Κυριακή 4 Μάη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΩΝ» ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Εμπορευματοποίηση διά... «διαζωμάτων»

Οταν η θεσμοθέτηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στον πολιτισμό συναντά αντιδράσεις, «αναλαμβάνουν» οι «μη κυβερνητικές οργανώσεις» και τα «δίκτυα πολιτών»...

Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων Θάσου
Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων Θάσου
Στα μέσα του περασμένου Απρίλη παρουσιάστηκε, πανηγυρικά, στο νέο Μουσείο Ακρόπολης, ένας ακόμη πολιτιστικός φορέας υπό την επωνυμία «Διάζωμα», ιδρυτικά μέλη του οποίου είναι εκατοντάδες επιστήμονες σχετικοί με την πολιτιστική κληρονομιά (ανάμεσά τους πολλά στελέχη του υπουργείου Πολιτισμού), καλλιτέχνες και εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στους σκοπούς του φορέα περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, «η συμβολή στην προστασία και την ανάδειξη των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης (θεάτρων, ωδείων, σταδίων, αμφιθεάτρων) (...) η ευαισθητοποίηση και υποστήριξη μέσω δικτύου πολιτών όλων των φορέων που σχετίζονται με την αποκατάσταση, την ανάδειξη και, όπου κρίνεται αρμοδίως επιτρεπτό, τη χρήση των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης (...) η υποστήριξη της καταγραφής και της τεκμηρίωσης των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης (...)» κλπ. Το θέμα δεν είναι πόσο «αθώα» ακούγονται όλα αυτά, αλλά το αν είναι. Για την απάντηση, αξίζει μια μικρή αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν.

Στο πλαίσιο της πλήρους εμπορευματοποίησης του πολιτισμού (φυσικά και της πολιτιστικής κληρονομιάς) που προωθεί η ΕΕ με αιχμή τη «Στρατηγική της Λισαβόνας» και την υπαγωγή του πολιτισμού στους στόχους του κεφαλαίου για ακόμη μεγαλύτερη κερδοφορία και ιδεολογική χειραγώγηση, ο δικομματισμός στην Ελλάδα προχώρησε σε πλήθος θεσμικών παρεμβάσεων που έχουν αναδειχτεί από τον «Ρ». Μία από τις βάσεις όλων αυτών των παρεμβάσεων είναι η αποδυνάμωση της δημόσιας διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς και η «διάχυσή» της στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και ο ταυτόχρονος προσανατολισμός των κρατικών φορέων στην ιδιωτικοοικονομική διαχείριση.

Αρχαίο θέατρο Δωδώνης
Αρχαίο θέατρο Δωδώνης
Σε αυτές τις παρεμβάσεις εντάσσεται και ο Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων που ψηφίστηκε το 2006. Δεδομένου ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση μετατρέπεται σε «μακρύ χέρι» του κράτους, εφαρμόζοντας τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις σε τοπικό επίπεδο, ο Κώδικας κατοχυρώνει θεσμικά την εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτό το κάνει περνώντας στις αρμοδιότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, μεταξύ άλλων, την «προστασία μουσείων, μνημείων, σπηλαίων, καθώς και αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων της περιοχής και των εγκαταστάσεων αυτών».

Η «προϊστορία»

Ο «Ρ» σημείωνε τότε ότι «πρόκειται για χτύπημα στο δημόσιο χαρακτήρα της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς», ενώ ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, σε ψήφισμα της γενικής του συνέλευσης υπενθύμιζε, ότι «ο μόνος φορέας που μπορεί και πρέπει να είναι αρμόδιος για το έργο της προστασίας του συνόλου της μνημειακής κληρονομιάς είναι η Αρχαιολογική Υπηρεσία (σ.σ. που) διαθέτει την απαιτούμενη επιστημονική, τεχνική και διοικητική εξειδίκευση, αλλά και τη μακροχρόνια εμπειρία, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στα πολλαπλά, εξαιρετικά σύνθετα προβλήματα που θέτει η διαδικασία της προστασίας των αρχαίων μνημείων». Πρόσθετε ότι «οι ιστορικοί και αρχαιολογικοί χώροι και τα κάθε είδους κινητά και ακίνητα μνημεία, όντας ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτιστικής μας ταυτότητας, αλλά και πολύτιμα στοιχεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αποτελούν δημόσια περιουσία αναπαλλοτρίωτη και εκτός συναλλαγής (...) Τα ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία της μνημειακής κληρονομιάς απαιτούν ενιαία πολιτική και διαχείριση σε εθνικό επίπεδο, γι' αυτό, άλλωστε, οι περιφερειακές μονάδες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας δεν υπάγονται στις κατά τόπους περιφέρειες, αλλά κατευθείαν στο υπουργείο Πολιτισμού».

Θέατρο Διονύσου
Θέατρο Διονύσου
Το 2005 είχε προηγηθεί η αντίδραση της επιστημονικής κοινότητας ενάντια και στο νομοσχέδιο του Οργανισμού του υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο αποτελούσε μια ακόμη απόπειρα να θεσμοθετηθεί η εισβολή των ιδιωτών κάθε μορφής (από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις μέχρι εταιρείες) στο έργο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Μεταξύ άλλων, προβλεπόταν η ίδρυση «Περιφερειακών Υπηρεσιών Πολιτισμού» στις οποίες θα υπάγονταν οι Εφορείες Αρχαιοτήτων, οι Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Εργων, τα Αρχαιολογικά Ινστιτούτα κλπ. Μεταξύ των μελών συμπεριλάμβανε «εκπροσώπους σωματείων, οργανισμών, συλλόγων, εταιρειών και ιδρυμάτων, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που λειτουργούν στην Περιφερειακή Υπηρεσία Πολιτισμού και έχουν αποδεδειγμένα σημαντική κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα». Ουσιαστικά, οι αρχαιολόγοι διέβλεπαν τον εμπορευματικό προσανατολισμό αυτών των παρεμβάσεων και δικαίως αντιδρούσαν. Πόσο μακριά όμως είναι οι στόχοι του «Διαζώματος» από τη γενικότερη πολιτική του κεφαλαίου για τον πολιτισμό, ώστε ο σημερινός πρόεδρος του ΣΕΑ (Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων)να συγκαταλέγεται μεταξύ των ιδρυτικών μελών του, όπως και άλλοι συνάδελφοί του, όπως πρώην και νυν μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου; Να σημειωθεί ότι πρόεδρος του «Διαζώματος» είναι ο πρώην υπουργός Πολιτισμού, Στ. Μπένος. Κάτι που ίσως να μην είχε σημασία, αν τελικά ο φορέας στον οποίο προεδρεύει, δεν αναπαράγει τους παραπάνω αντιδραστικούς και επικίνδυνους για την πολιτιστική κληρονομιά σκοπούς.

«Ολική επαναφορά»

Αρχαίο Θέατρο Λάρισας
Αρχαίο Θέατρο Λάρισας
Ο φορέας ήδη προχωρά σε αυτό που ο πρόεδρός του χαρακτήρισε ως «διαχείριση της πληροφορίας» με τη δημιουργία μεγάλης βάσης δεδομένων όπου θα περιλαμβάνεται η «ηλεκτρονική ταυτότητα» των αρχαίων θεάτρων. «Πατώντας» πάνω στη «μη ενθαρρυντική εικόνα» των εν λόγω μνημείων, ανέφερε ότι σύμφωνα με στοιχεία του 1995, στην ελληνική επικράτεια έχουν καταγραφεί 134 αρχαία θέατρα, εκ των οποίων στα 30 γίνεται συστηματική ή ευκαιριακή χρήση για πολιτιστικές εκδηλώσεις, 76 δε χρησιμοποιούνται και 28 δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί. «Ονειρό μας είναι να βοηθήσουμε, ακόμη και να πιέσουμε εποικοδομητικά το κράτος στην υπόθεση των αρχαίων θεάτρων», λέει ο κ. Μπένος. Πώς; Μέσω της «αναζήτησης» και του «προσανατολισμού» των «οικονομικών δυνάμεων του τόπου στην υιοθεσία αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης». Αλλωστε, ο ίδιος, κατά την παρουσίαση, αναρωτήθηκε για ποιο λόγο οι τράπεζες να μην «αναλάμβαναν» τα μνημεία! Πρόταση που σίγουρα θα χαροποιούσε όχι μόνο την Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά και τον Μπερλουσκόνι, ο οποίος είχε ξεσηκώσει διεθνή θύελλα αντιδράσεων όταν στις αρχές της δεκαετίας παραχώρησε μνημεία της χώρας του σε επιχειρήσεις. Πραγματικά πολύ «δυσδιάκριτα» τα «σύνορα» της σοσιαλδημοκρατίας και του «κακού» νεοφιλελευθερισμού...

Αρχαίο θέατρο Μεσσήνης
Αρχαίο θέατρο Μεσσήνης
Το «Διάζωμα», λοιπόν, «ανασταίνει» το νομοσχέδιο Τατούλη και ταυτίζεται με τον αντιδραστικό προσανατολισμό τόσο του Κώδικα όσο και της ΕΕ. Υπονομεύει στην πράξη το ρόλο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, με πρόσχημα τα υπαρκτά σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει με ευθύνη των κυβερνήσεων και κυρίως την οικονομική της απαξίωση. Και το κάνει με διάφορους τρόπους. Επιδιώκει, μεταξύ άλλων, «τη συνεργασία και ενότητα στη δράση των αρμόδιων Υπουργείων (Πολιτισμού, Παιδείας, Τουρισμού, Ανάπτυξης κ.ά.), των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, των ιδιωτικών επιχειρήσεων, των ανεξάρτητων οργανισμών, ιδρυμάτων και σωματείων και των φυσικών προσώπων που ενδιαφέρονται για την αρχαιολογική, αρχιτεκτονική, φιλολογική, ιστορική, γεωγραφική, τεχνολογική και καλλιτεχνική έρευνα και διαχείριση των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης».

Το κεφάλαιο δεν «εκπροσωπείται» μόνο στα παραπάνω. Αλλά και στην «αρωγή στη χρηματοδότηση των αναγκαίων ερευνών, μελετών και δράσεων για την αποκατάσταση, ανάδειξη και αξιοποίηση των αρχαίων θεάτρων (...) με συστηματική αναζήτηση πόρων, τόσο στο δημόσιο (σ.σ.!) όσο και στον ιδιωτικό χώρο, και με παράλληλη ευαισθητοποίηση και προσέλκυση χορηγών». Μάλιστα, το «Διάζωμα» «θα διασφαλίζει ότι τα κονδύλια που θα προσφέρονται από τους χορηγούς, θα επενδύονται εξ ολοκλήρου στο συγκεκριμένο σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκαν». Επιπλέον, θα αναλάβει πρωτοβουλίες «για τη δημιουργία ή διεύρυνση, μέσω κατάλληλων νομικών μορφών, συμπράξεων, κοινοπραξιών ή άλλων φορέων, που αναλαμβάνουν τη μελέτη, την εκτέλεση, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση έργων ή δράσεων, που συνδέονται με τους σκοπούς του Σωματείου». Αν αυτά δεν είναι απευθείας παρέμβαση ιδιωτών στην - και συνταγματική - υποχρέωση του κράτους για την προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, τότε τι είναι; Αν δεν είναι απευθείας αμφισβήτηση του ρόλου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας τότε περί τίνος πρόκειται; Αλλωστε, το θεσμικό πλαίσιο έχει ήδη «στρωθεί» μέσω των ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα) και μέσω του νόμου «πολιτιστικής χορηγίας». Αυτό που «λείπει» είναι τώρα οι «μη κυβερνητικές οργανώσεις» και οι «κινήσεις πολιτών» τύπου «Διαζώματος» κ.ά.

«Παραγωγή ιδεολογίας»

Ολα αυτά, ο Στ. Μπένος στην παρουσίαση τα «ξεπέταξε» ως εξής: «Η αρμοδιότητα των μνημείων ανήκει στο κράτος, αλλά μην κοιτάς τι κάνει το κράτος για σένα, αλλά εσύ για το κράτος»! Και τι κάνει το «Διάζωμα»; Προτείνει νέα χαράτσια, με την ...«ενθάρρυνση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για την υιοθέτηση του θεσμού του "πολιτιστικού τέλους" (...)»! Δηλαδή, δε φτάνει η άμεση και έμμεση φορολόγηση της εργατικής τάξης, το «Διάζωμα» προτείνει κι άλλη λαϊκή αφαίμαξη υπέρ των «συμπράξεων»!

Αξίζει να υπογραμμιστεί και πάλι ότι για την αστική τάξη και τους εκπροσώπους της, δεν αρκεί η «ιδιοποίηση» της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η διαδικασία αυτή πρέπει να συνοδευτεί και από την αντίστοιχη ιδεολογική χειραγώγηση. Η πρόσκληση προς τους καλλιτέχνες εντάσσεται σε αυτή τη στρατηγική και είναι στο χέρι τους να αντισταθούν και να μη δεχτούν να χρησιμοποιηθούν αυτοί και το έργο τους σε αυτό το πλαίσιο.

Το ζήτημα, λοιπόν, της «διαχείρισης» της συνείδησης δε μας αφήνουν να το ξεχάσουμε... οι ίδιοι. «Να παραχθεί ιδεολογία γύρω από το μνημείο και τη χρήση του», είπε ο κ. Μπένος στην παρουσίαση. Λίγο καιρό αργότερα, ο υπουργός Πολιτισμού, Μ. Λιάπης, σε ομιλία του στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης με θέμα - τι άλλο; - «Χορηγίες και Εθελοντισμός στη Σύγχρονη Τέχνη» ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «πλέον ο στόχος δεν είναι απλώς να διακινηθούν κάποια χρήματα». «Αλλά να υπάρξει πραγματική επαφή ανάμεσα στις δύο πλευρές (σ.σ. «χορηγοί» - κοινωνία). Να αναζητηθούν κοινοί στόχοι. Μέσα από μια δημιουργική όσμωση να βγει ένα θετικό αποτέλεσμα. Και βλέπω ότι πλέον οι εταιρείες δε μένουν απλώς στο να δίνουν μια επιταγή. Εμπλέκονται ολοένα και περισσότερο στην όλη διαδικασία. Εντάσσουν τη δημιουργικότητα στο χώρο εργασίας. Αναζητούν την επενέργεια της τέχνης»! Βέβαια, «κοινοί στόχοι» μεταξύ κεφαλαίου και δημιουργών - κοινωνίας δεν μπορούν και δεν πρόκειται να υπάρξουν και ούτε υπήρχαν, όχι μόνο στον καπιταλισμό, αλλά σε κανένα εκμεταλλευτικό σύστημα.

Αλλά «ως μια κυβέρνηση που πρεσβεύουμε τον κοινωνικό φιλελευθερισμό, δεν έχουμε πολιτικά συμπλέγματα στην αξιοποίηση του ιδιωτικού τομέα», ο οποίος είναι «ένα χρήσιμο συμπλήρωμα που μπορεί να προσεγγίσει προσπάθειες στις οποίες δεν μπορούν να φτάσουν εύκολα τα κονδύλια των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων για παράδειγμα». Παράλληλα, ο ρόλος του κράτους είναι «να διευκολύνει αυτή την προσπάθεια. Να ρυθμίσει το απαιτούμενο θεσμικό πλαίσιο. Να δημιουργήσει το κατάλληλο ευνοϊκό χορηγικό περιβάλλον. Ενα περιβάλλον που θα πολλαπλασιάσει τους πόρους του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι θα κατευθύνονται στον πολιτισμό»! Ομολογείται, λοιπόν, πως το αστικό κράτος δημιουργεί προϋποθέσεις ακόμη μεγαλύτερης εκμετάλλευσης και κερδοφορίας του κεφαλαίου, μεταξύ αυτών και «διά της απουσίας» του από τη χρηματοδότηση πολιτιστικών προγραμμάτων.

Το κενό θα καλυφθεί, βέβαια, από τους «χορηγούς» που δεν έχουν κανένα «σύμπλεγμα» το αν θα εισβάλουν στον πολιτισμό μέσω του Συμβουλίου Χορηγιών ή μέσω των «κινήσεων πολιτών». Αλλωστε, ο υπουργός έσπευσε να «διαφημίσει» το «Διάζωμα», λέγοντας πως «οι πρωτοβουλίες πολιτών μπορούν να ενισχύσουν την κεντρική προσπάθεια της Πολιτείας»...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ