Παρασκευή 31 Μάη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Οι άνθρωποι του προέδρου

Πάει καιρός από τότε που είδα για τελευταία φορά εκείνον το συμπαθητικό παππού, σε κάποια γωνία της οδού Αθηνάς. Μάλλον έχουν περάσει χρόνια... Πολλά χρόνια από τότε που άφηνα το χέρι μου στη χούφτα του πατέρα μου για να σεργιανίσουμε μαζί την αγορά της Αθήνας. Συνήθως, η πρώτη στάση ήταν ένα κτίριο κοντά στην Αθηνάς για να καλημερίσει κάποιους συμπατριώτες. Η πρώτη "καλημέρα" ήταν στον ξερακιανό, λιγομίλητο, σχεδόν στρυφνό κύριο της εισόδου. Ηταν ο θυρωρός. Ζούσε σε ένα δυάρι της ίδιας πολυκατοικίας, μόνος. Τον λυπόμουν που ήταν μόνος, αλλά εκείνος φαινόταν ευχαριστημένος. Μετά τις απαραίτητες "καλημέρες" σε φίλους και γνωστούς άρχιζε η βόλτα. Βόλτα για μένα, δουλιές για τον πατέρα. Με την ίδια "καλημέρα" αποχαιρετούσαμε το θυρωρό και κατευθυνόμασταν στον απέναντι ηλικιωμένο κύριο. Ο ίδιος, χειμώνα - καλοκαίρι. Το χειμώνα έψηνε κάστανα και το καλοκαίρι καλαμπόκια. Παγωμένος το χειμώνα, μούσκεμα το καλοκαίρι. Κάθε φορά έλεγε πως είχε τα καλύτερα κάστανα ή καλαμπόκια κι εγώ τον πίστευα και ήθελα να ψωνίζω μόνο από κει.

Πέρασαν χρόνια... Την ίδια διαδρομή την κάνω πολλές φορές, μα ποτέ δε γύρισε η μνήμη τόσο πίσω. Ποτέ μέχρι χτες το πρωί που "ξανάδα" εκείνον τον καστανά, "μύρισα" τη φουφού, "καλημέρισα" το θυρωρό. Μέχρι χτες το πρωί που διαπίστωσα ότι έναν ολόκληρο χειμώνα, ίσως και περισσότερους, στο κέντρο της Αθήνας δεν υπάρχουν καστανάδες και στα κουδούνια των πολυκατοικιών που γράφει "θυρωρός" δεν απαντάει πια κανείς.

Τώρα, βέβαια, θα πει κάποιος: "σιγά τη διαπίστωση...". Και καλά θα κάνει, εάν έχει ήδη παρατηρήσει την έλλειψη θυρωρών και καστανάδων. Αλλά όσοι έχουν επιφορτιστεί με την ευθύνη αυτού του τόπου, δεν έχουν την ευκαιρία να περπατήσουν εκεί που περπατάμε εμείς... οι κοινοί θνητοί και κάνουμε αυτές τις... κοινές διαπιστώσεις. Γιατί, εάν οι διαδρομές κάποιου περιορίζονται στους διαδρόμους της Βουλής και της βίλας του, πώς να ξέρει ότι δεν υπάρχουν πια θυρωροί για να τον αναγνωρίσουν; Και αν δεν είδε ποτέ το κέντρο της Αθήνας παρά μόνο από το προεκλογικό μπαλκόνι, πώς και γιατί να ξέρει ότι οι καστανάδες έχουν υποστεί σχεδόν αφανισμό; Διότι, εάν το ήξερε, δε θα ξεστόμιζε ποτέ στον... πρόεδρο "εάν δεν ήσουν εσύ θα πουλούσαμε κάστανα στην Ομόνοια". Αντ' αυτού θα τα μάζευε και θα πήγαινε να πουλήσει ο ίδιος κάστανα για να... δικαιολογήσει την ύπαρξή του.

Αν πουλούσε κάστανα, ίσως να έβλεπε ότι δίπλα του ακριβώς είναι άνθρωποι που μαζεύουν χαρτοκούτια, τους κρεμάνε κουρελούδες και εκεί ζουν. Θα έβλεπε την εξαθλίωση και τη δυστυχία να του βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα, με το πρόσωπο ενός πιτσιρίκου που αρπάζει θριαμβευτικά την τσάντα της ηλικιωμένης κυρίας, με την ελάχιστη σύνταξη που μόλις εισέπραξε. Θα έβλεπε τη φτώχεια με απλωμένη παλάμη και τραύλισμα στη γλώσσα. Την απελπισία σε εκείνους που σπρώχνονται για μια θέση στον ηλεκτρικό. Την αγωνία στα μάτια των συνταξιούχων, όταν βλέπουν τη ζωή τους... κρεμασμένη, σε μορφή δήλωσης, στο περίπτερο.

Αν πουλούσε κάστανα στην Ομόνοια, τουλάχιστον θα σταματούσαμε να αγοράσουμε. Γιατί, ως "άνθρωπος του προέδρου", πουλάει μόνο την ψυχή του σε πλαστική συσκευασία, που αναγράφει "καλύτερο αύριο". Και αυτό τώρα πια "δεν πουλάει"...

Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ