Κυριακή 11 Γενάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Στην καταστροφή οδηγούνται οι ελαιοπαραγωγοί

Σε κατακόρυφη πτώση εξωθούνται οι τιμές παραγωγού στο λάδι και οι παραγωγοί οδηγούνται στην καταστροφή, εξαιτίας της πολιτικής που ακολουθούν τα επιτελεία των Βρυξελλών και η κυβέρνηση, καθώς και από τις εκβιαστικές μεθοδεύσεις των εμπόρων - βιομηχάνων και των πολυεθνικών τροφίμων

Με το ξεκίνημα της φετινής ελαιοκομικής περιόδου, οι τιμές στο λάδι έπεσαν σε εξευτελιστικά επίπεδα (σχεδόν στο μισό, σε σχέση με την έναρξη της προηγούμενης περιόδου), οδηγώντας τους ελαιοπαραγωγούς σε αδιέξοδο. Το άλλοθι, που προβάλλεται για να δικαιολογηθεί η θεαματική πτώση των τιμών, είναι ότι υπάρχουν μεγάλα αποθέματα ελαιολάδου στην παγκόσμια αγορά και την ΕΕ, καθώς και οι μεγάλες παραγωγές σε Ισπανία - Ιταλία. Από ό,τι όμως, δείχνουν τα πράγματα, η φετινή παραγωγή ελαιολάδου στις χώρες της ΕΕ θα είναι μικρότερη από την περσινή (περίοδος 1996/97), που η Ελλάδα δήλωσε 409.000 τόνους, η Ιταλία 445.000 τόνους και η Ισπανία 964.000 τόνους και η συνολική κοινοτική παραγωγή ήταν 1.851.400 τόνους.

Παρά το γεγονός όμως ότι η φετινή παραγωγή εκτιμάται ότι θα είναι μικρότερη, οι τιμές παραγωγού κρατιούνται για λόγους σκοπιμότητας καθηλωμένες σε εξευτελιστικά επίπεδα. Από την άλλη όμως, η πτώση της τιμής που πουλάει ο παραγωγός δε σημαίνει και μείωση της τιμής που αγοράζουν οι καταναλωτές. Μάλιστα, συμβαίνει το αντίθετο. Για παράδειγμα, στο έξτρα παρθένο λάδι, η τιμή παραγωγού είναι 640 με 720 δραχμές, ενώ στα σούπερ μάρκετ πουλιέται 1.400 με 1.550 δραχμές το λίτρο! Οι τιμές αυτές είναι σχεδόν ίδιες με τις περσινές. Εμποροι και βιομήχανοι, δηλαδή, κερδοσκοπούν ασύστολα σε βάρος των παραγωγών και καταναλωτών.

Αναφορικά πάντως με τις τιμές, η πτώση που σημειώθηκε με την έναρξη της ελαιοκομικής περιόδου 1997/98 ξεπέρασε το 50%, σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο. Πέρσι το Νοέμβρη, οι τιμές του ελαιολάδου για το έξτρα παρθένο (0,5 δέκατα) άνοιξαν στις 1.180 - 1.200 δραχμές και για το βιομηχανικό 980- 1.050 δραχμές.Οι τιμές παραγωγού σήμερα για το έξτρα παρθένο είναι640 - 720 δραχμές, για το λάδι οξύτητας 1 - 2 βαθμών 570 - 620 δραχμές, για 2 - 3 βαθμών 500 - 550 δραχμές και για τα ελαιόλαδα με βάση τους 5 βαθμούς 430 - 450 δραχμές. Και, βέβαια, οι τιμές αυτές δεν καλύπτουν ούτε το κόστος παραγωγής.

Εκτός από την κατακόρυφη πτώση των τιμών, οι ελαιοπαραγωγοί δέχτηκαν ένα ακόμα ισχυρό χτύπημα, που ήρθε να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο τις "πληγές" τους: Το υψηλό πρόστιμο συνυπευθυνότητας, που επέβαλε η ΕΕ για την περίοδο 1996/97, κόβοντας το 1/3 της επιδότησης (156 δραχμές το κιλό), που πήραν οι παραγωγοί στο τέλος του 1997.

Το κακό, όμως, για τους ελαιοπαραγωγούς της χώρας δε φαίνεται να σταματά εδώ, αφού, στα πλαίσια της "Ατζέντας 2000" και της αναθεώρησης της ΚΑΠ, στα επιτελεία των Βρυξελλών ετοιμάζονται νέες καταστροφικές προτάσεις για την ελαιοκαλλιέργεια, με κύριους άξονες την πλήρη κατάργηση της παρέμβασης και να δίνεται η επιδότηση ανά δέντρο.

Η κυβέρνηση και το υπουργείο Γεωργίας, όμως, δεν πτοούνται και συνεχίζουν να ακολουθούν την ίδια καταστροφική πολιτική για το λάδι, χωρίς να παίρνουν κανένα μέτρο στήριξης της ελαιοκαλλιέργειας και των ελαιοπαραγωγών. Το μόνο που έκανε μέχρι τώρα το υπουργείο Γεωργίας ήταν να διοργανώσει για τους τύπους μια σύσκεψη τον περασμένο μήνα, με σκοπό να αποπροσανατολίσει τους ελαιοπαραγωγούς, ενώ για τους ίδιους λόγους τη βδομάδα που πέρασε ο υπουργός Γεωργίας θυμήθηκε να ζητήσει την παρέμβαση ...της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Από την πλευρά τους, οι ελαιοπαραγωγοί της χώρας ζητούν να μπει τέρμα στην κλοπή του εισοδήματός τους και τα βασικά αιτήματά τους είναι:

  • Προστασία της τιμής παραγωγού, με την καθιέρωση τιμής ασφαλείας, καταβολή εισοδηματικής ενίσχυσης για τη στήριξη του παραγωγού ίση με 300 δραχμές το κιλό.
  • Πάταξη της αισχροκέρδειας και της νοθείας στο λάδι και να μπουν φραγμοί στις αθρόες εισαγωγές.
  • Κατάργηση του πλαφόν που βάζει η ΕΕ και να γίνεται η καταβολή της επιδότησης με βάση την παραγωγή και όχι με βάση το δέντρο, όπως προτείνει η Κομισιόν.

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ