Κυριακή 18 Μάη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΔΙΕΘΝΗ
ΛΙΒΑΝΟΣ
«Ανάπαυλα» σε ισορροπία τρόμου

Τα οδοφράγματα που είχε τοποθετήσει η αντιπολίτευση του Λιβάνου τις προηγούμενες μέρες καθαρίζονται, αλλά η ηρεμία και ο συμβιβασμός που επήλθε είναι ...μέχρι νεωτέρας

Associated Press

Τα οδοφράγματα που είχε τοποθετήσει η αντιπολίτευση του Λιβάνου τις προηγούμενες μέρες καθαρίζονται, αλλά η ηρεμία και ο συμβιβασμός που επήλθε είναι ...μέχρι νεωτέρας
Στην πρωτεύουσα του Κατάρ, Ντόχα, βρίσκονται, από την Παρασκευή, αντιπροσωπείες του φιλοαμερικανικού κυβερνητικού συνασπισμού και της κυριαρχούμενης, από τη σιιτική «Χεζμπολάχ», αντιπολίτευσης, προκειμένου να καταλήξουν σε μια συνολική συμφωνία απεγκλωβισμού από το πολιτικό αδιέξοδο, στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα εδώ και μήνες με σαφέστερη έκφρασή του την αδυναμία εκλογής νέου Προέδρου. Η έναρξη των επαφών αποτελεί το αποτέλεσμα της πρώτης, τα τελευταία χρόνια, επιτυχούς διαμεσολαβητικής προσπάθειας του Αραβικού Συνδέσμου, που κατάφερε μέσα σε λίγο περισσότερο από 24 ώρες να συνεισφέρει αποφασιστικά στην αποκλιμάκωση της αντιπαράθεσης κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στο Λίβανο, που είχε λάβει διαστάσεις ένοπλης σύγκρουσης.

Η αιματηρή όξυνση πυροδοτήθηκε από αποφάσεις της κυβέρνησης Σινιόρα για απομάκρυνση του διευθυντή ασφαλείας του αεροδρομίου, κατηγορώντας τον για «συμπάθειες» με τη «Χεζμπολάχ» και για τερματισμό της λειτουργίας του δικτύου τηλεπικοινωνιών της οργάνωσης ως «απειλής για την ασφάλεια της χώρας». Οι ενέργειες αυτές χαρακτηρίστηκαν «κήρυξη πολέμου» από τη «Χεζμπολάχ» και «επικίνδυνες προκλήσεις για τη σταθερότητα της χώρας» από άλλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Οι χαρακτηρισμοί δεν είναι απαραιτήτως υπερβολικοί.

Κορύφωση μιας πολύμηνης «αναμέτρησης εξουσίας»

Η «Χεζμπολάχ» και οι πολιτικοί της σύμμαχοι (η επίσης σιιτική «Αμάλ», οι μαρωνίτες χριστιανοί του στρατηγού Αούν, το φιλοσυριακό Εθνικιστικό Κόμμα, αλλά και ορισμένες μικρές σουνιτικές οργανώσεις) έχουν θέσει ζήτημα διακυβέρνησης, ήδη, από την επομένη του τερματισμού της ισραηλινής εισβολής στο Λίβανο, το καλοκαίρι του 2006. Ζητούν αναπροσαρμογή του εκλογικού νόμου, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες όσον αφορά τη θρησκευτική σύνθεση του πληθυσμού. Η εκλογική νομοθεσία βασίζεται στα πληθυσμιακά ποσοστά των διαφόρων θρησκευτικών σεκτών, με γνώμονα στοιχεία της δεκαετίας του '60. Δηλαδή, ανάλογα με το ποσοστό, που, παραδείγματος χάριν, οι σιίτες αντιπροσώπευαν στο σύνολο του λιβανικού πληθυσμού, εξέλεγαν τον αντίστοιχο αριθμό βουλευτών. Με βάση πάντα τα ποσοστά αυτά, το Σύνταγμα προβλέπει ότι ο Πρόεδρος της χώρας είναι χριστιανός, ο πρωθυπουργός σουνίτης και ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου σιίτης.

Τα δεδομένα αυτά, όμως, έχουν πλέον αλλάξει ριζικά. Οι σιίτες δεν είναι η μειοψηφία. Και η «Χεζμπολάχ», η μεγαλύτερη σιιτική οργάνωση, απαιτεί να γίνουν οι σχετικές «διορθώσεις» και να εκπροσωπούνται αναλόγως οι πολιτικές της θέσεις, όπως και των συμμάχων της, στη διακυβέρνηση της χώρας. Οι πιέσεις έγιναν εντονότερες μετά το 2006, καθώς η «Χεζμπολάχ», αποτελώντας τον κορμό της λιβανικής αντίστασης απέναντι στους Ισραηλινούς εισβολείς, ενίσχυσε την παρουσία της και διεύρυνε την επιρροή της ακόμη και σε πληθυσμιακές ομάδες, πλην των σιιτών. Στο πλαίσιο των πιέσεων αυτών, εντάσσεται και η αποχώρηση των βουλευτών της, αλλά και των συμμάχων της από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Σινιόρα.

Η αντιπαράθεση οξύνθηκε από το φθινόπωρο, όταν μετά την ολοκλήρωση της προεδρικής θητείας του Εμίλ Λαχούντ, ο προεδρικός θώκος χήρεψε και κυβέρνηση και αντιπολίτευση, μετά από 18 άκαρπες κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις, δεν κατάφεραν να επιλέξουν διάδοχο. Και αυτό όχι γιατί απαραίτητα διαφωνούν στο πρόσωπο του νέου Προέδρου. Οπως όλα δείχνουν, έχει επιτευχθεί συναίνεση ως προς το πρόσωπο του αρχηγού ΓΕΣ, στρατηγού Μισέλ Σουλεϊμάν. Η αντιπολίτευση, όμως, για να συναινέσει, απαιτεί να δρομολογηθεί και η αλλαγή του εκλογικού νόμου μέσα από τη σύσταση νέας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, όπου θα εκπροσωπείται στη βάση των νέων πληθυσμιακών δεδομένων, εκτιμώντας ότι η εναπομείνασα κυβέρνηση Σινιόρα ηθικώς δεν εκφράζει καμία λαϊκή πλειοψηφία και κατά συνέπεια δε δικαιούται να λάβει κανένα σημαντικό πολιτικό μέτρο. Η επίμονη άρνηση, από την άλλη, της κυβέρνησης να συζητήσει τα αιτήματα της αντιπολίτευσης, ορμώμενη και από τις ισχυρές «πλάτες» που διαθέτει (ΗΠΑ, Σ. Αραβία, ΕΕ), οδήγησε σταδιακά σε πολιτική παράλυση.

Οι ιμπεριαλιστικές ισορροπίες...

Κατά πολλούς αναλυτές, οι αποφάσεις της κυβέρνησης Σινιόρα, που πυροδότησαν την πρόσφατη αιματηρή κλιμάκωση, δεν είναι παρά το αποτέλεσμα εξωτερικών «παραινέσεων» (των ισχυρών προστατών που αναφέρθηκαν) με στόχο τον οριστικό εξοβελισμό της αντιπολίτευσης, και ιδίως της «Χεζμπολάχ», που διατηρεί στενές σχέσεις με το Ιράν.Εγινε, δηλαδή, μια απόπειρα να επιβληθεί τελεσίδικα ένας τέτοιος συσχετισμός δύναμης στο Λίβανο, ο οποίος θα διευκόλυνε την προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων για την «ευρεία Μέση Ανατολή», καθώς, όπως έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αιματηρά κατά τον πολύχρονο εμφύλιο που έληξε το 1990, οι εξελίξεις στη χώρα των Κέδρων, λόγω ακριβώς της θρησκευτικής σύνθεσης του πληθυσμού, επηρεάζουν σημαντικά τη διαμόρφωση κλίματος σε όλη την περιοχή.

Ο σχεδιασμός αυτός, προς το παρόν τουλάχιστον, φαίνεται να γύρισε «μπούμερανγκ» τόσο για την κυβέρνηση Σινιόρα όσο και για τους ξένους υποστηρικτές της. Πιεζόμενη ουσιαστικά να αποδεχτεί την περιθωριοποίησή της, η αντιπολίτευση, και κυρίως η «Χεζμπολάχ», αντέδρασε δυναμικά, κατεβάζοντας, για πρώτη φορά μετά από 18 χρόνια, ενόπλους στους δρόμους της πρωτεύουσας. Οι ολιγοήμερες συγκρούσεις που ακολούθησαν άλλαξαν, όπως τονίζουν αναλυτές, το «συσχετισμό δύναμης στο Λίβανο επί του πρακτέου». Τα φιλοαμερικανικά κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού υποχρεώθηκαν σε αναδίπλωση, μην έχοντας, καταρχάς, τη στρατιωτική ισχύ να αντιπαρατεθούν με την αντιπολίτευση και, κατά δεύτερον, περιμένοντας μάταια μια δυναμική «εξωτερική παρέμβαση».

Μια παρέμβαση, όμως, που δεν ήρθε, γιατί, όπως εκτιμάται, η Ουάσιγκτον βρίσκεται, ήδη, σε εξαιρετικά δύσκολη θέση με την προώθηση των ιμπεριαλιστικών της συμφερόντων στην περιοχή, λόγω του ιρακινού τέλματος και της μη ύπαρξης προοπτικής επίτευξης μιας κάποιας, έστω και θνησιγενούς, ισραηλινο-παλαιστινιακής ειρηνευτικής συμφωνίας.Η κατάσταση αυτή δεν επιτρέπει τρίτο «στραβοπάτημα»,ιδίως στην παρούσα φάση που η αντιπαράθεση με το Ιράν παραμένει στο προσκήνιο και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ΕΕ, είτε ως σύνολο είτε η κάθε μία χωριστά, αλλά και η Ρωσία μοιάζουν να εντείνουν το διαγκωνισμό για εξασφάλιση μεγαλύτερης επιρροής στη γεωστρατηγικά και ενεργειακά πολύτιμη περιοχή της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.

...και η στάση της στρατιωτικής ηγεσίας

Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε και η στάση της λιβανικής στρατιωτικής ηγεσίας, που, τηρώντας ίσες αποστάσεις και αρνούμενη να εμπλακεί στις συγκρούσεις για να διατηρήσει την ενότητα του στρατού και να απομακρύνει όσο είναι δυνατόν το ενδεχόμενο γενικότερης εμφύλιας σύρραξης, άφησε το «πεδίο ελεύθερο» στις δυνάμεις εκείνες που μπορούσαν να ελέγξουν στρατιωτικά τους δρόμους και τα νευραλγικά κέντρα της χώρας, δηλαδή στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Προφανώς, είναι κομβικής σημασίας το ότι η στρατιωτική ηγεσία δεν ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του πρωθυπουργού Σινιόρα, το περασμένο Σάββατο, «να απομακρύνει όλους τους μαχητές από τους δρόμους, έστω και διά της βίας», εντολή που αφορούσε ουσιαστικά μόνο τους μαχητές της «Χεζμπολάχ» και των συμμάχων της. Και προφανώς, δεν είναι διόλου τυχαία η δήλωση του Αμερικανού Προέδρου ότι «στηρίζει το λιβανικό στρατό» ως παράγοντα σταθερότητας, η οποία, κατά πολλούς, έδωσε το «μήνυμα αναδίπλωσης» στην κυβέρνηση Σινιόρα.

Ετσι, οι «καλοί σύμμαχοι» του Λευκού Οίκου υποχρεώθηκαν σε «άτακτη υποχώρηση». Ανακάλεσαν τις αποφάσεις σε βάρος της «Χεζμπολάχ» και, σαν έτοιμοι από καιρό, αποδέχτηκαν να συζητήσουν όλα τα αιτήματα της αντιπολίτευσης υπό την αιγίδα του Αραβικού Συνδέσμου. Παρατηρητές υποστηρίζουν, μάλιστα, ότι δεν αποκλείεται να έχουν, ήδη, συναινέσει και στην ικανοποίηση των αιτημάτων αυτών, κίνηση που, αναμφιβόλως, θα οδηγήσει σε μια περίοδο «σχετικής ηρεμίας» τη χώρα.

Μιας ηρεμίας, όμως, που δεν μπορεί παρά να είναι πεπερασμένων ορίων. Γιατί, όπως έχει εγκαίρως επισημάνει το Λιβανικό ΚΚ, ο Λίβανος δε θα πάψει ποτέ να αποτελεί πρόσφορο «πεδίο αντιπαράθεσης ξένων και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων», όσο το πολιτικό σύστημά του βασίζεται στις θρησκευτικές σέκτες. Ο διαχωρισμός αυτός αποτελεί κερκόπορτα ξένων παρεμβάσεων και επεμβάσεων, καθώς οδηγεί σε διχαστικές αυταπάτες, που αποπροσανατολίζουν το λιβανικό λαό αντί να τον ενώνουν στη βάση των πραγματικών ταξικών του προβλημάτων.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ