Κυριακή 4 Νοέμβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΤΑΛΙΑ
Εντονες πολιτικές διεργασίες και ανακατατάξεις στα πλαίσια της διαχείρισης

Εντονες πολιτικές διεργασίες και ανακατατάξεις χαρακτηρίζουν την πολιτική ζωή της Ιταλίας το τελευταίο διάστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα σημειώνονται στα κόμματα που συμμετέχουν στο λεγόμενο «κεντροαριστερό» συνασπισμό της κυβέρνησης του Ρομάνο Πρόντι. Πρόσφατη είναι η συγχώνευση του κεντρώου κόμματος «Μαργαρίτα» και του «Κόμματος της Δημοκρατικής Αριστεράς», (που προήλθε από το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, μετά τις ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες) και η δημιουργία του «Δημοκρατικού Κόμματος». Υπάρχει, όμως, και η μειοψηφική τάση του «Κόμματος της Δημοκρατικής Αριστεράς», που διαφώνησε με αυτή τη συγχώνευση και με πρωτοστάτη τον Φάμπιο Μούσι συγκρότησε την «Δημοκρατική Αριστερά» και παραμένει στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Με τις ανακατατάξεις αυτές έχει ενισχυθεί η τάση της πλήρους διάλυσης οτιδήποτε «κομμουνιστικού», κάτι που εκφράζεται και στην ηγεσία της «Κομμουνιστικής Επανίδρυσης» που από καιρό τώρα προωθεί την ιδέα της δημιουργίας της ευρωπαϊκής αριστεράς στην Ιταλία και σήμερα συνεχίζει σ' αυτήν τη γραμμή με το ονομαζόμενο «νέο ενιαίο υποκείμενο της αριστεράς», με πρόθεση την απάλειψη οτιδήποτε «κομμουνιστικού» και χωρίς το σφυροδρέπανο ως σύμβολο. Σαν ...λύση βλέπει τη συγχώνευση της «Επανίδρυσης» με το κόμμα του Φ. Μούσι. Βεβαίως, υπάρχουν και σημαντικές αντιδράσεις μέσα από τους κόλπους της «Επανίδρυσης» από τάσεις που αντιτίθενται στη διάλυση και τονίζουν την ανάγκη να διατηρηθεί η κομμουνιστική ταυτότητα και η αντικαπιταλιστική πάλη.

Το «Δημοκρατικό Κόμμα», μια θολή «μεγάλη Αριστερά»

Το Ιδρυτικό Συνέδριο του «Δημοκρατικού Κόμματος» έγινε στις 27-28 Οκτώβρη και πρόκειται για μια «αντιγραφή» του αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος, που στόχο έχει να προκαλέσει ένα «κλίμα αλλαγής», χωρίς, βέβαια, καμία παρέκκλιση από την έως τώρα ακολουθούμενη αντιλαϊκή πολιτική. Ερχεται, ουσιαστικά, ως ...ρεζέρβα στη φθορά που χρεώνεται η «κεντροαριστερή» κυβέρνηση του Ρομάνο Πρόντι. Συνεχίζει τις «κορόνες» τής μέχρι τώρα «κεντροαριστεράς» για το φόβο της δεξιάς και της λεγόμενης «κεντροδεξιάς», με στόχο να εγκλωβίσει το λαό στις αυταπάτες για ένα ...φιλολαϊκό τρόπο προώθησης των μεταρρυθμίσεων, ώστε η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία του κεφαλαίου να αυξάνεται.

Αρχηγός αυτού του διαχειριστικού μορφώματος εκλέχτηκε ο μέχρι τώρα δήμαρχος της Ρώμης, Βάλτερ Βελτρόνι. Ο Βελτρόνι ξεκίνησε την «πολιτική του καριέρα» ως δημοτικός σύμβουλος της Ρώμης εκλεγμένος τότε με το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, και σήμερα δηλώνει ότι δεν υπήρξε πραγματικός κομμουνιστής... Εχει υποστηρίξει ανοιχτά ότι είναι θαυμαστής του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ και ιδιαίτερα του Τζον Κένεντι. Ο Β. Βελτρόνι έλαβε το 76% των ψήφων στις προκαταρκτικές εκλογές για την ηγεσία του κόμματος, στις οποίες πήραν μέρος 3,5 εκατομμύρια Ιταλοί, ενώ στην προεκλογική του καμπάνια υποσχόταν «μια νέα εποχή» και στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε μετά τη νίκη του υποσχέθηκε ότι το Δημοκρατικό Κόμμα θα είναι μια «νέα δύναμη» που θα βρει «μια νέα γλώσσα» επικοινωνίας με το λαό.

Πάντως, σε όλα αυτά θα πρέπει κανείς να προσθέσει την έλλειψη προσανατολισμού και κομμουνιστικού στίγματος συνολικά, παρά τις επιμέρους ίσως αρνητικές εκτιμήσεις για τη συμμετοχή της «Κομμουνιστικής Επανίδρυσης» και τη στήριξη των «Ιταλών Κομμουνιστών» στη διακυβέρνηση της χώρας. Χαρακτηριστικές εξάλλου ήταν και οι δηλώσεις του Ρομάνο Πρόντι, μετά την εκλογή και το σχηματισμό της λεγόμενης «κεντροαριστερής» κυβέρνησης, ο οποίος, απαντώντας σε ανησυχίες δημοσιογράφου για τη συμμετοχή κομμουνιστών στην κυβέρνηση, υποστήριξε ότι «δεν αντιπροσωπεύουν κίνδυνο, αλλά αποτελούν «ένα άκακο φολκλόρ»...

Και στην πρόσφατη μεγάλη διαδήλωση που έγινε στις 20 Οκτώβρη στην Ιταλία από εργαζόμενους εκφράστηκε η αντίφαση στην οποία έχουν περιπέσει αυτοί που χαρακτηρίζονται «κομμουνιστές». Από τη μια, να διαδηλώνεις κατά της κυβέρνησης Πρόντι και, από την άλλη, να τη στηρίζεις. Πάντως, αυτό που διαφάνηκε επίσης είναι ότι πολύς εργατόκοσμος θέλει να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του στην αντιλαϊκή πολιτική και προσπαθεί να βρει μια διέξοδο.

Αντιδραστικά μέτρα με την υπογραφή των συνδικάτων

Το πολύ αρνητικό είναι ότι τα νέα αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα που παίρνει η «κεντροαριστερή» κυβέρνηση έχουν τη συναίνεση των εργοδοτών όσο και των συνδικάτων, οι οποίοι μάλιστα μπήκαν στην απαράδεκτη λογική να καλέσουν το λαό να εκφράσει τη γνώμη του, αντί να τον κινητοποιήσουν σε διεκδικητικούς αγώνες.

Η συγκεκριμένη συμφωνία που είχε επιτευχθεί από τον περασμένο Ιούλη προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη σταδιακή αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης από το 2008 μέχρι το 2013 και από τα 57 χρόνια που είναι σήμερα να φτάσουν τα 62 για τους εργάτες και τα 63 για τους αυτοαπασχολούμενους. Παράλληλα, αυξάνονται τα χρόνια εργασίας στα 36, ενώ για να πάρει ένας εργαζόμενος αξιοπρεπή σύνταξη θα πρέπει να φτάσει τα 40 χρόνια δουλιάς και εισφορών. Επίσης συμφώνησαν στην αύξηση των κατώτατων συντάξεων, ώστε να εγγυώνται ένα ελάχιστο μηνιαίο εισόδημα 580 (!) ευρώ από την 1η Γενάρη του 2008.

Εργοδότες, κυβέρνηση και συνδικάτα συμφώνησαν, παράλληλα, την κατάργηση της υπερωριακής αποζημίωσης, ενώ συνεχίζονται η υπερωριακή εργασία, το πάγωμα των εξευτελιστικών επιδομάτων ανεργίας και η παροχή νέων κινήτρων στους επιχειρηματίες για να προσλαμβάνονται νέοι εργαζόμενοι και γυναίκες με προσωρινή και ελαστική απασχόληση για 3 χρόνια.

Στα νέα αυτά μέτρα, η αντίδραση του εργατικού κινήματος όχι μόνο δεν ήταν η ανάλογη, αλλά αντίθετα μάλιστα προχώρησε στην υιοθέτησή τους στο 3ήμερο δημοψήφισμα όπου συμμετείχαν συνολικά 5 εκατομμύρια εργαζόμενοι και το 75% εκφράστηκε θετικά! Ομως, πάνω από 10 εκατομμύρια Ιταλοί απείχαν από την ψηφοφορία, ενώ μόνον οι βιομηχανικοί εργάτες, και μάλιστα σε μεγάλα ποσοστά, ψήφισαν «όχι» σ' αυτήν τη συμφωνία. Χαρακτηριστικό είναι ότι η Ομοσπονδία Μετάλλου ψήφισε «όχι» με 53%, καθώς και το 85% των 100.000 εργατών της «Φίατ». Οι αριθμοί είναι σημαντικοί, αν αναλογιστεί κανείς ότι για τους βιομηχανικούς εργάτες από 40 ετών και άνω η συμφωνία δεν αλλάζει τίποτα στο ασφαλιστικό τους καθεστώς.

Πάντως, παρά τις καταγγελίες περί νοθείας του αποτελέσματος ή τις αναφορές ότι δεν υπήρξε αρκετός χρόνος προετοιμασίας ή ενημέρωσης των εργαζομένων, ή ακόμα εξαιτίας της ύπαρξης εκβιαστικών διλημμάτων από την εργοδοσία, την κυβέρνηση και τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, το σίγουρο είναι ότι ο λαός έχει εγκλωβιστεί στη λογική του παζαρέματος και της συναλλαγής, του έχουν προκαλέσει συγχύσεις, αφού προωθούνται αντιλήψεις της «διαχείρισης» και των «κοινωνικών διαλόγων», «να βοηθηθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας», ώστε να «μην ανατραπεί το κοινωνικό κράτος» και έρθει πάλι η ...«δεξιά».

Φαίνεται ξεκάθαρα πόσο επικίνδυνη είναι η λεγόμενη «κεντροαριστερά» και όταν βρίσκεται στην εξουσία, μια και είναι περισσότερο σε θέση να ελέγχει και να δεσμεύει τα συνδικάτα και τα κοινωνικά κινήματα. Αν αναλογιστεί κανείς και το γεγονός ότι δεν υπάρχει στη χώρα μια εναλλακτική πολιτική που θα συγκρουστεί ξεκάθαρα με τα συμφέροντα των μονοπωλίων και του κεφαλαίου, τότε καταλαβαίνει την ιδιαίτερα δυσμενή κατάσταση που υπάρχει για τους εργαζόμενους και τον ιταλικό λαό. Η στήριξη και η συμμετοχή στη λεγόμενη «κεντροαριστερή» κυβέρνηση της «Κομμουνιστικής Επανίδρυσης» και η στήριξη χωρίς συμμετοχή των «Ιταλών Κομμουνιστών» δείχνει ότι η σοσιαλδημοκρατία αντιμετωπίζεται από τα δύο αυτά κόμματα ως «λιγότερο κακό απέναντι στη δεξιά», εντείνοντας τις αυταπάτες για το ρόλο της, δημιουργώντας ακόμα περισσότερες συγχύσεις, καθηλώνοντας το κίνημα στη χώρα.


Κλωντίν ΧΕΣΠΕΡ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ