Associated Press |
Οι διαμαρτυρίες, που άρχισαν από τη Γαλλία, «μετανάστευσαν» από χώρα σε χώρα, προκαλώντας πονοκέφαλο στα κυβερνητικά επιτελεία και ανατριχίλες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που είδε, βήμα το βήμα, να διαλύεται η «ιδέα» μιας κοινής πολιτικής τακτικής. Οι προσπάθειες να υποτιμηθούν οι λαϊκές αντιδράσεις και να παρουσιαστούν, τόσο από την ΕΕ όσο και από τα διεθνή ΜΜΕ, ως «εθνικό φαινόμενο» της Γαλλίας, της οποίας οι αυτοκινητιστές είναι γνωστοί για τις πολυήμερες κινητοποιήσεις τους, το πείσμα και την αγωνιστικότητά τους.
Στο πλαίσιο αυτού του σκεπτικού εντάχθηκαν και οι απειλές περί λήψης νομικών μέτρων σε βάρος της γαλλικής κυβέρνησης για ανικανότητα να εφαρμόσει την ευρωπαϊκή αρχή «περί ελεύθερης διακίνησης προσώπων και αγαθών». Ανάλογες απειλές εκτοξεύτηκαν και κατά της βελγικής κυβέρνησης, οι οποίες, αν και αξιοποιήθηκαν ως μέσο τρομοκράτησης των διαδηλωτών τόσο στο Παρίσι όσο και στις Βρυξέλλες, και αυτές, φυσικά, μαζεύτηκαν, γρήγορα, πίσω και ουδέποτε εφαρμόστηκαν. Αλλωστε, πού να πρωτοεφαρμοστούν;
Στη Βρετανία, ο κλοιός των αποκλεισμών χαλάρωσε με προθεσμία 60 ημερών, ενώ ο Τόνι Μπλερ βλέπει, για πρώτη φορά, τη δημοτικότητά του να φθάνει στο ναδίρ. Στη Γερμανία, οι κινητοποιήσεις φαίνεται να συνεχίζουν, καθώς η «εναλλακτική» πρόταση φοροαπαλλαγών του Καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ, δεν απαντά στα αιτήματά των διαδηλωτών. Στη Σουηδία, στη Νορβηγία και στην Ιρλανδία, οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται, με διακοπές, καθώς εντείνονται οι κυβερνητικές προσπάθειες να βρουν λύση απάλυνσης της λαϊκής δυσαρέσκειας. Η βελγική κυβέρνηση προχώρησε σε γενικές φοροελαφρύνσεις, που κρίθηκαν «προς στιγμήν επαρκείς», όπως ακριβώς έγινε και στην Ουγγαρία. Στην Ισπανία, οι διαμαρτυρίες κορυφώνονται και οι προτάσεις της κυβέρνησης Αθνάρ δεν κατευνάζουν την οργή. Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Ιταλίας προχώρησαν σε μείωση της φορολογίας στα καύσιμα και «ανάσαναν» από τον κλοιό των κινητοποιήσεων.
Το θέμα των τιμών των καυσίμων, όμως, «μετανάστευσε» και στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ, καθώς ο αντιπρόεδρος και υποψήφιος των Δημοκρατικών, Αλ Γκορ, τάχθηκε υπέρ της παροχής στην αγορά πετρελαίου από τα στρατηγικά αποθέματα των ΗΠΑ. Η πρόταση, που φέρεται να εξετάζει σοβαρά ο Μπιλ Κλίντον, προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Ρεπουμπλικάνων που μίλησαν για «παραβίαση της εθνικής ασφάλειας». Την ίδια στιγμή, ο ΟΠΕΚ τόνιζε ότι οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες μπορούν, μέσα στους επόμενους μήνες, να αυξήσουν την ημερήσια παραγωγή τους, αλλά δεν είναι δυνατόν να καλύψουν τις, διαρκώς μεταβαλλόμενες, ανάγκες της παγκόσμιας κατανάλωσης. Οσο για την Ευρωπαϊκή Ενωση δεν κατάφερε, και πάλι, μέσω της έκτακτης συνόδου των υπουργών Μεταφορών, να διαμορφώσει μια ενιαία πολιτική στρατηγική όχι μόνο στο θέμα της αντιμετώπισης των κινητοποιήσεων, αλλά και στο ίδιο το θέμα της αύξησης της τιμής των καυσίμων.
Η αδυναμία της ΕΕ να αντιδράσει, αλλά και το φλέγον ζήτημα της τιμής ανέδειξαν για άλλη μια φορά τις αναμενόμενες καταστροφικές συνέπειες για τους λαούς και τους εργαζόμενους της πολιτικής εξυπηρέτησης των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης, σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία, φυσικά, και θα έδινε γην και ύδωρ για τον έλεγχο, είτε μέσω οικονομικών μεθόδων είτε μέσω γεωπολιτικών επιρροών, του βασικού ενεργειακού πλούτου του πλανήτη. Την ίδια στιγμή, όμως, το «καυτό φθινόπωρο» που ζει ολόκληρη η γηραιά ήπειρος με τις, σχεδόν, διαρκείς κινητοποιήσεις απέδειξε ότι η δυσαρέσκεια και η οργή δεν έχουν άλλα περιθώρια εκτόνωσης, ότι η εντεινόμενη πίεση που δέχεται η πλειοψηφία των λαών από τις επιλογές λιτότητας και εξαθλίωσης δεν μπορούν, πια, να επιβάλλονται χωρίς αντίδραση, ότι ο μοναδικός τρόπος εξασφάλισης, έστω και σε πρώτη φάση, στοιχειωδώς ανθρωπίνων συνθηκών διαβίωσης είναι αυτός του κοινού αγώνα.