Κυριακή 11 Μάη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 34
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ο τοξικομανής σε παρένθεση

Της Κατερίνας ΜΑΤΣΑ*

Το τελευταίο διάστημα, ο τοξικομανής ως θέαμα προκαλεί την περιέργεια, το φόβο, την αποστροφή. Το καθημερινό δράμα του γίνεται αντικείμενο ασύστολης κερδοσκοπίας, ενώ ακόμα και ο θάνατός του εμπορευματοποιείται, για να εξαργυρωθεί στα ταμεία των παντός είδους ΜΜΕ.

Βαριά η ατμόσφαιρα απ' τη σκιά του θανάτου και τα ερωτήματα αμείλικτα απευθύνονται προς όλους.

Γιατί η ζωή τόσων νέων αδειάζει από κάθε νόημα; Τι ψάχνουν όλα αυτά τα παιδιά στα ναρκωτικά; Θέλουν στ' αλήθεια να πεθάνουν τόσο νέοι; Υπάρχει τρόπος να σταματήσει αυτή η ξέφρενη κούρσα θανάτου;

Τα ναρκωτικά ως οικονομική και πολιτική επιχείρηση Τα ναρκωτικά αποτελούν για το σύστημα μια τεράστια επιχείρηση, που εξασφαλίζει κολοσσιαία κέρδη. Το παγκόσμιο εμπόριο των ναρκωτικών έρχεται δεύτερο στη σειρά, μετά το εμπόριο των όπλων. Το φαινόμενο της τοξικομανίας έχει επεκταθεί όχι μόνο στις καπιταλιστικές μητροπόλεις, αλλά και στις χώρες παραγωγής σαν έκφραση της φτώχειας και της υπανάπτυξης, στην οποία τις καταδικάζουν οι πλούσιοι λαοί. Το μεγάλο άλμα πραγματοποιήθηκε στη δεκαετία του·80, με την όξυνση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όταν έπεσαν οι τιμές των πρώτων υλών, οι αγροτικές οικονομίες των χωρών της Λατινικής Αμερικής μετατράπηκαν σε ναρκο-οικονομίες και αυξήθηκε τρομακτικά η προσφορά ναρκωτικών στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες. Το εμπόριο ναρκωτικών έχει μια αποδοτικότητα της τάξης του 3.000+εχ, ενώ οι ναρκέμποροι συμμαχώντας και με τις εθνικές μπουρζουαζίες ελέγχουν κυβερνήσεις, Ενοπλες Δυνάμεις, διπλωματικά σώματα, αντιναρκωτικές δυνάμεις και διεισδύουν ακόμα και στην Εκκλησία. Το παγκόσμιο χρηματιστικό κεφάλαιο χρειάζεται φρέσκο χρήμα - τα ναρκοδολάρια - που κινείται ελεύθερα, συσσωρεύεται ταχύτατα και ξεπλένεται χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στις μεγάλες βορειοαμερικανικές τράπεζες (όπως της Φλόριδα) στις τράπεζες του Παναμά, της Καραϊβικής, της Ουρουγουάης, αλλά και της Ελβετίας. Η διαφύλαξη του τραπεζικού μυστικού θεωρείται ιερή υποχρέωση του καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο, από την άλλη μεριά, κηρύσσει, με επικεφαλής τους Αμερικανούς, τον "ιερό πόλεμο" ενάντια στα ναρκωτικά. Με πρόσχημα αυτόν τον αντιναρκωτικό πόλεμο εκβιάζουν οικονομικά τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, καταδικάζοντάς τες στην υπανάπτυξη και τη φτώχεια, εγκαθιστούν στρατιωτικές βάσεις (όπως στη Βολιβία και το Περού), στρατιωτικοποιούν τα σύνορα (με το Μεξικό), χτυπούν τα αντάρτικα κινήματα, απειλούν την εθνική ανεξαρτησία χωρών (1). Το ίδιο γίνεται και στις χώρες του"χρυσού τριγώνου" και αλλού. Οσο βαθαίνει η οικονομική, πολιτική, κοινωνική κρίση του συστήματος, το φαινόμενο της τοξικομανίας αποκτά δραματικές διαστάσεις, αποτελώντας συστατικό στοιχείο της παρακμής του.

Ο Λευκός Οίκος, η CIA, η DEA και άλλες υπηρεσίες και αντιναρκωτικοί οργανισμοί ενέχονται στα κυκλώματα των ναρκεμπόρων, υποστηρίζοντας το ένα καρτέλ ενάντια στο άλλο, βουτηγμένοι μέχρι το λαιμό στη διαφθορά, σε συνεργασία με το οργανωμένο έγκλημα. Δημοσιεύτηκε πρόσφατα μια καταγγελία του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για τις σχέσεις του στρατηγού Barry McCaffrey, διευθυντή της narcotics enforcement του Προέδρου Κλίντον με τον Viadimir Montesinos, τον αρχηγό της αστυνομίας του Αλμπέρτο Φουτζιμόρι στο Περού, που κατηγορήθηκε για απόσπαση μεγάλων χρηματικών ποσών από ναρκέμπορους (2).

Παράλληλα και στα πλαίσια της ίδιας - δήθεν - αντιναρκωτικής πολιτικής ενισχύονται τα φαρμακευτικά μονοπώλια για την παρασκευή παραισθησιογόνων και άλλων ουσιών και επεκτείνεται η καλλιέργεια μαριχουάνας στο Μεξικό και την Καλιφόρνια, η οποία εξελίσσεται σ' έναν απ' τους μεγαλύτερους παραγωγούς στον κόσμο. Η επιχείρηση των ναρκωτικών με παγκόσμια εμβέλεια βρίσκεται σε άνθηση. Ισχυροί κύκλοι του συστήματος αποσπούν τεράστια οφέλη απ' αυτήν την ανθούσα επιχείρηση. Το ίδιο το σύστημα εξασφαλίζει με τα ναρκωτικά τον πολιτικό έλεγχο πλατιών μαζών, καταστέλλοντας την αντίστασή τους, ιδιαίτερα των νέων. Οι φαρμακευτικές βιομηχανίες και οι εταιρίες παραγωγής οινοπνευματωδών ποτών, με τις ευλογίες ή την ανοχή του ιατρικού κόσμου και του κοινωνικού κατεστημένου, ολοκληρώνουν την επιχείρηση της "φυγής" από τη μίζερη πραγματικότητα.

Το ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα, όμως, ούτε τόσο πανίσχυρο είναι ούτε επιβάλλεται στο λαό και τη νεολαία χωρίς αντιστάσεις. Η "πλανητική κυριαρχία" (3) διαπερνάται από εκρηκτικές αντιφάσεις, βρίσκεται σε βαθιά κρίση και παρακμή. Το ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα τρίζει κάτω απ' το βάρος της οικονομικής, πολιτικής, ιδεολογικής κρίσης του και βρίσκεται σε οξύτατη σύγκρουση με το εργατικό κίνημα. Η μυθοποίηση της δύναμης του ιμπεριαλισμού, που με όπλο του τα ναρκωτικά και τον αντιναρκωτικό πόλεμο επιβάλλει, όπως λέει ο Γρίβας, την κυριαρχία του σε όλους χωρίς καμιά αντίσταση, δεν εξυπηρετεί παρά μόνο τον ίδιο τον ιμπεριαλισμό και τους στυλοβάτες του.

Η στροφή των νέων στα ναρκωτικά

Οι νέοι σήμερα δε στρέφονται, σε όλο και μικρότερες ηλικίες στα ναρκωτικά απλά επειδή αυξήθηκε η προσφορά τους, επειδή "παρασύρθηκαν" από κάποιους ή επειδή είναι απαγορευμένα. Δεν είναι άβουλα πλάσματα, κλωνοποιημένα πρόβατα που παίρνουν ό,τι είναι διαθέσιμο.

Αντίθετα, είναι πολύ ευαίσθητα άτομα με έντονο το αίσθημα της μοναξιάς, της ανίας, της ενοχής, της ντροπής, του θυμού, της ανασφάλειας. Δεν παίρνουν ναρκωτικά για να πεθάνουν, αλλά για να αντέξουν τη ζωή τους, που τους φαίνεται αβίωτη. Παίρνουν ναρκωτικά για να ξεφύγουν από μια πραγματικότητα που τους πνίγει, απ' τον εαυτό τους που δεν τους κάνει, από τους άλλους, που τους νιώθουν μακριά, ανίκανοι να επικοινωνήσουν μαζί τους. Η περιέργεια, η μίμηση, ο πειραματισμός, η έλξη του απαγορευμένου μπορεί να τους κάνουν να δοκιμάσουν. Κάποιοι όμως απ' αυτούς δε θα μείνουν στην απλή δοκιμή. Θα ξαναπάρουν μέχρι να "κολλήσουν", να εγκατασταθεί η εξάρτηση. Ποιοι είναι αυτοί; Οι νέοι με την ευάλωτη, ελλειμματική προσωπικότητα, τα εσωτερικά κενά, με τις συναισθηματικές εξαρτήσεις από τους γονείς ή άλλα πρόσωπα κύρους, με τους πρώιμους συναισθηματικούς τραυματισμούς, που αναζητούσαν ένα δρόμο φυγής απ' την αφόρητη γι' αυτούς πραγματικότητα, αυτοί που κατά τη στιγμή της συνάντησής τους, με την ουσία ζούσαν έντονα την προσωπική τους κρίση, στην οποία διαθλόνταν, μέσα απ' τον σπασμένο καθρέφτη μιας δυσλειτουργικής και με πολλά προβλήματα οικογένειας, ολόκληρη η κοινωνική κρίση. Η τοξικομανία είναι το προϊόν της συνάντησης μιας ουσίας με μια προσωπικότητα μέσα σ' ένα πλαίσιο οικογενειακό κοινωνικό, πολιτιστικό σε κρίση, σε μια δεδομένη χρονική στιγμή (4). Μέσα σε συνθήκες ακραίας κρίσης ο ευάλωτος έφηβος αποξενωμένος, χωρίς ταυτότητα, χωρίς κοινωνικούς δεσμούς, χωρίς κοινωνική αναγνώριση, χωρίς κοινωνικό ρόλο, με έντονο το αίσθημα της εγκατάλειψης και το φόβο της ανεξαρτησίας, με βιώματα διαδοχικών αποτυχιών, χωρίς δυνατότητα πρόσβασης στη διανοητική, τη συναισθηματική, την ψυχολογική ωριμότητα, κλεισμένος στο "γκέτο της εφηβεία", μέσα σ' ένα κλίμα ανταγωνισμού και άκρατου ατομικισμού, χωρίς δυνατότητα ένταξης στον κοινωνικό ιστό σε επίπεδο επαγγελματικό, οικονομικό, κουλτούρας, ωθείται τελικά στην ατομική εξέγερση και στην αναζήτηση αναισθητικών. Η "επιλογή" των ναρκωτικών, η περιθωριοποίηση, η ένταξη σε μια κλειστή ομάδα που λειτουργεί με τους δικούς της κώδικες, αμφισβητεί έμπρακτα και έντονα το κατεστημένο, τους νόμους και τις αξίες των γονιών του, φαντάζει στα μάτια του ως κάποια "διέξοδος". Η "επιλογή", λοιπόν, είναι πάντα προσωπική, όχι όμως και ελεύθερη. Υπαγορεύτηκε απ' τα αδιέξοδα, την απελπισία, τον πόνο, σε μια στιγμή που αυτός ο νέος έβλεπε όλους τους δρόμους μπροστά του κλειστούς. Μέσα σ' ένα κοινωνικό πλαίσιο, όπου η μετάδοση αξιών ανάμεσα στις γενιές είναι αδύνατη, οι γονεϊκοί ρόλοι έχουν γίνει ασταθείς, ο νέος έχει αποκοπεί απ' τη φύση, ζει σε ένα τεχνητό κλίμα, όπου κυριαρχεί ο στείρος ανταγωνισμός και ο ατομικισμός, υπερπροστατευμένος και χωρίς εμπιστοσύνη στον εαυτό του, αντιμέτωπος με την έλλειψη ευκαιριών, με το φάντασμα της ανεργίας και της φτώχειας, ωθούμενος στην οικονομική εξάρτηση απ' τους γονείς δεν καταφέρνει να ενηλικιωθεί, να αντιμετωπίσει προβλήματα, να πάρει ευθύνες. Μέσα σε μια κοινωνική πραγματικότητα, όπου λείπουν τα σημεία κοινωνικής αναφοράς και οι αναγνωρισμένες αξίες, όπου υπουργός αποκαλεί δημόσια τους απεργούς καθηγητές"καραγκιόζηδες", όπου λείπουν οι συλλογικοί μύθοι, η συλλογική δράση, η ένταξη σε ομάδες, ο έφηβος δε μυείται σε κοινωνικές πράξεις, δεν αποκτά πρόσβαση σε πολιτιστικές αξίες και ιδεολογικές σχέσεις, δεν αποκτά συνείδηση των περιορισμών που επιβάλλονται απ' έξω, δε μαθαίνει κανόνες και όρια, δεν αναπτύσσει διαπροσωπικές σχέσεις και έτσι δεν μπορεί να πραγματώσει δυνατότητες. Η διαδικασία κοινωνικοποίησης "ανθρωποποίησής" του, είναι μπλοκαρισμένη. Γι' αυτό ξεκινά το μεγάλο ταξίδι της φυγής, δραπετεύει απ' την Ιστορία που τη βιώνει σαν εφιάλτη κι απ' την προσωπική του ιστορία που τον πνίγει.

Η εξάρτηση από ουσίες ως τρόπος ζωής Ο νέος ψάχνει να βρει στα ναρκωτικά αυτό που άλλοτε έβρισκε στο εσωτερικό της κουλτούρας και της συντροφιάς των άλλων, προσπαθεί να διαμορφώσει στο κοινωνικό περιθώριο τη δική του πολιτιστική ταυτότητα. Η στροφή προς τις ουσίες, λοιπόν, εκφράζει την κρίση του πολιτισμού της σύγχρονης κοινωνίας, συμπυκνώνει όλη τη δυσφορία του σύγχρονου ανθρώπου μέσα στην πολιτιστική παρακμή και τα προϊόντα της.

Η στροφή του νέου στις ουσίες είναι ένας τρόπος ζωής που χαρακτηρίζεται από την καταναγκαστική υποταγή του στην ουσία και τον κόσμο της, σε βάρος όλων των άλλων παραμέτρων της ανθρώπινης ύπαρξης: σχέσεων, ενδιαφερόντων, δραστηριοτήτων, ατομικών και συλλογικών αξιών, στόχων. Η ζωή του αδειάζει από νόημα, έχοντας σαν αποκλειστικό περιεχόμενο την ουσία. Εξαρτημένος είναι ο άνθρωπος που ζει μέσα και διαμέσου της εξάρτησης, υποταγμένος στην ανάγκη χρήση της ουσίας, χωρίς άλλες επιθυμίες, χωρίς απόλαυση, αποξενωμένος εντελώς από τον εαυτό του και τους άλλους, ακραία αλλοτριωμένος, απόλυτα ανελεύθερος.

Γι' αυτό είναι βαθύτατα υποκριτική η θέση των υπέρμαχων της νομιμοποίησης, που επικαλούνται την "ελευθερία διάθεσης του σώματος".

Η εξάρτηση, ως τρόπος ζωής είναι συνυφασμένη με την ολοκληρωτική απώλεια κάθε ελευθερίας, την απώλεια ακόμα και του νοήματος αναζήτησης της ελευθερίας.

"Ελευθερία στην ουσία", σημαίνει ελευθερία στην επιλογή του τρόπου χειραγώγησής σου από το σύστημα, κατάργησης της ανεξάρτητης σκέψης σου, της έκφρασης των αληθινών συναισθημάτων σου, ακύρωσης της κοινωνικής φύσης σου."Ηθελε, λέει, να είναι ελεύθερος να παίρνει ουσίες", λέει ο Γρίβας (5) παραφράζοντας τον Καζαντζάκη, "σκοτώστε τον ή το συνώνυμο: θεραπεύστε τον" (3).

Γνωρίζει, άραγε, ο κύριος πόσο αβάσταχτος είναι ο ψυχικός πόνος του εξαρτημένου ατόμου; Γνωρίζει τι σημαίνει καταναγκασμός της εξάρτησης, τυραννική εμπειρία, που σου τρώει την ψυχή, καταστρέφοντάς σε ως ανθρώπινη υπόσταση; Γνωρίζει ότι δεν υπάρχουν ευτυχισμένοι τοξικομανείς, ακριβώς γιατί δεν μπορούν να γεμίσουν τα κενά της ύπαρξής τους, τις εσωτερικές ρωγμές με ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις;

Η εξάρτηση ως τρόπος ζωής δεν ταυτίζεται με τη χρήση, την απλή, την περιστασιακή, τη συστηματική ή ακόμα και την κατάχρηση. Ως κοινωνικό φαινόμενο, συνυφασμένο με τη νεωτερικότητα (6), διαφέρει ποιοτικά απ' τη χρήση. Η χρήση σαν ατομικό φαινόμενο, για όλους τους λόγους που προαναφέρθηκαν, συναρμολογεί το παζλ μιας τεχνητά πολλαπλασιασμένης ατομικότητας, και αποσυνθέτει τον κοινωνικό ιστό. Η ρήξη των κοινωνικών δεσμών αποτελεί ακριβώς το μέτρο της κοινωνικής κρίσης, όπως αυτή εκφράζεται και μέσα από το πρόβλημα των ναρκωτικών σήμερα.

Το πλαίσιο της χρήσης ουσιών στην εποχή μας διαφέρει από κείνα άλλων, προγενέστερων κοινωνιών, όπου η χρήση (συλλογικά και σε ειδικές τελετές μύησης, θρησκευτικές και άλλες) έφερνε κοντά τους ανθρώπους, αποτελώντας συστατικό στοιχείο του πολιτισμού τους. Η χρήση ουσιών σε μια κοινωνία συναρτάται κατά κύριο λόγο με τις ψυχολογικές και τις κοινωνικές λειτουργίες της και δευτερευόντως με τις φαρμακολογικές της ιδιότητες.

Αυτή την ποιοτική ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στις έννοιες της χρήσης και της εξάρτησης, που προσδιορίζει και το χαρακτήρα του φαινομένου της τοξικομανίας επιστημονικά, ιδεολογικά, ιστορικά, θέλουν να κρύψουν όσοι, όπως ο Κλ. Γρίβας, μιλούν υπεραπλουστευτικά για τον "πανθεϊσμό της εξάρτησης" ή όσοι, όπως ο Κ. Τσουκαλάς, εξισώνουν ισοπεδωτικά τη χρήση ναρκωτικών με τη χρήση "λιπαρών φαγητών και σακχαρούχων κουραμπιέδων".

Η εξάρτηση πριν γίνει σύμπτωμα του συγκεκριμένου ατόμου, είναι μια κοινωνική συμπεριφορά, που διαμορφώνεται στα πλαίσια της κυρίαρχης ιδεολογίας και διέπεται από τη λογική της φυγής απ' την πηγή της κοινωνικής αντίφασης, της πίστης ότι μια ουσία (φαρμακευτική ή άλλη) μπορεί ν' απαλύνει τα κοινωνικά δεινά, τον πόνο, την ανασφάλεια, το φόβο. Είναι μια κοινωνική συμπεριφορά που διέπεται από τη λογική της παθητικής ενατένισης, της απόλυτης εξατομίκευσης, της παραίτησης, τη λογική του "τα θέλω όλα, τώρα, για τον εαυτό μου".

Η χρήση ουσιών και η εξάρτηση απ' αυτές δεν αποτελεί με κανέναν τρόπο μορφή αντίστασης στην ομοιομορφία της καθημερινής μικροαστικής ύπαρξης, όπως υπονοούν όσοι υμνούν το "ζην επικινδύνως, αθλίως και ανορθοδόξως". Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερο βούλιαγμα στη μιζέρια της καθημερινότητας στην ομοιομορφία της επανάληψης και τη ρουτίνα από την ίδια τη χρήση της ουσίας(όπου ξέρεις από πριν πού θα πας, ποιους θα συναντήσεις, ποια ώρα θα περάσεις, ποιες κινήσεις χρειάζονται για να εξασφαλίσεις την ουσία σου).Εξάρτηση και κοινωνικό περιθώριο

Κάποιοι ζητούν νομιμοποίηση των ουσιών, για να χτυπηθεί το παράνομο εμπόριο. "Ο χρήστης είναι εξαρτημένος απ' τον έμπορο κι όχι απ' την ουσία", λένε. Ομως ο χρήστης δε βλέπει τον έμπορο, που βρίσκεται ψηλά, στον κρατικό μηχανισμό, σε κυβερνήσεις, σε διεθνείς οργανισμούς, αξιοσέβαστο μέλος της κυρίαρχης τάξης. Συναντά τον άλλο εξαρτημένο, το "βαποράκι", που θέλει κι αυτό να εξασφαλίσει τη δόση του. Αναζητά την ουσία, γιατί απ' αυτήν είναι εξαρτημένος, σ' αυτήν έχει υποτάξει τη ζωή του, ψάχνοντας να βρει σ' αυτήν αυτά που δεν μπορεί να βρει με καθαρές τις αισθήσεις, την αυτάρκεια, την ασφάλεια, τη σταθερότητα, τη γαλήνη, την αγάπη, "τα δεκανίκια" που του χρειάζονται για ν' αντιμετωπίσει τις δυσκολίες και τα προβλήματα. Ο χαρακτήρας της εξάρτησης δεν καθορίζεται πρωταρχικά απ' τον τρόπο με τον οποίο εξασφαλίζει τη δόση του, απ' το παράνομο ή νόμιμο εμπόριο. Η εξάρτηση κατά πρώτο λόγο τον οδηγεί στο περιθώριο. Μήπως δεν οδηγείται στο περιθώριο της κοινωνίας ο εξαρτημένος από μια νόμιμη ουσία αλκοολικός που έχει εγκαταλείψει δουλιά, οικογένεια, φίλους, ενδιαφέροντα και ζει με το μπουκάλι; Η εξάρτηση από ουσίες συνυφαίνεται με την αποδόμηση της προσωπικότητας και της κοινωνικής ζωής του συγκεκριμένου ατόμου, μια αποδόμηση που τον ωθεί, αργά ή γρήγορα, έξω απ' τον κοινωνικό χώρο, στο περιθώριο. Αλλωστε, ο εξαρτημένος δεν είναι εξαρτημένος μόνο απ' τον έμπορο, αλλά και απ' τον γιατρό που θα του συνταγογραφήσει τα χάπια και απ' τον φαρμακοποιό και από μια αλυσίδα ενδιαμέσων.

Εξάρτηση και κοινωνικό περιθώριο είναι έννοιες στενά συνυφασμένες. Η εξάρτηση δεν είναι μόνο σωματική ή ψυχική αλλά είναι και κοινωνική. Η κόλαση δε βρίσκεται μόνο στην παρανομία των κυκλωμάτων, αλλά στο βασανιστικό καταναγκασμό της δόσης, έναν καταναγκασμό που σε υποχρεώνει να εγκαταλείψεις τον κοινωνικό χώρο και να αποτραβηχτείς στη γωνιά σου, μόνος με την ουσία... και την εξαθλίωσή σου.

Η νομιμοποίηση των ουσιών, ισχυρίζονται - θα ελέγξει τα παράνομα κυκλώματα, το παράνομο εμπόριο, την παραοικονομία. Η καπιταλιστική αγορά όμως δεν επιτρέπει κανέναν κεντρικό έλεγχο, κανένα σχεδιασμό της παραγωγής και διάθεσης προϊόντων. Ολα κινούνται με γνώμονα το κέρδος του καπιταλιστή. Και είναι γνωστό ότι η ίδια η λειτουργία των νόμων της ελεύθερης καπιταλιστικής αγοράς όχι μόνο δεν εμποδίζει, αλλά, σε τελευταία ανάλυση, νομιμοποιεί και την παραοικονομία. Μαζί με το νόμιμο υπάρχει πάντα και το παράνομο εμπόριο κάθε προϊόντος, μαζί με το νόμιμο και το παράνομο κέρδος, μαζί με τη νόμιμη φορολογία κάθε επιχείρησης - και εκείνης των ναρκωτικών - και η φοροδιαφυγή. Για ποιον έλεγχο της παραοικονομίας, λοιπόν, μιλούν οι νεοφιλελεύθεροι κύκλοι της σχολής του Σικάγου και του Μίλτον Φρίντμαν;

Το δικαίωμα στην ουσίαΤο "δικαίωμα στην ουσία", το οποίο επικαλούνται, ισοδυναμεί με το δικαίωμα στη μέθη, που προκαλείται από την επίδραση της ουσίας στον οργανισμό. Οταν όμως ο τοξικομανής βρίσκεται υπό την επήρεια της ουσίας δεν μπορεί να εκφέρει λόγο. Ψελλίζει απλά καθώς συναλλάσσεται για να την εξασφαλίσει. Είναι καταδικασμένος στη σιωπή. Εχοντας χάσει την ικανότητα να σκέφτεται και να λειτουργεί σαν κοινωνικό υποκείμενο, είναι απών από το κοινωνικό γίγνεσθαι, από τον τόπο όπου γράφεται η ιστορία του και παίζεται το δράμα του, είναι "αλλού", στον "τεχνητό παράδεισο", στην κόλαση της εξαθλίωσης, στον κόσμο του. Το δικαίωμα λοιπόν στην ουσία ταυτίζεται με το δικαίωμα στη σιωπή και στην απουσία. Το δικαίωμα στα ναρκωτικά δεν είναι παρά μια επιχείρηση συγκάλυψης της αθλιότητας, επιχείρηση κατευνασμού των δεινών, των βασάνων, των δυσκολιών, επιδρώντας στις αισθήσεις των ανθρώπων και αποκοιμίζοντάς τους. Λέει κυνικά ο Κ. Τσουκαλάς: "Πώς νομιμοποιείται η πολιτεία να τον βάζει στη φυλακή, αν προσπαθεί να ξεχάσει την απόγνωσή του, αν τολμήσει να γευτεί τους πειρασμούς των τεχνητών παραδείσων, αν δηλαδή ψάχνει να βρει σε έναν άλλο κόσμο αυτό που του στερεί εκείνος που τον περιβάλλει; Τι έχει να χάσει ο απόκληρος εκτός από την αθλιότητά του;... Οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να λιμοκτονήσουν αλλά δεν είναι ελεύθεροι να παίζουν με το θάνατό τους" (7).

Σίγουρα κανένας δε νομιμοποιείται να βάζει τον τοξικομανή στη φυλακή, επειδή είναι τοξικομανής. Ούτε, όμως, και ο Κ. Τσουκαλάς νομιμοποιείται να ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι λιμοκτονούν ελεύθερα, ακριβώς γιατί δεν το επέλεξαν οι ίδιοι. Αλλοι - οι κρατούντες - επιλέγουν να τους εξαθλιώσουν και να τους οδηγήσουν στη λιμοκτονία, μετατρέποντάς τους σε ανέργους, άστεγους, απασχολήσιμους, ανασφάλιστους. Αυτών, τελικά, τα συμφέροντα υπηρετούν όσοι αναφέρονται στο δικαίωμα των απόκληρων να είναι απόκληροι και να ξεχνούν τον πόνο τους παίρνοντας ναρκωτικά.

Γιατί είναι σίγουρο ότι οι απόκληροι, καταφεύγοντας στις ουσίες, δε θα χάσουν την αθλιότητά τους, αλλά αντίθετα θα βουλιάξουν σε ακόμα μεγαλύτερη εξαθλίωση, νεκροί στην ψυχή και με άρρωστο το κορμί, ανίκανοι να αντισταθούν στις κοινωνικές και ψυχολογικές πιέσεις που τους ισοπεδώνουν. "Να τον βάλουμε και φυλακή που προσπαθεί να ξεχάσει την απόγνωσή του, χωρίς να αντιστέκεται σ' αυτούς που την προκαλούν;", λέει χαρακτηριστικά ο Τσουκαλάς, μιλώντας στο όνομα όλων όσοι ρηξικέλευθα και "εκσυγχρονιστικά" γίνονται σήμερα αρωγοί του συστήματος. Λέει ο Κ. Τσουκαλάς: "στο μέτρο βέβαια που κανένας "άλλος" δε βλάπτεται, δεν είναι καθόλου αυτονόητο το κατά πόσον η πολιτεία δικαιούται να παρέμβει στις αυτοκαταστρεπτικές επιλογές του ατόμου" (7).

Ομως κανένας τοξικομανής δεν παίρνει το ναρκωτικό και κλείνεται στο σπίτι του για να το χρησιμοποιήσει. Εχει ανάγκη να μυήσει κι άλλους, να "κεράσει", να "ανταλλάξει". Η ίδια η τοξικομανία από τη φύση της είναι συνυφασμένη με τη διαδικασία της μύησης. Βλάπτονται, λοιπόν, απ' αυτή τη χρήση πολλοί: οι συνομήλικοι, οι φίλοι, οι συμμαθητές του νέου που έχει εξαρτηθεί. Είναι τυχαίο που σήμερα, με βάση τη διεθνή εμπειρία, δίνεται έμφαση, στα πλαίσια της πρόληψης, στις "ομάδες των συνομηλίκων" (peer groups);

Η τοξικομανία ως "χρόνια ανίατη αρρώστια"

Τελευταία, προβάλλονται πολύ οι θεωρίες της "συνοσηρότητας" της συνύπαρξης δηλαδή, τοξικομανίας και ψυχικής διαταραχής. Οι θεωρίες αυτές, γενικεύοντας επικίνδυνα, έρχονται να ενισχύσουν την αντίληψη περί της "κοινωνικής επικινδυνότητας" των εξαρτημένων και τα κοινωνικά στερεότυπα για τον τοξικομανή ως "εγκληματία" και "τρελό".

Υπάρχουν βέβαια περιπτώσεις που μπορεί να συνυπάρχουν οι δύο καταστάσεις. Δεν είναι όμως η πλειοψηφία και δεν αποτελούν τον κανόνα. Η "διπλή διάγνωση", όπως λέγεται, μπορεί να μπει σε λίγες περιπτώσεις, όπου συνυπάρχουν μείζονες ψυχικές διαταραχές (του τύπου της σχιζοφρένειας ή της μανιοκαταθλιπτικής ψύχωσης) με εξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες. Δεν μπορούμε να μιλάμε με τόση ευκολία για διπλή διάγνωση απλά και μόνο γιατί ο εξαρτημένος παρουσιάζει άγχος, κατάθλιψη, διαταραχές πανικού και άλλες τέτοιες καταστάσεις. Η εξάρτηση από ουσίες μπορεί να εγκατασταθεί, εφόσον συνυπάρξουν όλοι οι άλλοι παράγοντες που αναφέρθηκαν, σε οποιαδήποτε δομή προσωπικότητας (ψυχωτικού, νευρωτικού, οριακού ή άλλου τύπου). Δεν υπάρχει ειδική "τοξικομανιακή" δομή προσωπικότητας.

Ο ίδιος ο τρόπος ζωής του εξαρτημένου τον κάνει ευάλωτο, επιρρεπή σε οποιουδήποτε τύπου ψυχολογική αντίδραση στις ψυχοπιεστικές συνθήκες που ζει. Αυτό δε σημαίνει ότι νομιμοποιείται κανείς, με βάση αυτές τις αντιδράσεις, τόσο συχνές, άλλωστε, στο γενικό πληθυσμό, να βάζει την ετικέτα της ψυχικής διαταραχής, δίνοντας σ' αυτήν την κατάσταση το χαρακτήρα του μόνιμου και του παγιωμένου. Οι ενστάσεις αυτές τίθενται σε επίπεδο αυστηρά επιστημονικό, μεθοδολογικό - σε σχέση με την εγκυρότητα της χρησιμοποίησης των συγκεκριμένων μεθοδολογικών εργαλείων ανίχνευσης της ψυχικής διαταραχής - όσο και σε επίπεδο ηθικό και δεοντολογικό.

Ο τοξικομανής δεν είναι ένα άθροισμα συμπτωμάτων, ψυχιατρικής εν πολλοίς φύσης, στα οποία ανάγεται, σε τελευταία ανάλυση, η συμπεριφορά του. Αυτή η προσέγγιση υποβαθμίζει την κοινωνική, κατά κύριο λόγο, αλλά και τις άλλες παραμέτρους της εξάρτησής του, βιολογικοποιεί - ψυχιατρικοποιώντας - κοινωνικές κατά βάση συμπεριφορές, δίνει επιστημονικοφανές κάλυμμα στον κοινωνικό αποκλεισμό του με βάση την ψυχοπαθολογική εκτίμηση. Διπλός ο στιγματισμός, διπλός και ο αποκλεισμός του εξαρτημένου, σε μια εποχή που η βιολογικοποίηση κοινωνικών συμπεριφορών τείνει να πάρει επικίνδυνα ανησυχητικές διαστάσεις. Εξάλλου η μέθοδος του βιολογικού αναγωγισμού τροφοδοτεί σήμερα την κρίση στο χώρο της επιστήμης της ψυχιατρικής και τροφοδοτείται απ' αυτήν.

Τόσο η πολιτική της καταστολής, όσο και εκείνη των βιολογικού τύπου θεραπειών (προγράμματα μεθαδόνης, ναλτρεξόνης) στηρίζονται κατά βάση στην αντίληψη ότι ο τοξικομανής είναι άρρωστος, σωματικά και ψυχικά, και εν πολλοίς ανίατος. Αλλωστε οι νεοφιλελεύθεροι οπαδοί της νομιμοποίησης το διακηρύσσουν. "Ο τοξικομανής είναι άρρωστος, χρειάζεται την ουσία του ή το υποκατάστατό της", λένε. Και μ' αυτόν τον επικίνδυνο αναγωγισμό ο τοξικομανής χρειάζεται τη μεθαδόνη του, όπως ο διαβητικός την ινσουλίνη του, καταδικάζεται να παραμείνει διά βίου σ' αυτή τη βασανιστική κατάσταση.Ομως η τοξικομανία δεν είναι αρρώστια με την ιατρική έννοια του όρου. Δεν είναι ένα βιολογικό φαινόμενο - έστω κι αν υπάρχουν βιολογικοί συντελεστές - είναι κατά κύριο λόγο ένα κοινωνικό φαινόμενο, πολυδιάστατο και πολυπαραγοντικό.

Η αντιμετώπιση του τοξικομανή ως "χρόνια άρρωστου ατόμου" όχι μόνο τον στιγματίζει και τον περιθωριοποιεί, αλλά υποκρύπτει, ακριβώς γι' αυτό το λόγο, έναν ιδιότυπο κοινωνικό ρατσισμό, με φύλλο συκής τη ριζοσπαστική φρασεολογία.

Σε τελευταία ανάλυση και αυτή η αντίληψη κινητοποιεί το μηχανισμό δημιουργίας εξιλαστήριων θυμάτων, των τοξικομανών, άρρωστων σωματικά και ψυχικά, που για ν' αντιμετωπίσουν την αρρώστια τους δε χρειάζονται παρά μόνο τον οίκτο της πολιτείας, με τη μορφή της μεθαδόνης ή κάποιου άλλου υποκατάστατου.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Υποκατάσταση αντί για θεραπεία(2003-10-19 00:00:00.0)
Μητέρες 70% των τοξικομανών γυναικών(2002-04-02 00:00:00.0)
Κανένας εξαρτημένος δεν είναι ευτυχισμένος(1997-06-22 00:00:00.0)
Ο τοξικομανής σε παρένθεση(1997-05-11 00:00:00.0)
ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ 2ο(1997-05-11 00:00:00.0)
Απ' την κοινωνική συμπεριφορά στο ατομικό σύμπτωμα(1995-01-22 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ