Κυριακή 3 Δεκέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Κάτω από τη σημαία της ενότητας

Με την κορύφωση της αντεπανάστασης στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες κορυφώθηκε και η κρίση στα περισσότερα κομμουνιστικά κόμματα. Το ΚΚΕ ξεπερνώντας την κρίση στις αρχές της δεκαετίας, βαλλόμενο πανταχόθεν από εχθρούς και «άσπονδους» φίλους, δεν αντικατέστησε ούτε στιγμή τη νηφάλια εξέταση της πραγματικότητας, με βάση τον επιστημονικό σοσιαλισμό - κομμουνισμό, με τις «ψυχικές διαθέσεις» και για τούτο δεν υπέκυψε στο δέος του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, δεν παρασύρθηκε από τον πανικό της ήττας, δε μηδένισε το παρελθόν του επαναστατικού εργατικού κινήματος και δεν αποκήρυξε το σοσιαλισμό που οικοδομούνταν κατά τον 20ό αιώνα, ως «ανύπαρκτο». Εστρεψε την πλάτη στις «Σειρήνες» της σοσιαλδημοκρατίας και του «κοινωνικού εταιρισμού», στο μονόδρομο της ΕΕ και της νέας ιμπεριαλιστικής τάξης. Πρόβαλε τον προλεταριακό διεθνισμό, τον αντιιμπεριαλιστικό πατριωτισμό απέναντι στο δηλητήριο του εθνικισμού, που πότιζαν το λαό όλες οι άλλες πολιτικές δυνάμεις.

Η ιδεολογικοπολιτική ενότητα του ΚΚΕ επανακατατάχθηκε μέσα σε μεγάλες δυσκολίες που προκύπτανε από τη σκληρή ταξική πάλη, από τα σημάδια που άφησε το πρόσφατο παρελθόν. Αυτή η ενότητα βασίζεται στην αναγνώριση του μαρξισμού - λενινισμού ως κοσμοθεωρητικής βάσης και του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού ως θεμελιακής αρχής λειτουργίας, αλλά δεν εξαντλείται σε αυτά. Ολοκληρώνεται με την ενότητα στο Πρόγραμμα που ψήφισε το 15ο Συνέδριο - πάνω στην οποία στηρίζεται η ενιαία δράση των κομμουνιστών. Δεν είναι λοιπόν περίεργο, ούτε πρωτοφανές, αυτοί που διατηρούσαν τελείως διαφορετικές απόψεις στη στρατηγική, να θεωρήσουν τυπικές και τις αρχές λειτουργίας και να τραβήξουν κάποια στιγμή το δρόμο της αντιπαράθεσης με το Κόμμα, αφού δεν κατάφεραν να επικρατήσουν μέσα σ' αυτό.

Γιατί όμως τούτη ακριβώς τη στιγμή; Νομίζουμε για δυο λόγους. Ο ένας είναι προφανής: το 16ο Συνέδριο. Εφόσον έχασαν κάθε ελπίδα από μέσα, επιχειρούν κλονισμό από τα έξω. Ο δεύτερος σχετίζεται με τις ενδείξεις κινητικότητας για αλλαγή του πολιτικού σκηνικού. Είτε αυτή προχωρήσει, είτε όχι, οι «από τα πάνω» κινήσεις στις ηγεσίες των κομμάτων, της μιας ή άλλης μορφής καπιταλιστικής διαχείρισης, αποσκοπούν να ενσωματώσουν την «από τα κάτω» διογκούμενη λαϊκή αγανάκτηση. Φαίνεται να αναζητείται μια μάσκα για τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Αναζωπυρώνεται έτσι η ιδέα της κεντροαριστερής κυβερνητικής διεξόδου.

Ωστόσο, για να εξασφαλιστεί σχετική σταθερότητα μιας κεντροαριστερής κυβέρνησης, απαιτείται κάτι ευρύτερο από ένα σχήμα συνεργασίας κάποιων κομμάτων σε κυβερνητικό επίπεδο. Είναι αναγκαίο ένα σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων με πολιτικά κόμματα και ομάδες - τα πιο «δεξιά» στην κυβέρνηση, τα πιο «αριστερά» εκτός αυτής, αντιπολιτευόμενα στα σημεία κι όχι στην ουσία, ως υποδοχείς της δυσαρέσκειας και δεξαμενές επανατροφοδότησης των πρώτων. Οι αναλογίες με το σήμερα είναι προφανείς, όμως οι ανακατατάξεις - ένα είδος λίφτιγκ - φαίνεται να είναι μια όλο και πιο κοντινή προοπτική. Το σχήμα αυτό προκύπτει ως συνισταμένη, ανεξάρτητα από υποκειμενικές διαθέσεις και φιλοδοξίες - εξάλλου καμιά πολιτική δύναμη δε θέλει να παίζει ρόλο κομπάρσου. Σ' αυτό μπορούν να χωρέσουν δυνάμεις, ακόμα και σε κυβερνητικό επίπεδο, που αυτοπροσδιορίζονται ως «κομμουνιστικές», όπως εξάλλου και η πείρα της δεκαετίας έχει δείξει σε άλλες χώρες. Οταν η πολιτική τους βολεύει το σύστημα, οι διακηρύξεις περί σοσιαλισμού και κομμουνισμού γίνονται λόγια του αέρα. Οπωσδήποτε η λειτουργικότητα του κεντροαριστερού «αστερισμού» προϋποθέτει σημεία στρατηγικής σύμπτωσης, ένα τέτοιο π.χ. είναι η αποδοχή του ευρωενωσιακού «μονόδρομου», παρ' όλο που η αποδοχή αυτή μπορεί να επενδύεται με διαφορετικό ιδεολογικό μανδύα από την κάθε δύναμη.

Η ουσία των διαφόρων εκφάνσεων της κεντροαριστεράς είναι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις με «ανθρώπινο πρόσωπο», δηλαδή μια αντίφαση εν τοις όροις. Ο ΣΥΝ, βέβαια, ρεαλιστικά αναγνωρίζοντας ότι το ΚΚΕ δε χωράει μέσα σε αυτό το πλαίσιο, στην απόφαση του τελευταίου, 3ου Συνεδρίου του απορρίπτει τις απόψεις περί στρατηγικής συνάντησης με το ΚΚΕ και δημιουργίας ενός «ενιαίου πόλου της Αριστεράς» («Αυγή» 24-9-2000).

Αντικειμενικά, λοιπόν, οι διαφαινόμενες εξελίξεις δεν μπορούν παρά να επηρεάζουν, να ωθούν σε κινητικότητα όσους υιοθετούν ως προοπτική την ενότητα της «Αριστεράς» και αναζητούν τη διέξοδο σε «μίνιμουμ» πρόγραμμα με το ΣΥΝ, το ΔΗΚΚΙ, το «αριστερό» ΠΑΣΟΚ (που, όπως υπονοήθηκε σε τηλεοπτική συνέντευξη, υπάρχει και σε ηγετικό επίπεδο - αλλά τα λέει «μουλωχτά»).

Δηλώσεις, συνεντεύξεις, δημόσιες γενικά τοποθετήσεις των πρώην στελεχών του ΚΚΕ κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση. Ακόμα κι αν σε κάποιον είχαν διαφύγει προσυνεδριακές τους τοποθετήσεις στην πορεία προς το 15ο Συνέδριο, έχει την ευκαιρία σήμερα να τις διαβάσει και ξαναδιαβάσει σε ολοσέλιδα στον αστικό Τύπο, να τις παρακολουθήσει από τις τηλεοπτικές οθόνες.

Με τον κίνδυνο να κουράσουμε τους αναγνώστες και αναγνώστριες με ζητήματα που έχουν επανειλημμένα απασχολήσει τις σελίδες του «Ριζοσπάστη», θα ασχοληθούμε με τα βασικά σημεία των αντιλήψεων που προβάλλουν.

Για το Πρόγραμμα του Κόμματος

Το 15ο Συνέδριο επεξεργάστηκε το νέο Πρόγραμμα του Κόμματος παίρνοντας υπόψη τις εξελίξεις. Κατέληξε στο βασικό ζήτημα του χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα, ότι θα είναι σοσιαλιστική. Χάραξε την πολιτική με την οποία το ΚΚΕ θα συμβάλλει στη διαμόρφωση και ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα για τη σοσιαλιστική επανάσταση: την αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή δημοκρατική γραμμή πάλης και την οικοδόμηση του ΑΑΔΜ.

Τα πρώην στελέχη επικαλούνται ότι συμφωνούν στη στρατηγική. Στην ανοιχτή επιστολή που απευθύνουν προς τα μέλη, τους φίλους και τους οπαδούς του ΚΚΕ (Βόλος, 20.11.2000) υποστηρίζουν ότι ακυρώνονται όλες οι παλιότερες αποφάσεις και αναλύσεις από το 9ο μέχρι το 12ο Συνέδριο, για την οικονομία, το μαζικό κίνημα, την ενότητα δράσης, την Αριστερά, τη δημοκρατία του λαού και ότι η ηγεσία του ΚΚΕ γλιστρά σε «αναρχοσυνδικαλιστικές» (!!) θέσεις. Η άποψή τους ότι πρέπει να παραμένει ένα κόμμα, πολύ περισσότερο ένα κομμουνιστικό, σε, πριν ολόκληρες δεκαετίες αναλύσεις για την οικονομία, τις πολιτικές δυνάμεις κλπ, όταν τόσες αλλαγές έχουν μεσολαβήσει, αντιφάσκει με την κοινή λογική. Οσον αφορά το ζήτημα της δημοκρατίας του λαού, εδώ εκφράζεται η διαφορετική γνώμη τους για το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα.

Γιατί έρχονται μετά τέσσερα χρόνια να θέσουν αυτό το ζήτημα; Διότι θέλουν να μπερδέψουν, να προκαλέσουν σύγχυση, να υποβάλλουν την ιδέα ότι μηδενίζεται το παρελθόν του κομμουνιστικού κινήματος από μια ηγεσία που μαζί με όλο το Κόμμα υπεράσπισε σταθερά τα ιστορικά επιτεύγματα του επαναστατικού εργατικού κινήματος στον 20ό αιώνα, χωρίς να τα «διπλώσει» μπροστά στη λυσσασμένη επίθεση του αντικομμουνισμού, που στην αιχμή της έχει και την ηρωική ιστορία του ΚΚΕ. Διότι διατηρούν φρούδες ελπίδες ότι υπάρχουν μέλη και στελέχη του Κόμματος, παλιά και νέα, που δεν μπορούν να δουν τις εξελίξεις, είναι «απροσάρμοστα» στις νέες συνθήκες και προσκολλημένα σε επεξεργασίες που έγιναν μέσα σε διαφορετικό κοινωνικοπολιτικό και διεθνές πλαίσιο. Κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια... Η συμφωνία των μελών και στελεχών του Κόμματος στο Πρόγραμμα δεν είναι τυπική.

Ισχυρίζονται, επίσης, τα πρώην στελέχη, ότι οι Θέσεις της ΚΕ για το 16ο Συνέδριο - και η πρακτική από το 15ο ως σήμερα - διαφοροποιούν το χαρακτήρα του Μετώπου. Προβάλλουν ως επιχείρημα τη Θέση 19 όπου αναφέρεται: «Για τη συγκρότηση του ΑΑΔΜ δεν αρκεί η κοινή δράση που βασίζεται σε κοινές ή παραπλήσιες αντιλήψεις για μεγάλα και επίκαιρα προβλήματα, η γραμμή άμυνας στην επίθεση που δέχεται ολομέτωπα ο λαός μας. Απαιτείται να υπάρχει και ένα επίπεδο συμφωνίας στη γενική γραμμή κατεύθυνσης για τη λύση των προβλημάτων, στην ανάγκη ρήξης με τα συμφέροντα των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστικών επιλογών» και υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν υπάρχει στο Πρόγραμμα. Ομως στο Πρόγραμμα διατυπώνεται η ίδια ακριβώς απαίτηση με διαφορετική φρασεολογία: «Το ΚΚΕ πρωτοστατεί, ώστε το Μέτωπο να οργανώσει την πάλη, να ιεραρχεί τις κατευθύνσεις και τα αιτήματα, με βάση ένα προγραμματικό πλαίσιο κατευθύνσεων και στόχων που εναντιώνονται και συγκρούονται με τις βασικές επιλογές του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Ενα πλαίσιο ανοιχτό σε ριζικές αλλαγές οι οποίες θίγουν τα βάθρα του καπιταλιστικού συστήματος. Δεν μπορεί να είναι οποιοδήποτε ελάχιστο προγραμματικό πλαίσιο, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να αποτελεί πλαίσιο διαχείρισης της κρίσης του συστήματος... Στις βασικές προγραμματικές κατευθύνσεις και στόχους πάλης εντάσσονται: Η αποδέσμευση από την ΕΕ... Η άρνηση συμμετοχής στα ιμπεριαλιστικά σχέδια κι επεμβάσεις... Η απεμπλοκή από το πλέγμα της πολιτικοστρατιωτικής εξάρτησης από τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ... κλπ».

Υποστηρίζουν ακόμα ότι το Πρόγραμμα δε συνδέει το Μέτωπο με την επαναστατική εξουσία της εργατικής τάξης σε συμμαχία με τ' άλλα καταπιεζόμενα στρώματα, τη δικτατορία του προλεταριάτου, πράγμα που κάνουν οι Θέσεις. Και πάλι κάνουν λαθροχειρία. Στο Πρόγραμμα αναφέρεται η σύνδεση και οι προϋποθέσεις. Τις παραθέτουμε ενδεικτικά: «Στην πορεία της πάλης και στο βαθμό που βαθαίνει ο αντικαπιταλιστικός του χαρακτήρας, αποκτά (το ΑΑΔΜ) τα χαρακτηριστικά ενός επαναστατικού λαϊκού μετώπου, οργανωμένου από τα κάτω και από τα πάνω, ικανού να συσπειρώνει στη δράση όλο και ευρύτερες λαϊκές μάζες. Τα όργανα αυτού του Μετώπου είναι τα επιτελεία του αγώνα σε κάθε επίπεδο, οργανωτές, καθοδηγητές σκληρών ταξικών συγκρούσεων... Διαμορφώνουν μέσα στην πάλη νέους λαϊκούς θεσμούς, σε σύγκρουση με τους αστικούς θεσμούς που νομιμοποιούν τη δικτατορία των μονοπωλίων. Διαπαιδαγωγούν και προετοιμάζουν το λαό να αξιοποιεί όλες τις μορφές πάλης και να είναι σε θέση να τις εναλλάσσει γρήγορα και ανάλογα με τις εξελίξεις. Τα καθοδηγητικά όργανα του ΑΑΔΜ, οι λαογέννητοι θεσμοί που εμφανίζονται στη διάρκεια της αναμέτρησης και των ταξικών αγώνων αποτελούν τα έμβρυα της νέας πολιτικής εξουσίας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της».

Η ουσία της «ενότητας στο πρόβλημα»

Η ομάδα των πρώην στελεχών θέτει το ζήτημα της κοινής δράσης της «Αριστεράς» πάνω στα προβλήματα.

Αντιπαρερχόμαστε την ανούσια και άκρως υποκριτική αντίληψη ότι λείπει ο διάλογος στη «ριζοσπαστική Αριστερά». Διάλογος γίνεται κάθε μέρα με τις θέσεις των κομμάτων, τις παρεμβάσεις και προπάντων τη δράση σε όλους τους τομείς της πολιτικοκοινωνικής ζωής, όλα τα στοιχεία που χρειάζεται να αξιολογηθούν είναι πασίγνωστα και η κάθε πολιτική δύναμη μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά της.

Οσον αφορά την «κοινή δράση πάνω στο πρόβλημα», είμαστε υποχρεωμένοι να θέσουμε για πολλοστή φορά κάποια ζητήματα, γιατί η πολιτική δεν είναι μόνο αντίθεση - άρνηση είναι προπάντων θέση: Τα μεγάλα λαϊκά προβλήματα, που συνεχώς οξύνονται από τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, έχουν αιτίες; Η δράση του Κόμματος της εργατικής τάξης - που δεν είναι ούτε συνδικάτο, ούτε ένας οποιοσδήποτε άλλος μαζικός φορέας - πρέπει να αποκαλύπτει και να αντιπαρατίθεται με τις αιτίες, να προβάλλει τους άξονες της πολιτικής που απαντάει στα προβλήματα, τις αλλαγές που απαιτούνται στο επίπεδο της εξουσίας; Πρέπει να επιλέγει εκείνη τη γραμμή συσπείρωσης και πάλης που φέρνει στο προσκήνιο, αποκαλύπτει στο λαό τις ρίζες των προβλημάτων, το δρόμο της διεξόδου ή αρκείται να προβάλλει μόνο ένα «όχι»; Είναι αυτή η γραμμή στις σύγχρονες συνθήκες, η αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική γραμμή πάλης και στην πορεία του αγώνα η οικοδόμηση του Μετώπου, όπου θα εντάσσονται και πολιτικές δυνάμεις; Είναι τελικά το ουσιαστικό κριτήριο για το χαρακτήρα των κομμάτων, από την άποψη των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων, κι επομένως για την αντικειμενική αξιολόγηση της δυνατότητας συνεργασίας με το ΚΚΕ, η στάση τους απέναντι στα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό; Αν απαντούν «ναι», θα πρέπει να μας διαφωτίσουν πώς, ας πούμε, χωρά εδώ ο ΣΥΝ του Μάαστριχτ, της Λευκής Βίβλου -που δεν είναι μαύρη αλλά γκρίζα- ο... βιαστικός για την ολοκλήρωση της ΚΕΠΠΑ της ΕΕ, ο συνεργάτης του ΠΑΣΟΚ στους δήμους και τις νομαρχίες, ο πολέμιος των αγροτικών κινητοποιήσεων, το δεκανίκι της «κοινωνικής συναίνεσης»;

Τα περί ενότητας στο πρόβλημα είναι το προπέτασμα για να κρυφτεί πως όταν πρόκειται για συνεργασία πολιτικών δυνάμεων, οπωσδήποτε απαιτείται ένα πλαίσιο συναντίληψης ως προς τη γενική πολιτική κατεύθυνση, από την οποία εξάλλου απορρέουν και οι λύσεις σε αυτά που εμφανίζονται ως επιμέρους. Και όταν αυτό το πλαίσιο, όσον αφορά τις συμμαχίες του ΚΚΕ, είναι ακριβώς το ΑΑΔ πλαίσιο. Αυτό το πλαίσιο στην πραγματικότητα δεν αποδέχονται. Εδώ βρίσκεται η ουσία των περί Μετώπου διαφωνιών και ισχυρισμών τους ότι αλλοιώνεται ο χαρακτήρας του.

Για παράδειγμα, πώς μπορούν να συμφωνηθούν λύσεις και πολιτική για τα προβλήματα της αγροτικής οικονομίας, όταν οι άλλες δυνάμεις αποδέχονται ως πλαίσιο την Κοινή Αγροτική Πολιτική; Τι κοινή απάντηση - λύση θα δοθεί για το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα της ανεργίας, αφού αυτό απαιτεί αλλαγή των σχέσεων παραγωγής, λαϊκή οικονομία; 'Η θα πρέπει να εγκαταλείψουμε την αντικειμενική αλήθεια και την αναγκαιότητα, ως μαξιμαλισμό, και να κοροϊδεύουμε τον κόσμο με τη μερική απασχόληση, τα ΤΣΑ, τα ψευδεπίγραφα 35ωρα, να υποσχόμαστε ότι θα απαλλάξουμε τον καπιταλισμό από τις αντιφάσεις του; Στην ΟΝΕ θα αντιπαραθέτουμε ότι έπρεπε να προηγηθεί η πολιτική ένωση (επομένως εάν αυτή προχωρήσει όλα θα είναι μέλι - γάλα) ή θα εναντιωνόμαστε ριζικά; Στο ζήτημα των συμμαχιών της χώρας, της συμμετοχής της, π.χ. στο ΝΑΤΟ, θα δίνουμε ως απάντηση - διέξοδο την ΚΕΠΠΑ της ΕΕ και τον ευρωστρατό ή την ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας από όλους τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς; Υπάρχει εδώ κοινός τόπος ή μήπως τα προβλήματα των διεθνών σχέσεων της χώρας δεν είναι λαϊκά προβλήματα και δεν πρέπει να απασχολούν την «κοινή δράση»;

Είναι διαφορετικό πράγμα ότι οι κομμουνιστές πρέπει να έχουν, και έχουν, πρωτοπόρα συμμετοχή σε μαζικούς λαϊκούς αγώνες που συγκρούονται με την κυβερνητική πολιτική, έστω με πιο περιορισμένα αιτήματα, όπως οι αγροτικές κινητοποιήσεις. Εκεί πρόκειται για κίνηση πλατιών μαζών, που φτάνουν κάθε φορά ως ένα επίπεδο συνείδησης και διάθεσης για πάλη. Αλλά και σ' αυτές τις περιπτώσεις, τα αιτήματα βρίσκονταν σε μια κατεύθυνση σύγκρουσης με την πολιτική της κυβέρνησης και αποκάλυπταν άμεσα ή έμμεσα το ρόλο της ΕΕ (γι' αυτό εξάλλου οι αγροτικές κινητοποιήσεις, για παράδειγμα, όχι μόνο χτυπήθηκαν από την κυβέρνηση, αλλά «αφορίστηκαν» από το ΣΥΝ και καταδικάστηκαν από τη ΝΔ).

Στο μαζικό λαϊκό κίνημα, στον αγώνα, δοκιμάζεται κάθε πολιτική δύναμη, κι εδώ οι κομμουνιστές συμπορεύονται με τον καθένα που θέλει πραγματικά να αγωνιστεί. Δε χρειάζεται καμιά πολιτική συμφωνία για να γίνει αυτό. Οι πάντες γνωρίζουν πολύ καλά ότι το ΚΚΕ, όλο το προηγούμενο διάστημα, πρωτοστάτησε σε συσπειρώσεις πολύ ευρύτερες των κομματικών του δυνάμεων και οι κομμουνιστές αγωνίστηκαν μαζί με δυνάμεις από τους άλλους κομματικούς χώρους στα διάφορα μέτωπα πάλης. Στο κάτω - κάτω δεν είναι τυχαίο ότι κάθε σοβαρός αγώνας χαρακτηρίστηκε ως «υποκινούμενος» από το «απομονωμένο» ΚΚΕ. Η πρωτοπορία των κομμουνιστών δε συνίσταται μόνο στην αποφασιστικότητα στη σύγκρουση με τους διάφορους κατασταλτικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς της άρχουσας τάξης, αλλά και στην επεξεργασία αιτημάτων πάλης που ανεβάζει τη συνειδητότητα με τη δικτατορία των μονοπωλίων και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Οποιος βέβαια περιορίζει τα κριτήρια της ταξικής πάλης στα εκλογικά αποτελέσματα, βλέπει το δέντρο κι έχει χάσει το δάσος.

Η ενότητα δράσης της εργατικής τάξης

Η αντιμονοπωλιακή γραμμή συσπείρωσης, προωθήθηκε από τους κομμουνιστές στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, τον κατεξοχήν χώρο που γίνεται συσπείρωση «πάνω στο πρόβλημα». Εδώ συγκεντρώνονται, σε αυτή τη φάση, τα πυρά, εκτοξεύονται κατηγορίες κατά των κομμουνιστών για διάσπαση, για προβολή του μάξιμουμ, προκειμένου να αποφευχθεί το μίνιμουμ κ.ο.κ.

Οι κομμουνιστές, ως οπαδοί της ταξικής πάλης, πάντα δούλευαν και δουλεύουν για την πραγματική ενότητα της εργατικής τάξης, δηλαδή την ενότητά της μέσα στη δράση, στον αγώνα ενάντια στους κεφαλαιοκράτες. Αντιπάλευαν και αντιπαλεύουν την «ενότητα» της υποταγής στο κεφάλαιο που στηρίζουν οι οπαδοί της «κοινωνικής συναίνεσης», της ταξικής συνεργασίας. Αυτές οι δυο βασικές γραμμές, που ανέκαθεν συγκρούονταν, συγκρούονται και σήμερα στο κίνημα. Στις συνθήκες των τελευταίων χρόνων, εκφράστηκαν, πρώτα απ' όλα, στη διαπάλη για τη στάση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος απέναντι στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις - τα αιτήματα που έπρεπε να προβάλλει, τη στάση απέναντι στον «κοινωνικό διάλογο».

Οι κομμουνιστές και άλλοι συνδικαλιστές του ταξικού ρεύματος προώθησαν τη γραμμή: Απόρριψη του «κοινωνικού διαλόγου», απόρριψη εφ' όλης της ύλης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, ούτε μια μετοχή στους ιδιώτες - για τις ιδιωτικοποιήσεις, ΟΧΙ στην αλλαγή των εργασιακών σχέσεων - 35ωρο 7ωρο, προβολή γενικά αιτημάτων που ικανοποιούν τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων στα ζητήματα ασφάλισης, υγείας, παιδείας κλπ.

Οι δυνάμεις της υποταγής στο κεφάλαιο, όπως εκφράζονται στις πλειοψηφίες των ανώτατων και ανώτερων συνδικαλιστικών οργάνων με τις παρατάξεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΑΠ προώθησαν τη γραμμή: ΝΑΙ στο «διάλογο» που άνοιξε τις πόρτες στις αντιδραστικές αλλαγές των εργασιακών σχέσεων, ΝΑΙ στα ΤΣΑ (συναπόφαση ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΣΥΝ στη ΓΣΕΕ), προβολή του ψευδεπίγραφου 35ωρου, ΝΑΙ στις ιδιωτικοποιήσεις με πλειοψηφία των μετοχών στο κράτος, όχι σε πραγματική - σοβαρή οργάνωση της πάλης των εργαζομένων ακόμη κι εκεί που φραστικά πρόβαλαν αντιστάσεις στην κυβερνητική πολιτική κλπ. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι κομμουνιστές προσπάθησαν να αξιοποιήσουν και να δώσουν ουσιαστικό περιεχόμενο σε κάθε κινητοποίηση, που κάτω από την πίεση της αγανάκτησης των εργαζομένων και για να μην ξεσκεπαστούν τελείως εξήγγειλαν τα όργανα αυτά. Ποτέ και πουθενά οι κομμουνιστές δεν κάθισαν στην άκρη. Προσπάθησαν γενικότερα να αξιοποιήσουν κάθε δυνατότητα συσπείρωσης, σε μέτωπα πάλης, δυνάμεων που επηρεάζονται από άλλα κόμματα και είχαν σε αυτή την προσπάθεια επιτυχίες.

Σήμερα είναι περισσότερο από φανερό ότι η γραμμή αυτή - που συμπορεύτηκαν οι συνδικαλιστικές παρατάξεις του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΝ - δεν ήταν μια γραμμή «άμυνας» με βάση το «μίνιμουμ» για να περισωθούν κάποιες κατακτήσεις από τη νεοφιλελεύθερη επίθεση, αλλά δούρειος ίππος των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, γραμμή ενσωμάτωσης και καθυπόταξης της εργατικής τάξης. Και ακριβώς σήμερα που αυτό αποκαλύπτεται σε όλο και μεγαλύτερα τμήματα των εργαζομένων, σήμερα που η συνεπής ταξική γραμμή δικαιώνεται σε όλο και περισσότερες συνειδήσεις, έρχεται η ομάδα των πρώην στελεχών να επιτεθεί στον ταξικό πόλο με κατηγορίες για διάσπαση και μαξιμαλισμό. Είναι φανερό σε ποιανού μύλο ρίχνουν νερό.


Της
Ελένης ΚΑΤΡΟΔΑΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ