Κυριακή 28 Ιούνη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ
Η εκδήλωσή της στην Ευρωζώνη και η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων

Η εκδήλωση της οικονομικής κρίσης συμβάλλει στη μεταβολή του συσχετισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην παγκόσμια αγορά. Η μεταβολή των μεριδίων στο παγκόσμιο ΑΕΠ σε βάρος των ΗΠΑ και λιγότερο της Ευρωζώνης επιδρά στην αναδιάρθρωση των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών για τον έλεγχο των αγορών

Η προπαγανδιστική προβολή της ΕΕ σαν ασπίδας για τα δικαιώματα των λαών και την προάσπιση της ειρήνης έρχεται σε όλο και πιο φανερή διάσταση με την πραγματικότητα τα τελευταία χρόνια. Η εκδήλωση της κρίσης ήρθε να αποκαλύψει το μύθο σχετικά με τη δυνατότητα της ΕΕ να διασφαλίζει διαρκή, «αειφόρο», ανάπτυξη με οφέλη για όλους τους πολίτες της.

Οι εξελίξεις δεν αφήνουν περιθώρια για συγκάλυψη του βάθους και του χαρακτήρα της κρίσης. Οι προβλέψεις του ΔΝΤ και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής γίνονται όλο και πιο δυσοίωνες. Ηγετικοί παράγοντες της ΕΕ εκφράζουν ανοιχτά το φόβο τους για την εκδήλωση κοινωνικής έκρηξης το ερχόμενο φθινόπωρο. Τα οικονομικά δεδομένα υπογραμμίζουν ότι η κρίση στην Ευρωζώνη είναι κρίση υπερπαραγωγής, που η βαθύτερη αιτία της δεν είναι άλλη απ' τη σχέση εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης απ' το κεφάλαιο.

Η εργατική τάξη και ο λαός γνώρισαν τη σχετική επιδείνωση της θέσης τους πριν εκδηλωθεί η καπιταλιστική κρίση στην Ευρωζώνη. Η διαχρονική εξέλιξη του ποσοστού φτώχειας στην ΕΕ δείχνει ότι η κατάσταση δε βελτιώθηκε καθόλου τη δεκαετία 1996 - 2006, παρά τον τεράστιο κοινωνικό πλούτο που παρήχθη αυτά τα χρόνια. Αντίστοιχα καθοδική ήταν και η τάση της αναλογίας κατώτατου προς μέσο μισθό την ίδια περίοδο. Στη διάρκεια της κρίσης αυξάνεται βεβαίως η απόλυτη εξαθλίωση ενός μέρους της εργατικής τάξης.


Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές της προβλέψεις εκτιμά 8,5 εκατ. νέους ανέργους για τη διετία 2009-2010. Η εκδήλωση της κρίσης αξιοποιείται απ' το κεφάλαιο για επέκταση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, αποδιοργάνωση του εργάσιμου χρόνου (εισαγωγή ανενεργού-απλήρωτου χρόνου δουλειάς). Στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στην Πράγα για την απασχόληση προτάχθηκαν και πάλι η «προσωρινή προσαρμογή των ωρών εργασίας», δηλαδή η επέκταση της 4ήμερης εργασίας με μειωμένες αποδοχές και η μείωση «του μη μισθολογικού κόστους» για τον εργοδότη, δηλαδή η ουσιαστική απαλλαγή του απ' τις ασφαλιστικές εισφορές. Η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης είναι μονόδρομος για το κεφάλαιο και αποτελεί το θεμέλιο λίθο της πολιτικής της ΕΕ ως διακρατικής ιμπεριαλιστικής συμμαχίας.

Ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και η Σύνοδος G-20

Η εκδήλωση της κρίσης συμβάλλει επίσης στη μεταβολή του συσχετισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην παγκόσμια αγορά. Η μεταβολή των μεριδίων στο παγκόσμιο ΑΕΠ σε βάρος των ΗΠΑ και λιγότερο της Ευρωζώνης επιδρά στην αναδιάρθρωση των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών για τον έλεγχο των αγορών.

Στις Θέσεις του 18ου Συνεδρίου είχαμε εκτιμήσει τη σταδιακή προσέγγιση της Γερμανίας και Ιταλίας και γενικότερα της ΕΕ με τη Ρωσία. Η προσέγγιση αυτή εδράζεται στην αλληλεξάρτηση συμφερόντων και αποτυπώνεται στη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης και Συνεργασίας ΕΕ - Ρωσίας. Η Ρωσία αποτελεί το βασικό προμηθευτή ενέργειας και τον τρίτο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της ΕΕ.

Η ΕΕ αξιοποιεί τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Ρωσίας στον ΠΟΕ και για τη σύναψη νέας αναβαθμισμένης Συμφωνίας Συνεργασίας για να πιέσει τη ρωσική πλευρά σε θέματα που αφορούν την κίνηση κεφαλαίου και εμπορευμάτων της ΕΕ (π.χ., αίτημα επανεξέτασης του ρωσικού νόμου περί επενδύσεων σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας).

Μετά τα πρόσφατα γεγονότα στη Γεωργία, οι οικονομικές σχέσεις Ρωσίας - Γερμανίας δυνάμωσαν ακόμα περισσότερο. Αξίζει να σημειώσουμε:

-- Τη συμφωνία της «Siemens» με τη ρωσική «Rosatom» για την κατασκευή δεκάδων νέων σύγχρονων σταθμών πυρηνικής ενέργειας, που συνοδεύτηκε από διακοπή της συνεργασίας της «Siemens» με τη γαλλική «Areva».

-- Την αρχική συμφωνία του ομίλου ΕΟΝ με το ρωσικό όμιλο «Gazprom» για τη συμμετοχή τους στην εκμετάλλευση του αποθέματος Γιούζνο - Ρούσκογιε της Σιβηρίας.

-- Τη στήριξη της γερμανικής κυβέρνησης στην προτεραιότητα των ρωσικών σχεδίων Nord Stream - South Stream έναντι του αμερικανικού σχεδίου Nabuco για τη μεταφορά φυσικού αερίου απ' την Ασία στην Ευρώπη.

Η συγκεκριμένη στήριξη εκφράστηκε και με την απουσία της Μέρκελ στο Ενεργειακό Φόρουμ της Σόφιας, μετά την απόφαση του Πούτιν να μην παραστεί. Η απόφαση αυτή λήφθηκε απ' τη Ρωσία γιατί εκτιμήθηκε ότι η βουλγαρική κυβέρνηση αναβαθμίζει τη συνεργασία της με τον αμερικανικό παράγοντα στον ενεργειακό τομέα. Η γερμανική κυβέρνηση φαίνεται να εκτιμά ότι η νέα σημαντική επιτυχία της Ρωσίας με την υπογραφή συμφωνίας με το πλούσιο σε φυσικό αέριο Αζερμπαϊτζάν (συμφωνία «Gazprom» - «Socar») δίνει προβάδισμα στα ρωσικά σχέδια.

Η στενότερη προσέγγιση Γερμανίας - Ρωσίας επιδρά και στη συνοχή της γαλλογερμανικής συμμαχικής σχέσης. Στο 18ο Συνέδριο είχαμε επισημάνει ότι αυτή η σχέση οριοθετείται με βάση τα ξεχωριστά συμφέροντα των δύο κρατών, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα. Η Γαλλία στηρίζει την ενεργειακή της ασφάλεια στους πυρηνικούς της σταθμούς, η Γερμανία με την υλοποίηση των ρωσικών σχεδίων διασφαλίζει την απευθείας τροφοδοσία της με φυσικό αέριο και ταυτόχρονα καθίσταται ο κύριος ενεργειακός δίαυλος των ρωσικών ενεργειακών εξαγωγών στην ΕΕ.

Μετά το 2007 γίνονται πιο αισθητές οι αντιφάσεις της γαλλογερμανικής ιμπεριαλιστικής συνεργασίας. Συνοπτικά αναφέρουμε:

-- Τη διαφωνία της Γερμανίας στην αρχική γαλλική πρόταση για τα κράτη που θα αποτελούσαν την «Ενωση για τη Μεσόγειο».

-- Τη διαφωνία τους για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (η γαλλική πρόταση ζητούσε «πολιτική πλαισίωση» και λογοδοσία της ΕΚΤ).

-- Την προαναφερόμενη διακοπή της συνεργασίας μεταξύ «Siemens»-«Areva» για τον έλεγχο της αγοράς πυρηνικής ενέργειας που θα ξεπεράσει σε κύκλο εργασιών παγκόσμια το 1 τρισ. δολάρια μέχρι το 2030.

-- Τον ενεργό ρόλο της Γαλλίας για την υπογραφή μνημονίου μεταξύ ΕΕ - Ουκρανίας για τη μεταφορά φυσικού αερίου στην ΕΕ.

Φυσικά, συνεχίζεται απ' την άλλη η δράση του «γαλλογερμανικού άξονα» στη βάση του κοινού συμφέροντος, αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο εκπροσώπησης στην ΕΕ. Η σημαντικότερη αυτοτελής πρωτοβουλία του ευρωενωσιακού ιμπεριαλισμού για το μέλλον της Ευρασίας είναι η οικοδόμηση της «Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης». Πρόκειται για το Σύμφωνο Ανατολικής Συνεργασίας της ΕΕ με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Λευκορωσία, τη Γεωργία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία, το οποίο περιλαμβάνει συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, προβλέψεις κοινοτικής χρηματοδότησης, συνεργασία στον τομέα της ενέργειας. Η Ρωσία εκδήλωσε ήδη τη δυσαρέσκειά της. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία εμφανίζεται ανταγωνιστική στο παλιότερο σχήμα συνεργασίας του ΟΣΕΠ, όπου συμμετέχουν εκτός της ΕΕ και των προαναφερόμενων χωρών η Ρωσία, η Τουρκία και η Σερβία.

Παράλληλα, η ΕΕ συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με την Κίνα συγκροτώντας Μηχανισμό Οικονομικού και Εμπορικού Διαλόγου Υψηλού Επιπέδου, που ξεκίνησε τις συνεδριάσεις του το 2008. Η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ. Το εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ με την Κίνα παραμένει υψηλό. Η ΕΕ εστιάζει στις διαπραγματεύσεις στα ζητήματα απομίμησης και καταπάτησης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ευρωπαϊκών προϊόντων από κινεζικές επιχειρήσεις, καθώς και στα κινεζικά μέτρα προστατευτισμού που δυσκολεύουν τις ευρωπαϊκές εξαγωγές στην κινεζική αγορά. Ταυτόχρονα, ενισχύει τα δικά της προστατευτικά μέτρα σε κινεζικά βιομηχανικά προϊόντα στο όνομα της προστασίας της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.

Διαφορετικές προτεραιότητες

Η συγχρονισμένη εκδήλωση της κρίσης και οι συζητήσεις για τη διαχείρισή της σε διεθνές επίπεδο στη Σύνοδο του G-20 ανέδειξαν επίσης διαφορετικές προτεραιότητες μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ. O «γαλλογερμανικός άξονας» δε συμφώνησε με τις ΗΠΑ στη χορήγηση ενός νέου μεγάλου πακέτου κρατικής στήριξης του χρηματοπιστωτικού τομέα και της βιομηχανικής παραγωγής. Ανέδειξε τον κίνδυνο διόγκωσης του δημόσιου χρέους και υπονόμευσης του ευρώ, το οποίο κατακτά σταδιακή αναγνώριση ως διεθνές νόμισμα. Η Τσεχική Προεδρία της ΕΕ επισήμανε επίσης ότι τα κρατικά πακέτα για την ενίσχυση του ρυθμού καπιταλιστικής ανάπτυξης στις ΗΠΑ συνοδεύονται με νέα μέτρα προστατευτισμού με στόχο να ενισχυθεί η εγχώρια αμερικανική παραγωγή.

Ούτε όμως και στο ζήτημα των ρυθμίσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα επήλθε ουσιαστική συμφωνία με τις ΗΠΑ. Συμφωνήθηκε απλά η σύσταση ενός νέου Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για την παρακολούθηση των εξελίξεων, χωρίς εκχώρηση ουσιαστικών αρμοδιοτήτων για την αντιμετώπιση διασυνοριακών διαφορών. Δεν υπήρξε επίσης συμφωνία σχετικά με τη διαχείριση ζημιογόνων χρηματοπιστωτικών παραγώγων.

Στο μόνο σοβαρό ζήτημα που υπήρξε μια καταρχήν ιμπεριαλιστική συμφωνία (με ασάφεια στους όρους υλοποίησής της) ήταν η ενίσχυση της χρηματοδότησης του ΔΝΤ κατά 500 δισ. δολάρια (40 δισ. από Κίνα, 50 δισ. από ΕΕ, 100 δισ. από Ιαπωνία και τα υπόλοιπα από ΗΠΑ). Ωστόσο, δεν αποσαφηνίστηκε η ενίσχυση του ρόλου της BRIC και ιδιαίτερα της Κίνας, στο μηχανισμό λήψης αποφάσεων (θα διερευνηθεί με χρονικό ορίζοντα το 2011). Οι πόροι του ΔΝΤ φτάνουν πλέον τα 750 δισ. δολάρια, με συμμετοχή της ΕΕ στα 75 δισ. ευρώ. Συμφωνήθηκε επίσης η χορήγηση 250 δισ. δολαρίων για την αναζωογόνηση του εμπορίου.

Η έλλειψη ουσιαστικής συμφωνίας του G-20 αντανακλά την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που σταδιακά δυναμώνει τον κίνδυνο αναζήτησης διεξόδου σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους και επεμβάσεις σε μια συγκυρία που μεταβάλλεται ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Οι εξελίξεις στη Γεωργία, στο Ιράκ, στην Παλαιστίνη και ιδιαίτερα σε Πακιστάν-Αφγανιστάν υπογραμμίζουν αυτή την επισήμανση. Οι στρατιωτικές ασκήσεις του ΝΑΤΟ στη Γεωργία και κυρίως η προώθηση των σχεδίων των ΗΠΑ σε Αφγανιστάν - Πακιστάν, τα οποία περιλαμβάνουν και την αλλαγή των συνόρων των κρατών της περιοχής, σηματοδοτούν την προσπάθεια εδραίωσης της θέσης τους στην Ευρασία απέναντι στον άξονα Ρωσίας - Κίνας, που ισχυροποιείται μέσω του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης. Αντίστοιχα, δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι προβλέψεις του Αμερικανικού Εθνικού Συμβουλίου Πληροφοριών για τη μεταφορά παγκόσμιου πλούτου και δύναμης απ' τη δύση στην ανατολή (π.χ. εκτίμηση ότι το μερίδιο του παγκόσμιου ΑΕΠ των BRIC μπορεί να φτάσει το αντίστοιχο του G-7 το 2040).

Γι' αυτό οι αναλυτές των ΗΠΑ «προβλέπουν» (στην ουσία προετοιμάζουν) την εμφάνιση επικίνδυνων τόξων αστάθειας και εξάπλωση των συγκρούσεων πριν το 2020 (αναφορές σε Πακιστάν, Αφγανιστάν, Ιράν, Νιγηρία, Υεμένη, κλπ.). Η νέα ανοδική τάση των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών κατά 45% μεταξύ 1998 - 2007 αποτελεί μια ακόμα σημαντική ένδειξη της όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.

Γενικότερα, δεν πρέπει να ξεχνάμε το ιστορικό δίδαγμα ότι στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, κάθε σοβαρή αλλαγή στον έλεγχο και στο μοίρασμα των αγορών σπανίως γίνεται αναίμακτα.

Φυσικά, οι σχέσεις ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων είναι αντιφατικές, καθώς αναπτύσσονται παράλληλα ισχυρές αλληλεξαρτήσεις. Για παράδειγμα, η Κίνα δε θα μπορούσε να διασφαλίσει τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης της τελευταίας δεκαετίας χωρίς την εξαγωγή εμπορευμάτων προς τις ΗΠΑ και την ΕΕ, καθώς και τη σχετική εισροή και εκροή κεφαλαίου. Το μεγάλο ύψος της εγχώριας κατανάλωσης στις ΗΠΑ (69,9% του ΑΕΠ) σε σχέση με 38% του ΑΕΠ στην Κίνα και 58% στη Γερμανία, αναδεικνύει τη σημασία που είχε η αμερικανική αγορά σαν διέξοδος για την εξαγωγή εμπορευμάτων και υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων την τελευταία δεκαπενταετία.

Κάτω από την αλληλεπίδραση των αλληλεξαρτήσεων και μπροστά στη δυναμική της Κίνας και της Ρωσίας, οι ΗΠΑ και η ΕΕ συμπορεύονται σε ορισμένα κρίσιμα γεωπολιτικά ζητήματα, π.χ. Β. Κορέα, Ιράν, Παλαιστινιακό. Επίσης, καταλήγουν σε ορισμένους προσωρινούς συμβιβασμούς σε θέματα ανταγωνισμού στο οικονομικό επίπεδο, π.χ., η πρόσφατη καταρχήν συμφωνία για τις εισαγωγές αμερικανικών βόειων κρεάτων στην ΕΕ.

Η αστική πολιτική διαχείρισης της κρίσης στην ΕΕ

Το Νοέμβρη του 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το Ευρωπαϊκό Σχέδιο για την Ανάκαμψη της Οικονομίας με διακηρυγμένους στρατηγικούς στόχους:

-- Την προετοιμασία της ΕΕ για να βρεθεί σε πλεονεκτική θέση στον ανταγωνισμό με τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όταν ξεπεραστεί η κρίση, σύμφωνα με τους στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας.

-- Την ενίσχυση της ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό τομέα μέσα στα πλαίσια του Συμφώνου Σταθερότητας, με δημοσιονομικά κίνητρα σ' όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ.

-- Την επιτάχυνση της μετάβασης προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα - «πράσινη οικονομία». Την ενθάρρυνση επενδύσεων και ανάπτυξης νέων τεχνολογιών σ' αυτή την κατεύθυνση καθώς και μέτρα μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ.

-- Τον περιορισμό των συνεπειών στους «πλέον ευάλωτους», δηλαδή στις κοινωνικές ομάδες ακραίας φτώχειας.

Ως άμεσο δημοσιονομικό μέτρο προβλέφθηκε ένα πακέτο ύψους 200 δισ. ευρώ (1,5% του ΑΕΠ της ΕΕ), εκ των οποίων τα 30 δισ. (0,3% του ΑΕΠ της ΕΕ) θα ήταν άμεση κοινοτική χρηματοδότηση και τα υπόλοιπα θα διασφαλίζονταν από αύξηση του προϋπολογισμού των κρατών - μελών. Παράλληλα, δρομολογήθηκε η επιτάχυνση των αναδιαρθρώσεων που προβλέπει η Στρατηγική της Λισαβόνας.

Συμφωνήθηκε ότι τα βραχυπρόθεσμα δημοσιονομικά μέτρα δε θα πρέπει να υπονομεύουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, σύμφωνα με τα όρια του Συμφώνου Σταθερότητας.

Η πορεία υλοποίησης του Σχεδίου εξετάστηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Μάρτη 2009, όπου το δημοσιονομικό πακέτο ενίσχυσης είχε ήδη ξεπεράσει τα 400 δισ. ευρώ (περί το 3,3% του ΑΕΠ της ΕΕ). Στο Συμβούλιο επιβεβαιώθηκε ως βασική κατεύθυνση η προώθηση της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις στο όνομα της διατήρησης του επιπέδου απασχόλησης στη διάρκεια της κρίσης.

Παράλληλα, τα μέτρα ενίσχυσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος ανήλθαν στο 25% του ΑΕΠ στο σύνολο της ΕΕ. Ομως, το μεγαλύτερο μέρος αυτής της στήριξης (19% του ΑΕΠ) είναι κρατικές εγγυήσεις για άντληση κεφαλαίων εκ μέρους των τραπεζών.

Το Ευρωπαϊκό Σχέδιο για την Ανάκαμψη της Οικονομίας αφενός έχει αντιλαϊκό χαρακτήρα και αφετέρου είναι αντιφατικό ως προς το αποτέλεσμα.

Μάταια η αστική πολιτική αναζητά διαχειριστική λύση που να μπορεί να υπερβεί τις εγγενείς αντιφάσεις της καπιταλιστικής παραγωγής, όπου το κεφάλαιο είναι το κίνητρο και ο σκοπός της. Ο,τι εμφανίζεται σαν φάρμακο για ένα πρόβλημα του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης μετατρέπεται σε δηλητήριο για άλλα υπαρκτά προβλήματα.

Η κοινοτική επιλογή για πρόσθετη κρατική επιδότηση των μονοπωλιακών ομίλων στους διάφορους τομείς της καπιταλιστικής οικονομίας αυξάνει την ανάγκη για νέα κρατικά έσοδα και οδηγεί συχνά σε πρόσθετη φορολογία και περικοπές κρατικών δαπανών, που συρρικνώνουν τελικά το πραγματικό λαϊκό εισόδημα.

Απ' την άλλη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φοβάται ότι μια μεγάλη αύξηση των κρατικών δαπανών θα αδυνατίσει την ισχύ του ευρώ στο βαθμό που θα οδηγήσει σε διόγκωση του δημόσιου χρέους και του ελλείμματος σε αρκετά κράτη - μέλη.

Η προώθηση της πολιτικής των αναδιαρθρώσεων ενισχύει επίσης τη γενική τάση αύξησης της σχετικής και απόλυτης εξαθλίωσης της εργατικής τάξης. Η διατήρηση ενός ορισμένου επιπέδου λαϊκής κατανάλωσης με μέτρα που διευκολύνουν την αύξηση των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων (π.χ. μείωση των επιτοκίων) δίνει ώθηση στην υπερπαραγωγή για ένα διάστημα και έχει οδυνηρές συνέπειες για το λαό στη συνέχεια. Το παράδειγμα της διόγκωσης της δανειακής επιβάρυνσης, η οποία εξερράγη στις ΗΠΑ, είναι χαρακτηριστικό.

Η «πράσινη οικονομία» αποτελεί πρόταση διαχείρισης και αξιοποίησης των προβλημάτων του περιβάλλοντος προς όφελος των στρατηγικών συμφερόντων του κεφαλαίου. Επιχειρεί να διαμορφώσει κίνητρα επενδύσεων, κίνητρα εισαγωγής και αξιοποίησης νέων τεχνολογιών-καινοτομιών για να δώσει νέα ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη. Θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το λαϊκό εισόδημα για να διασφαλιστεί η νέα κρατική χρηματοδότηση των ομίλων της «πράσινης ανάπτυξης».

Τους βασικούς άξονες του Σχεδίου έχουν προσυπογράψει και προωθούν όλες οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών της ΕΕ, φιλελεύθερες, σοσιαλδημοκρατικές και συμμαχικές, όπως της Γερμανίας.

Καθώς οι αρνητικές συνέπειες απ' την εκδήλωση της κρίσης γίνονται όλο και πιο ορατές στην ΕΕ, ορισμένοι πολιτικοί εκπρόσωποι της σοσιαλδημοκρατίας και του χώρου των οικολόγων - πρασίνων επιχειρούν να συγκαλύψουν τον αντιλαϊκό χαρακτήρα της αστικής πολιτικής διαχείρισης.

Ετσι, οι Κ. Σημίτης, Γ. Φίσερ κ.ά. επιχειρούν να αναδείξουν ως κεντρικό πρόβλημα την απουσία κοινής οικονομικής πολιτικής στην ΕΕ και προτείνουν ως λύση τη δημιουργία μιας «ευρωπαϊκής οικονομικής κυβέρνησης», που θα περιορίσει τις «δυνάμεις μιας ανεξέλεγκτης αγοράς». Προσπαθούν να καλλιεργήσουν την αυταπάτη ότι υπάρχει μια αστική πολιτική διαχείρισης που μπορεί να διασφαλίσει τάχα τη φιλολαϊκή έξοδο από την κρίση και να εξαλείψει τις συνέπειες της ανισόμετρης ανάπτυξης στο πλαίσιο της ΕΕ. Πολιτική που δήθεν δεν εφαρμόζεται αποτελεσματικά σε ορισμένα κράτη - μέλη. Η πραγματικότητα όμως αποδεικνύει ότι οι ίδιες βασικές αντιλαϊκές επιλογές του «ευρωμονόδρομου» εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ και έχουν παντού βαριές αρνητικές συνέπειες για τους λαούς. Η λύση δε βρίσκεται στην εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά στην αντίθετη κατεύθυνση, της απειθαρχίας στις πολιτικές της ΕΕ, της αποδέσμευσης, της διάλυσης της ΕΕ, που αποτελεί σημαντικό φραγμό στη μόνη ελπιδοφόρα προοπτική, το σοσιαλισμό. Γι' αυτό και έχει ιδιαίτερη σημασία να κατανοηθεί η φύση της ΕΕ ως προωθημένης μορφής διακρατικής ιμπεριαλιστικής συμμαχίας.

Αντί επιλόγου

Καθώς τα προβλήματα του ευρωενωσιακού ιμπεριαλισμού αυξάνουν, μεγαλώνουν αντικειμενικά και οι δυνατότητες αντεπίθεσης του λαϊκού κινήματος. Απαιτείται βέβαια η αποφασιστική καταδίκη της ιμπεριαλιστικής πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε», του κρατικού αυταρχισμού στο όνομα της «καταπολέμησης της τρομοκρατίας», του ιμπεριαλιστικού δόγματος του «προληπτικού πολέμου». Καθοριστικό στοιχείο για τη διασφάλιση της συνέχειας και προοπτικής σε αυτή την προσπάθεια είναι η στάση του κινήματος απέναντι στην ΕΕ των μονοπωλίων και του πολέμου, ιδιαίτερα σήμερα που η λαμπερή προοπτική του «ευρωμονόδρομου» φθίνει και αποκαλύπτεται ακόμα περισσότερο ο αντιδραστικός προσανατολισμός του στα μάτια των λαών.

Στον αντίποδά του βρίσκεται το όραμα της Ευρώπης του σοσιαλισμού, που προϋποθέτει σύγκρουση και ανατροπή στο επίπεδο της εξουσίας, σε κάθε κράτος της Ευρώπης ξεχωριστά, μόλις ωριμάσουν οι συνθήκες. Ταυτόχρονα, η ανάπτυξη του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος σε διεθνές επίπεδο έχει μεγάλη σημασία.

Για να ανοίξει ο δρόμος γι' αυτή την ελπιδοφόρα προοπτική πρέπει άμεσα να ενταθεί η ταξική πάλη, να δυναμώσει η ιδεολογική ζύμωση, να πολιτικοποιηθεί ο οικονομικός αγώνας με αφετηρία το στόχο: «Να πληρώσουν την κρίση τα μονοπώλια».

Με τη συνειδητή πάλη τους οι εργαζόμενοι μπορούν να μετατρέψουν την οικονομική κρίση σε βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για να απελευθερωθεί επιτέλους η κοινωνική παραγωγή από τα δεσμά του κεφαλαίου.

*Το παραπάνω κείμενο είναι εισήγηση του Μ. Παπαδόπουλου στην ημερίδα της ΚΕ για την οικονομική κρίση, που έγινε στις 14 του Μάη στην Αθήνα


Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ