Ο Κ. Καραμανλής καυχιέται συχνά ότι η τακτική αυτή αποτελεί «τομή» στα πολιτικά πράγματα της χώρας, επειδή για πρώτη φορά ένα κόμμα εξουσίας δεν πάει στις εκλογές με πλειοδοσία παροχών (διάβαζε ψίχουλα), αλλά με πρόγραμμα συγκεκριμένων (αντιλαϊκών) μέτρων, που χαρακτηρίζονται δυσάρεστα, αλλά αναγκαία για να βγει η χώρα από την κρίση μετά από «δύο δύσκολα χρόνια». Ο πρωθυπουργός υποστηρίζει ότι αυτό υπαγορεύει το εθνικό συμφέρον, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αυτό υπαγορεύει το συμφέρον της αστικής τάξης, το οποίο με αξιοθαύμαστη συνέπεια και στοχοπροσήλωση υπηρέτησε η κυβέρνησή του τα προηγούμενα πεντέμισι χρόνια. Από την άποψη αυτή, πράγματι, η προεκλογική καμπάνια της ΝΔ είναι μία ακόμα προσφορά στην άρχουσα τάξη, καθώς πάνω απ' όλα βάζει το γενικότερο συμφέρον της πλουτοκρατίας και της σταθερότητας του πολιτικού συστήματος. Ταυτόχρονα, ο Κ. Καραμανλής προσδοκά ότι θα αναγνωριστεί και θα εκτιμηθεί αυτή η συνέπειά του από τα μεγάλα αφεντικά, με ό,τι αυτό «μεταφράζεται» σε στήριξη μπροστά στις κάλπες.
Μπορεί να μην επαναλαμβάνει διαρκώς από τα προεκλογικά μπαλκόνια τα συγκεκριμένα μέτρα, όπως τα παρουσίασε στη ΔΕΘ (ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις και τα ασφαλιστικά δικαιώματα, πάγωμα μισθών και συντάξεων, ιδιωτικοποιήσεις σε Παιδεία, Υγεία, κ.α.), αλλά επιμένει στην προβολή της εικόνας του θαρραλέου, αξιόπιστου και ικανού διαχειριστή. «Ποιος, λοιπόν, είναι έτοιμος; Ποιος είναι αποφασισμένος; Ποιος είναι αξιόπιστος; Ποιος οδηγεί σε σίγουρο και ασφαλή δρόμο;», είναι ένα από τα προσφιλή ρητορικά ερωτήματα που αρέσκεται να επαναλαμβάνει στις προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Στη βάση αυτή οξύνει την τεχνητή πόλωση και τα ψευτοδιλήμματα, γύρω από το ποιος από τους δύο μονομάχους μπορεί καλύτερα να φέρει σε πέρας το «έργο» που απαιτεί το κεφάλαιο, δηλαδή την ολοκλήρωση του προγράμματος των αντιδραστικών «αλλαγών και μεταρρυθμίσεων» με τις μικρότερες δυνατές κοινωνικές αναταράξεις και αντιδράσεις. Ο Κ. Καραμανλής υποστηρίζει ότι μπορεί να το κάνει μια κυβέρνηση της ΝΔ με επιτάχυνση των ρυθμών, που δε θα χάνει ούτε μια μέρα, όπως λέει, αλλά και επίδειξη πυγμής απέναντι στο λαϊκό - ταξικό κίνημα που αντιστέκεται και αγωνίζεται για την ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής.
Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα. Η συρρίκνωση της εκλογικής δύναμης της ΝΔ στις κάλπες είναι η επιβαλλόμενη απάντηση του εργαζόμενου λαού, πολύ περισσότερο που υπόσχεται «μαύρες μέρες» για τα λαϊκά στρώματα και μόνο «ευχάριστα μέτρα» για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. Εξίσου, όμως, επιβάλλεται η εκλογική αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ που πάντα έβαζε πλάτες στην αντιλαϊκή επίθεση και δεσμεύεται να εφαρμόσει τους αντιλαϊκούς - αντεργατικούς νόμους. Η πραγματική, η φιλολαϊκή, διέξοδος δεν μπορεί παρά να αναζητηθεί στην αποφασιστική ενίσχυση του ΚΚΕ.