Κυριακή 10 Σεπτέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΔΙΕΘΝΗ
ΤΟΥΡΚΙΑ
Τα «διλήμματα» της κυρίαρχης τάξης

Οι ηγέτες των τριών κομμάτων που συγκροτούν την τουρκική κυβέρνηση: ο Ντ. Μπαχτσελί (αριστερά), ο πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετσεβίτ (κέντρο) και ο Μεσούτ Γιλμάζ

Associated Press

Οι ηγέτες των τριών κομμάτων που συγκροτούν την τουρκική κυβέρνηση: ο Ντ. Μπαχτσελί (αριστερά), ο πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετσεβίτ (κέντρο) και ο Μεσούτ Γιλμάζ
Τους τελευταίους μήνες, υπάρχει μια κλιμακούμενη σύγκρουση μεταξύ δύο ομάδων που διεκδικούν ρόλο εκφραστή της καθεστηκυΐας τάξης της Τουρκίας. Σε αδρές γραμμές, σχηματικά και αρκετά απλουστευμένα, διακρίνονται από τη μια πλευρά οι «εκσυγχρονιστές», που αποτελούν την πλειοψηφία στην κυβέρνηση του Μπουλέντ Ετσεβίτ (αν εξαιρεθούν οι ακροδεξιοί του Ντεβλέτ Μπαχτσελί). Από την άλλη είναι μια ομάδα «αντιδραστικών», μεταξύ των οποίων διακρίνονται στρατηγοί, πολιτικοί και άλλοι ισχυροί τινές.

Η σύγκρουση αφορά, επί της ουσίας, το δίλημμα του «εκσυγχρονισμού», με περισσότερα ανθρώπινα δικαιώματα, ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση και τα λοιπά, ή της εμμονής στις πιο «παραδοσιακές» αρχές του τουρκικού κράτους, με την καταπιεστική επίσημη πολιτική, το στρατό ρυθμιστή των πάντων και πάει λέγοντας...

Οι γραμμές αυτών των δύο παρατάξεων δεν είναι σε καμία περίπτωση σαφώς οριοθετημένες, κάθε άλλο - ωστόσο οι ενδείξεις της σύγκρουσης είναι πρόδηλες.

Μια έκφανσή της, για παράδειγμα, είναι η πολυσυζητημένη διένεξη του προέδρου Αχμέντ Νετσντέτ Σεζέρ με την κυβέρνηση του Ετσεβίτ, σε ό,τι αφορά το αν οι απολύσεις των δημοσίων λειτουργών που εμπλέκονται σε «ανατρεπτικές» δραστηριότητες (συμμετοχή σε ισλαμιστικές οργανώσεις ή το κουρδικό αυτονομιστικό κίνημα) πρέπει να γίνονται με διάταγμα ή με νόμο, που επί ένα μήνα συζητείται χωρίς να έχει υπάρξει κανένα αποτέλεσμα.

Μία δεύτερη, η φραστική αντιπαράθεση του επικεφαλής του γενικού επιτελείου των τουρκικών ένοπλων δυνάμεων, στρατηγού Χουσεΐν Κιβρίκογλου, με τον υπουργό Δικαιοσύνης Χικμέτ Σάμι Τουρκ. Ο πρώτος δήλωσε ότι ισλαμιστές έχουν «διεισδύσει» σε «όλα τα επίπεδα» του κρατικού μηχανισμού, ακόμη και στους κόλπους του δικαστικού σώματος, «θέλοντας να το καταστρέψουν», και θα πρέπει να «αποπεμφθούν» πάραυτα (Βλ. «BBC News Online», «Army Chief Demands Islamist Purge», 31 Αυγούστου.) Ο δεύτερος απάντησε με οργίλες δηλώσεις - «όποιος έχει στοιχεία για κάτι τέτοιο να τα φέρει σε εμένα» και «αφήστε την πολιτική έξω από το δικαστικό σώμα», σηματοδοτώντας ένα χάσμα απόψεων που αρχίζει να βαθαίνει επικίνδυνα (Βλ. « Turkish Daily News», «Turk: Leave Politics out of justice», πρωτοσέλιδο, 6 Σεπτέμβρη).

Χάσμα το οποίο πιστοποιεί η δήλωση του στυλοβάτη της κυβέρνησης Ετσεβίτ, του εκφραστή της κεντροδεξιάς, Μεσούτ Γιλμάζ, ο οποίος φέρεται να δήλωσε στην εφημερίδα «Hurriyet» πως «κάποιοι φοβούνται ότι αν μπούμε στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα διαλυθούμε (...) οι ένοπλες δυνάμεις συμμερίζονται αυτήν την ευαισθησία» ( «Reuters», 6 Σεπτέμβρη). Αν η δήλωση έγινε πράγματι, και μάλιστα έτσι, είναι πολύ πιθανό ότι θα οξύνει πολύ τα πράγματα, αφού η Ευρωπαϊκή Ενωση καλεί για παροχή «μορφωτικών δικαιωμάτων» στους Κούρδους, που οι στρατηγοί την περασμένη Τρίτη έκριναν «άχρηστα», περνώντας στο άτυπο όργανο χάραξης πολιτικής, το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, ότι πρέπει να υποκατασταθούν με «επενδύσεις στη Νοτιοανατολική Τουρκία». Η απάντηση Γιλμάζ μοιάζει σαν απ' ευθείας πρόκληση...

Οι ΗΠΑ κάνουν ιδιωτικές επενδύσεις ύψους 2,3 δισ. δολαρίων στην Τουρκία, που επ' εσχάτοις αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο - η «Ford Motor Co» ολοκληρώνει στη Νικομήδεια, την πόλη που σχεδόν έσβησε από το χάρτη στο σεισμό του Αυγούστου του 1999, το καινούριο της εργοστάσιο, που της κόστισε 500 εκατ. δολάρια. Το διμερές εμπόριο μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Τουρκίας αυξήθηκε 28% τα τελευταία πέντε χρόνια, φθάνοντας τα 6 δισ. δολάρια. Ομως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας παραμένουν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με ύψος περίπου τριπλάσιο από αυτό των συναλλαγών με τις ΗΠΑ, γεγονός που λέει κάτι. Παρ' όλ' αυτά, οι συνολικές ξένες επενδύσεις στην Τουρκία «μοιάζουν με ανέκδοτο», θα πει ο Αμπντουραχμάν Αριμάν, γενικός γραμματέας του Επιμελητηρίου των Ξένων Επενδυτών: «Μόλις ένα δισ. δολάρια το χρόνο, για μια χώρα τόσο μεγάλη», όταν η Βραζιλία την τελευταία δεκαετία έχει προσελκύσει περί τα 30 δισ. δολάρια (« Business Week Online», «Warning Signs on Turkey's Road to Recovery», 25 Αυγούστου).

Ακόμη όμως και σ' αυτό το πεδίο, εμφαίνεται η κόντρα μεταξύ των «εκσυγχρονιστών» και των «αντιδραστικών». Οι εισαγωγείς, ακόμη κι οι Αμερικάνοι, υφίστανται εμπόδια από γραφειοκράτες που μοιάζουν να δίνουν στους εκσυγχρονιστές το «μήνυμα» ότι δεν τους καίγεται καρφί πόσο σημαντική ή όχι είναι, π.χ., μια αμερικανική εταιρία υψηλής τεχνολογίας. Τα τελωνεία κι ο Τουρκικός Οργανισμός Προτυποποίησης λειτουργούν ως τροχοπέδη για τους εισαγωγείς. Ο τελευταίος καθυστερεί επί μήνες την έγκριση αμερικανικών προϊόντων, όταν η κανονική διάρκεια των ελέγχων που διενεργεί είναι δύο μέρες. Και το γεγονός δεν περνά απαρατήρητο (Βλ. «Business Week», όπ.π.). Η όλη ιστορία μοιάζει να συνδέεται και με τα κυκλώματα διαφθοράς στον τουρκικό γραφειοκρατικό μηχανισμό, ένα παλιό και «ενδημικό» πρόβλημα που οι εκσυγχρονιστές τονίζουν σε κάθε ευκαιρία. Που όμως, παρενθετικά, ξεκινά «από το κεφάλι», στα τουρκικά πολιτικά πράγματα.

Μια πολύ «χυμώδης» υπόθεση είναι αυτή της Τανσού Τσιλέρ, που λόγω του γεγονότος πως βρίσκεται στην αντιπολίτευση μπορεί και να φθάσει στα δικαστήρια - αντίθετα, δε μοιάζει πιθανό να δικαστεί ο Μεσούτ Γιλμάζ, ο έτερος «μπέιμπι μπούμερ» πολιτικός της γενιάς της Τσιλέρ, μιας και αποτελεί ζωτικής σημασίας εταίρο στην κυβέρνηση του Μπουλέντ Ετσεβίτ. Το βασικό σκάνδαλο που αφορά την Τσιλέρ είναι η εκτροπή χρημάτων από τα « Ortulu Odenek», τα «απόρρητα κονδύλια», σε άγνωστες κατευθύνσεις: ο τουρκικός Τύπος υποστηρίζει τρεις βασικές εκδοχές για το τι έκανε με τα εκατομμύρια δολάρια που μυστηριωδώς «εξαφανίστηκαν» στη διάρκεια της πρωθυπουργίας της. Οτι είτε 1) χρηματοδότησε μια - αποτυχημένη - απόπειρα πραξικοπήματος εις βάρος του Γκαϊντάρ Αλίεφ του Αζερμπαϊτζάν, είτε 2) χρηματοδότησε την προεκλογική εκστρατεία του Μπιλ Κλίντον το 1996 (!), ή 3) για να πληρώσει τον Αμερικανό μυστικοσύμβουλό της, τον Μπομπ Σκουάιερ, που πλέον άφησε τον μάταιο ετούτο κόσμο. Για την όλη ιστορία «έχει στοιχεία» η CIA, η οποία την «παρακολούθησε εκ του σύνεγγυς», αλλά τα στελέχη της «δεν προβαίνουν σε κανένα σχόλιο σε ό,τι την αφορά» (Βλ. «Washington Post», «Turkish Money Trail», άρθρο γνώμης του David Ignatius, 14 Ιούνη). Το θέμα της διαφθοράς είναι επίσης από αυτά που τίθενται στο πλαίσιο της κόντρας μεταξύ εκσυγχρονιστών και αντιδραστικών.

Η κόντρα για το ποιος θα εκπροσωπήσει καλύτερα τα συμφέροντα της καθεστηκυΐας τάξης της Τουρκίας, οι «εκσυγχρονιστές» ή οι «αντιδραστικοί», μοιάζει να αφήνει πολιτικά αδιάφορο το ευρύ εκλογικό σώμα: σύμφωνα με μια δημοσκόπηση της εταιρίας ANAR, που βγήκε στον αέρα την τελευταία εβδομάδα, το μεγαλύτερο ποσοστό που παίρνει πολιτικό κόμμα είναι 14% και μάλιστα πρόκειται για το κόμμα της Αρετής, δηλαδή τους ισλαμιστές. Και τα τρία κυβερνητικά κόμματα μαζί έχουν ποσοστό υποστήριξης μόλις 30,3% (το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης 11,6%, το Κόμμα Μητέρας Πατρίδας 9,8% και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα 8,9%).

Αυτή η αδιαφορία δεν είναι καθόλου περίεργη, αφού οι πολιτικοί μιλούν για πράγματα που ελάχιστα αφορούν το λαό, εκτός κι αν πρόκειται για περιορισμό των δικαιωμάτων του: ανάμεσα στα άλλα, το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας την περασμένη εβδομάδα έκρινε ότι οι εργαζόμενοι στην τοπική αυτοδιοίκηση δεν έχουν το δικαίωμα να απεργήσουν...

Ωστόσο, η σύγκρουση των «εκσυγχρονιστών» με τους «αντιδραστικούς» συνεχίζεται, στο προσκήνιο αλλά και στο παρασκήνιο, και η κατάληξή της είναι αβέβαιη υπόθεση. Και μια από τις πιθανότητες είναι η χώρα να διολισθήσει, ακόμη περισσότερο από ό,τι στις τελευταίες εκλογές, στην ανάδειξη πολιτικών δυνάμεων με αντιλήψεις ακραία φασιστικές.


Μπ. Γ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ