Κυριακή 3 Αυγούστου 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Τι κρύβεται πίσω από τα τεράστια τραπεζικά κέρδη

Ο συνδυασμός λιτότητας και τραπεζικής ασυδοσίας, την οποία ευνοεί η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος, οδήγησε φυσιολογικά σε τεράστια - και όχι αναπάντεχη - αύξηση κερδών τις τράπεζες

Κατά το απίστευτο ποσοστό 62,6% αύξησαν συνολικά τα κέρδη τους στο πρώτο εξάμηνο του 1997 11 τράπεζες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται τα μεγαλύτερα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας από άποψη μεγέθους και κερδοφορίας. Κι όμως, η μεγάλη, τεράστια ή εξωπραγματική (κατά περίπτωση) αύξηση κερδών, που παρουσίασαν τις τελευταίες δυο βδομάδες όλες οι τράπεζες που έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία σύνταξης των ισολογισμών του πρώτου εξαμήνου του έτους, δεν είναι ούτε περίεργη, ούτε απροσδόκητη.

Αναμφισβήτητα όμως, πρόκειται για μια προκλητική αύξηση των κερδών, γεγονός που προκύπτει αν συγκρίνει κανείς το μέσο ποσοστό αύξησης (62,6%) των κερδών των 11 τραπεζών με το ρυθμό πληθωρισμού (5,5%) ή με τις ονομαστικές αυξήσεις που πήραν φέτος (γύρω στο 5%) οι μισθωτοί και συνταξιούχοι. Μια τέτοια σύγκριση δείχνει ότι το ποσοστό αύξησης των τραπεζικών κερδών στο φετινό εξάμηνο είναι περίπου 12 φορές μεγαλύτερο από το ρυθμό του πληθωρισμού ή του ποσοστού αύξησης των αυξήσεων που πήραν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι!

Στον απόηχο των αριθμών, που "βγάζουν μάτι" και αποτελούν πραγματική πρόκληση για τους εκατομμύρια απλούς μισθωτούς και συνταξιούχους, αρμόδιοι παράγοντες επισημαίνουν ότι στη βελτίωση της κερδοφορίας συντέλεσε καθοριστικά η ισχυρή αποκλιμάκωση των επιτοκίων τους πρώτους μήνες του έτους. Αποκλιμάκωση, την οποία και διαφημίζει συνεχώς η κυβέρνηση ως ωφέλιμη για τους καταναλωτές, αλλά, καθώς φαίνεται, άλλοι ευνοούνται σίγουρα περισσότερο. Ο λόγος για τους τραπεζίτες, που εκμεταλλεύτηκαν προς ίδιον όφελος τις συνθήκες που δημιούργησε η ταχεία υποχώρηση του πληθωρισμού την εξεταζόμενη περίοδο, μειώνοντας τα επιτόκια καταθέσεων αναλογικά περισσότερο από τα αντίστοιχα των χορηγήσεων.

Παράλληλα, σημαντικός παράγοντας, σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, είναι η - αποτελεσματική όπως αποδεικνύεται - προσπάθεια μείωσης των λειτουργικών δαπανών εκ μέρους των μεγάλων κρατικών, κυρίως, τραπεζικών ιδρυμάτων. Σε συνδυασμό με την παραπάνω τακτική, η μείωση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να διευρυνθούν τα περιθώρια μεικτού κέρδους.

Στις "κλασικές" πηγές κερδοφορίας θα πρέπει να προσθέσουμε ακόμα τα (τεράστια) έσοδα από τη διακίνηση των κρατικών τίτλων,που ως γνωστό εκδίδονται για να καλύψουν τις τρέχουσες δανειακές ανάγκες του δημοσίου. Επίσης, τη μακρόχρονη πολιτική λιτότητας - δυστυχώς κι αυτή η πηγή τείνει να γίνει κλασική - που στρέφει ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στις τράπεζες ελλείψει μετρητών για την ικανοποίηση των τρεχουσών αναγκών. Αν μη τι άλλο - για να προλάβουμε και τους επικριτές - η "εφεύρεση" νέων τραπεζικών προϊόντων, όπως τα "εορτοδάνεια" και τα "δάνεια διακοπών", αυτό δεν καταμαρτυρά;

Σύμφωνα πάλι με εμπειρικές παρατηρήσεις κορυφαίων τραπεζικών στελεχών, η επέκταση σε νέους τομείς τραπεζικών εργασιών και, συνεπώς, άντλησης πρόσθετων εσόδων, έχει ήδη αρχίσει να είναι εμφανής και να διαφαίνεται στους ισολογισμούς των τραπεζών. Την ανάπτυξη και διεύρυνση των εργασιών αυτών και των νέων πηγών εσόδων, που καταλαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό σε σύγκριση με τα καθαρά έσοδα που προέρχονται από τη διαφορά χρεωστικών και πιστωτικών τόκων, υποβοηθά η απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Ενδεικτικά αναφέρονται από την άποψη αυτή οι προμήθειες διαμεσολάβησης, η ανάληψη πιστωτικών κινδύνων για λογαριασμό πελατών έναντι "τσουχτερής" προμήθειας (factoring), η δραστηριοποίηση θυγατρικών σε "παρθένους" στην ελληνική αγορά χώρους, όπως η χρηματοδοτική μίσθωση (leasing) και οι διάφορες μορφές αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου (hedging), καθώς και οι πολύ περισσότερες μορφές που ενσωματώνουν τις προηγούμενες και απεικονίζονται στον - κυριολεκτικά αχανή - χώρο των παράγωγων προϊόντων (derivatives). Η ανάπτυξη αυτών και πολλών άλλων ακόμα μη παραδοσιακών τραπεζικών προϊόντων είναι αποτέλεσμα της σταδιακής απελευθέρωσης της αγοράς.Σύμφωνα άλλωστε με πληροφορίες, οι τράπεζες ετοιμάζονται να λανσάρουν στην αγορά κι άλλα νέα προϊόντα, αυτή τη φορά με αφορμή την απελευθέρωση (από προχτές) της τήρησης λογαριασμών καταθέσεων σε συνάλλαγμα από μόνιμους κατοίκους της χώρας. Δηλαδή, περί ορέξεως ουδείς λόγος...

Ολες οι παραπάνω απόψεις - που σίγουρα κρύβουν πολλές δόσεις αλήθειας - δεν αναιρούν το γεγονός ή μάλλον συνηγορούν σ' αυτό, ότι, τελικά, η σταδιακή απελευθέρωση της τραπεζικής αγοράς κάθε άλλο παρά σε ένταση του ανταγωνισμού μεταξύ των τραπεζών οδήγησε και οδηγεί - όπως αρέσκονται να επαναλαμβάνουν οι υποστηρικτές της. Ας σημειωθεί, πάντως, ότι έγκυροι τραπεζίτες μόλις προ λίγων μηνών, από το βήμα διαφόρων συνεδρίων, διατυμπάνιζαν προς κάθε κατεύθυνση ότι οι "καλές μέρες τελείωσαν για τις τράπεζες" και ότι "τα παχυλά κέρδη είναι παρελθόν".

Ωστόσο, την πραγματικότητα καταγράφουν οι ψυχροί αριθμοί: Σε σύνολο 11 τραπεζών, μεγάλων και μικρών, κρατικών και ιδιωτικών, τα καθαρά προ φόρων κέρδη στο πρώτο εξάμηνο του 1997 ανέρχονται σε 152,8 δισ. δρχ. περίπου, έναντι επίσημων κερδών "μόλις" 94 δισ. δρχ. την αντίστοιχη περίοδο του 1996 και έναντι επίσης επίσημων κερδών - για τις συγκεκριμένες 11 τράπεζες - ύψους 169,6 δισ. δρχ. ολόκληρο το 1996!

Το πιο εντυπωσιακό, όμως, στοιχείο είναι το γεγονός ότι αρκετές τράπεζες προσέγγισαν (π. χ. ΕΤΕΒΑ), έφτασαν (η Εμπορική) ή και ξεπέρασαν (όπως η Ιονική) το πρώτο φετινό εξάμηνο τα κέρδη ολόκληρης της περσινής χρονιάς (6,9 δισ. δρχ., 12 δισ. δρχ. και 2,1 δισ. δρχ. αντίστοιχα). Από αυτή την οπτική γωνία δεν ξενίζουν τόσο οι αριθμοί σε απόλυτα νούμερα (που, όπως θα μπορούσε να υποστηριχτεί, είναι αρκετά "λογικοί" σε συνάρτηση με το μέγεθος του ενεργητικού των τραπεζών), όσο τα ποσοστά αύξησής τους.Επ' αυτού, ο πίνακας που παραθέτουμε είναι, νομίζουμε, αρκετά εύγλωττος.

Βασίλης ΡΑΓΙΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ