Κυριακή 6 Φλεβάρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΟΙ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΟΙ
Τους «γδέρνουν» καρτέλ και μονοπώλια

Απελπιστική η κατάσταση εξαιτίας της ΕΕ, της ΚΑΠ και της πολιτικής των εκάστοτε κυβερνήσεων

Η υπάρχουσα κατάσταση επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά τη θέση του ΚΚΕ και της ΠΑΣΥ για κατώτατες εγγυημένες τιμές και εισόδημα επιβίωσης στους αγροτοκτηνοτρόφους, για ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής σε όφελος των παραγωγών και των λαϊκών στρωμάτων, καθώς και για προστασία της εγχώριας παραγωγής από τις εισαγωγές ομοειδών προϊόντων
Η υπάρχουσα κατάσταση επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά τη θέση του ΚΚΕ και της ΠΑΣΥ για κατώτατες εγγυημένες τιμές και εισόδημα επιβίωσης στους αγροτοκτηνοτρόφους, για ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής σε όφελος των παραγωγών και των λαϊκών στρωμάτων, καθώς και για προστασία της εγχώριας παραγωγής από τις εισαγωγές ομοειδών προϊόντων
Σε αδιέξοδο βρίσκονται οι μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι. Χρόνο με το χρόνο, μέρα με τη μέρα, η θέση τους χειροτερεύει ως αποτέλεσμα της ακολουθούμενης αντι-κτηνοτροφικής πολιτικής της ΕΕ και των κυβερνώντων, που στηρίζει τα συμφέροντα των καρτέλ και των μονοπωλίων. Χιλιάδες μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι αδυνατούν πλέον να κρατήσουν τα ζώα τους και να συνεχίσουν να παράγουν. Το κόστος παραγωγής όλο και αυξάνεται και, για παράδειγμα, οι ζωοτροφές έχουν φτάσει στα ύψη, ενώ οι τιμές σε κρέας και γάλα όλο και μειώνονται. Το αποτέλεσμα είναι οι μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι να οδηγούνται στη χρεοκοπία, στο ξεκλήρισμα και την ανεργία.

Το 2010 η κατάσταση επιδεινώθηκε περισσότερο σε βάρος των κτηνοτρόφων και σε αυτό συνέβαλε και η πολιτική του μνημονίου και των αντιλαϊκών μέτρων που πήρε η κυβέρνηση. Η τιμή στο κρέας γνώρισε το 2010 νέα μείωση. Για παράδειγμα, στο χοιρινό κρέας η μείωση ήταν 6,7%. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΟΓΑΚ (Ελληνικός Οργανισμός Γάλακτος - Κρέατος) για το χοιρινό κρέας η ανώτερη τιμή εντός του 2009 ήταν 2 ευρώ το κιλό, ενώ το 2010 ήταν 1,80 ευρώ. Για το πρόβειο κρέας, ενώ τον Αύγουστο του 2009 ο παραγωγός εισέπραξε 7,50 ευρώ ανά κιλό, η αντίστοιχη ανώτερη τιμή δεν ξεπέρασε τα 6,11 ευρώ μέσα στο 2010. Και πέρα από τα στοιχεία του ΕΛΟΓΑΚ, η πραγματικότητα λέει ότι η τιμή στα αρνιά έπεσε στα 4,50 ευρώ, ενώ οι καταναλωτές αγοράζουν σε διπλάσια τιμή και άνω. Ιδια είναι η εικόνα και στο γίδινο κρέας, όπου η ανώτερη τιμή παραγωγού στο κατσίκι ήταν τα 7 ευρώ το κιλό το 2009, ενώ το 2010 δεν ξεπέρασε τα 5 ευρώ το κιλό. Στο κοτόπουλο επίσης οι τιμές παραγωγού το 2010 δεν ξεπέρασαν τα 1,80 ευρώ το κιλό, ενώ το 2009 ήταν γύρω στα 2 ευρώ.

Η τιμή στο γάλα επίσης μειώθηκε. Για παράδειγμα στο αιγοπρόβειο γάλα η τιμή μειώθηκε το 2010 από ιδιωτικές γαλακτοβιομηχανίες κατά 4 έως 6 λεπτά το κιλό και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα περισσότερο. Επίσης, στο αγελαδινό γάλα μείωση της τιμής επέβαλε μέχρι και η διορισμένη από την κυβέρνηση διοίκηση της συνεταιριστικής γαλακτοβιομηχανίας «ΔΩΔΩΝΗ».

Από την άλλη οι ζωοτροφές ανέβηκαν κατά 50% περίπου και αξίζει να αναφερθεί ότι το κόστος των ζωοτροφών αποτελεί το 60% με 70% του κόστους παραγωγής των κτηνοτρόφων. Κι από κοντά ανέβηκαν ΦΠΑ, καύσιμα, ρεύμα και ό,τι άλλο αύξησε η πολιτική της κυβέρνησης, της τρόικας και του μνημονίου. Μέχρι και την ηλεκτρονική σήμανση των ζώων καλούνται να πληρώσουν οι κτηνοτρόφοι.

Μπρος σε αυτή την κατάσταση, οι μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι της χώρας αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την κτηνοτροφία. Τρανταχτό είναι το παράδειγμα της αγελαδοτροφίας. Μέσα στη δεκαετία 2000-2010 ο αριθμός των αγελαδοτρόφων μειώθηκε κατά 63,5%! Από 12.402 που ήταν το 2000 έφτασαν να είναι μόλις 4.623 το 2010. Φυσικά από τη μέση βγήκαν οι μικροί και μεσαίοι παραγωγοί αγελαδινού γάλακτος.

Η χώρα όμως είναι ελλειμματική σε αγελαδινό γάλα. Αλλά οι γαλακτοβιομηχανίες δεν έχουν πρόβλημα και συνεχίζουν να κερδοσκοπούν σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών, κάνοντας μαζικές εισαγωγές. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι από την ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ, τώρα ΕΕ, μειώθηκε δραστικά η αυτάρκεια της χώρας στο κρέας. Στα κοτόπουλα από 100% που ήταν το 1980 μειώθηκε στο 67%, στο βοδινό αντίστοιχα από 66% έπεσε στο 27%, στο αιγοπρόβειο από 92% στο 80% και στο χοιρινό από 84% στο 41%. Εφτασαν τα πράγματα ώστε το έλλειμμα του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου το 2009 σε κρέατα, παρασκευάσματα κρέατος, γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά να φτάσει στα 1,5 δισ. ευρώ, όταν το συνολικό έλλειμμα σε όλα τα αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα ήταν το έτος αυτό 2,4 δισ. ευρώ. Δηλαδή το 60% του ελλείμματος.

Η κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, συνεχίζει την πολιτική εμπαιγμού σε μια προσπάθεια συγκάλυψης της αντικτηνοτροφικής πολιτικής που εφαρμόζει. Η κοροϊδία αυτή έχει να κάνει για παράδειγμα με τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών για παράταση των άτοκων δανείων, που έδωσε η προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ, για τρία χρόνια ακόμα. Αλλά εδώ η κοροϊδία ήταν διπλή. Τα λεγόμενα άτοκα δάνεια έγιναν έντοκα και σε πολλούς κτηνοτρόφους η ΑΤΕ τους κράτησε χρήματα από την επιδότηση του 2010, ενώ η κυβέρνηση έλεγε ότι θα δοθεί παράταση. Γίνεται όμως φανερό πως ούτε τα άτοκα δάνεια δίνουν λύση, ούτε η όποια παράταση αποπληρωμής δίνει λύση. Ούτε επίσης τα δάνεια μέσω του αγροτικού ΤΕΜΠΜΕ. Λύση δεν δίνουν ακόμα ούτε τα αγροτικά καλάθια ανά περιφέρεια, ούτε τα παρατηρητήρια τιμών, ούτε τα δημοπρατήρια. Επίσης, κοροϊδία αποτελεί η ανακοίνωση ίδρυσης διεπαγγελματικής γάλακτος, αφού πάλι οι μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από τις διεπαγγελματικές. Πράγμα που φάνηκε καθαρά στο λάδι και στο κρασί, όπου ήδη έχουν δημιουργηθεί διεπαγγελματικές. Οσο υπάρχουν καρτέλ και μονοπώλια οι μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι δεν πρόκειται να δούνε άσπρη μέρα. Και η νέα αναθεώρηση της ΚΑΠ για μετά το 2013 θα επιφέρει ακόμα μεγαλύτερα πλήγματα στους μικρομεσαίους κτηνοτρόφους και θα τους περικόψει ακόμα περισσότερο τις επιδοτήσεις.

Η διέξοδος

Η υπάρχουσα κατάσταση επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά τη θέση του ΚΚΕ και της ΠΑΣΥ, για κατώτατες εγγυημένες τιμές και εισόδημα επιβίωσης στους αγροτοκτηνοτρόφους, για ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής σε όφελος των παραγωγών και των λαϊκών στρωμάτων, καθώς και για προστασία της εγχώριας παραγωγής από τις εισαγωγές ομοειδών προϊόντων. Το ΚΚΕ και η ΠΑΣΥ θέτουν και άμεσα αιτήματα, όπως η μείωση του κόστους παραγωγής στους μικρομεσαίους κτηνοτρόφους με κατάργηση του ΦΠΑ στις ζωοτροφές και τα άλλα αγροτικά εφόδια, καθώς και τον έλεγχο της κερδοσκοπίας στους εμπόρους. Επίσης, να επιδοτηθούν οι ζωοτροφές και ακόμα να διαγραφούν τα χρέη των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων.

Η λύση στο πρόβλημα βρίσκεται στην πρόταση του ΚΚΕ και της ΠΑΣΥ για μια άλλη αγροτική ανάπτυξη, που θα καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του λαού μας με καλής ποιότητας και ασφαλή για την υγεία τρόφιμα, μέσα από την αξιοποίηση όλων των παραγωγικών δυνάμεων, θα διασφαλίζει βιώσιμο εισόδημα στους μικρομεσαίους κτηνοτρόφους. Για να εφαρμοστεί, όμως, αυτή η άλλη πολιτική, χρειάζονται πολλοί και σκληροί αγώνες για την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών και την ανάδειξη της Λαϊκής Εξουσίας και Λαϊκής Οικονομίας. Βασικό εργαλείο θα είναι ο παραγωγικός συνεταιρισμός, ο οποίος θα δουλεύει δίπλα στις καθετοποιημένες κρατικές επιχειρήσεις και θα υπάρχει κρατικός κεντρικός σχεδιασμός.

Με βάση αυτά τα κριτήρια η κτηνοτροφία αποκτά πρώτη προτεραιότητα, με στόχο την αυτάρκεια στα ζωοκομικά προϊόντα και σε χρονοδιάγραμμα που θα εξαρτάται από τις αντικειμενικές συνθήκες κάθε επιμέρους κλάδου. Για να υλοποιηθεί αυτός ο στόχος χρειάζεται ριζική αναδιάρθρωση της φυτικής παραγωγής για να αυξηθούν οι καλλιέργειες που παράγουν ζωοτροφές, όπως τα κτηνοτροφικά ψυχανθή και τα δημητριακά και αναβάθμιση των βοσκότοπων. Χρειάζεται η συνεταιριστικοποίηση της κτηνοτροφίας σε παραγωγικούς συνεταιρισμούς και η καθετοποίηση της αγροτικής παραγωγής, δηλαδή η σύνδεση της κτηνοτροφίας με τη γεωργία, που στη χώρα μας σε μεγάλο βαθμό είναι αποσυνδεδεμένη.

Ο παραγωγικός συνεταιρισμός της λαϊκής οικονομίας, που αποτελεί την εναλλακτική λύση στη μεγάλη κτηνοτροφική επιχείρηση του καπιταλισμού, αντιμετωπίζει με τον καλύτερο τρόπο το βασικό διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, που είναι ο μικρός και πολυτεμαχισμένος κλήρος. Δημιουργεί κτηνοτροφικές μονάδες με άριστο μέγεθος που προσδιορίζεται με οικονομικά και βιολογικά κριτήρια. Μειώνει αισθητά το κόστος παραγωγής. Συνδέει την κτηνοτροφία με τη γεωργία. Αποτρέπει το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων κτηνοτρόφων και αναζωογονεί οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά την ύπαιθρο και προστατεύει και το περιβάλλον. Για να ανταποκριθεί στο ρόλο του ο παραγωγικός συνεταιρισμός στηρίζεται πολύπλευρα από το λαϊκό κράτος, το οποίο, με κρατικές επιχειρήσεις παραγωγής αγροτικών εφοδίων και μηχανημάτων και μεταποίησης των αγροτικών προϊόντων, μειώνει το κόστος παραγωγής και εξασφαλίζει φθηνά και υγιεινά τρόφιμα στο λαό.

Η πρόταση του ΚΚΕ για τη λαϊκή οικονομία συγκρούεται με τα συμφέροντα των πολυεθνικών, των εμποροβιομηχάνων και των μεγαλοαγροτών. Συγκρούεται με τις πολιτικές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και της ΕΕ που εξυπηρετούν αυτά τα συμφέροντα. Γι' αυτό η υλοποίησή της απαιτεί λαϊκή εξουσία, η οποία θα αναδειχτεί και θα στηριχτεί σ' ένα λαϊκό μέτωπο στο οποίο σημαντικός θα είναι και ο ρόλος των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων. Αν δεν δημιουργηθούν οι πολιτικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή της λαϊκής οικονομίας, το ξεκλήρισμα και των μικρομεσαίων κτηνοτρόφων είναι αναπόφευκτο. Γι' αυτό ο αγώνας τους για την προώθηση των άμεσων αιτημάτων τους θα έχει καλύτερα αποτελέσματα αν οργανωθούν μέσα από τις γραμμές της ΠΑΣΥ και αν συντονιστούν σε κοινό μέτωπο με τους εργαζόμενους, τους αυτοπασχολούμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα, σε μια κατεύθυνση ανατροπής της ακολουθούμενης αντιλαϊκής - αντιαγροτικής πολιτικής, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των καρτέλ και των μονοπωλίων και με στόχο την εφαρμογή μιας πραγματικά φιλολαϊκής - φιλοαγροτικής πολιτικής.


Κώστας ΔΕΤΣΙΚΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ