Κυριακή 23 Γενάρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ-ΚΙΝΑ
Οι μπίζνες στο επίκεντρο

Οι πρόεδροι της Κίνας και των ΗΠΑ σε τραπέζι Αμερικανών επιχειρηματιών
Οι πρόεδροι της Κίνας και των ΗΠΑ σε τραπέζι Αμερικανών επιχειρηματιών
Αυτό που ανέδειξε η τετραήμερη - μέσα στη βδομάδα - επίσκεψη του Κινέζου προέδρου Χου Ζιντάο στις ΗΠΑ, είναι ότι οι σχέσεις των δυο χωρών γίνονται όλο και πιο αλληλοεξαρτώμενες, στο φόντο της ραγδαίας ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων στην Κίνα.

Ως στόχος της επίσκεψης εμφανιζόταν και η εκτόνωση της έντασης που επικρατεί με επίκεντρο τη συναλλαγματική ισοτιμία του κινεζικού νομίσματος, του γιουάν, καθώς η «συμβιωτική» αυτή σχέση, ειδικά το τελευταίο χρονικό διάστημα, είναι εξαιρετικά ταραγμένη υπό το βάρος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης.

Η αμερικανική οικονομία κινείται με πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, μόλις με 2,3% το 2010, με τον αριθμό των ανέργων να αυξάνεται συνεχώς και το χρέος της να αγγίζει τα 14 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η Κίνα, εν αντιθέσει, καλπάζει για πολλοστή χρονιά με ρυθμούς 10% (10,3% το 2010) και έχει πλεονάζοντα συναλλαγματικά αποθέματα, σχεδόν 3 τρισεκατομμύρια, μεγάλο μέρος των οποίων, όπως είναι γνωστό, τα έχει εναποθέσει στις ΗΠΑ κατέχοντας σήμερα το 1/5 των αμερικανικών κρατικών ομολόγων. Επιπροσθέτως, οι ΗΠΑ αποτελούν τη βασική εξαγωγική αγορά - σχεδόν το 30% των εξαγωγών της Κίνας διοχετεύονται στις ΗΠΑ και απολαμβάνει ένα εμπορικό πλεόνασμα 266,3 δισ. δολαρίων - αποτελώντας κατ' αυτόν τον τρόπο το βασικό πυλώνα στην ανάδειξη της Κίνας σε μεγάλη εξαγωγική δύναμη υπερσκελίζοντας πέρσι και τη Γερμανία. Ξεπέρασε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ιαπωνίας το 2004, της Ινδίας το 2008, και της Βραζιλίας το 2009. Μάλιστα και ενόσω διαρκούσε η επίσκεψη Ζιντάο, ανακοινώθηκε ότι η Κίνα αναδείχθηκε σε δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, ξεπερνώντας την Ιαπωνία. Καταλύτες της ανάπτυξης ήταν η βιομηχανική παραγωγή, οι άμεσες επενδύσεις και οι λιανικές πωλήσεις.

Παράλληλα η Κίνα εξαρτάται και αυτή άμεσα από τις ΗΠΑ. Εκτός ότι αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά για τα προϊόντα της, είναι και θα παραμείνει όπως όλα δείχνουν η έδρα των χρηματοπιστωτικών αγορών που καθορίζουν τις ισοτιμίες και τα αποθεματικά της. Και οι ΗΠΑ μπορεί να κατηγορούν για χειραγώγηση του νομίσματός της αλλά το ίδιο πράττουν και οι ίδιες. Η πολιτική της μηδενικής αύξησης των βασικών επιτοκίων και η αγορά κρατικών ομολόγων από την Ομοσπονδιακή Κεντική Τράπεζα (Fed) με τη μορφή εκτύπωσης δολαρίων, προκαλεί αύξηση της ρευστότητας στην αγορά και επομένως έμμεση υποτίμηση του αμερικανικού εθνικού νομίσματος. Αρα και των αποθεματικών της. Επίσης οι δήθεν αμήχανοι ή οργισμένοι Αμερικανοί διαθέτουν ακόμη πολλά αποθέματα ενίσχυσης της οικονομίας τους δηλαδή του κεφαλαίου, ενώ πάντα παραμένουν η μεγαλύτερη δύναμη στρατιωτικά.

Παρά τις ανησυχίες που εκφράζουν δημοσίως οι Αμερικανοί αξιωματούχοι για την «αύξηση της ισχύος της Κίνας», συγκρίνοντάς την με τις ΗΠΑ, η Κίνα είναι μόνον μια περιφερειακή δύναμη. Προς το παρόν τουλάχιστον.

Ενταση αλλά και συμφωνίες

Δεδομένης λοιπόν αυτής της περίπλοκης, πολύπλοκης και σύνθετης σχέσης των δύο χωρών, οποιαδήποτε πρόοδος έστω και μηδαμινή είναι σημαντική και στη συγκεκριμένη περίπτωση της επίσκεψης Ζιντάο, έγιναν ακόμη περισσότερα βήματα, με υποχωρήσεις εκατέρωθεν, για το συντονισμό της οικονομικής τους πολιτικής παρά την ένταση που αποτελούσε το φόντο της επίσκεψης. Τεχνητής και πραγματικής.

Κατ' αρχήν οι πρόεδροι Μπαράκ Ομπάμα και Χου Ζιντάο εμφανίστηκαν απολύτως «αρμονικοί» και παρέδωσαν μαθήματα αβρότητας και διπλωματίας.

Ο Μπαράκ Ομπάμα αποκάλεσε τις διαφορές Ουάσιγκτον - Πεκίνου στα ανθρώπινα δικαιώματα - μόνιμος μοχλός πίεσης εκ μέρους της Ουάσιγκτον - «μια περιστασιακή πηγή έντασης ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις». Δημοσίως ωστόσο κάλεσε την Κίνα να τιμήσει τις αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και ο πρόεδρος Χου Ζιντάο όχι μόνο το επέτρεψε αλλά και παραδέχθηκε δημοσίως ότι η Κίνα έχει ακόμη δρόμο αλλά και ότι για να αναπτυχθούν περαιτέρω οι σινοαμερικανικές σχέσεις «απαιτείται αμοιβαίος σεβασμός».

Οσον αφορά στην απτή απόδοση καρπών, ήταν οι συμφωνίες που κλείστηκαν καθώς η συνάντηση έδωσε τη δυνατότητα στο Λευκό Οίκο να υπηρετήσει ακόμη καλύτερα το ρόλο του ως υπηρέτης των συμφερόντων του κεφαλαίου. Ετσι στο Λευκό Οίκο, κάθισαν στο ίδιο τραπέζι οι δύο πρόεδροι με τους επικεφαλής των κολοσσών των δύο χωρών: Microsoft, Goldman Sachs, Motorola, General Electric, Coca Cola, Boeing και Carlyle από την πλευρά των ΗΠΑ - Lenovo, China Investment Corp, Wanxiang Group και Haier από την Κίνα. Από τις συναντήσεις αυτές προέκυψαν συμφωνίες ύψους, όπως υπολογίζεται, 45 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που όπως πλασάρεται, για την εκτέλεση των παραγγελιών θα δημιουργηθούν και θα διατηρηθούν τουλάχιστον 235.000 θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ.

Οσον αφορά τον άλλο μεγάλο πυλώνα, τη στρατιωτική συνεργασία των δύο χωρών, ο Κινέζος Πρόεδρος ζήτησε τη μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ και της Κίνας, προκειμένου να βελτιωθεί η εμπιστοσύνη ανάμεσα στις δύο χώρες και διαβεβαίωσε ότι «η Κίνα δεν θα επιζητήσει ποτέ την ηγεμονία και δεν θα ακολουθήσει επεκτατική πολιτική» ικανοποιώντας έμμεσα το αίτημα να κάνει πιο διαφανείς τις αμυντικές της δαπάνες. Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν Ομπάμα και Ζιντάο ανακοίνωσαν τη σύσταση ενός κοινού κέντρου εκπαίδευσης προσωπικού στην πυρηνική ασφάλεια στο έδαφος της Κίνας. Το νέο κέντρο θα χρηματοδοτηθεί από την Κίνα και θα χρησιμοποιεί την αμερικανική τεχνογνωσία, ενώ αποστολή του θα είναι η εκπαίδευση Κινέζων στην ασφάλεια των πυρηνικών.


Χρ.Μ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ