Κυριακή 21 Φλεβάρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΔΙΕΘΝΗ

Τα χρόνια της σιωπηλής καταπίεσης

Για σχεδόν πενήντα χρόνια, το Κουρδικό πρόβλημα "ξεχάστηκε" από τον κόσμο, καθώς ο κρατικός μηχανισμός που ο Ατατούρκ αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικός στο να εντάξει τους Κούρδους, βίαια ή όχι, με την κατάλληλη προπαγάνδα και σκληρά διοικητικά μέτρα, στο επιθυμητό status. Οι ισορροπίες που άρχισαν να διαμορφώνονται μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (στον οποίο η Τουρκία δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο) βοήθησαν. Το Κουρδικό στοιχείο των 25 - 30 εκατομμυρίων ψυχών, διεσπαρμένο σε πολλές χώρες (Σοβιετική Ενωση - Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν σήμερα - Τουρκία, Ιράν, Ιράκ, Συρία, Λίβανος) υπέστη τις συνέπειες της ανάγκης σύστασης "συνεκτικών κρατών", καθώς ο ψυχρός πόλεμος άρχιζε. Στο Ιράν η υποστηριζόμενη από την ΕΣΣΔ Δημοκρατία του Μαχαμπάντ που ιδρύθηκε το 1946 διαλύθηκε από την ιρανική μοναρχία και ουδείς ασχολήθηκε, στο Ιράκ τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής είχαν ήδη γίνει υπερπολύτιμος πόρος και οι Κούρδοι περίσσευαν, η Τουρκία αναδεικνυόταν σταδιακά σε "εργαλείο" αντιμετώπισης της κομμουνιστικής "απειλής" για τη Δύση, οπότε οι άγριες παραβιάσεις των δικαιωμάτων των μειονοτήτων πέρασαν "αναγκαστικά" σε δεύτερη μοίρα (IV).

Την περίοδο από το 1950 ως το 1980 ελάχιστα άλλαξαν για τον κουρδικό λαό. Η γεωγραφική, θρησκευτική, πολιτική πολυδιάσπασή του αφ' ενός, και τα διεθνή συμφέροντα στην περιοχή αφ' ετέρου, που προοδευτικά καθίσταντο όλο και ισχυρότερα, απέτρεπαν έστω και τη διατύπωση απόψεων που θα έθεταν εν αμφιβόλω το συσχετισμό ισχύος. Ενώ ταυτόχρονα η καλλιέργεια της προπαγάνδας όσον αφορά τους Κούρδους μετέτρεψε ολόκληρους λαούς σε συνενόχους. Η Τουρκία είναι ίσως το πιο τρανταχτό παράδειγμα: ο Βρετανός συγγραφέας Τζέιμς Πέτιφερ διηγείται ένα περιστατικό σε μια αγορά της Κωνσταντινούπολης, όπου ένας Γερμανός τουρίστας συζητούσε, σε ανύποπτο χρόνο, με έναν εξυπηρετικό μικροπωλητή. "Θέλω να πάω στο Κουρδιστάν", είπε κάποια στιγμή ο νεαρός Γερμανός. Ο ευγενής, φιλόξενος, πολιτισμένος, ανεκτικός Τούρκος έγινε ακραίος εθνικιστής σε κλάσματα δευτερολέπτου. "Πού; Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Μη μου μιλάς, σε παρακαλώ, για Κουρδιστάν".

Η Δύση τα τελευταία εξήντα χρόνια αντιμετωπίζει την Τουρκία ως εθνικά και θρησκευτικά ομογενοποιημένο κράτος. Κάτι τέτοιο βέβαια απέχει έτη φωτός από την πραγματικότητα, αλλά ισχύουν απόλυτα τα στερεότυπα της δυτικής διπλωματίας, που εξακολουθούν να επικαλούνται οι αναλυτές έως και σήμερα, μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου. Κατά τη δυτική λογική, η χώρα των 62,5 εκατομμυρίων είναι "υπερπολύτιμη σύμμαχος", παράγων σταθερότητας στη νευραλγική περιοχή της Μέσης Ανατολής, με βασικό ρόλο στον πόλεμο του Κόλπου που σημάδεψε τη "Νέα Τάξη" το 1991, όπως και στον σημερινό "ακήρυχτο πόλεμο" κατά του Σαντάμ, πιθανή οδός διαμετακομιδής των εξόχως πολύτιμων Κεντρασιατικών υδρογονανθράκων, έχουσα επιρροή σε πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, διαθέτουσα το δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ, σαφέστατα φιλοϊσραηλινή στάση και βεβαία "ευρωπαϊκή προοπτική". Το να μιλά κανείς για "λύση" στο Κουρδικό σημαίνει ότι παραγνωρίζει τη σημαντικότητα του γεωπολιτικού εργαλείου που αποτελεί η Τουρκία: ακόμη και η διαδικασία θα "αποσταθεροποιούσε", ίσως σε καθοριστικό βαθμό, την πολιτική ισορροπία της χώρας. Το στρατιωτικό κατεστημένο, που από τον καιρό του Ατατούρκ έχει καταστεί ο "τοποτηρητής" του κοσμικού κράτους, αντιτίθεται σ' αυτήν και διαθέτει τη βούληση να την εμποδίσει διά της βίας, Τα τρία πραξικοπήματα στα οποία έχει προβεί τα τελευταία πενήντα χρόνια, με την ανοχή της Δύσης (για τα οποία, σημειωτέον, ουδείς τιμωρήθηκε!) αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα της ισχύος του.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ