Κυριακή 18 Φλεβάρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 17
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΓΟΡΑ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ
Υπερδιπλασιάστηκαν οι τιμές σε μια 10ετία

Από το 1995 έως το 2004, οι τιμές κατοικιών αυξήθηκαν κατά 134%, με μεγάλους κερδισμένους τους κατασκευαστές (που φούσκωναν ελεύθερα τις τιμές) και το κράτος (με τις αλυσιδωτές αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών)

Οι μεγάλοι χαμένοι, από την ξέφρενη ανοδική πορεία στις τιμές των κατοικιών, είναι οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και, γενικά, τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Με τις «ευλογίες» της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, φυσικά

Eurokinissi

Οι μεγάλοι χαμένοι, από την ξέφρενη ανοδική πορεία στις τιμές των κατοικιών, είναι οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και, γενικά, τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Με τις «ευλογίες» της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, φυσικά
Κατακόρυφη άνοδο σημείωσαν στη δεκαετία οι τιμές των κατοικιών, με θύματα τους εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, που πλήρωσαν τα σπασμένα της κερδοσκοπικής ασυδοσίας όλων εκείνων που θησαυρίζουν από την εμπορευματοποίηση της λαϊκής στέγης. Αδιάψευστος μάρτυρας και σχετική μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), που μας πληροφορεί πως στην περίοδο 1995-2004 οι τιμές των κατοικιών στο σύνολο των αστικών περιοχών της χώρας αυξήθηκαν - σωρευτικά - κατά 134,02%. Αυξάνονταν δηλαδή, κατά μέσο όρο, με ρυθμό 9,91% το χρόνο (!) Συνέπεια αυτών των εξελίξεων ήταν η σύνθλιψη της λαϊκής στέγης - δηλαδή του δικαιώματος των εργαζομένων να αποκτήσουν δικό τους σπίτι - στα γρανάζια των γαλαζοπράσινων πολιτικών λιτότητας, που εφαρμόστηκαν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Το μέγεθος των ανατιμήσεων στις κατοικίες είναι ακόμη μεγαλύτερο, αν συνυπολογιστούν οι αυξήσεις των τιμών που προκλήθηκαν την τελευταία διετία (2005 και 2006) με τις αποφάσεις της κυβέρνησης να αυξήσει τις αντικειμενικές αξίες ακινήτων και να επιβάλει από την 1η Γενάρη 2006 τον ΦΠΑ στις νεόδμητες οικοδομές. Και θα μεγαλώσει ακόμη περισσότερο, με τις επικείμενες νέες αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες - που έχει προαναγγείλει η κυβέρνηση για φέτος, οι οποίες, σύμφωνα με πληροφορίες, θα είναι πάνω από 20%.

Οι μεγάλοι κερδισμένοι, από την ξέφρενη ανοδική πορεία στις τιμές κατοικιών (που οφείλεται στις κερδοσκοπικές ανατιμήσεις των μεγαλοκατασκευαστών, αλλά και στις φοροεισπρακτικές αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών που προχώρησαν στην τελευταία δεκαετία οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ), ήταν οι κατασκευαστικές επιχειρήσεις, οι τράπεζες και το κράτος. Και φυσικά, οι μεγάλοι χαμένοι, από την ξέφρενη κούρσα ανόδου των τιμών των κατοικιών, ήταν οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και εν γένει τα πλατιά λαϊκά στρώματα των εργαζομένων, όπως οι αυτοαπασχολούμενοι αγρότες - επαγγελματοβιοτέχνες - έμποροι κλπ.

Του λόγου το αληθές για τους μεγάλους κερδισμένους και τους μεγάλους χαμένους τεκμηριώνεται και από το γεγονός ότι στην εξεταζόμενη δεκαετία, το ποσοστό αύξησης των τιμών των ακινήτων (134,02%) ήταν υπερτριπλάσιο τόσο του πληθωρισμού (που επίσημα αυξήθηκε κατά 40,9%), αλλά και των ονομαστικών αυξήσεων σε μισθούς και συντάξεις (που κινήθηκαν γύρω και κάτω από τον άξονα του πληθωρισμού, λόγω των γαλαζοπράσινων εισοδηματικών πολιτικών λιτότητας).

Οι θύτες... και τα θύματα

Ετσι, στην εξεταζόμενη περίοδο, στην πλευρά των κερδισμένων, είχαμε:

  • Τους μεγαλοκατασκευαστές - μεγαλοεργολάβους και μεγαλοϊδιοκτήτες, που είδαν τα κέρδη τους να εκτινάσσονται στα ύψη, με τις ευλογίες των κυβερνώντων, που τους επέτρεπαν να φουσκώνουν ελεύθερα τις τιμές ακινήτων.
  • Τους τραπεζίτες, που απολάμβαναν διψήφια και τριψήφια ποσοστά αύξησης των κερδών, σαν αποτέλεσμα της τοκογλυφικής πολιτικής που εφάρμοσαν και στις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων (ελέω απελευθέρωσης του τραπεζικού συστήματος, διατήρησαν υψηλά τα επιτόκια, ενώ παράλληλα χρέωναν μια σειρά προμήθειες και άλλα χαράτσια στους δανειολήπτες).
  • Το κράτος, που αύξησε σημαντικά τα φορολογικά του έσοδα, με τις συνεχείς αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και άλλες μορφές φορολογικής επιβάρυνσης της ακίνητης περιουσίας.

Στην ίδια περίοδο, οι μεγάλοι χαμένοι ήταν οι άνθρωποι του μόχθου και της δουλιάς, που πλήρωσαν πανάκριβα την κερδοσκοπική ασυδοσία όλων εκείνων που αξιοποίησαν προς ίδιο όφελος την εμπορευματοποίηση της αγοράς ακινήτων (αγορά ιδιόκτητης στέγης ή ενοικίαση διαμερίσματος). Στα πλαίσια αυτά, κάποια εργαζόμενα νοικοκυριά (όσα διέθεταν ακόμη κάποιο «κομπόδεμα») καταχρεώθηκαν στις τράπεζες για να απαλλαγούν από το νοίκι με την αγορά ιδιόκτητου σπιτιού, υποθηκεύοντας για πολλά χρόνια το μέλλον τους και των παιδιών τους, ενώ κάποια άλλα νοικοκυριά εργαζομένων είδαν το όνειρό τους να αποκτήσουν ιδιόκτητο σπίτι να γίνεται ...«όνειρο θερινής νυκτός» και να συμβιβαστούν με το βραχνά του ενοικίου. Παράλληλα, βέβαια, με τις αυξήσεις των τιμών των ακινήτων, φούσκωναν και συνεχίζουν να φουσκώνουν και τα ενοίκια των κατοικιών...

Η μοιρασιά της «πίτας» και οι προοπτικές για τον κλάδο

Οι συντάκτες της μελέτης του ΙΟΒΕ εκτιμούν ότι ο κλάδος των κατασκευών θα κινηθεί ανοδικά μέχρι και το έτος 2013, με μια προϋπόθεση. Και η προϋπόθεση αυτή, σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, είναι ότι η πολιτεία και οι εταιρείες του κλάδου θα κατορθώσουν να διαχειριστούν αποτελεσματικά τόσο την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, όσο και την υλοποίηση των έργων που έχουν σχεδιαστεί να γίνουν με τις ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα).

Στα «ευρήματα» της μελέτης του ΙΟΒΕ περιλαμβάνονται και τα εξής:

  • Ο σημαντικότερος παράγοντας ανοδικής πορείας του κλάδου των κατασκευών ήταν τα κοινοτικά κονδύλια (τα μοιράστηκαν μεταξύ τους οι μεγαλοκατασκευαστές και μεγαλοεργολάβοι). Οπως αναφέρεται, στην περίοδο από το 2000 μέχρι το 2008 - που λήγει το Γ` ΚΠΣ - το συνολικό ύψος των χρηματοδοτικών πόρων (από το Γ` ΚΠΣ, το Ταμείο Συνοχής και τις Κοινοτικές Πρωτοβουλίες) που διαχειρίζεται ο κατασκευαστικός κλάδος θα προσεγγίσει τα 28,42 δισ. ευρώ κεφάλαια. Οι συντάκτες της μελέτης, αν και εκτιμούν ότι θα ενταθούν οι ρυθμοί απορρόφησης των χρηματοδοτικών πόρων του Γ` ΚΠΣ στο υπολειπόμενο διάστημα (μέχρι την ολοκλήρωσή του), επισημαίνουν ότι «ο κίνδυνος να χαθούν κονδύλια λόγω καθυστερήσεων δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί». Ακόμη, σημειώνουν πως από το ποσό των 20,1 δισ. ευρώ των που αναμένεται να διατεθούν στην Ελλάδα από το Δ` ΚΠΣ στα πλαίσια του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς 2007-2013, ένα σημαντικό μέρος θα αφορά έργα υποδομής.
  • Ο δεύτερος σημαντικότερος παράγοντας, για την εξέλιξη του κατασκευαστικού κλάδου, ήταν η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα. Οπως αναφέρεται, η μείωση επιτοκίων, η δυνατότητα πρόσβασης περισσότερων ατόμων στον τραπεζικό δανεισμό και τα νέα τραπεζικά προϊόντα συνέβαλαν στην έντονη αύξηση των στεγαστικών δανείων. Αυτές οι εξελίξεις, από τη μια, οδήγησαν στην ισχυρή αύξηση της συνολικής ζήτησης για κατοικίες και συνέβαλαν σημαντικά στην ανάπτυξη του ΑΕΠ της χώρας. Παράλληλα, όμως, δημιούργησαν ανησυχίες, σχετικά με τη δυνατότητα των νοικοκυριών να εξυπηρετήσουν το χρέος τους και την πορεία των τιμών των κατοικιών, σε επικείμενες αυξήσεις των επιτοκίων.
  • Το νέο φορολογικό καθεστώς (επιβολή ΦΠΑ στις νέες οικοδομές), σε συνδυασμό με την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων αναμένεται να περιορίσουν σ' ένα βαθμό τη δυναμική της ζήτησης για κατοικίες, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα μέχρι να σταθεροποιηθεί η αγορά.
  • Νέες προοπτικές για τον κλάδο δημιουργεί η ψήφιση του νόμου για τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα, καθώς εκτιμάται ότι ο νέος θεσμός θα δώσει ώθηση στην κατασκευαστική δραστηριότητα, αλλά και την επιχειρηματικότητα (σ.σ. δηλαδή, την κερδοφορία των μεγαλοκατασκευαστών).
  • Η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του κλάδου στη δεκαετία 1995-2004 παρουσίασε συνεχή μεγέθυνση με μέσο ετήσιο ρυθμό 5,6%, σε σταθερές τιμές. Στη δεκαετία αυτή, οι τεχνικές εταιρείες 4ης-7ης Τάξης του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων τριπλασίασαν τον κύκλο εργασιών τους. Από τις 98.926 επιχειρήσεις 4ης-7ης Τάξης που δραστηριοποιούνται στον εγχώριο κατασκευαστικό κλάδο, το 77,96% είναι προσωπικές εταιρείες, ενώ μόλις το 2,77% έχουν νομική μορφή Ανώνυμης Εταιρείας και Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης. Το 97,69% των επιχειρήσεων του κλάδου απασχολεί κάτω από 5 εργαζόμενους και το 92,31% έχει κύκλο εργασιών λιγότερο από 150.000 ευρώ.
  • Η αγορά δημοσίων έργων 4ης-7ης Τάξης χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό συγκέντρωσης, καθώς οι 5 μεγαλύτερες τεχνικές εταιρείες συγκεντρώνουν το 32,9% του συνολικού κύκλου εργασιών των 220 τεχνικών εταιρειών που έχουν εργοληπτικό πτυχίο 4ης-7ης Τάξης.

Από την έρευνα του ΙΟΒΕ, εντοπίζονται δυο κύριες κατηγορίες προβλημάτων για τον κλάδο:

Πρώτον, αυτά που σχετίζονται με το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την παραγωγή των δημόσιων και ιδιωτικών έργων, με σημαντικότερα την πολυπλοκότητα και την πολυνομία, την έλλειψη Εθνικού Χωροταξικού Σχεδιασμού και τις μεγάλες καθυστερήσεις υλοποίησης του Εθνικού Κτηματολογίου.

Δεύτερον, αυτά που συνδέονται με τις συνθήκες ανταγωνισμού που επικρατούν στην ελληνική αγορά κατασκευών, με κυριότερα τον οξύ και σε ορισμένες περιπτώσεις αθέμιτο ανταγωνισμό που επικρατεί στην αγορά και τις μεγάλες εκπτώσεις στις δημοπρασίες δημοσίων έργων.

Εννοείται πως οι συντάκτες της μελέτης προσπερνούν βιαστικά τα προβλήματα των εργαζομένων, όπως το γεγονός ότι: α) δε διαθέτουν, πια, το αναγκαίο «κομπόδεμα», ώστε - μαζί με ένα τραπεζικό δάνειο - να αποκτήσουν δικό τους σπίτι. β) ελέω λιτότητας, όλο και περισσότεροι χάνουν ή κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι που αγόρασαν με στεγαστικό δάνειο, επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν τη δόση (οι τράπεζες τα βγάζουν σε πλειστηριασμό). γ) οι συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων αναγκάζουν πολλά λαϊκά νοικοκυριά να υποβαθμίζουν το βιοτικό τους επίπεδο, καθώς - για να πληρώσουν την αυξημένη δόση του τραπεζικού δανείου - αναγκάζονται να κόβουν τις δαπάνες ακόμη και για είδη πρώτης ανάγκης. δ) μαζί με τις τιμές των κατοικιών αυξάνονται και τα ενοίκια.


Λ. Τ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ