Κυριακή 13 Δεκέμβρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 44
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας

Το φαινόμενο της μαζικής και διαρκούς ανεργίας στη Γερμανία θα έχει, σύμφωνα με τις προβλέψεις των ειδικών, και στον καινούριο χρόνο τα ίδια ύψη - ρεκόρ, δηλαδή γύρω στα τέσσερα εκατομμύρια επίσημα εγγεγραμμένους. Φυσικά η κυβέρνηση του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ ανακοινώνει ότι το πρόβλημα αυτό αποτελεί ένα από τα κύρια εσωτερικά προβλήματά της και δίνει την εντύπωση ότι με τη λεγόμενη "συμμαχία για την εργασία" - τη σύσκεψη στην οποία παρακάθησαν ήδη αντιπρόσωποι της κυβέρνησης, των συνδικάτων και του μεγάλου κεφαλαίου - καταβλήθηκε κάθε προσπάθεια, ώστε να σημειωθεί κάποια μείωση της ανεργίας.

Είναι χαρακτηριστικό της πίεσης που αισθάνονται οι κυβερνήτες από το τεράστιο αυτό κοινωνικό πρόβλημα, ότι στην πρόσφατη γαλλο - γερμανική συνάντηση κορυφής στο Πότσνταμ (συνομιλίες Σιράκ - Ζοσπέν -Σρέντερ) μια ειδική παράγραφος της "κοινής δήλωσής" τους αναφέρεται στην ανεργία. Πρόκειται όμως όχι για συγκεκριμένα μέτρα, αλλά για μια "δήλωση βούλησης", που κάποιο μέρα θα πάρει τη μορφή ενός "ευρωπαϊκού συμφώνου απασχόλησης" με σύσταση προς τις επιμέρους κυβερνήσεις της ΕΕ να "καταπολεμήσουν" την ανεργία.

Διερωτάται όμως κανείς, προς τι χρειάζεται η σύσταση προς τις επιμέρους κυβερνήσεις, αφού, αν τα πράγματα ήταν τόσο απλά η κάθε κυβέρνηση θα προσπαθούσε να καταπολεμήσει τη μαζική ανεργία και χωρίς τη σύσταση της ΕΕ.Η ανεργία όμως έχει άλλους λόγους, που τους εξηγεί ο Γερμανός κομμουνιστής οικονομολόγος Βάλτερ Φλόρατ και δίνει και τη "συνταγή" για την οριστική καταπολέμησή της, αλλά όχι μέσα στο σημερινό καθεστώς της αχαλίνωτης καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

(Ακολουθεί ευρεία περίληψη του άρθρου του στο Περιοδικό "Ροτ - Φουξ" της ομάδας του Γερμανικού ΚΚ (DKP) του Βορειοανατολικού Βερολίνου):

"Η επιστημονικο - τεχνική επανάσταση οδηγεί σε μια τέτοια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ώστε η οικονομική άνοδος επιτυγχάνεται με λιγότερες εργατικές δυνάμεις. Ακόμα το 1974, όταν στην ΟΔΓ είχαν εγγραφεί μόνο 565.000 άνεργοι, για το 75,5% απ' αυτούς η διάρκεια της ανεργίας ήταν μόνο 1 - 6 μήνες. Μόνο το 5,2% από τους ανέργους ήταν επί 1 - 2 χρόνια χωρίς εργασία. Ομως, το 1976 οι άνεργοι κάτω από 6 μήνες αριθμούσαν το 41,4%, ενώ το 17,9% των ανέργων ήταν αναγκαστικά 1 - 2 χρόνια έξω από το προτσές της παραγωγής. Πόσοι είναι σήμερα χωρίς εργασία - αν είναι τέσσερα ή εφτά εκατομμύρια - και επί πόσα χρόνια είναι άνεργοι και αν και πότε θα ξαναβρούν εργασία, αυτό συγκαλύπτεται, αποσιωπάται. Ταυτόχρονα, όμως, αυξάνεται ο αριθμός των υπερωριών, της φτηνής "μαύρης" εργασίας και της απασχόλησης, των φαινομενικά ανεξάρτητων επαγγελμάτων.

Για την εξάλειψη της ανεργίας υπάρχει ένας πολύ απλός δρόμος: Μείωση της εβδομαδιαίας, ετήσιας και εφ' όρου ζωής εργασίας, αλλά βέβαια χωρίς μείωση των εσόδων των εργαζομένων και με απαγόρευση των υπερωριών. Η τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας το καθιστά αυτό δυνατό, το απαιτεί μάλιστα. Και κάτι ακόμα: να παρέχεται και μια ετήσια άδεια επιμόρφωσης, που να πληρώνεται στους εργαζόμενους, γιατί σήμερα κανείς δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα στο διαρκές με αυτά που έμαθε μια φορά.

Φυσικά, η μείωση του χρόνου εργασίας απαιτεί αδυσώπητο ταξικό αγώνα και τελικά και ένα νέο κοινωνικό σύστημα, γιατί το κεφάλαιο χρειάζεται την ύπαρξη της στρατιάς των ανέργων, για να μπορεί να επιτυγχάνει τη διαρκή μείωση των πραγματικών ημερομισθίων και των κοινωνικών παροχών.

Μπαίνει το ερώτημα, αν θα "καταστρεφόταν" το κεφάλαιο αν μειωνόταν ο χρόνος εργασίας με τους όρους που προαναφέραμε. Ασφαλώς όχι. Στις αρχές του 19ου αιώνα δεν ξεθεώνονταν μόνο οι εργαζόμενοι του χωριού από την ανατολή ως τη δύση του ηλίου, με 7 μέρες εργασία την εβδομάδα.

Μετά το 1871 καθιερώθηκε η 12ωρη ημερήσια εργασία και από το 1890 καθιερώθηκε η 10ωρη εργασία. Μετά τη Νοεμβριανή Επανάσταση του 1918 (στη Γερμανία) καθιερώθηκε η 48ωρη εβδομαδιαία εργασία. Μήπως μειώθηκαν απ' αυτό η παραγωγή και το (καπιταλιστικό) κέρδος; Οχι βέβαια. Ούτε όταν καθιερώθηκε η εργάσιμη βδομάδα των 5 ημερών και στην ΟΔΓ, η βδομάδα των 35 ωρών.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα ακόλουθα στατιστικά στοιχεία: Οι εισφορές(φόροι κλπ.) των εργαζομένων προς το κράτος σημείωσαν την εξής άνοδο: 1970 = 28,7%, 1980 = 30,5%, το 1995 = 35,8%. Οι αντίστοιχες των εργοδοτών ήταν 22,1%, 15,8%, 11,3%.

Οι εργαζόμενοι λοιπόν κατέβαλαν το 35,8% παρά την υψηλή ανεργία.

Εκτός από τη μείωση του χρόνου εργασίας, υπάρχει και άλλος δρόμος για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι ο τερματισμός της άγριας εκμετάλλευσης των υπό ανάπτυξη χωρών από τα βιομηχανικά κράτη. Επί αιώνες τώρα τα κράτη αυτά εισάγουν πρώτες ύλες από την Αφρική, τη Νότια Ασία και τη Λατινική Αμερική σε χαμηλές τιμές, ενώ κάνουν εξαγωγές έτοιμων βιομηχανικών προϊόντων στις περιοχές αυτές σε υψηλές τιμές. Καιρός είναι να τερματιστεί αυτή η ληστρική πολιτική και να αρχίσει η ισοφάριση των τιμών προς όφελος των υπό ανάπτυξη χωρών. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία θέσεων εργασίας στα βιομηχανικά κράτη, χωρίς να χρειαστεί να μειωθούν τα ημερομίσθια στα κράτη αυτά - από τις χαμηλότερες τιμές εξαγωγής και τις υψηλότερες τιμές εισαγόμενων πρώτων υλών - χάρη στην υψηλή παραγωγικότητα της εργασίας. Το μόνο που μπορεί να συμβεί είναι να περιοριστούν κάπως τα απίστευτα κέρδη δισεκατομμυρίων των μονοπωλίων...

Θα ρωτήσει κανείς, αν με τη μετατροπή της βιομηχανικής κοινωνίας σε κοινωνία παροχής υπηρεσιών - όπως ισχυρίζεται ο αστικός Τύπος - δεν υπάρχει κίνδυνος να μειωθεί και τελικά να εξαφανιστεί η εργασία; Στην πραγματικότητα η μείωση του αριθμού των βιομηχανικά απασχολούμενων στην ΟΔΓ δεν είναι πολύ μεγάλη. Το 1970 π. χ. απασχολούνταν στη δυτικογερμανική βιομηχανία 12,9 εκατομμύρια άνθρωποι ενώ το 1990 ήταν 11,1 εκατομμύρια και με αριθμό ανέργων αντίστοιχα 0,149 και 1,883 εκατομμύρια. Στους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας ο αριθμός των απασχολούμενων αυξήθηκε στο ίδιο διάστημα από 11 σε 15,9 εκατομμύρια. Τι συνέβη όμως; Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία ένας μεγάλος αριθμός "εκπαραθυρώθηκε" από τη βιομηχανία και αναγκάστηκε να ακολουθήσει φαινομενικά ανεξάρτητα επαγγέλματα, αφού στερήθηκαν την προστασία των κοινωνικών ασφαλίσεων και κατέφυγαν στην ανάληψη δανείων για το νέο επάγγελμα. Αυτό συνέβη π. χ. με τους οδηγούς φορτηγών αυτοκινήτων σε μεγάλες επιχειρήσεις. Αλλά διερωτάται κανείς, τι είναι στην πραγματικότητα οι σιδηροδρομικοί, οι ταχυδρομικοί, το ιπτάμενο προσωπικό και αυτοί που συντηρούν τους σιδηροδρόμους και τα αεροπλάνα; Είναι πρόσωπα που προσφέρουν υπηρεσίες;

Είναι γεγονός ότι λόγω της ταχείας αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας είναι δυνατό να απασχολούνται λιγότεροι άνθρωποι στη βιομηχανία. Είναι μια διαδικασία που μοιάζει με εκείνη του 19ου αιώνα, όταν όλο και λιγότεροι αγρότες μπορούσαν να διατρέφουν όλο και περισσότερους κατοίκους των πόλεων. Αν στα τέλη του 18ου αιώνα χρειάζονταν 10 αγρότες για να συντηρήσουν έναν κάτοικο πόλεων, σήμερα αναλογεί ένας αγρότης σε 24 κατοίκους μιας πόλης.

Ετσι στον τομέα προσφοράς υπηρεσιών θα δημιουργηθούν και μελλοντικά νέες θέσεις εργασίας. Αλλά αυτοί που θα χρειαστούν δε θα πρέπει να είναι οι σύμβουλοι φορολογικών υποθέσεων, οι κτηματομεσίτες και οι ρεκλαμαδόροι καπιταλιστικού τύπου, αλλά οι δάσκαλοι, το υγειονομικό προσωπικό, οι άνθρωποι της κουλτούρας. Δε χρειαζόμαστε επίσης μόνιμους υπαλλήλους που στα σαράντα τους συνταξιοδοτούνται με υψηλές συντάξεις.

Υπάρχουν και άλλες πολλές δυνατότητες δημιουργίας θέσεων εργασίας, π. χ. με τον εκσυγχρονισμό των αστικών και υπεραστικών συγκοινωνιών, της μεταφοράς αγαθών κλπ.. Ενα έργο αιώνα θα ήταν επίσης η ανασυγκρότηση των πόλεων, όχι βέβαια με κατεδαφίσεις και κατασκευές γυάλινων παλατιών, αλλά με την εφαρμογή των ήδη γνωστών μέσων της μόνωσης και με τη ρύθμιση της ενεργειακής κατανάλωσης.

Ολα αυτά δεν είναι φαντασιώσεις ενός κομμουνιστή νοσταλγού. Θα χρειαστούν σκληροί αγώνες για να προχωρήσουμε σ' αυτό το δρόμο. Γιατί στον καπιταλισμό κανείς δεν παραιτείται εθελοντικά από τα πλεονεκτήματά του. Και μια ζωή της δουλιάς χωρίς πείνα, στερήσεις και μια στέγη πάνω από το κεφάλι είναι δυνατή μόνο στο σοσιαλισμό.

Επιμέλεια - μετάφραση:

Θ. ΒΟΡΕΙΟΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ