Τετάρτη 11 Ιούλη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 21
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ
Σύγχρονες δραματουργικές εκφράσεις
«Κουαρτέτο»

«Τους τα λέει ο θεός»
«Τους τα λέει ο θεός»
Εκπληκτικό αισθητικό «θαύμα», μέγα, υποδειγματικό και αποδεικτικό «μάθημα» για την απεριόριστη, έως καθοριστική δύναμη του ρόλου των φωτισμών στη σκηνική πράξη - όχι μόνον από εικαστική άποψη αλλά και από άποψη ερμηνευτικής ανάδυσης, «φωτισμού» του βάθους, των αφανών υποστρωμάτων ενός θεατρικού κειμένου - ήταν η παράσταση του Ρόμπερτ Γουίλσον, με το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλερ (στο «Ολύμπια» της Λυρικής Σκηνής). Ο -εικαστικής παιδείας και καλλιτεχνικής αφετηρίας- Γουίλσον, με τη σκηνογραφία του (ελάχιστα αφαιρετικού συμβολισμού, συρόμενα αντικείμενα, λ.χ. μια λευκή αέρινη κουρτίνα, μια μεταλλική καρέκλα με σκόπιμα υπερμεγέθη ράχη, ένα τραπεζάκι, ένα μαύρο ανάκλιντρο που θύμιζε νεκρόκασα, όπου καθόταν ντυμένη με ένα νεκρικό μοβ φόρεμα η μαρκησία Μερτέιγ) και προπάντων με τους «μαγικούς» φωτισμούς του, που δημιουργούσαν αλλεπάλληλους, εξαιρετικού κάλλους, πίνακες «ζωγραφικής», έριξε άπλετο «φως» στην υπονοηματική αλληγορία του Χ. Μίλερ. Ο Μίλερ, χρησιμοποιώντας τα δύο κεντρικά πρόσωπα του έργου του, πρώην εραστές - την μαρκησία Μερτέιγ και τον κόμη Βαλμόν - από τις μυθιστορηματικές «Επικίνδυνες σχέσεις» του Λακλό και τοποθετώντας διαχρονικά το έργο του μεταξύ των παραμονών της Γαλλικής Επανάστασης και ενός Γ' Παγκόσμιου Πολέμου, καυτηριάζει τον ανούσιο, ναρκισσιστικό, έκκλητα ηδονιστικό βίο της εκάστοτε αυτάρεσκης, αργόσχολης, ανταγωνιστικής, μεταδοτικά διεφθαρμένης, αδιάφορης με τη γύρω της πραγματικότητα, βυθισμένη στη σήψη και το αναπόφευκτο τέλος της άρχουσας τάξης. Ο σκηνοθέτης προσθέτοντας τρία βουβά, συμβολικά πρόσωπα (δύο χορευτές που παραπέμπουν στα νιάτα των δύο πρώην εραστών και έναν τρελόγερο - σύμβολο θανάτου), καθοδήγησε το λόγο, την κίνηση, τη χειρονομία, την έκφραση-«μάσκα» των προσώπων σαν μια ανταγωνιστική, προθανάτια «τελετή» του προαναγγελθέντος θανάτου των προσώπων, με άψογες, πειθαρχημένες στη σκηνοθετική άποψη ερμηνείες του Αριελ Γκαρσία Βαλντές και της Ιζαμπέλ Ιπέρ.

«Τους τα λέει ο θεός»

«Κουαρτέτο»
«Κουαρτέτο»
Αξιέπαινη ήταν η ιδέα του καλού ηθοποιού Νίκου Αρβανίτη να διασκευαστεί θεατρικά το διήγημα του Σωτήρη Δημητρίου «Τους τα λέει ο θεός» (από την εξαιρετική συλλογή διηγημάτων «Ν' ακούω καλά τ' όνομά σου»). Ο σημαντικότατος πεζογράφος Σ. Δημητρίου, όχι μόνο με μια πηγαία λαϊκή γλώσσα - εμπλουτισμένη με την ηπειρώτικη διάλεκτο και με την ιδιόλεκτη ομιλία των Αλβανών οικονομικών μεταναστών στη χώρα μας - με βαθύτατη έγνοια, κατανόηση και συμπόνια για κάθε ανίσχυρο άνθρωπο, προπάντων με προοδευτική κοινωνικο-ταξική αντίληψη, σ' αυτό το διήγημα συμπυκνώνει, με θαυμαστή ρεαλιστική αλήθεια και λεπτομερειακή ακρίβεια (στη γλώσσα, το χαρακτήρα, τον ψυχισμό κάθε προσώπου), τα βάσανα, τις στερήσεις, το σκληρό βιοποριστικό μόχθο, τους πόθους, τον ξεριζωμό (από τη γενέτειρα ή την οικογένεια) της προλεταροποιημένης αγροτικής φτωχολογιάς - ηπειρώτικης και αλβανικής, αλλά και τις πολιτιστικές «συγγένειές» τους. Μέσα από μια ομάδα οικοδόμων, το μόχθο τους στα γιαπιά, τις κουβέντες τους, τα βιώματα, τις μνήμες, τα μεράκια, τα κοινής «ρίζας» τραγούδια και χορούς τους, ο Δημητρίου ενώνει την εργατιά και «καθρεφτίζει» τα όμοια παντού, χωρίς εθνικά σύνορα βάσανα και προβλήματά της. Ο Ν. Αρβανίτης, με συμπαραστάτες το λιτό σκηνικό και τα κοστούμια της Ντίνας Αβαγιανού, την πολύ καλή ηπειρώτικη και αλβανική μουσική επιλογή του Νίκου Διονυσόπουλου, τους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου και τους καλούς μουσικούς Αλέξανδρο Αρκαδόπουλο, Δημήτρη Γάσια, Αρμάντο Ντιμιτρίου, έστησε μια αξιόλογη παράσταση, σεβαστική και ομόψυχη με το περιεχόμενο και το μήνυμα του διηγήματος, με αρμόζουσες ερμηνείες του ίδιου καθώς και των Χρήστου Νίνη, Σπύρου Πούλη και του Αλβανού μετανάστη Καραφίλ Σένα.

«Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας»

«Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας»
«Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας»
Εργο-έμβλημα των απαρχών της νεοελληνικής δραματουργίας, της ανάγκης της να κατακτήσει και να αντιπαρατάξει στο εισαγόμενο (κυρίως ιταλικό ρεπερτόριο) την εθνική της «ταυτότητα», το -καθαρόαιμα λαϊκό θεματολογικά και μορφολογικά - δραματικό ειδύλλιο του Δημητρίου Κορομηλά «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας», μετά από μια θρυλική πορεία επί σκηνής από τα τέλη του 19ου και τον 20ό αι., αλλά λησμονημένο έργο επί πολλά χρόνια, έγινε αντικείμενο «πειράματος» (συγκεκριμένα της πτυχιακής εργασίας του στη γερμανική σχολή όπου σπούδασε) του νέου σκηνοθέτη Ανέστη Αζά. Πρόκειται για ένα «πείραμα» μεταμοντέρνας αισθητικής αντίληψης, αισθητικής εκκωφαντικά ειρωνικής απέναντι στο λαϊκό και λαογραφικό θεματολογικό και αισθητικό χαρακτήρα του έργου του Κορομηλά. Ειρωνικής, με τη διασκευή του έργου και τις αφελείς κειμενικές προσθαφαιρέσεις σ' αυτό. Με το σκηνικό (ένα σπετσάτο που εικόνιζε τους εξωτερικούς τοίχους δυο σπιτιών, από τα παράθυρα των οποίων μπαινόβγαιναν τα πρόσωπα) και τα κιτς σύγχρονα κοστούμια (Αγγελική Κόντη). Με τη μουσική (Κώστας Κοράκης) και την περιπαικτική απόδοση των τραγουδιών, τη «σπαστική» κινησιολογία (Μπέτυ Δραμισιώτη). Και ειρωνικότατη με τις γκροτέσκας απόχρωσης (επιλογή του σκηνοθέτη και αυτή) ερμηνείες των (υποκριτικά ικανών) νέων ηθοποιών: Κώστα Κοράκη, Κώστα Κουτσολέλου, Γιάννη Λεάκου, Νατάσας Μαρματάκη, Νίκου Μήτσα, Λίζας Νεοχωρίτη, Αννας Τζάκου. Μόνο ερώτημα προκάλεσε σε κάθε νοήμονα θεατή αυτή η παράσταση. Γιατί, με ποια πρόθεση, με ποιο σκεπτικό, ο Α. Αζάς επέλεξε ένα έργο που δεν τον ελκύει; Μήπως για να χλευάσει την ανάγκη για «ελληνική ταυτότητα» και μάλιστα λαϊκή, του θεάτρου μας; Αλλά κι αν δεν ήταν αυτή η πρόθεσή του, η παράστασή του μόνο αυτό κατάφερε να κάνει. Κι ακόμα, ποιος και γιατί πρότεινε να ενταχθεί αυτή η παράσταση στο Φεστιβάλ Αθηνών;

«Βρέχει»

«Βρέχει»
«Βρέχει»
Σοβαρότερο, απ' ό,τι για την προηγούμενη παράσταση, είναι το εξής ερώτημα της στήλης: Ποιος και πώς, με ποια δραματουργικά (θεματολογικά και αισθητικά) κριτήρια, επέλεξε να ανεβαστεί στο Φεστιβάλ Αθηνών το έργο της Βίλιας Χατζοπούλου «Βρέχει»; Η στήλη θεωρεί αναγκαία και χρησιμότατη προοπτικά τη στήριξη ακόμα και πρωτόλειων θεατρικών πειραματισμών (κειμενικών ή σκηνοθετικών) νέων καλλιτεχνών. Το συγκεκριμένο έργο, όμως, ούτε ως πρωτόλειο μπορεί να κριθεί. Πρόκειται για ασυνάρτητο σκαρίφημα, ένα ανακάτωμα ελληνικών, αγγλικών, γαλλικών, ακατανόητων - κορακίστικων λέξεων, που φλυαρούν και δε λένε τίποτα ουσιαστικό. Για ένα ανόητο, παλιμπαιδικό, χωρίς τουλάχιστον να διαθέτει μια παιδική χάρη και αφέλεια, παραλήρημα, χωρίς «κορμό», ειρμό, κάποιο νόημα κατασκεύασμα, που προβλήθηκε ως δραματουργικά «καινούριο» και που υποτίθεται βασιζόμενο «σε ένα ινδιάνικο μύθο», που τάχα μιλά για τη «διαφορετικότητα», για την «εισβολή» και «επίδραση» του «ξένου» σε μια «κοινότητα ινδιάνων», που μπορεί να είναι μια «οποιαδήποτε κοινότητα», όπως λ.χ. μια κατασκήνωση εφήβων, που «ξυπνά» ερωτικά και ανταγωνιστικά η σάρκα τους με την παρουσία ενός «ξένου» (άρες μάρες δηλαδή). Απορίας άξιο είναι ότι με αυτή τη μετα-μεταμοντέρνα ανοησία μπλέχτηκε σκηνοθετικά και ερμηνευτικά ο άξιος και έμπειρος ηθοποιός Ακύλλας Καραζήσης, μπλέκοντας ακόμα την πολύ ταλαντούχα Μαρία Σκουλά και τον επίσης καλό ηθοποιό Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη. Τρεις άξιοι ηθοποιοί που αναλώθηκαν με το δήθεν και το τίποτα, ως συμπληρωματικές ερμηνευτικές παρουσίες. «Ηρωική» ήταν η ερμηνευτική προσπάθεια της Ελενας Τοπαλίδου (εξαιρετικά ταλαντούχα και εκφραστική χορεύτρια, με εντυπωσιακές υποκριτικές ικανότητες), καθώς και των Αλεξάνδρας Διαλυνά - Λεβεντάκη, Δανάης Θεοδωρίδου και Αλκηστις Πουλοπούλου.


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ