Σάββατο 25 Δεκέμβρη 1999 - Κυριακή 26 Δεκέμβρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΙΣΤΟΡΙΑ
Το ... go back του λεσβιακού λαού

Περιγραφή των γεγονότων στην εφημερίδα " Ελεύθερη Λέσβος" το 1945

«Κυριακή, παραμονή Χριστουγέννων του 1944. Στις εφτά το πρωί, μαθεύτηκε σ' ολόκληρη την πόλη, πως απ' την αυγή άραξαν όξω από το λιμάνι έξι καράβια, τρία μεταγωγικά γεμάτα μαύρους και τρία πολεμικά εγγλέζικα. Στα μπλόκια είχαν κιόλας ξεφορτώσει έξι στρατιωτικά αυτοκίνητα. Τα φύλαγαν δύο μαύροι. Στο ίδιο μέρος ήταν κι άλλα φορτηγά, που από καιρό είχαν φέρει στο νησί οι Αγγλοι.

"Η μέρα ήταν βαριά και κρύα. Φυσούσε δυνατός αγέρας κι ώρες ώρες έριχνε χιονόνερο. Τα χωνιά γυρίζουν στις γειτονιές και ειδοποιούν τον κόσμο. "Οι δολοφόνοι του γενναίου λαού της Αθήνας και του Πειραιά, ο Παπανδρέου κι ο Σκόμπι, θέλουν να ματοκυλίσουν και το ηρωικό νησί μας. Θέλουν να φέρουν μια μαύρη τρομοκρατία για να μας υποδουλώσουν. Εξι πλοία με αραπάδες βρίσκονται στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Νιάτα και λαέ! εμπρός, όλοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, να ζητήσουμε να φύγουν απ' το νησί μας οι μαύροι. Θάνατος στο φασισμό -Λευτεριά στο λαό.

"Ολοι που βρίσκονταν στην προκυμαία, τριγυρνούσαν ανήσυχοι κι όλοι αναρωτιόνταν για το τι έμελλε να γίνει. θα βγουν; Είναι περαστικοί; Τι ζητούν από μας; Οσο ψήλωνε η μέρα πύκνωνε κι ο κόσμος. Οσα μαγαζιά είχαν ανοίξει, έκλεισαν. Η απεργιακή Επιτροπή, που από καιρό βρισκόταν σ' επιφυλακή, κήρυξε γενική απεργία. Σ' όλο το νησί, οι ΕΛΑΣίτες και η Πολιτοφυλακή βρισκόταν στις θέσεις τους. Κι ο κόσμος όλο και κατέβαινε.

"Στις εννιά η ώρα, από ένα μεταγωγικό, άρχισαν να κατεβαίνουν αραπάδες σε τορπιλάκατο.... Ετοιμαζόταν να βγουν. Τα χωνιά μπήκαν πάλι σ' ενέργεια. Ετσι μαζεύτηκε πολύς κόσμος. Τώρα όλοι τραβούσαν κατά το ταχυδρομείο κατά κει είχε τιμόνι και η τορπιλάκατο. Αξιωματικοί του ναυτικού και ναύτες πολέμησαν να κρατήσουν τον κόσμο στα σύρματα. Το πλήθος έσπασε τη ζώνη κι όλοι φώναζαν: "πίσω, δε σας θέλουμε".

"Πολλές γυναίκες έπεσαν απάνω στο αποβατικό σκάφος και φώναζαν: "χτυπάτε"... Ο κόσμος κατεβαίνει, όλο κατεβαίνει. Οι μπούκες των πολυβόλων είναι γυρισμένες κατά πάνω του. Δε δείλιασε κανένας. Γυναίκες βγάζουν τα τσόκαρα και τα σηκώνουν καταπάνω στους μαύρους, που σαστισμένοι συμμαζεύονται μέσα στην τορπιλάκατο. Το πλήθος την βαραίνει με αμέτρητα χέρια.

"Η απόβαση δεν μπορούσε να γίνει εκεί. Η τορπιλάκατο έκανε πίσω κι έβαλε τιμόνι ολοταχώς κατά τα μπλόκια. Ολοι τρέχουν κατά κει.

"Φτάνουν πάνω στην ώρα. Ενας ναύτης προσπαθεί να ρίξει κάβο, τον παίρνουν και τον πετούν στη θάλασσα. Μια, δύο, τρεις φορές... Κι όλο το πλήθος φώναζε "πίσω, πίσω, δε σας θέλουμε"... Το πλήθος ουρλιάζει... Εφυγαν οι μαύροι. Η τορπιλάκατο πλεύρισε το καράβι, ο στρατός μπήκε πάλι στο μεγάλο μεταγωγικό.

"Ο κόσμος έμενε μαζεμένος, περίμενε και την Επιτροπή του αγώνα που ανέβηκε στο καράβι και είχε συζητήσεις με τον Αγγλο ταξίαρχο Τόρνμπουλ, περίπου τρεις ώρες κράτησαν. Εγινε απόγιομα. Χαλασμός κυρίου.

"Τ' απόγεμα καταφθάνουν συντεταγμένοι, οπλισμένοι οι Μοριανοί. Ενα σωρό άνθρωποι με σκουριασμένες χατζάρες, κασμάδες, τσεκούρια και ξύλα. Και με ψυχή. Ερχουνται οι Αγιασιώτες, η αγροτιά της Γέρας, οι βασανισμένοι του λεσβιακού κάμπου. Μέσα στη νύχτα, που άρχισε να πυκνώνει, γυαλίζουν παράξενα οι σπάθες, οι μαχαίρες, τα ντουφέκια. Τους καινούριους τους υποδέχουνται οι παλιοί με ζήτω, χαλασμός κυρίου. Ολη αυτή τη νύχτα την πέρασε τόσος κόσμος, που έκανε ώρες ποδαρόδρομο, πάνω στην προκυμαία. Δε νοιάστηκε κανένας ούτε για φαΐ, ούτε για κρεβάτι. Αναβαν φωτιές να ζεσταθούν και τραγουδούσαν. Η προκυμαία γέμισε φλόγα και τραγούδι.

"Αυτή τη νύχτα σηκώθηκαν οδοφράγματα με πέτρες, βαρέλια, αραμπάδες, κάσες και άλλα. Κάθε δρόμος και οδόφραγμα. Ο λαός αγρυπνούσε παντού.

Χαλασμός κυρίου

"Ξημέρωναν τα Χριστούγεννα κι από παντού καταφθάνουν οι αγρότες του νησιού με κασμάδες, τσεκούρια και ντουφέκια. Ολοι μαζώνονται στην προκυμαία και στα μπλόκια. Ο κόσμος δείχνει μεγάλη αποφασιστικότητα.

"Απ' την αυγή άρχισαν πάλι τα χωνιά τη δουλιά τους. Αρχισαν να χτυπούν και καμπάνες. Ολοι περιμένουν. Ο καθένας πηγαίνει στη θέση του....

"Αργά το βράδυ, θα 'ταν εφτά η ώρα, το μεγάλο πολεμικό ανέβασε σήμα μάχης. Τα μεταγωγικά ανάβουν τα φώτα τους, οι μαύροι ετοιμάζουνται πάλι να μπαρκάρουν... Μπροστά στην αποφασιστική στάση που κρατά ο λαός οι μαύροι κάνουν πίσω. Τα φώτα έσβησαν και το πλήθος καταλάγιασε.

..."Κοντεύουν μεσάνυχτα. Χωνιά, σάλπιγγες και καμπάνες. Οι μαύροι αρχίζουν στα πλοία μανούβρες. Μα δεν είναι τίποτα. Ο λαός αγρυπνά παντού. Την αυγή στις πέντε πάλι τα ίδια.

"Την άλλη μέρα και στις 27 οι μαύροι δεν έδειξαν καμιά διάθεση για απόβαση. Στις 28 το φορτηγό, που ήταν πλευρισμένο στο εξωτερικό λιμάνι, βγήκε όξω στ' ανοιχτά. Αλλο ένα φορτηγό κι ένα αντιτορπιλικό έφυγαν. Την άλλη μέρα κατά το βράδυ έφυγαν κι άλλα καράβια. Απόμεινε ένα μονάχα φορτηγό κι ένα πολεμικό. Μαθεύτηκε πως ήρθανε στην Αθήνα ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Τσόρτσιλ κι ο Ιντεν. Ο ταξίαρχος περίμενε κι αυτός το τι θα γινόταν στην Αθήνα. Οι μέρες και οι νύχτες πέρασαν ήσυχες. Απ' την προκυμαία όμως δεν έφυγε κανένας. Ολοι έμειναν στις θέσεις τους. Μέρα και νύχτα.

Στις τέσσερις αυτές μέρες, κλείνει την αφήγησή της η εφημερίδα, έγιναν πολλές διαδηλώσεις κι ο λαός ενέκρινε διάφορα ψηφίσματα. Στις 27 ο λαός απαίτησε να φύγει ο νομάρχης. Ο κ. Κόντης όλες αυτές τις μέρες στάθηκε ξένος στον πόνο του λαού. απ' τις 27 του μήνα, μέρα Τετάρτη, πήγε στη νομαρχία το παλιό Νομαρχιακό Συμβούλιο. Ενώ στις 28 ανακοινώθηκε και επίσημα πως οι μαύροι δε θα πατούσαν πόδι στο νησί. Ολοι μαζεύτηκαν στο Δημαρχείο, μίλησαν στο λαό: Ο Γώγος, ο Αποστόλου, ο Φριλίγος, ο Πιτσούλης κι ο Χατζηπαυλής. Την ίδια μέρα το μεσημέρι έγινε παρέλαση. Μπροστά η ΕΑ, ύστερα ο ΕΛΑΣ, η Πολιτοφυλακή, ο Εφεδρικός ΕΛΑΣ. Απ' τα ζήτω χαλά ο κόσμος! Ραίνουν τους αντάρτες με λουλούδια. Πετούν καπέλα στον αέρα, φωνάζει ο κόσμος ζήτω και πάλι ξαναρχής. Ολη η μέρα πέρασε με χαρά και με τραγούδια. Ο λαός γιόρταζε τη νίκη του».


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ