Κυριακή 16 Μάρτη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Τα τεκμήρια της καταστροφής

Σφραγίδα των ναζί σε κιβώτιο με θησαυρούς από το «Τσάρσκογιε Σελό»
Σφραγίδα των ναζί σε κιβώτιο με θησαυρούς από το «Τσάρσκογιε Σελό»
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, την περίοδο του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου και μόνο στο έδαφος της Ρωσίας (σ.σ. Ρωσική Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία η επίσημη ονομασία επί ΕΣΣΔ) υπέστησαν καταστροφές, απώλειες ή άλλες ζημιές, πάνω από 160 μουσεία (173 μαζί με τα μουσεία της Κριμαίας), 4.000 βιβλιοθήκες από τις οποίες εξαφανίστηκαν ή καταστράφηκαν περίπου 115 εκατομμύρια βιβλία, έγγραφα κλπ. και τα αρχεία 19 περιοχών που «μεταφράζονται» σε 17 εκατομμύρια φακέλους.

Ο κατάλογος με τις τεκμηριωμένες απώλειες αποτελείται από 15 τόμους και αφορά σε 14 μουσεία και βιβλιοθήκες των περιοχών: Βορόνιεζ, Κουρσκ, Πσκοβ, Ροστόβ, Σμολένσκ, Β. Καύκασος, Γκάτσινα, Πετεργκόφ, Νόβγκοροντ, σε κρατικά αρχεία της ΕΣΣΔ και του ΚΚΣΕ (σ.σ. τότε Πανρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα - μπολσεβίκοι). Αυτό το τμήμα των απωλειών «μεταφράζεται» σε 1.148.908 χαμένα/ κατεστραμμένα αντικείμενα (μουσείων, σπάνιων βιβλίων και χειρογράφων, αρχειακών φακέλων κλπ.).

Οι αριθμοί δείχνουν με έναν έμμεσο, τραγικό, τρόπο, την τεράστια πολιτιστική υποδομή που είχε προλάβει να χτίσει ο σοσιαλισμός. Τη μεγάλη σημασία που έδωσαν οι κομμουνιστές στην πολιτιστική κληρονομιά και στην ανάδειξή της με όρους γνώσης και διαπαιδαγώγησης του λαού. Με βασικό κριτήριο ότι ανήκει στην εργατική τάξη.

Γερμανός στρατιώτης «ποζάρει» μπροστά στο κατεστραμμένο Μουσείο «Τσάρσκογιε Σελό». Πολλά αντικείμενα αρπάχτηκαν εν είδει «σουβενίρ»...
Γερμανός στρατιώτης «ποζάρει» μπροστά στο κατεστραμμένο Μουσείο «Τσάρσκογιε Σελό». Πολλά αντικείμενα αρπάχτηκαν εν είδει «σουβενίρ»...
Ταυτόχρονα, δείχνουν το μίσος του ιμπεριαλισμού προς αυτήν ακριβώς την πρωτόγνωρη, ιστορικά, κοσμογονία. Τη λυσσαλέα προσπάθειά του να σβήσει αυτή την κληρονομιά και υποδομή. Μια επίδειξη βαρβαρότητας, πολύ καλά όμως οργανωμένης από νωρίς. Ηξεραν ότι πολιτιστική κληρονομιά σημαίνει μνήμη και μνήμη σημαίνει ένα βασικό στοιχείο της συνείδησης. Χαρακτηριστικό για αυτή τη φασιστική καταστροφική «μεθοδολογία» είναι το απόσπασμα από την ιστοσελίδα της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πολιτισμού της Ρωσίας: «Η μεταφορά της σοβιετικής πολιτιστικής κληρονομιάς στο ράιχ ήταν μια πολύ καλά οργανωμένη, προετοιμασμένη και μεγάλης κλίμακας επιχείρηση. Σε συνθήκες πολέμου, οι κατακτητές δε λυπήθηκαν μέσα, μεταφορές, εργατική δύναμη, ώστε, χωρίς απώλειες, να μεταφερθούν τα "κατεσχεμένα" αντικείμενα κουλτούρας στο ράιχ. Ο,τι θεωρούσαν ασύμβατο με το "υψηλό αισθητικό γούστο" τους, το κατέστρεφαν».

Από την πρώτη στιγμή της χιτλερικής επίθεσης, οι αρχές της ΕΣΣΔ έριξαν τεράστιο βάρος, όχι μόνο στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και στη σχεδόν ταυτόχρονη - εν μέσω λυσσαλέου πολέμου! - καταγραφή των πολιτιστικών απωλειών για τη μετέπειτα απαίτησή τους! Οι προσπάθειες αυτές εκφράστηκαν σε οργανωτικό επίπεδο μέσω της Εκτακτης Κρατικής Επιτροπής (ΕΚΕ) που συστάθηκε από την αρχή της επίθεσης με άμεση χρέωση της Λαϊκής Επιτροπής Διαφώτισης (ΛΕΔ). Η έγνοια για την πολιτιστική κληρονομιά τεκμηριώνεται και από πολεμικές ανταποκρίσεις του σοβιετικού Τύπου.

Το «Ζήτημα Νο 1»

Από τις πρώτες μεταπολεμικές αναφορές προκύπτουν στοιχεία σε πανσοβιετικό επίπεδο για καταστροφή 3.000 αρχιτεκτονικών μνημείων και λεηλασίες 427 μουσείων. Το 1957 το υπουργείο Πολιτισμού της ΕΣΣΔ είχε τεκμηριώσει 783.000 απώλειες αντικειμένων από 64 μουσεία, ενώ γινόταν λόγος για πάνω από 100.000 αντικείμενα τέχνης που έκλεψαν οι ναζί. Ωστόσο, ακόμη τότε οι αριθμοί αυτοί ήταν αρκετά «σεμνοί» σε σχέση με την πραγματικότητα και η κοπιαστική έρευνα έμελλε να συνεχιστεί.

«Τσάρσκογιε Σελό» την περίοδο του πολέμου
«Τσάρσκογιε Σελό» την περίοδο του πολέμου
Δεσπόζουσα θέση στον κατάλογο των καταστροφών και απωλειών της σοβιετικής πολιτιστικής κληρονομιάς από τους ναζί κατέχει δικαίως, λόγω της σημασίας του και ως στοιχείου παγκόσμιας κληρονομιάς, η περιοχή «Τσάρσκογιε Σελό» (σ.σ. «Χωριό του Τσάρου») στα περίχωρα του Λένινγκραντ όπου βρίσκονται οι θησαυροί της ρωσικής τέχνης και κληρονομιάς. Μεταξύ αυτών, τα αρχιτεκτονικά μνημεία των πρώην παλατιών των τσάρων και ο περιβάλλων χώρος τους, γεμάτος με έργα τέχνης και μνημεία σε τεράστια πάρκα. Αμέσως μετά την Επανάσταση του Οχτώβρη όλη η περιοχή μετατράπηκε σε Κρατικό Μουσείο του Τσάρσκογιε Σελό και με αυτό το καθεστώς το «βρήκε» η ναζιστική επίθεση.

Οπως αναφέρει και ο σημερινός διευθυντής του Μουσείου, Ιβάν Σαούτοφ, η αυτοθυσία των εργαζομένων στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς ήταν ο καταλυτικός παράγοντας για την εφαρμογή των μέτρων άμεσης εκκένωσης των μουσείων από τη Σοβιετική κυβέρνηση. Στην περίπτωση του παλατιού της Αικατερίνης στο «Τσάρσκογιε Σελό» αυτό σήμανε τη διάσωση τουλάχιστον 12.000 αντικειμένων. Ωστόσο, πολλά άλλα (13.216 σύμφωνα με τη μέχρι τώρα απογραφή σε όλο το μουσειακό συγκρότημα) δεν κατάφεραν να σωθούν. Το πλέον γνωστό αντικείμενο που λεηλατήθηκε - και που μέχρι σήμερα η «τύχη» του αγνοείται - είναι το περίφημο «Κεχριμπαρένιο Δωμάτιο» του παλατιού της Αικατερίνης που μεταφέρθηκε ως είχε από τους ναζί. Στη θέση του σήμερα υπάρχει ένα επίσης εντυπωσιακό, πλην όμως αντίγραφο.

Εκκένωση της Κρατικής Δημόσιας Βιβλιοθήκης «Μ. Ε. ΣΑΛΤΙΚΟΒ-ΣΕΝΤΡΙΝ» (Λένινγκραντ)
Εκκένωση της Κρατικής Δημόσιας Βιβλιοθήκης «Μ. Ε. ΣΑΛΤΙΚΟΒ-ΣΕΝΤΡΙΝ» (Λένινγκραντ)
Στα φασιστικά σχέδια της επίθεσης στην ΕΣΣΔ, η κατοχή του Λένινγκραντ χαρακτηριζόταν ως «Ζήτημα Νο 1». Σύμφωνα με αυτό, το Λένινγκραντ θα έπρεπε να καταστραφεί ολοκληρωτικά. Ταυτόχρονα με την επίθεση, τα κομματικά και κρατικά όργανα της ΕΣΣΔ οργάνωσαν σχέδιο εκκένωσης της πόλης καταρχήν από τον άμαχο πληθυσμό (γυναικόπαιδα, ηλικιωμένοι, ανάπηροι) και των αντικειμένων πολιτιστικής σημασίας - μεταξύ αυτών ολόκληρες μουσειακές συλλογές - μαζί με οτιδήποτε από την παραγωγική και βιομηχανική βάση μπορούσε να μετακινηθεί στα ανατολικά. Στις πόλεις Νοβοσιμπίρσκ και Σαράπουλ στις εσχατιές της Σιβηρίας στάλθηκαν από το Λένινγκραντ και τις περιφερειακές του πόλεις, 55 βαγόνια γεμάτα μουσειακά αντικείμενα. Η επιχείρηση εγκιβωτισμού και μέτρων ασφαλούς μεταφοράς συνεχίστηκε επί 83 μέρες, από την πρώτη μέρα του πολέμου (σ.σ. χαράματα της Κυριακής 22 Ιουνίου 1941 η ναζιστική Γερμανία εξαπολύει την επίθεσή της στην ΕΣΣΔ) μέχρι την κατάληψη του «Τσάρσκογιε Σελό» από τους ναζί στις 17/9/1941. Μερόνυχτα, κάτω από «βροχή» οβίδων, οι ολιγάριθμες κολεκτίβες των εργαζομένων στον πολιτιστικό τομέα (κυρίως γυναικών, αφού οι άντρες έφυγαν στο μέτωπο) ετοίμαζαν πίνακες, κρύσταλλα, κεραμικά, βιβλία, έπιπλα και κάθε είδους πολύτιμο αντικείμενο για τη μεταφορά. Ηδη στις 30 Ιουνίου έφυγε η πρώτη παρτίδα, 6 και 13 Ιουλίου ακόμη δύο παρτίδες στέλνονται σιδηροδρομικώς στην πόλη Γκόρκι και ακόμη τρεις μεταφορές προς τη Σιβηρία ακολούθησαν μετά τον βομβαρδισμό του Γκόρκι.

«Σουβενίρ»... από το «Τσάρσκογιε Σελό»!

Το κεντρικό κτίριο του Μουσείου του «Τσάρσκογιε Σελό» όπως είναι σήμερα
Το κεντρικό κτίριο του Μουσείου του «Τσάρσκογιε Σελό» όπως είναι σήμερα
Η αναζήτηση των λεηλατημένων θησαυρών στο Βερολίνο μετά την Αντιφασιστική Νίκη έφερε πολύ πενιχρά αποτελέσματα. Μόλις 400 αντικείμενα βρέθηκαν και αυτά σε τόσο άσχημη κατάσταση που ήταν δύσκολη ακόμη και η συντήρησή τους. Το μεγαλύτερο μέρος των κλεμμένων, μεταξύ αυτών και το «Κεχριμπαρένιο Δωμάτιο» ακόμη αναζητούνται. Τα τελευταία χρόνια έχουν επιστραφεί στο Μουσείο 15 αντικείμενα κυρίως από οικογένειες Γερμανών στρατιωτών που τα άρπαξαν εν είδει «τροπαίου». Οι πιο πολλές επιστροφές ήταν ανώνυμες. Οι συγγενείς τους επιβεβαιώνουν την προέλευσή τους από το «Τσάρσκογιε Σελό» και θυμούνται πως έφταναν στα χέρια τους σαν ...«σουβενίρ».

Από την πρώτη μέρα της κατάληψης της πόλης Πούσκιν (σ.σ. όπου το «Τσάρσκογιε Σελό») οι ναζί έστειλαν ειδικούς της τέχνης. Στην περιοχή δράσης της βόρειας φασιστικής στρατιάς έλαβε χώρα ειδική απαρίθμηση μετά από εντολή του ίδιου του Χίτλερ προς τον Νιλς φον Χολστ από τις 24 Ιούνη του 1941. Η απαρίθμηση περιλάμβανε 55 ακριβέστατα σημεία «ενδιαφέροντος», μεταξύ των οποίων 17 μουσεία, 17 αρχεία, 6 εκκλησίες και βιβλιοθήκες. Στις 24 Ιουλίου ανακοινώνεται ειδική οδηγία του Χίτλερ, στην οποία αναφέρεται ότι υπό τη «δικαιοδοσία του φύρερ» πρέπει να επεκταθεί η «διαλογή» έργων τέχνης «σε όλες τις κατεχόμενες από τα γερμανικά στρατεύματα περιοχές (...) και σε εκείνες τις ρωσικές περιοχές που επίκειται η κατάληψή τους».

Το αναστηλωμένο «Κεχριμπαρένιο Δωμάτιο» του «Τσάρσκογιε Σελό»
Το αναστηλωμένο «Κεχριμπαρένιο Δωμάτιο» του «Τσάρσκογιε Σελό»
Η προετοιμασία της πολιτιστικής λεηλασίας είχε οργανωθεί πολύ νωρίτερα. Ο Νιλς φον Χολστ ήταν από τους καλύτερους ειδικούς του ράιχ σε ζητήματα πολιτισμού και κουλτούρας της Ρωσίας, ενώ ήταν επικεφαλής... «διεθνών σχέσεων» σε πολλά μουσεία του Βερολίνου. Στις 15 Νοεμβρίου του 1940 έδωσε εντολή στους διευθυντές των γερμανικών μουσείων να ετοιμάσουν αναφορές για όλα τα έργα τέχνης των ρωσικών μουσείων που «θα μπορούσαν από κάθε άποψη» να αποτελέσουν «πολύτιμο απόθεμα» του «γερμανικού πολιτιστικού θησαυρού»! Ο ίδιος, στις 26 Σεπτεμβρίου του 1941, ανέλαβε προσωπικά τη «φύλαξη» των κλεμμένων θησαυρών από όλες τις πόλεις της περιοχής του Λένινγκραντ.

Τη μεταφορά των λεηλατημένων θησαυρών τεκμηριώνουν τα ντοκουμέντα της ναζιστικής 18ης στρατιάς. Από αυτά προκύπτει ότι ο Εριχ Κοχ, γκαουλάιτερ της Ανατολικής Πρωσίας, έστειλε στην 18η στρατιά ένα τεράστιο κομβόι φορτηγών με πολεμοφόδια τα οποία επέστρεψαν γεμάτα με αντικείμενα πολιτιστικής κληρονομιάς και άλλα «τρόπαια». Μάλιστα, τα ντοκουμέντα από το αρχείο του 50ού σώματος στρατού δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τον ακριβή χρόνο της μεταφοράς μεγάλου μέρους των χαμένων θησαυρών, μεταξύ αυτών και του «Κεχριμπαρένιου Δωματίου»: 14 Οκτωβρίου 1941. Το 1966, ο Σολμς Λάουμπαχ, διευθυντής του μουσείου τέχνης της Φρανκφούρτης του Μάιν, ανακοίνωσε δημοσίως ότι ήταν αυτός που «επιμελήθηκε» την εκκένωση του παλατιού της Αικατερίνης και συγκεκριμένα του «Κεχριμπαρένιου Δωματίου»: «Ξεχωριστά τμήματα του "Κεχριμπαρένιου Δωματίου" εγκιβωτίστηκαν και μέσω του Πλέσκαου (Πσκοβ) μεταφέρθηκαν στη Ρίγα (...) Τελικά, αυτά τα κιβώτια, με κάποιο τρόπο, βρέθηκαν από τη Ρίγα στο Κένιγκσμπεργκ».

Το 1942, το Σοβιετικό Πρακτορείο Ειδήσεων ΤΑΣΣ, μεταδίδει σε όλη την Ευρώπη την πληροφορία που έδωσε ο αιχμάλωτος πολέμου, Νόρμαν Φέρστερ, αξιωματικός του 4ου λόχου του τάγματος «ειδικού προορισμού» για τη μεταφορά των λεηλατημένων αντικειμένων από το «Τσάρσκογιε Σελό». Από τη μαρτυρία προκύπτουν λεπτομέρειες για το πώς ξηλώθηκαν ακόμη και οι κινέζικες μεταξωτές ταπετσαρίες από τους τοίχους, πώς μεταφέρθηκαν τα έπιπλα και οι 7.000 τόμοι των σπάνιων γαλλικών βιβλίων και οι πάνω από 5.000 τόμοι ρωσικών χειρογράφων! Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν σπάνιες εκδόσεις έργων Ελλήνων και Ρωμαίων κλασικών...


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ