Σάββατο 9 Δεκέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Μέτωπο - Κίνημα διαμαρτυρίας

Είναι αναμφισβήτητη η δύσκολη κατάσταση που καλούνται σήμερα οι κομμουνιστές να αντιπαλέψουν. Δύσκολα στο εργατικό κίνημα, με το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης ολοένα να πέφτει, με τα συνδικαλιστικά της όργανα ξεπουλημένα και εξαγορασμένα, ανίκανα όχι μόνο να αντιμετωπίσουν την ολοένα και μεγαλύτερη επίθεση στις κατακτήσεις των εργαζομένων, αλλά και να οργανώσουν ακόμα και αυτή τη στοιχειώδη οικονομική πάλη της εργατικής τάξης. Με τους εργαζόμενους σε αδιέξοδο να απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τα σωματεία τους, μη θεωρώντας τα πια, σαν εκφραστές των συμφερόντων τους. Με την ολομέτωπη ιδεολογική επίθεση να ενισχύει την ατομική λύση στα προβλήματα.

Δύσκολα και για το Κόμμα, την πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, που κάθε άλλο όμως, παρά τέτοια είναι, αφού η σύνδεση με τις εργατικές μάζες είναι πολύ μικρή (5% εργάτες στην κοινωνική μας σύνθεση - εκτίμηση του προηγούμενου Συνεδρίου). Με ελάχιστες δυνάμεις σε εργοστάσια και χώρους δουλιάς και με ένα εκλογικό ποσοστό, πρόσφατα καταγεγραμμένο στο 5% κι ας εκτιμά η ΚΕ αναντιστοιχία στο εκλογικό αποτέλεσμα. Αραγε, εκτιμάμε αναντιστοιχία και στην επιρροή και καταγραφή της δύναμής μας στους εργατικούς χώρους και στα σωματεία;

Γιατί, τελικά, ένα κομμουνιστικό κόμμα εκεί κρίνεται. Στο κατά πόσο θα μπορέσει να αυξήσει την επιρροή του στην εργατική τάξη, να μπορέσει να τη διαπαιδαγωγήσει και να την οργανώσει, για να παίζει το ρόλο της στην κοινωνία, να κατακτήσει, δηλαδή, την πολιτική εξουσία και να φτιάξει το δικό της κράτος. Εδώ κατακτιέται και η πολιτική πρωτοπορία και όχι επειδή έχουμε τη σφραγίδα. Αραγε τι σημαίνει επαναστατική πολιτική για ένα κομμουνιστικό κόμμα που θέλει την επανάσταση και το σοσιαλισμό, έννοιες που αναφέρονται σε κάθε ντοκουμέντο (για να μην ξεχνάμε τα ιερά και τα όσια), άσχετα αν η πολιτική μας κάθε άλλο παρά κοντά σ' αυτό το στόχο μας πάει. Διότι διασπάσεις μπορεί να γίνανε από «κακούς», παλιούς και καινούριους, μπορεί να «ξεκαθαρίσαμε», όμως η πολιτική μας τακτική, επί της ουσίας, είναι η ίδια που ακολουθούσαμε και με τους «κακούς» (πριν γίνουν βέβαια κακοί και αποχωρήσουν) και με τους καλούς που απέμειναν. Πρώτα ήταν συμπαράταξη των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων, τώρα έγινε ΑΑΔ Μέτωπο και πατριωτικό (!) και λαϊκό. Πρώτα η κυβερνητική αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό, τώρα είναι κυβέρνηση του μετώπου για λαϊκή εξουσία - λαϊκή οικονομία. Κι όσο αυτή η πολιτική δεν ξεκαθαρίζει, όσο επιδέχεται ερμηνείες, τόσο από «αριστερά», όσο και από δεξιά, τόσο θα σπέρνονται αυταπάτες και συγχύσεις στην εργατική τάξη για το ρόλο στην κοινωνία, για το σοσιαλισμό. Δε μας κοστίζει τίποτα να μιλάμε για πρωτοπορία της εργατικής τάξης στο μέτωπο, όμως δεν υπάρχει τίποτα που να την εξασφαλίζει, αφού ουσιαστικά, το εργατικό κίνημα αντιμετωπίζεται ισότιμα με τα άλλα κινήματα (παιδεία - ειρήνη κλπ).

Διότι στο μέτωπο μπορούμε να βαφτίζουμε ταξική πολιτική γραμμή και ετούτη και την άλλη επιλογή, ανάλογα με τις συγκυρίες, χωρίς ποτέ να είμαστε έξω από την πολιτική μας. Ετσι μπροστά στο αδιέξοδο στο συνδικαλιστικό κίνημα, με τα συγκεκριμένα όργανά του, μπορούμε να επιλέγουμε ξεχωριστές πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις, διαπαιδαγωγώντας έναν κόσμο που συναντάει παντού αδιέξοδα στη δράση του, ότι κάτι αλλάζει, άλλη δύναμη στο συνδικαλιστικό κίνημα (με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό, άλλα όργανα ίσως; ), αλλά μπορούμε και μαζί στις απεργίες της ΓΣΕΕ. Επιλέγουμε τη δημιουργία του ΠΑΜΕ σαν τον άλλο «ταξικό πόλο» στο συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά μιλάμε συγχρόνως και για αλλαγή συσχετισμών στα συνδικαλιστικά όργανα. Λες και μόλις τα σωματεία αποκτήσουν ταξικές δυνάμεις στις ηγεσίες τους, όλοι οι εργαζόμενοι των κλάδων θα ξανασυσπειρωθούν αυτομάτως γύρω τους. Αλήθεια, τα σωματεία που ελέγχουν ταξικές δυνάμεις τι ποσοστό εργαζομένων του κλάδου τους συσπειρώνουν;

Ποιο είναι το επίπεδο της εργατικής τάξης σήμερα, ποιοι οι όροι εκμετάλλευσής της, η οργάνωση των εργατών στους χώρους δουλιάς, η ξεχωριστή πολιτική δουλιά των κομμουνιστών στην εργατική τάξη, το αντιπάλεμα του ρεφορμισμού και οπορτουνισμού στο εργατικό κίνημα και πώς εκφράζεται, είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Δημοτικές εκλογές; Συνεργασίες στους επαρχιακούς δήμους (σε κάποιες περιπτώσεις με τη ΝΔ), «καθαροί» στην Αθήνα. Κι αυτά όλα είναι επαναστατική πολιτική, όσο επαναστατική ήταν η συνεργασία στις βουλευτικές με Κανέλλη - Ζουράρι, για να ακούσουμε από τον τελευταίο ότι πρέπει να αυτοδιαλυθούμε σαν κόμμα αν θέλουμε να προσφέρουμε κάτι στην ελληνική κοινωνία.

Γιατί, λοιπόν, κατηγορεί η ΚΕ τον Κωστόπουλο και Θεωνά αφού και αυτοί πατώντας, βέβαια, σε υπαρκτά προβλήματα ερμηνεύουν αυτή την πολιτική από τη δική τους πλευρά. Μήπως αυτά που λένε για τις συνεργασίες δεν τα κάναμε στις δημοτικές εκλογές; Μήπως διαφωνούν επί της ουσίας με την πολιτική του μετώπου, σαν απαραίτητη προϋπόθεση για το σοσιαλισμό, όπως βάζει το 15ο Συνέδριο; `Η μήπως ασχολείται κανείς με αυτά που πραγματικά λένε; Μήπως θυμόμαστε τις απόψεις Φαράκου - Ανδρουλάκη όταν έφυγαν; Μήπως θυμόμαστε την προγραμματική Διακήρυξη του 13ου Συνεδρίου, που ποτέ το κόμμα δεν καταδίκασε; Αυτό που θα μείνει τελικά και από αυτές τις διαγραφές είναι ότι πήγαν ενάντια στην ηγεσία, γιατί τελικά αυτό είναι το κριτήριο που μπαίνει από το Κόμμα. Κατάφερε η ΚΕ να ασχολείται ένας ολόκληρος προσυνεδριακός διάλογος με τον «κακό» Κωστόπουλο και τον «κακό» Θεωνά και ελάχιστα με την ουσία των απόψεων και των διαγραφέντων, αλλά και των θέσεων. Γιατί, άραγε, διαγράφτηκαν προσυνεδριακά; Τώρα, ποιοι είναι πιο δεξιά από ποιον, είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις. Μέτωπο, λοιπόν, που θα έχει «κοινωνικο-πολιτικούς παράγοντες, πατριώτες, δημοκράτες, προοδευτικούς ανθρώπους» που θα παλεύουν για τα λαϊκά συμφέροντα. Μέτωπο για «λαϊκή εξουσία», λαϊκό κράτος, δηλαδή, που σε «επαναστατική κατάσταση» μπορεί να γίνει και επαναστατική κυβέρνηση, η οποία με «νέους λαϊκούς θεσμούς» (ποιους;) μπορεί να μετεξελιχθεί σε εξουσία της εργατικής τάξης, δηλαδή δικτατορία του προλεταριάτου.

Η επαναστατική πολιτική σε όλο της το μεγαλείο. Δυστυχώς, όμως, το κράτος και στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό έχει συγκεκριμένο χαρακτήρα. Είναι μηχανισμός καταπίεσης μιας τάξης από μια άλλη. Γι' αυτό και κάθε κράτος είναι ανελεύθερο και μη λαϊκό. Κάθε κράτος βασίζεται στην ταξική κυριαρχία. Οταν λες, λοιπόν, λαϊκό κράτος, αν μη τι άλλο συγκαλύπτεις τον ταξικό χαρακτήρα του και μαζί με αυτό τη σημασία της επαναστατικής βίας, η οποία είναι αναπόφευκτη για να μπορέσει η εργατική τάξη να συντρίψει το αστικό κράτος και να φτιάξει το δικό της, το προλεταριακό. Ετσι, το να αντικαταστείς την προλεταριακή εξουσία με τη λαϊκή εξουσία και το προλεταριάτο με τη λαϊκή πλειοψηφία, στέλνεις την επανάσταση και την εξουσία της εργατικής τάξης περίπατο.

Μπορούν λοιπόν να ειπωθούν πολλά για το μέτωπο, αυτό όμως που δεν μπορεί να ειπωθεί είναι ότι αποτελεί επαναστατική επιλογή, που καθορίζει καθήκοντα με βάση τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Μάλλον, σε ένα μικροαστικό κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στον καπιταλισμό θα καταλήξει και θα είμαστε και ευχαριστημένοι αν συνοδεύεται και με ανέβασμα της εκλογικής μας δύναμης και μέχρι εκεί.

ΛΟΥΚΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΚΟΒ Κηφισιάς


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ