Κυριακή 22 Οχτώβρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 19
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κι όμως η εργατική τάξη μεγαλώνει

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, το 2005, οι μισθωτοί ανέρχονταν σε 2.938 χιλιάδες και αποτελούσαν το 57,6% του εργατικού δυναμικού και το 63,5% της συνολικής απασχόλησης

Στις αρχές του '90 αναπτύχθηκαν θεωρίες, σύμφωνα με τις οποίες, «λόγω της εφαρμογής των νέων τεχνολογιών», η εργατική τάξη διεθνώς βρίσκεται σε διαδικασία συρρίκνωσης, ενώ αντίθετα αυξάνει το ειδικό βάρος των «μεσαίων στρωμάτων». Ολα αυτά, βέβαια, δεν ισχύουν, αφού όχι μόνο δε μειώνεται αριθμητικά η εργατική τάξη, αλλά αντίθετα αυξάνεται και έτσι μεγαλώνει το ειδικό της βάρος στην ελληνική κοινωνία...
Στις αρχές του '90 αναπτύχθηκαν θεωρίες, σύμφωνα με τις οποίες, «λόγω της εφαρμογής των νέων τεχνολογιών», η εργατική τάξη διεθνώς βρίσκεται σε διαδικασία συρρίκνωσης, ενώ αντίθετα αυξάνει το ειδικό βάρος των «μεσαίων στρωμάτων». Ολα αυτά, βέβαια, δεν ισχύουν, αφού όχι μόνο δε μειώνεται αριθμητικά η εργατική τάξη, αλλά αντίθετα αυξάνεται και έτσι μεγαλώνει το ειδικό της βάρος στην ελληνική κοινωνία...
Κι όμως, η εργατική τάξη στην Ελλάδα αυξάνεται και πληθύνεται. Μεγαλώνει.

Η επισήμανση αυτή διαλύει τις θεωρίες που αναπτύχθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του '90, σύμφωνα με τις οποίες, «λόγω της εφαρμογής των νέων τεχνολογιών», η εργατική τάξη διεθνώς βρίσκεται σε διαδικασία συρρίκνωσης, ενώ, αντίθετα, αυξάνει το ειδικό βάρος των «μεσαίων στρωμάτων». Ολα αυτά, βέβαια, δεν ισχύουν, αφού όχι μόνο δε μειώνεται αριθμητικά η εργατική τάξη, αλλά, αντίθετα, αυξάνεται και έτσι μεγαλώνει το ειδικό της βάρος στην ελληνική κοινωνία. Μια κοινωνία, όπου είναι εμφανές ότι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας προβάλλει πολύ πιο καθαρά, απ' ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν.

Η ποσοτική και ποιοτική άνοδος του ρόλου της εργατικής τάξης επιβεβαιώνεται από την πρόσφατη αναθεώρηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ελλάδας και άλλων εθνικολογιστικών στοιχείων που δημοσιοποίησε πρόσφατα το υπουργείο Οικονομίας, δίνοντας αφορμή για μιαν ακόμη δικομματική αντιπαράθεση. Ας αφήσουμε το πολιτικό προσωπικό της ολιγαρχίας να τσακώνεται, αν ο Αλογοσκούφης με την κίνηση αυτή επιδίωξε να μειώσει λογιστικά το έλλειμμα και το χρέος, ώστε να βγει η χώρα από το καθεστώς της δημοσιονομικής επιτήρησης. Εμείς θα αξιοποιήσουμε τα νέα στοιχεία, για να δούμε τι γίνεται με τους εργάτες, ποιες ποιοτικές και ποσοτικές μεταβολές έχουν επέλθει στην εργατική τάξη της χώρας. Αυτό το ζήτημα είναι απείρως πιο σημαντικό από τις πλαστικές κοκορομαχίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Γιατί η εξέτασή του αφορά τα ζητήματα τακτικής, που πρέπει να λαβαίνει υπόψη το εργατικό κίνημα στην αντιπαράθεσή του με την εργοδοσία, τα ζητήματα συμμαχιών με άλλα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, όσο και τα γενικότερα και μεγάλα θέματα των στρατηγικών επιλογών και στόχων.

Με τη γλώσσα των αριθμών

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας, τα οποία στηρίζονται στην απογραφή πληθυσμού του 2001:

  • Το Συνολικό Εργατικό Δυναμικό της χώρας μεταξύ 2000 - 2005 αυξήθηκε κατά 235,7 χιλιάδες, από 4.867,1 σε 5.102,8 χιλιάδες, ή κατά 4,8%.
  • Η Συνολική Απασχόληση αυξήθηκε κατά 281,7 χιλιάδες, από 4.343,6 σε 4.625,3 χιλιάδες άτομα, ή κατά 6,5%.
  • Τέλος, η Απασχόληση Εξαρτημένης Εργασίας ( μισθωτοί) αυξήθηκε κατά 312,9 χιλιάδες, από 2.625,3 σε 2.938,2 χιλιάδες άτομα ή κατά 11,9%.

Ενώ, δηλαδή, η συνολική απασχόληση αυξήθηκε την πενταετία κατά 6,5%, η απασχόληση των μισθωτών αυξήθηκε κατά 12%, με διπλάσιους σχεδόν ρυθμούς. Από μια περαιτέρω επεξεργασία των στοιχείων προκύπτει ότι η συμμετοχή των μισθωτών, ως προς το εργατικό δυναμικό της χώρας, αυξήθηκε από 53,9% το 2000 σε 57,6% το 2005 και ως προς τη συνολική απασχόληση από 60,4% το 2000 σε 63,5% το 2005. Οι 63,5 στους 100 εργαζόμενους το 2005, ήταν μισθωτοί και οι 36,5 μη μισθωτοί (επαγγελματοβιοτέχνες, αγρότες, επιχειρηματίες).

Στα 2.938,2 χιλιάδες άτομα των απασχολούμενων με εξαρτημένη εργασία, περιλαμβάνονται - εκτός από τους εργάτες της μεταποιητικής βιομηχανίας - και οι δημόσιοι υπάλληλοι, τραπεζοϋπάλληλοι, δάσκαλοι και καθηγητές του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθηγητές πανεπιστημίων, μισθωτοί επιστήμονες κλπ., η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ανήκει φύσει και θέσει στην εργατική τάξη. Μόνο ένα μικρό μέρος των παραπάνω, που έχουν υψηλά εισοδήματα και διευθυντικές θέσεις, ανήκουν είτε στα μεσοστρώματα, είτε και στην αστική τάξη (επιχειρηματίες, οι οποίοι εμφανίζονται ως μισθωτοί).

Η εργατική τάξη, επομένως, αναδεικνύεται στη μεγάλη και - αριθμητικά - κυρίαρχη δύναμη της ελληνικής κοινωνίας. Από τα στοιχεία επιβεβαιώνεται, επίσης, ότι ο καπιταλισμός στη χώρα μας έχει γίνει πιο ώριμος, αποκτά νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Είναι βέβαια εμφανές ότι οι διεργασίες αυτές αποτελούν τον αναγκαίο καρπό των άγριων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων των τελευταίων 20 - 25 χρόνων, οι οποίες οδήγησαν σε βίαιη προλεταριοποίηση παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού.

Εμείς ας σταθούμε στη θετική πλευρά του φαινομένου. Στο γεγονός ότι αυξάνεται η κοινωνική εκείνη δύναμη, η οποία καλείται να διαρρήξει το καπιταλιστικό κέλυφος που έχει αιχμαλωτίσει και πιέζει ασφυκτικά το κοινωνικό σώμα, η δύναμη εκείνη η οποία καλείται να παίξει το ρόλο νεκροθάφτη της τάξης των κεφαλαιοκρατών.

Για τον τρόπο μέτρησης του ΑΕΠ

Αν η στατιστική αύξηση κατά 25% και πλέον του ΑΕΠ της χώρας ανταποκρίνεται σε πραγματικά οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα ή πρόκειται για εξέλιξη, η οποία εξυπηρετεί πρόσκαιρες καιροσκοπικές καταστάσεις της τρέχουσας συγκυρίας (τεχνητή μείωση χρέους, ελλείμματος), είναι κάτι που θα αποδειχθεί εν καιρώ. Σοβαρές ενστάσεις, όμως, υπάρχουν για τον τρόπο, με τον οποίο η αστική στατιστική καταγράφει το ΑΕΠ της χώρας. Εναν τρόπο καταγραφής, ο οποίος οδηγεί σε υπερφυσική διόγκωσή του.

Το κριτήριο της αστικής Πολιτικής Οικονομίας για την καταχώριση μιας δραστηριότητας (παραγωγικής ή του χώρου των υπηρεσιών) στο ΑΕΠ της χώρας, είναι αν από την άσκησή της δημιουργείται ή όχι εισόδημα. Κάθε τι που δημιουργεί εισόδημα κατατάσσεται στο ΑΕΠ. Ετσι φτάσαμε στο σημείο να εντάσσουν ακόμη και τα πορνεία, αλλά και τη διακίνηση ναρκωτικών, τυχερών παιγνιδιών, επειδή, όπως υποστηρίζουν, από τις δραστηριότητες αυτές δημιουργούνται εισοδήματα, τα οποία αυξάνουν το παραγόμενο ΑΕΠ... Με τη φόρα που έχουν πάρει, δεν αποκλείεται την πορνεία και τα ναρκωτικά να τα εντάξουν στη σφαίρα των παραγωγικών δραστηριοτήτων...

Το πρόβλημα, στην προκειμένη περίπτωση, είναι διττό:

Το πρώτο που πρέπει να επισημανθεί, εδώ, είναι πως εισόδημα αποτελεί μέρος μόνο του Εθνικού Προϊόντος, το κομμάτι που προορίζεται για την ατομική κατανάλωση, των εργαζομένων, των κεφαλαιοκρατών, των μεσαίων στρωμάτων κλπ. Αρα, όλο το Εθνικό Προϊόν μιας χώρας δεν είναι εισόδημα. Το μέρος του Εθνικού Προϊόντος που προορίζεται για την αναπαραγωγή των μέσων παραγωγής, οι επενδύσεις εν προκειμένω, δεν είναι εισόδημα, αλλά κεφάλαιο. Επομένως το Εθνικό Προϊόν αναλύεται σε συσσωρευμένο σταθερό κεφάλαιο (παραγωγική κατανάλωση) και σε εισόδημα (ατομική κατανάλωση).

Το δεύτερο πρόβλημα αφορά τον τρόπο μέτρησης του εισοδήματος. Π.χ., ο μισθός του εργάτη στη βιομηχανία - ο οποίος αντικατοπτρίζει τη συμμετοχή στο παραγόμενο προϊόν - από τη στιγμή που καταναλώνεται στο σύνολό του αποτελεί εισόδημα. Με αυτό θα πληρώσει το νοίκι, θα αγοράσει τρόφιμα από το σούπερ μάρκετ, ρουχισμό για την οικογένειά του, τα φροντιστήρια των παιδιών κλπ. Το θέμα είναι ότι το εισόδημα αυτό που παράχθηκε πρωτογενώς και στη συνέχεια διαχέεται σε αγορά εμπορευμάτων και υπηρεσιών, η αστική Πολιτική Οικονομία το μετρά - εκτός από εισόδημα του εργάτη - και σαν εισόδημα του ιδιοκτήτη του ακινήτου, του κεφαλαιοκράτη του σούπερ μάρκετ, του επιχειρηματία του φροντιστηρίου, κάτι που οδηγεί σε τεχνητή του διόγκωση.

Κατά τη μαρξιστική άποψη, στο ΑΕΠ μιας χώρας προσμετρούνται οι κλάδοι εκείνοι της οικονομίας, οι οποίο όντως δημιουργούν - παράγουν προϊόν.

Προϊόν δημιουργείται στον πρωτογενή τομέα, στη γεωργία, στην κτηνοτροφία, στην αλιεία. Αν, π.χ., πάρουμε το στάρι, η τιμή του αναλύεται σε μέσα παραγωγής (κεφάλαιο που αναλώθηκε για την παραγωγή του, όπως σπόροι, λιπάσματα, φάρμακα, ποτίσματα κλπ.) και στη νέα, ζωντανή εργασία που προστέθηκε σε αυτό. Είναι άλλο ζήτημα ότι το μεγαλύτερο μέρος του δημιουργούμενου υπερπροϊόντος καταλήγει στις τσέπες των εμπόρων και των αλευροβιομηχάνων, και στο μικροαγρότη - παραγωγό αφήνουν ένα ελάχιστο κομμάτι που αντιστοιχεί στο μισθό του. Ετσι, φέτος άρπαξαν την παραγωγή από τους αγρότες, αγοράζοντάς την προς 10 λεπτά το κιλό... Προϊόν επίσης δημιουργείται στη βιομηχανία (μεταποίηση, ορυχεία, ενέργεια), το οποίο επίσης αναλύεται σε καπιταλιστικό κέρδος και σε μισθό εργασίας. Στο σημείο αυτό να προσθέσουμε ότι βιομηχανικοί κλάδοι θεωρούνται, τόσο οι μεταφορές, όσο και οι επικοινωνίες, στους οποίους το προϊόν καταναλώνεται κατά την παραγωγή του.

Αντίθετα, δε δημιουργείται προϊόν στο χώρο του εμπορίου. Απλώς το εμπορικό κεφάλαιο αναλαμβάνει την κυκλοφορία των προϊόντων που έχουν παραχθεί στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Στη φάση όμως της κυκλοφορίας του κεφαλαίου, δε δημιουργείται ούτε νέα αξία, επομένως ούτε υπεραξία. Προϊόν, δε δημιουργείται ούτε στον κλάδο των υπηρεσιών (π.χ., τράπεζες κλπ.), ο οποίος «τρέφεται» από εισοδήματα που έχουν δημιουργηθεί στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Αν λάβουμε υπόψη ότι στο ΑΕΠ των σύγχρονων καπιταλιστικών οικονομιών οι υπηρεσίες συμμετέχουν με ποσοστά της τάξης του 70% ή και περισσότερο, καταλαβαίνει κανείς το μέγεθος του προβλήματος, που δημιουργεί η αστική καταγραφή του.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ