Σάββατο 14 Αυγούστου 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
"Αγοράζει" χρόνο η Αθήνα

Μετά τη συζήτηση για το εμπόριο, την οικονομική συνεργασία, την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση του εγκλήματος και της τρομοκρατίας, τι άλλο θα εμφανιστεί στην ατζέντα του ελληνοτουρκικού διαλόγου;

Είναι προφανές, ότι όσοι έχουν στόχο τη - με κάθε τρόπο - ελληνοτουρκική "προσέγγιση" θα επιχειρήσουν να οδηγήσουν τις δύο χώρες σε μια εφ' όλης της ύλης συζήτηση. Σε μια συζήτηση με τη φιλοδοξία να διευθετηθεί το σύνολο των ελληνοτουρκικών διαφορών, των ζητημάτων - με άλλα λόγια - που εγείρει η Αγκυρα σε βάρος ελληνικών κυριαρχικών συμφερόντων.

Ηδη το πρώτο βήμα γι'αυτό έγινε απο το διοικητή της Νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ, Αμερικανό πτέραρχο κ. Μάικλ Σορτ που μετέφερε στην ηγεσία της Πολεμικής Αεροπορίας, της Ελλάδας το τουρκικό σχέδιο για τον επιχειρησιακό έλεγχο στο Αιγαίο. Σύμφωνα μ'αυτό η Τουρκία απαιτεί τον έλεγχο του μισού Αιγαίου.

Προφανές είναι, επίσης, ότι ο σαφέστατος αυτός στόχος της οργάνωσης ενός εφ' όλης της ελληνοτουρκικού διαλόγου, δεν είναι και τόσο εύκολο να υλοποιηθεί. Το αρχικό ερώτημα, λοιπόν, επανέρχεται: Για ποιους λόγους Αθήνα και Αγκυρα έσπευσαν στο τραπέζι ενός διαλόγου για ζητήματα "χαμηλής πολιτικής"; Μόνο και μόνο για να δημιουργηθεί, σιγά σιγά, η ατμόσφαιρα που θα επιτρέψει και τη συζήτηση, στο μέλλον, για τα "καυτά" ζητήματα, του εύρους των ελληνικών χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου, των γκρίζων ζωνών και τόσων άλλων θεμάτων, που, κατά την Αγκυρα, συνθέτουν το "πακέτο" των ελληνοτουρκικών διαφορών; Αυτός, σίγουρα, είναι ο "μεγάλος" στόχος της Αγκυρας και των Αμερικανών. Υπάρχουν όμως και άλλοι, μικρότεροι μα περισσότερο άμεσοι στόχοι, που οι δύο κυβερνήσεις έχουν θέσει, προσερχόμενοι στο τραπέζι του διαλόγου.

* * *

Οπως υποστηρίζουν Ελληνες διπλωμάτες, τόσο η Αγκυρα όσο και η Αθήνα θα επιδιώξουν να εξαργυρώσουν, μεσοπρόθεσμα, το γεγονός ότι προσήλθαν στο τραπέζι του διαλόγου. Η τουρκική κυβέρνηση επιχειρεί να πετύχει την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων. Περισσότερο πολύπλοκη φαίνεται να είναι η επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης.

Κατ' αρχάς, η Αθήνα αναζητά εύσχημους τρόπους να απαγκιστρωθεί από την πολιτική του "βέτο", που έθετε εμπόδια στην προώθηση των ευρωτουρκικών σχέσεων. Από τη στιγμή, λοιπόν, που Αθήνα και Αγκυρα συζητούν για τα "δευτερεύοντα" έστω, και μάλιστα σε "καλό κλίμα", τότε η άρση των ελληνικών επιφυλάξεων για την ενίσχυση των ευρωτουρκικών σχέσεων θα εμφανιστεί ως "φυσική συνέπεια" του νέου κλίματος.

Με αυτό τον τρόπο η ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξεί να εκτονώσει, αν όχι να αποκρούσει, τις εντονότατες πιέσεις που δέχεται από την Ουάσιγκτον και τους ισχυρούς Ευρωπαίους εταίρους. Πιέσεις για να αποδεχτεί την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων από τη μια, και για να δεχτεί μια συνολική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών μέσα από μια εφ' όλης της ύλης συζήτηση, από την άλλη.

Παρ' όλα αυτά, κάποιοι τουλάχιστον, μέσα στην ελληνική κυβέρνηση, γνωρίζουν, πως τα περιθώρια "παζαριού" που έχουν με τους Αμερικανούς και τους Ευρωπαίους σε ό,τι αφορά στις ευρωτουρκικές σχέσεις και τα Ελληνοτουρκικά, είναι εξαιρετικά περιορισμένα. Η ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών "κατανοεί" πως δεν μπορεί επ' άπειρον να θέτει εμπόδια στην προσέγγιση της Τουρκίας με την Ευρώπη, ούτε ότι για πολύ ακόμη να "αγνοεί" την αμερικανική απαίτηση για την εύρυθμη λειτουργία της Νοτιοανατολικής Πτέρυγας του ΝΑΤΟ μέσα από τη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων και του Κυπριακού. Για το λόγο αυτό, η Αθήνα, ήδη, έχει "επεξεργαστεί" μια πρόταση που απευθύνεται κυρίως προς τους Ευρωπαίους εταίρους και στόχο έχει την εξασφάλιση "προσχημάτων" προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι κινήσεις καλής θέλησης προς την Τουρκία.

* * *

Η Αθήνα "προτείνει", λοιπόν, στην ΕΕ να εγγυηθεί (γραπτώς) τα ελληνικά σύνορα, ως κοινοτικά και να εξασφαλίσει την ένταξη της Κύπρου στην Κοινότητα ανεξάρτητα από την επίλυση ή όχι του πολιτικού προβλήματος.

Η Αθήνα, προφανώς, ζητά πολλά από την Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς καμιά από τις "μεγάλες χώρες" δε θα ήθελε να επωμιστεί το βάρος των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ούτε να μεταφερθεί στους κόλπους της Ενωσης το πολιτικό πρόβλημα της Κύπρου. Με άλλα λόγια, η ελληνική πρόταση υποβάλλεται μόνο και μόνο για να "εξαγοραστεί χρόνος".

Ποια είναι η χρησιμότητα της εξασφάλισης χρόνου, όταν μάλιστα αυτός ο χρόνος που περνά μετατρέπει τα προβλήματα σε χιονοστιβάδες, ίσως είναι δύσκολο να το κατανοήσει κανείς αν δεν πάρει υπόψη του τις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες και σκοπιμότητες.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να πάει και να κερδίσει τις εκλογές αν υποχρεωθεί να "διευθετήσει" τις ελληνοτουρκικές διαφορές, με βάση τις δεδομένες αμερικανικές υποδείξεις. Το ίδιο θα συμβεί και με οποιαδήποτε οδυνηρή κατάληξη του κυπριακού προβλήματος. Από τη στιγμή, λοιπόν, που η πολιτική της χώρας παραμένει ως εξάρτημα αποφάσεων ξένων κέντρων, η μόνη δυνατότητα της κυβέρνησης, της όποιας κυβέρνησης, είναι η εξαγορά χρόνου και η μετάθεση των προβλημάτων στο μέλλον. Βέβαια, ο χρόνος που "κερδίζεται" μπορεί να είναι χρήσιμος για τις εσωτερικές πολιτικές επιδιώξεις, ωστόσο κοστίζει πανάκριβα, καθώς, χρόνο με το χρόνο, η εξωτερική πολιτική της χώρας εγκαταλείπει "πάγιες" και "αδιαπραγμάτευτες" θέσεις.

* * *

Από το Μάρτη του 1995, που η κυβέρνηση Παπανδρέου αποδέχτηκε, με επισφαλή, όπως αποδεικνύεται, ανταλλάγματα την προώθηση των ευρωτουρκικών σχέσεων, με την άρση του ελληνικού "βέτο", η ελληνική εξωτερική πολιτική απλώς αγωνίζεται να "κερδίσει" χρόνο, μέχρι την υλοποίηση των αποφάσεων που επιφυλάσσουν την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων. Ταυτόχρονα, η "απάντηση" της Αγκυρας, από το 1995 και έπειτα, διατυπώνεται με μελετημένες και επιθετικές ενέργειες, που στόχο έχουν να κατοχυρώσουν τα "κέρδη" και να εγείρουν νέα ζητήματα. Η υπόθεση των Ιμίων, το 1996, αποτελεί το κυριότερο παράδειγμα αυτής της τακτικής, αφού η τουρκική διπλωματία κατάφερε να εγείρει ζήτημα επαναπροσδιορισμού του καθεστώτος στο Αιγαίο, ενώ η επίσκεψη Κλίντον στην Ελλάδα οφείλεται ακριβώς στην απόφαση των ΗΠΑ να κλείσουν σύμφωνα με τις επιδιώξεις τους και το "Αιγαίο" και το "Κυπριακό", ικανοποιώντας και τις τουρκικές απαιτήσεις, δηλαδή διχοτόμιση.

Ετσι, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση, κάτω από τις αμερικανικές υποδείξεις, είναι αναγκασμένη να συζητά με την Τουρκία για τον τουρισμό και την οικολογία, συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας "θετικής ατμόσφαιρας" στις σχέσεις της Ελλάδας με μια χώρα, που αμφισβητεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και μεθοδεύει, πάντα με τη στήριξη των Αμερικανών, τη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής στην Κύπρο. Οσο για τη "στρατηγική" της Αθήνας, για τον άμεσο - έστω - στόχο της; Η εξασφάλιση χρόνου, που θα αξιοποιηθεί για να "κερδηθούν" οι εκλογές και μετά... βλέπουμε.

Δ. Μ.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Υπονομεύουν την ευρωπαϊκή τους πορεία(2001-01-09 00:00:00.0)
"Μαγική" εικόνα(1999-07-28 00:00:00.0)
Πού πάει ο διάλογος;(1999-07-27 00:00:00.0)
Τα Ελληνοτουρκικά (και) σε γερμανικό "μικροσκόπιο"(1999-07-13 00:00:00.0)
Ασφυκτικές πιέσεις(1997-03-08 00:00:00.0)
Αναζητείται "έδαφος" για διάλογο(1996-09-25 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ