­με και - προπαντός - δεν ξέρουμε. Γιατί θα ήσαν τα πρώτα θύ­ματα για τη φοβερή κόλαση του Θεού τους. Αφού τα πράττουν, εί­ναι βέβαιοι για την ανυπαρξία του. Εχε υπομονή. Σε κούρασα, ε;

-- Οχι, είπα, καθόλου.

-- «Κλέφτης ή κλεφταποδόχος δε θα μπορούσα να γίνω πο­τέ για υλικά "αγαθά". Εκτός από τα εκκλησιαστικά. Γιατί όλα τα εκκλησιαστικά "αγαθά" - με τον ένα ή τον άλλο τρόπο - είναι προϊόντα κλοπής. Δυο φορές, που μου δόθηκε ευκαιρία, έκλεψα εκκλησιαστικά πράγματα. Μια φορά στη Γενεύη και μια φορά στο Τορόντο. Μια θεία Λειτουργία και μια Καινή Διαθήκη...

Σκέφτηκα σε όλη μου τη ζωή, αν είναι σοφό που ο άνθρω­πος είναι πεπερασμένος. Δεν μπορώ να πω ναι ή όχι. Μπορώ, όμως, να πω πως είναι σοφότατο, που είναι όλοι οι άνθρωποι πεπερασμένοι... Τα λεγόμενα μεγάλα αγαθά, όπως το Δίκαιο, η Ηθική, η Πολιτική, η Θρησκεία, στην πράξη είναι ανυπόστατα! Το αποδεικνύει το γεγονός πως οι δήθεν εκφραστές και λει­τουργοί τους τα ποδοπατούν βάναυσα! Δε συμμερίζομαι τη σεμνότυφη ηθική της θρησκείας. Ηθικό και αληθινό είναι ό,τι είναι ανθρώπινο. Τις πατρίδες των εθνικισμών και τα ρατσι­στικά σύμβολα - κάθε είδους - τα θεωρώ ολέθρια. Μεγάλους θεωρώ μονάχα μερικούς αφανείς εργάτες του πνεύματος που πασκίζουν ν' αλλάξει η μοίρα αυτού του κόσμου. Και, φυσικά, αυτοί ποτέ δεν ονομάζονται μεγάλοι!

Είμαι πολίτης του Κόσμου. Πιστεύω στον άνθρωπο. Θε­ωρώ πρώτη αρετή τη δικαιοσύνη. Πιστεύω πως ο έρωτας είναι πηγή δημιουργίας. Φοβάμαι την υποκρισία των απαίδευτων αν­θρώπων. Με εξοργίζει η ασυνέπεια λόγων και έργων. Τη φτώ­χεια των λόγων τη λογαριάζω πλούτο, αλλά τη φτώχεια των έρ­γων τη θεωρώ πενία. Αν ο άνθρωπος δεν είναι αποφασισμένος για τα χειρότερα, δεν μπορεί να δώσει ποιότητα στη ζωή του. Θα είναι δεσμώτης της φαύλης πεζότητας. Βρίσκω πολύ σοφή την παλιά σκέψη πως ο άνθρωπος δεν ορίζει τίποτα περισσότερο από μια και μοναδική στιγμή! Είναι σοφό. Αλλά δεν το σκεφτό­μαστε... Οχι για να γίνουμε μοιρολάτρες, αλλά για να γίνουμε άνθρωποι! Σήμερα δεν είμαστε άνθρωποι. Η αλλοτρίωση έχει υπερβεί κάθε όριο. Το κακό δεν είναι η αλλοτρίωση, αλλά η έλ­λειψη επίγνωσης της αλλοτρίωσης που μαστίζει την ανθρωπό­τητα. Και το ακόμα χειρότερο, η άγνοια της πηγής της αλλο­τρίωσης. Γι' αυτό, μπροστά στο δίλημμα: τι προτιμώ ανάμεσα σε έναν σύγχρονο άνθρωπο και σ' ένα ζωάκι του λόγγου, κλί­νω προς το δεύτερο. Γιατί είναι αυτό που είναι! Ο σημερινός άνθρωπος τι είναι;» Σταμάτησε πάλι. Με κοίταξε. Δυο γουλιές νερό και: «Ο Επίκουρος με 'μαθε να μη φοβάμαι το θάνατο."Οταν αυτός είναι παρών, εμείς λείπουμε - όταν εμείς υπάρ­χουμε, αυτός είναι απών", είπε. Γιατί, λοιπόν, ο φόβος; Αλλά και κάτι άλλο: το πιο βέβαιο πράγμα στη ζωή είναι ο θάνατος. Γιατί, λοιπόν, τόση ταραχή γι' αυτόν; Για άλλα έπρεπε να φοβά­ται ο άνθρωπος. Και να νοιάζεται. Γι' αυτά, όμως, αδιαφορεί.

Επρεπε να νοιαζόμαστε για τα βάσανα του κόσμου! Για την απανθρωπιά, την πείνα, την αθλιότητα. Για την παγκόσμια αδικία. Για την ευτέλεια, για την υποδούλωση στους έμπορους των ιδανικών. Για τα σκοτωμένα όνειρα των παιδιών!»

Σταμάτησε. Με κοίταξε κατάματα! Κ' έπειτα: «Πρέπει να πολεμήσουμε για την Οικουμένη. Δεν έχουμε πολιτισμό!... Εχουμε πολιτισμό για λιθοβολισμό! Κορδακι­ζόμαστε για τον πλούτο των αριθμών και αδιαφορούμε για την αθλιότητα των λαών. Η πιο αβάσταχτη δυστυχία είναι αυ­τή που υπάρχει, όταν ο πλούτος της γης πλεονάζει. Η πιο με­γάλη ερημιά είναι αυτή που νιώθεις μέσα στο αλλοτριωμένο μεγάλο πλήθος. Γι' αυτό αποσύρθηκα στην ερημιά...».

Σταμάτησε. Εσκυψε το κεφάλι για λίγο. Και μετά: «Κουβαλάω μέσα μου το κατακάθι απ' όσα πρωτόμαθα στραβά. Με καθηλώνουν. Μολύβια δεμένα στα πόδια μου. Φυ­λακισμένος αϊτός. Το μεγάλο κακό γίνεται στα μικρά χρόνια. Οπως και το καλό, αν τύχει στο δρόμο φωτισμένος συνοδοι­πόρος. Κι αυτό το κακό το οργανώνουν πολύ μαστορικά οι "Ερινύες του Ολέθρου"! Μας λαβώνουν στα πρώτα βήματα. Και μας δίνουν ένα ζευγάρι δεκανίκια, για να στέκουμε στα πόδια και να τους υπηρετούμε».

Σταμάτησε πάλι. Εριξε τη ματιά στο άπειρο. Και πάλι: «Ο αγώνας δε γίνεται μονάχα για νίκες. Οι νικημένοι για ι­δανικά έχουν πιο πολύ μεγαλείο, κάποιες φορές. Θα πεις: ρο­μαντικό! Ας είναι. Ετσι το νιώθω. Και έτσι στεριώνει ο άν­θρωπος. Σε κούρασα. Μα ξέρω πως χαμένο δεν πάει τίποτα».

Με κοίταξε κατάματα. Υστερα χαμήλωσε το κεφάλι κ' έμεινε ώρα πολλή σκεφτικός. Σήκωσε πάλι το κεφάλι και με κοίταξε. Ηταν δακρυσμένος!

-- «Δε δακρύζω για μένα! Δακρύζω για την ανημπόρια μου να λευτερώσω τη γη απ' τα δεινά!..».

Ηταν ηλιοβασίλεμα. Το πιο ματωμένο που έχω δει στη ζωή μου!...

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Περιδιαβαίνοντας την αγορά της Μυτιλήνης(2022-07-02 00:00:00.0)
Ζωή μηδέν και στο πηλίκο;..(2007-03-04 00:00:00.0)
Η μετάφραση(2003-08-17 00:00:00.0)
Γράμμα στη γιαγιά μου(2003-02-16 00:00:00.0)
Ταξιδεύοντας σε φουρτουνιασμένο πέλαγος*(2002-03-17 00:00:00.0)
Ο Θεός σας...(2000-10-08 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ