Κυριακή 20 Μάη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Τσιφλικάδες, επιστάτες και κολίγοι

Εικόνες και καταγγελίες που προκαλούν, από τους μετανάστες εργάτες

Νέα Μανωλάδα. Εκεί παράγεται το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας παραγωγής της φράουλας (περίπου το 90%). Περίπου 40 μεγαλοπαραγωγοί (από 200 στρέμματα και άνω) έχουν στην κατοχή τους περισσότερο από 40.000 στρέμματα και στη διάθεσή τους περίπου 2.000 εργάτες γης, κυρίως από το Μπαγκλαντές, ενώ υπάρχουν και λιγοστοί Βούλγαροι, Αλβανοί, Ινδοί και Ρουμάνοι. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι άνθρωποι αυτοί δε διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα παραμονής. H «Οδύσσεια» αυτών των οικονομικών μεταναστών μοιάζει να μην έχει τέλος. Μονίμως κινούνται σε ένα απέραντο «ναρκοπέδιο». Η Δαμόκλειος Σπάθη της σύλληψης και απέλασης, ακονισμένη, ακουμπά συνεχώς το σβέρκο τους. Γι' αυτό και η εκμετάλλευσή τους είναι στον απόλυτο βαθμό.

Από νωρίς το πρωί βρεθήκαμε στη μεγάλη πεδιάδα της Νέας Μανωλάδας. Γεμάτη από θερμοκήπια, μέσα στα οποία καλλιεργείται η φράουλα. Εκατοντάδες εργάτες γης, δουλεύουν ακατάπαυστα κάτω από τον καυτό ήλιο. Τις φράουλες δεν μπορείς να τις «σοδιάσεις» παρά διπλωμένος στα δύο. Οι συνθήκες μέσα στο θερμοκήπιο είναι αποπνικτικές. «Εδώ μέσα έχει ζέστη, πολύ κούραση και καθόλου αέρα», προλαβαίνει να πει στη μητρική του γλώσσα ένας εργάτης από το Μπαγκλαντές.

Εικόνες από άλλη εποχή...

Το σκηνικό θυμίζει έντονα, χωρίς ίχνος υπερβολής, το Νότο των ΗΠΑ του 19ου αιώνα. Δηλαδή, υπάρχουν, ο μεγαλοκτηματίας, οι «επιστάτες» που επιβλέπουν τις εργασίες, και οι εργάτες γης χωρίς κανένα ουσιαστικό δικαίωμα. Μάλιστα, μόλις γινόμαστε αντιληπτοί από τον «επιστάτη», αυτός προσπαθεί να μας τρομοκρατήσει και να μας διώξει. Οταν αποτυγχάνει, ειδοποιεί τον μεγαλοκτηματία, ο οποίος με ορισμένους «συνεργάτες» του καταφθάνει ανήσυχος από την παρουσία μας. Του ζητούμε να μιλήσουμε με τους εργάτες γης. Αρνείται, επικαλούμενος ότι είναι ώρα εργασίας και μας λέει να τους συναντήσουμε μετά τη δουλιά, ούτε καν στο διάλειμμα. Μπορεί το (όποιο) ωράριο εργασίας να το σεβαστήκαμε, αλλά το διάλειμμα είναι ιερό δικαίωμα στο οποίο δε χωρούν διαπραγματεύσεις.

Λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα, στο Κουρτέσι, βρίσκουμε περίπου 40 εργάτες γης, κάθιδρους, χωμένους μέσα στα θερμοκήπια να μαζεύουν φράουλες. Το διάλειμμα είναι στις 11.45 ακριβώς και μόλις για ένα τέταρτο. Ο «επιστάτης» φέρνει κι ακουμπά ένα μπιτόνι με νερό για να δροσιστούν, χωρίς ποτήρια. Οι εργάτες τρώνε το κολατσιό που έχουν φτιάξει οι ίδιοι και πίνουν το νερό με τα κεσεδάκια στα οποία ρίχνουν τις φράουλες. Με τη βοήθεια του Ηλία Αχμέντ η συνεννόηση είναι εφικτή, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δε γνωρίζει καθόλου την ελληνική γλώσσα. Στην ερώτησή μας γιατί δεν πίνουν το νερό με το ποτήρι κάποιος γελά πικρά κι απαντά: «Μέχρι πρότινος δε μας έφερναν ούτε νερό. Το φέρναμε από το πρωί μόνοι μας αλλά μέχρι το διάλειμμα είχε... βράσει».

Δεν πληρώνουν ούτε τα ψίχουλα

Εκεί βρίσκουμε και τον Τζεμάλ Μοχάμεντ, ο οποίος μας καταγγέλλει ότι ένας μεγαλοπαραγωγός της περιοχής χρωστά από πέρσι, σε δέκα εργάτες γης, συνολικά 2.500 ευρώ σε μεροκάματα. Μάλιστα, κάθε φορά που του το... υπενθυμίζουν, συνεχώς ανανεώνει την υπόσχεσή του για εξόφληση από μήνα σε μήνα, με αποτέλεσμα να έχει περάσει ένας ολόκληρος χρόνος. Η πρακτική αυτή από τους σύγχρονους τσιφλικάδες είναι σχετικά συνηθισμένη. Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου μεγαλοπαραγωγοί προσέλαβαν από την αρχή της καλλιεργητικής χρονιάς (Μάρτης) μετανάστες εργάτες γης χωρίς άδεια παραμονής και στη συνέχεια με το τέλος της καλλιεργητικής χρονιάς (Σεπτέμβρης) ειδοποιούσαν την αστυνομία για το χώρο παραμονής τους κι ακολουθούσε η σύλληψη και απέλαση.

Ολο αυτό το διάστημα, ο τρόπος δουλιάς και πληρωμής είχε καθοριστεί από τους ιδιοκτήτες γης: Συγκεκριμένα, τους είχαν «εξασφαλίσει» στέγη στις αποθήκες ή στους στάβλους τους κι ένα πιάτο φαγητό και η πληρωμή όλων των μεροκάματων είχε οριστεί για το τέλος της δουλιάς. Μόνο που αντί για μισθούς έξι μηνών οι εργάτες γης εισέπρατταν την «επίσκεψη» της αστυνομίας και στους μεγαλοτσιφλικάδες έμεναν τα χρήματα των εργατών...

Ιδια η αιτία του ξεριζωμού και της εκμετάλλευσης

Στις 1.30 μετά το μεσημέρι οι εργασίες σταματούν και στοιβαγμένοι στις ρεμούλκες των τρακτέρ οι εργάτες επιστρέφουν στις παράγκες - θερμοκήπια, γύρω στις 2 μ.μ. για να πάρουν μια ανάσα και να φάνε μια μπουκιά. Η εικόνα που αντικρίζει κανείς βλέποντας αυτούς τους πρόχειρους καταυλισμούς είναι τόσο άθλια, που πραγματικά ο χρόνος γυρίζει δύο αιώνες πίσω. Οι περισσότεροι παίρνουν σειρά για να ρίξουν λίγο νερό στο σώμα τους και οι υπόλοιποι ετοιμάζουν το φαγητό και ό,τι άλλο χρειάζεται. Ο κάθε ένας από αυτούς κουβαλά ένα μεγάλο σταυρό.

Ο Μοχάμεντ Σομίζ από το Μπαγκλαντές, μας εξηγεί πως η μεγάλη φτώχεια που υπάρχει στη χώρα του τον ανάγκασε να πάρει το δρόμο της ξενιτιάς. Αν και βρίσκεται περισσότερο από πέντε χρόνια στη χώρα μας, δεν έχει καταφέρει ακόμα να εξασφαλίσει άδεια παραμονής. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος «έχω να δω τη γυναίκα και τα τέσσερα παιδιά μου 5 χρόνια, καθώς δεν μπορώ να ταξιδεύσω νόμιμα και να επιστρέψω στην οικογένειά μου. Επίσης, αναγκάζομαι να μένω σε αυτοσχέδια καταλύματα, όπου έχει δουλιά και χωρίς να πληρώνομαι όπως ορίζει ο νόμος».

Δίπλα του κάθεται ο Νίκος από τη Βουλγαρία. Ο Νίκος βρίσκεται τα τελευταία 8 χρόνια στη χώρα μας, γιατί ο χείμαρρος των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που σάρωσε τη Βουλγαρία τον έστειλε στην ανεργία. «Δουλιά στη χώρα μου δεν υπήρχε. Εμεινα άνεργος για μεγάλο χρονικό διάστημα και πήρα την απόφαση να έρθω στην Ελλάδα για να βρω ένα μεροκάματο. Με τα λεφτά που βγάζω μαζί με τη γυναίκα μου δεν τα βγάζω πέρα για να ζήσουμε με τα δύο παιδιά μας και αναγκαστήκαμε να τα στείλουμε πίσω στη Βουλγαρία να μείνουν μαζί με τους γονείς μου. Ετσι το μισό χρόνο βρίσκονται κοντά μας εδώ στην Ελλάδα και τον υπόλοιπο στη Βουλγαρία».


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ