Τετάρτη 23 Απρίλη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Καμία χαλάρωση υποδεικνύουν οι βιομήχανοι

Στοιχεία για τις συνέπειες της μονόπλευρης λιτότητας, έδωσε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ που δείχνουν την απόκλιση της αγοραστικής δύναμης των μισθών στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ενωση

Στο ίδιο μήκος κύματος, με τον διοικητή της Τράπεζας Ελλάδας, ο πρόεδρος του ΣΕΒ Ι. Στράτος - μιλώντας από το βήμα της γενικής συνέλευσης των μετόχων της τράπεζας - επανέλαβε τις αξιώσεις των βιομηχάνων, όχι μόνο να μην υπάρξει χαλάρωση της εφαρμοζόμενης από την κυβέρνηση αντιλαϊκής οικονομικής πολιτικής, αλλά και να εμπλουτιστεί με νέα μέτρα σκληρότερης λιτότητας. Μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του ΣΕΒ απαίτησε επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της κοινωνικής ασφάλισης, της αγοράς εργασίας και των ιδιωτικοποιήσεων, μέσα από τον περίφημο "κοινωνικό διάλογο". Το επιχείρημα, που πρόβαλε και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, για τη συνέχιση και σκλήρυνση της ακολουθούμενης αντιλαϊκής πολιτικής, ήταν η ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων στην κατεύθυνση ένταξης της χώρας μας στην ΟΝΕ. Από το ίδιο βήμα, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος αναφέρθηκε εκτενώς στις δυσμενέστατες συνέπειες που είχε για τους εργαζόμενους της χώρας μας η εφαρμογή τέτοιου είδους πολιτικών όλα τα τελευταία χρόνια.

Αναλυτικότερα, ο Ι. Στράτος, αναφερόμενος στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και τη θετική εξέλιξη ορισμένων μακροοικονομικών μεγεθών, ήταν σαφής: "Η δικαιολογημένη ευφορία που δημιουργούν οι εξελίξεις αυτές", τόνισε, "δεν πρέπει να βασίζεται σε εσφαλμένες εντυπώσεις, ούτε να οδηγεί σε εφησυχασμό και χαλάρωση της προσπάθειας ή απομάκρυνση από τις ενδεικνυόμενες πάγιες κατευθύνσεις της οικονομικής πολιτικής"! Καιαποσαφηνίζοντας τη θέση του, τόνισε ότι χρειάζεται "στην παρούσα φάση ενδυνάμωση της προσπάθειας", καθώς και "ταχύτερη πρόοδος στο δημοσιονομικό και στο διαρθρωτικό σκέλος της μακροοικονομικής πολιτικής".Στο ίδιο πνεύμα, αξίωσε "σφιχτή" εισοδηματική πολιτική, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι η πολιτική που ακολουθήθηκε στο συγκεκριμένο σκέλος, από τον κρατικό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, το 1995 και 1996 δεν ήταν αυτή που έπρεπε.

Στη συνέχεια και αφού αναφέρθηκε στη δήθεν αναγκαιότητα προώθησης "ριζικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ιδίως στους τομείς δημόσιας διοίκησης, κοινωνικής ασφάλισης, αγοράς εργασίας και αποκρατικοποιήσεων", χαρακτήρισε ως "ένα σωστό βήμα" την επικείμενη έναρξη του κοινωνικού διαλόγου. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι ο "κοινωνικός διάλογος" πρέπει σύντομα να αποκτήσει "ευδιάκριτο και επακριβώς προσδιορισμένο περιεχόμενο, ώστε να καλύψει τις πραγματικές συνιστώσες των προβλημάτων". Στην ίδια κατεύθυνση ο πρόεδρος του ΣΕΒ αξίωσε τολμηρά μέτρα στους τομείς της ιδιωτικοποίησης και των δαπανών και δραστικές παρεμβάσεις στις αγορές αγαθών και συντελεστών, ενώ κλείνοντας την ομιλία του υπογράμμισε ότι "οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις πρέπει να είναι ουσιώδεις, χωρίς αναστολές, παλινδρομήσεις ή καθυστερήσεις".

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ

Στο "φόντο" όλων όσων αναπτύχθηκαν παραπάνω, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα επίσημα στοιχεία που ανέφερε λίγο αργότερα στην ομιλία του ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος, σχετικά με τις καταστροφικές συνέπειες που επέφεραν στους Ελληνες εργαζόμενους τα διάφορα αντιλαϊκά προγράμματα των εκάστοτε "γαλαζοπράσινων" κυβερνήσεων και η δήθεν αναγκαιότητα συνέχισής τους, που επαγγέλλονται από κοινού κυβέρνηση και βιομήχανοι. Οπως τόνισε μεταξύ άλλων ο Χρ. Πολυζωγόπουλος, "η 12ετής εφαρμογή αντίστοιχων προγραμμάτων οικονομικής πολιτικής" συνοδεύεται από εισοδηματικές και κοινωνικές ανισότητες (π. χ. μείωση των πραγματικών μισθών, σταδιακή αύξηση της ανεργίας).

Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε, αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων είναι:

  • Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα έχει μειωθεί στο διάστημα 1990-1996 κατά 11% και βρίσκεται σήμερα στα επίπεδα του 1976. Η αντίστοιχη μείωση στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης ανήλθε στο 4%.Παράλληλα, την περίοδο 1984-1995 οι ονομαστικοί μισθοί στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, με βάση την εξέλιξη του κατώτατου μισθού, αυξήθηκαν κατά 310%,ενώ οι πραγματικοί μισθοί έχουν μειωθεί κατά 19,44%,με αποτέλεσμα να παραμένουν στα επίπεδα του 1982.
  • Η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην οποία μειώθηκαν οι πραγματικοί μισθοί στη βιομηχανία, κατά τη διάρκεια 1985-1994, είναι η Ελλάδα. Ετσι, οι αμοιβές των Ελλήνων μισθωτών αντιστοιχούν στο 65% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επίσης, την περίοδο 1989-1996 οι εισφορές για συντάξεις και για υγειονομική περίθαλψη αυξήθηκαν κατά 282%,ενώ οι συντάξεις και οι δαπάνες υγείας αυξήθηκαν κατά 186%.
  • Ο Ελληνας εργαζόμενος σήμερα υποχρεώνεται να εργάζεται κατά 89% περισσότερο χρόνο για να αποκτήσει τα ίδια αγαθά και υπηρεσίες σε σχέση με τον μέσο Ευρωπαίο συνάδελφό του. Επίσης, το 20% των εργαζόμενων στην Ελλάδα πολυαπασχολείται, κύρια για οικονομικούς λόγους, ενώ αντίστοιχο ποσοστό φαίνεται να επιθυμεί την προσφυγή σε πολυαπασχόληση σε δεδομένη ευκαιρία. Το 1/3 των μισθωτών προβαίνουν σε υπερωριακή απασχόληση, κύρια, για οικονομικούς λόγους.
  • Τέλος, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της ΕΕ, το 19,5% του πληθυσμού στην Ελλάδα διαβιώνει κάτω από τα όρια της φτώχειας (50% του κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος - ΑΕΠ).
Ο πρόεδρος του ΣΥΤΕ

Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Συλλόγου των Εργαζομένων στην Τράπεζα Ελλάδος Γ. Κασκαρέλης επισήμανε στην ομιλία του ότι η επικείμενη ανεξαρτητοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας, με βάση ανάλογη εμπειρία ευρωπαϊκών χωρών στις οποίες υλοποιήθηκε, εγκυμονεί κινδύνους συρρίκνωσης των θέσεων εργασίας. Το ενδεχόμενο αυτό είναι πιθανό, εφόσον σημειωθεί εκτόπιση των μη νομισματικών εργασιών (εποπτεία, συνάλλαγμα κτλ.) από τις καθαρά νομισματικές εργασίες, που εκτελούνται στα πλαίσια της υλοποίησης των κριτηρίων του Μάαστριχτ. Με δήλωσή του στο "Ρ", ο πρόεδρος του Συλλόγου των Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδας σημείωσε: "Και η σημερινή έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας δίνει έμφαση στη συγκράτηση των μισθολογικών αυξήσεων, προκειμένου να επιτευχθεί η ονομαστική σύγκλιση. Η ειδωλολατρία των κριτηρίων σύγκλισης όμως έχει οδηγήσει σε ένα κοινωνικά απαράδεκτο επίπεδο ανεργίας στην ΕΕ. Θυσιάζουν μια ολόκληρη γενιά στο κυνήγι των κριτηρίων, που ούτε οι ίδιοι οι Γερμανοί που τα επέβαλλαν δεν μπορούν να ανταποκριθούν. Ειδικότερα στην Ελλάδα, η μη τιμαριθμοποίηση των συντελεστών της φορολογικής κλίμακας και η αλματώδης αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών αφαιρεί ένα μεγάλο μέρος των ονομαστικών αυξήσεων, με συνέπεια τη συνεχή συρρίκνωση του πραγματικού εθνικού εισοδήματος".


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ