Κυριακή 17 Αυγούστου 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Θεωρητικά ζητήματα για τις προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης

Εκτο μέρος

Οι αντικειμενικές και υποκειμενικές προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης

Η σοσιαλιστική επανάσταση είναι ένα μεγάλο και δύσκολο έργο, όπου παίρνουν μέρος μάζες εκατομμυρίων ανθρώπων, συγκρούονται και αλληλοεπηρεάζονται διάφορες ταξικές δυνάμεις, κόμματα και οργανώσεις.

Ακόμη και όταν έχουν πλήρως ωριμάσει οι υλικές προϋποθέσεις για το επαναστατικό πέρασμα στο σοσιαλισμό - κομμουνισμό, όταν ο βασικός ταξικός ανταγωνισμός της καπιταλιστικής κοινωνίας έχει φτάσει στο έπακρο και οξύνονται όλες οι αντιθέσεις του, ακόμα και τότε η πολιτική επανάσταση δεν μπορεί να γίνει αυθαίρετα σε οποιαδήποτε στιγμή και σε οποιαδήποτε κατάσταση.

Για να εκδηλωθεί η σοσιαλιστική επανάσταση και να εξελιχθεί σε νικηφόρα κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη είναι απαραίτητο να υπάρχουν και άλλες προϋποθέσεις, πέραν της ωριμότητας του καπιταλισμού.

1. Η επαναστατική κατάσταση

Οπως ήδη αναφέρθηκε, από τις υλικές προϋποθέσεις προβάλλει η αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να πραγματοποιηθεί οποτεδήποτε. Προϋπόθεση είναι η εμφάνιση μιας τέτοιας αντικειμενικής κατάστασης ως αποτέλεσμα ραγδαίων αλλαγών στη ζωή της καπιταλιστικής κοινωνίας, ευνοϊκή για την επαναστατική ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, την κατάκτηση από την εργατική τάξη της πολιτικής εξουσίας. Στη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία αυτή η κατάσταση λέγεται επαναστατική κατάσταση και συνιστά την αντικειμενική βάση για να εκδηλωθεί η επανάσταση.

Ο Λένιν έδωσε ως εξής τον επιστημονικό ορισμό της επαναστατικής κατάστασης: «Για έναν μαρξιστή δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επανάσταση είναι αδύνατο να γίνει χωρίς επαναστατική κατάσταση. Ποια είναι, μιλώντας γενικά, τα γνωρίσματα μιας επαναστατικής κατάστασης; Ασφαλώς, δε θα πέσουμε έξω, αν υποδείξουμε τρία βασικά γνωρίσματα, τα παρακάτω: 1) Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους: η μια είτε η άλλη κρίση των "κορυφών", η κρίση της πολιτικής της κυρίαρχης τάξης που δημιουργεί ρωγμή, απ' όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζόμενων τάξεων. Συνήθως, για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό "τα κάτω στρώματα να μη θέλουν", μα χρειάζεται ακόμη και "οι κορυφές να μην μπορούν" να ζήσουν όπως παλιά. 2) Επιδείνωση μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζόμενων τάξεων. 3) Σημαντικό ανέβασμα για τους παραπάνω λόγους της δραστηριότητας των μαζών, που σε "ειρηνική" εποχή αφήνουν να τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο από όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις "κορυφές" σε αυτοτελή ιστορική δράση.

Χωρίς αυτές τις αντικειμενικές αλλαγές, που δεν εξαρτώνται ούτε από τη θέληση ορισμένων χωριστών ομάδων και κομμάτων, αλλά ούτε και από τη θέληση ορισμένων χωριστών τάξεων, η επανάσταση, κατά κανόνα, δεν μπορεί να γίνει».23

Μ' άλλα λόγια, όταν αναφερόμαστε στην επαναστατική κατάσταση ως αντικειμενική προϋπόθεση της σοσιαλιστικής επανάστασης, εννοούμε ένα σύνολο αντικειμενικά διαμορφωμένων αλλαγών στην κοινωνία, οι οποίες οδηγούν στην πανεθνική κρίση που αγκαλιάζει και τους «πάνω» και τους «κάτω».

Οι ρίζες της επαναστατικής κατάστασης, σε τελευταία ανάλυση, βρίσκονται στις αντιθέσεις του τρόπου παραγωγής. Ωστόσο, η αντανάκλαση αυτών των αντιθέσεων στην κοινωνική συνείδηση, στην ανάπτυξη ταξικής συνείδησης, δεν είναι αυτόματη και ευθύγραμμη.

Γι' αυτό, μόνο σε ορισμένες κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας και ανεξάρτητα από τη θέληση των τάξεων δημιουργούνται συνθήκες επαναστατικής κατάστασης.

Το «ανεξάρτητα από τη θέληση των τάξεων» ακριβώς υποδηλώνει τον αντικειμενικό χαρακτήρα της επαναστατικής κατάστασης.

Τέτοιες καταστάσεις υπήρχαν π.χ. στις επαναστάσεις του 17ου, 18ου, 19ου αιώνα στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, το 1905 και το 1917 στη Ρωσία, στην ευρωπαϊκή ήπειρο στα χρόνια 1918 - 1922 και κατά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, στην Ελλάδα κατά την απελευθέρωση.

Εξετάζοντας το πρώτο γνώρισμα, την κρίση των «κορυφών», δεν εννοούμε τις «δυσκολίες» που συχνά παρουσιάζονται στο αστικό πολιτικό σύστημα, π.χ. παραιτήσεις αστικών κυβερνήσεων, αντιπαραθέσεις μεταξύ των αστικών κομμάτων, αλλαγές στο αστικό πολιτικό σύστημα, με την εξαφάνιση παλιών κομμάτων και τη δημιουργία νέων, εναλλαγές στην πολιτειακή μορφή της αστικής δικτατορίας, στη Συνταγματική τους έκφραση κ.λπ. Κρίση κορυφών έχουμε όταν η πολιτική της αστικής τάξης χρεοκοπεί, έχει εμφανή δυσκολία να διαχειριστεί συνθήκες κρίσης (οικονομική κρίση, πόλεμος κ.ά.), οι οποίες αναπτύσσουν και διευρύνουν σε ασυνήθιστο βαθμό τη λαϊκή δυσαρέσκεια, με αποτέλεσμα «οι κάτω» να μην ελέγχονται όπως πριν από τους «πάνω», στις «κορυφές» να κυριαρχεί σύγχυση και σε αυτή τη βάση να οξύνονται και ενδοαστικές αντιθέσεις.

Είναι το κρίσιμο σημείο που το αστικό κράτος, οι θεσμοί και οι μηχανισμοί του αδυνατούν πλέον να επιβάλουν την πολιτική κυριαρχία τους στις λαϊκές μάζες με την ευκολία και τις μεθόδους που γίνονταν πριν.

Αυτό εκδηλώνεται σε στιγμές ιστορικών ανακατατάξεων και συγκρούσεων, όπως στην περίοδο από το Φλεβάρη έως τον Ιούλη του 1917 στη Ρωσία, όπου η αστική κυβέρνηση δεν είχε την πολιτική και στρατιωτική δύναμη να στραφεί ενάντια στα Σοβιέτ, κυρίως παραμονές της Οχτωβριανής Επανάστασης όταν στην Πετρούπολη και τη Μόσχα μεγάλα τμήματα στρατού είχαν ενωθεί με τους ένοπλους εργάτες, όταν η προσωρινή κυβέρνηση του Κερένσκι και οι οπορτουνιστές που συμμετείχαν σε αυτήν είχαν πλήρως χρεοκοπήσει στη συνείδηση των μαζών.

Οι μάζες σε αυτές τις στιγμές αφυπνίζονται σε τέτοιο βαθμό που οι «πάνω» και οι «κάτω» μπλέκονται σε μια πρωτόγνωρη σύγκρουση που αποτελεί κατακόρυφη ανοδική στροφή στη μέχρι τότε ανάπτυξη της ταξικής πάλης.

Οσον αφορά το δεύτερο γνώρισμα: Την όξυνση της ανέχειας και της αθλιότητας των μαζών.

Οι οικονομικοί όροι και συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων αποτελούν σημαντικό παράγοντα που επιδρούν στη δραστηριοποίησή τους.

Η απότομη αύξηση της φτώχειας και της ανεργίας, η επιδείνωση των όρων εργασίας και ζωής προκαλούν απότομη εκδήλωση της λαϊκής δυσαρέσκειας. Διαμορφώνουν μαζική στάση εγκατάλειψης των αστικών κομμάτων από τις εργατικές και λαϊκές μάζες. Πολλοί παράγοντες μπορούν να πυροδοτήσουν μια τέτοια απότομη αλλαγή στις υλικές συνθήκες της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, με αποτέλεσμα αλλαγή στις διαθέσεις. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι και επεμβάσεις, η αύξηση της πολιτικής αντίδρασης που περιορίζει ή και καταργεί στοιχειώδη πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, η αστική αδυναμία στη διαχείριση μεγάλων καταστροφών.

Οι ταξικές αντιθέσεις μπορούν να οξυνθούν ως το επίπεδο της επαναστατικής κατάστασης μέσα από το συνδυασμό και αλληλεπίδραση οικονομικών και πολιτικών αιτιών.

Ο Λένιν θεωρεί την απότομη αλλαγή στις διαθέσεις και τη δραστηριότητα των μαζών τη συγκεκριμένη στιγμή ως φαινόμενο αντικειμενικού χαρακτήρα, δηλαδή ανεξάρτητου από τη συνείδηση των τάξεων, τη θέληση των κομμάτων.

Το αντικειμενικό δε χαρακτηρίζει μόνο την οικονομία αλλά και την πολιτική. Η πολιτική, τόνιζε ο Λένιν, έχει «δική της αντικειμενική λογική, ανεξάρτητα από τους υπολογισμούς αυτών ή εκείνων των ατόμων ή κομμάτων».24

Οι αντικειμενικές συνθήκες, μέσα στις οποίες δρα ο υποκειμενικός παράγοντας (τάξεις και στρώματα, τα κόμματά τους ή ξεχωριστοί εκπρόσωποί τους), είναι διαμορφωμένες από την προηγούμενη δραστηριότητα των ανθρώπων, τόσο την κοινωνικοοικονομική όσο και την πολιτική.

Ο πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων σε μια συγκεκριμένη στιγμή που είναι προϊόν της δραστηριότητας των τάξεων και των κομμάτων, είναι μια αντικειμενική πραγματικότητα, την οποία υποχρεωτικά λαμβάνουν υπόψη οι τάξεις και τα κόμματα, για να τον αλλάξουν στη μία ή άλλη κατεύθυνση.

Ενας συγκεκριμένος συσχετισμός δυνάμεων εξ αντικειμένου δεν μπορεί να παραμένει στατικός. Γιατί η ίδια η καπιταλιστική πραγματικότητα δεν είναι στατική, περικλείει την τάση της όξυνσης των αντιθέσεών της.

Αλλά και η εκδήλωση επαναστατικής κατάστασης δεν οδηγεί σε μια νέα στατική κατάσταση. Γι' αυτό ο υποκειμενικός παράγοντας για την επιτυχή αξιοποίησή της πρέπει από πριν να είναι προετοιμασμένος - ιδεολογικά, πολιτικά, οργανωτικά - για δράση μέσα σε αυτή την ευνοϊκή κατάσταση. Κι ακόμη, να έχει την ικανότητα εκτίμησης της καλύτερης «στιγμής» για την «έφοδο», για την κατάληψη της εξουσίας, «ούτε πιο νωρίς, ούτε πιο αργά», όπως έλεγε ο Λένιν.

Με αυτή την έννοια, ούτε η εργατική τάξη και το κόμμα της ούτε το κεφάλαιο με το κράτος του και τα κόμματά του μπορούν να προκαλέσουν ή να αποτρέψουν την εκδήλωση επαναστατικής κατάστασης. Προφανώς, η προηγούμενη δράση του κομμουνιστικού κόμματος, η ανάπτυξη του εργατικού κινήματος μπορεί να επιδράσει στα στοιχεία εκδήλωσης της επαναστατικής κατάστασης. Οταν, λοιπόν, δημιουργείται επαναστατική κατάσταση, ο βαθμός ανάπτυξης της κινητοποίησης της εργατικής τάξης που λαμβάνει μεγάλες διαστάσεις και αποτελεί απότομη στροφή στην ταξική πάλη, είναι ένα αντικειμενικό στοιχείο που πρέπει να το υπολογίσει το Κόμμα, ώστε η επαναστατική κατάσταση να οδηγήσει στην επανάσταση.

(Το κείμενο είναι επεξεργασία της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ).

(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)

Σημειώσεις:

23. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τ. 26, σελ. 220.

24. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τ. 14, σελ. 197.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ