Παρασκευή 5 Γενάρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΜΑΧΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ - ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ
Με καλυμμαύκι την υποκρισία

  Η κούφια αντιπαράθεση για το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες έδωσε την ευκαιρία, στην μεν ηγεσία της Εκκλησίας να ξεδιπλώσει τα σχέδιά της, στη δε  κυβέρνηση να εμφανιστεί με ένα ψευδεπίγραφο «προοδευτικό» προσωπείο

Ενα σκηνικό, όχι και τόσο συνηθισμένο, στήθηκε το 2000, με κορυφαία φάση του το καλοκαίρι με τις περιβόητες «λαοσυνάξεις» για το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Το καλυμμαύκι της υποκρισίας, που φοράει η ιεραρχία, συναντήθηκε με την κυβερνητική αλαζονεία και τον ψευτοπροοδευτισμό και πρωταγωνίστησαν σε μια παράσταση αποπροσανατολισμού του λαού. Σε μια κούφια διαμάχη κυβέρνησης και Εκκλησίας, με πρόσχημα τις αστυνομικές ταυτότητες. Αφετηρία, από την οποία απομακρύνθηκαν και οι δύο πλευρές ήταν, για τη μεν κυβέρνηση, τάχα, η «προστασία των προσωπικών δεδομένων» των πολιτών, για τη δε ιεραρχία, η «προστασία της ελληνορθόδοξης ταυτότητας» των Ελλήνων πολιτών. Βρήκαν, όμως, στην πορεία την ευκαιρία για να ξεδιπλώσουν τα σχέδιά τους.

Με την πάροδο του χρόνου, αυτό που αναδείχτηκε ήταν μια προσπάθεια διχασμού του λαού και διαχωρισμού του με κριτήριο τις θρησκευτικές ή μη πεποιθήσεις του, όπως από την πρώτη στιγμή είχε επισημάνει το ΚΚΕ. Μέσα από αυτό το κλίμα, και οι δύο πόλοι της διαμάχης προσπάθησαν, παίζοντας στις πλάτες του λαού, να αποκομίσουν οφέλη. Στο σκηνικό αυτό, επιχειρήθηκε να παγιδευτεί ο λαός είτεσυμμετέχοντας στα εκκλησιαστικά συλλαλητήρια είτε συμπράττοντας με την κυβέρνηση σε ένα ψευδεπίγραφο «προοδευτικό» μέτωπο εξαπάτησης του ίδιου του λαού, το οποίο αναζήτησε η κυβέρνηση ως συγχωροχάρτι και άλλοθι για όλα της τα ανομήματα. Ωστόσο, κανένας από τους δύο πόλους δεν έθιξε το ουσιαστικό ζήτημα της υπερώριμης ανάγκης χωρισμού Εκκλησίας - κράτους.

Λαϊκό βάπτισμα της Εκκλησίας

Στα πλαίσια αυτά, η ιεραρχία διεκδίκησε την επιβεβαίωση του λαϊκού της ερείσματος, πραγματοποιώντας δύο μεγάλων διαστάσεων συλλαλητήρια, «λαοσυνάξεις» όπως τα αποκάλεσαν. Το πρώτο έγινε στη Θεσσαλονίκη την Τετάρτη 14 Ιούνη και το δεύτερο στην Αθήνα την Τετάρτη 21 Ιούνη. Στη «λαοσύναξη» της πλατείας Συντάγματος, ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος βρήκε την ευκαιρία να δώσει λαϊκό βάπτισμα στο πολιτικό πλαίσιο δράσης της Εκκλησίας, το οποίο επιχείρησε να περιγράψει με την ομιλία του, η οποία αποτελεί και την πολιτική πλατφόρματης ιεραρχίας.

Με όσα είπε ο αρχιεπίσκοπος, προσπάθησε να οριοθετήσει πολιτικά τις θέσεις της Εκκλησίας, αλλά και το ρόλο που διεκδικεί. Ετσι, τάχθηκε υπέρ της «παγκοσμιοποίησης», του ευρωπαϊκού προσανατολισμού και της ΟΝΕ. Ταυτόχρονα όμως ...απέρριψε ότι η Εκκλησία κάνει πολιτική και ότι διεκδικεί να συγκυβερνήσει. Οσο δε για το θέμα των ταυτοτήτων, επανέλαβε το επιχείρημα ότι το ζήτημα αυτό αποτελεί το πρώτο βήμα μιας σειράς ανάλογων αλλαγών, που αποβλέπουν στο «θρησκευτικό αποχρωματισμό της κοινωνίας».

Στη συγκέντρωση του Συντάγματος, ο αρχιεπίσκοπος, κρατώντας το λάβαρο της επανάστασης του 1821, που μεταφέρθηκε για τις ανάγκες του σκηνικού στο βήμα της συγκέντρωσης, προανήγγειλε την έναρξη εκστρατείας συγκέντρωσης υπογραφών ανά ενορία υπέρ της διεξαγωγής δημοψηφίσματος για την προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Εκανε μια ομιλία καθαρά πολιτική, αφού από τις πρώτες φράσεις του ήταν και αυτή ότι «η Εκκλησία τίθεται και πάλι επικεφαλής του λαού μας». Στο τέλος, δε, εκτός κειμένου, απευθυνόμενος στο λαό, τον χαρακτήρισε «περιούσιο και ευλογημένο».

Επιβεβαίωση του καθεστωτικού ρόλου της Εκκλησίας

Επιβεβαίωσε τον καθεστωτικό ρόλο της Εκκλησίας και ειδικά τη συμβολή της στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό. «Ο κόσμος, είπε, δε θέλει να αλλοιωθεί η παράδοσή του στο βωμό της οποιασδήποτε επιδίωξης. Εχουμε κατ' επανάληψη διακηρύξει ότι είμαστε σε μόνιμο ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Η Εκκλησία βοήθησε με όλες τις δυνάμεις της όλους τους πρωθυπουργούς της χώρας, από τον κ. Κ. Καραμανλή, τον κ. Γ. Ράλλη, τον κ. Α. Παπανδρέου, τον κ. Κ. Μητσοτάκη μέχρι και τον κ. Κ. Σημίτη, στην επίτευξη της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας.Συνομολογεί στα περισσότερα οικονομικά και αναπτυξιακά μεγέθη της παγκοσμιοποίησης, και ιδίως σ' εκείνα που μέσα τους περιέχουν τη φροντίδα για τον άνθρωπο και την κοινωνική δικαιοσύνη. Και γι' αυτό χαιρέτισε με ειλικρίνεια τη χτεσινή ένταξη της χώρας μας στην ΟΝΕ».

Εφθασε, μάλιστα, στο σημείο να αναγάγει τον πολιτικό ρόλο που διεκδικεί η Εκκλησία στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. «Θεωρούν, είπε, όπως και κατ' αλήθειαν είναι, ότι η Εκκλησία έχει έναν πνευματικό και ηθικό ρόλο μέσα στην κοινωνία και ότι η λαοσύναξη αυτή δε συνάδει με το ρόλο της αυτό. Εχουν λάθος. Η Εκκλησία είναι μεν μεγάλη πνευματική δύναμη, που εκπορεύεται από τη θεία προέλευσή της. Αλλά είναι και μιαμεγάλη λαϊκή δύναμη που προέρχεται από τον πιστό λαό της».

Απαρίθμησε δε μια σειρά θεμάτων, που καλύπτουν όλο το πολιτικό και κοινωνικό φάσμα ενδιαφερόντων, στα οποία η Εκκλησία διεκδικεί να έχει λόγο, και όχι μόνο: «Ερωτώ. Είναι ανεπίτρεπτος ο λόγος να είναι και "πολιτικός", με την έννοια του υπέρ της αξιοπρεπείας και ιστορικής προοπτικής αυτού του τόπου λόγος; Είναι απαγορευμένος και "πολιτικός" δήθεν ο λόγος υπέρ των πτωχών, υπέρ των αδυνάτων, υπέρ των αδικουμένων, υπέρ των πασχόντων, των ταπεινών, των ασθενών; Ο λόγος υπέρ της ιστορικής μνήμης, υπέρ της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης, ο λόγος υπέρ της φιλανθρωπίας και της γενναιοδωρίας, ο λόγος υπέρ της ελπίδας; Είναι "πολιτικός" ο λόγος για την οικογένεια και για τη νεολαία, για το σχολείο και για τα ναρκωτικά, για τα εθνικά μας θέματα;».

Πορεία εξόδου της ιεραρχίας από τους ναούς

Ο αρχιεπίσκοπος, στην ουσία, ανακοίνωσε μια πορεία της ιεραρχίας εξόδου από τους ναούς και στροφής στο λαό. «Θα εβόλευε, είπε, αφάνταστα, αν ήμασταν θιασώτες της αποστεωμένης και απονευρωμένης ποιμαντικής θεολογίας, που είναι ξεκομμένη από τα φλέγοντα προβλήματα των ανθρώπων. Θα εβόλευε αφάνταστα, αν με το λόγο μας δε διεγείραμε συνειδήσεις και αν αφήναμε το δρόμο ελεύθερο σε σχέδια που βλάπτουν τις ψυχές των ανθρώπων της κοινωνίας μας». Στο σημείο αυτό πρόσθεσε τα εξής, που δεν περιλαμβάνονταν στο γραπτό κείμενο της ομιλίας του: «Θαεβόλευε αφάνταστα η Εκκλησία να είναι περιορισμένη μέσα στους τοίχους των ναών».

Ο αρχιεπίσκοπος δε σταμάτησε μετά τη «λαοσύναξη» του Συντάγματος να εξειδικεύει το πολιτικό πλαίσιο δράσης της Εκκλησίας. Στις 29 Ιούνη από την Πνύκα, μέσα από ένα ιδεολογικού περιεχομένου κήρυγμα, όρισε ως ρόλο της Εκκλησίας τη σωτηρία του ελληνικού έθνους, στα πλαίσια της Ενωμένης Ευρώπης και γενικότερα της παγκοσμιοποίησης. «Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, είχε πει, έχει μια διπλή σήμερα αποστολή. Προς τα έσω οφείλει να τονίσει και να τονώσει την πίστη του λαού μας στις υπερούσιες αξίες του ελληνοχριστιανισμού, που αποτελούν ζωτική εντελέχεια του έθνους μας (...). Και προς τα έξω, προς την Ενωμένη Ευρώπη, η Εκκλησία μας έχει και ρόλο και λόγο. (...). Εχει υποχρέωσιν η Εκκλησία μας να μη μείνει απλός θεατής της οικοδόμησης του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι...».

Η εξέλιξη των πραγμάτων, όλο το επόμενο διάστημα, επιβεβαίωσε ότι οι ταυτότητες ήταν μόνο η αφορμή, μιας πρώτης τάξης αφορμή, για να ξεδιπλώσει επιθετικά η ηγεσία της Εκκλησίας τις πρωτοβουλίες της. Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι παρόλο που το θέμα των ταυτοτήτων έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα, το πλαίσιο που αναδείχτηκε μέσα από τις ομιλίες του αρχιεπισκόπου αποτελεί πλέον γενικότερο σημείο αναφοράς, όσον αφορά τη δράση της ιεραρχίας.


Κυριάκος ΖΗΛΑΚΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ