Κυριακή 28 Μάη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Κώδικας: «Εμπορευματοποίηση Πολιτιστικής Κληρονομιάς»

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η ...«φάβα» που ακούει στο όνομα «νέος Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων» κρύβει και έναν «λάκκο», το μέγεθος των συνεπειών του οποίου δύσκολα μπορεί να προβλέψει κανείς, αλλά σίγουρα θα είναι δυσάρεστες για τη διάσωση, συντήρηση και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς προς όφελος του λαού. Διότι, προς όφελος των κάθε είδους ιδιωτικών συμφερόντων, θα είναι οπωσδήποτε.

Ουσιαστικά, ο Κώδικας, με τα σημεία 5 και 6 της στ) παραγράφου του άρθρου 75, κατοχυρώνει θεσμικά την εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και το κάνει ως εξής: Στις αρμοδιότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης περνάει πλέον «η εφαρμογή πολιτικών για την ανάδειξη και προστασία του τοπικού πολιτισμού, η προβολή των πολιτιστικών αγαθών και των σύγχρονων πολιτιστικών έργων που παράγονται σε τοπικό επίπεδο, με τη δημιουργία πολιτιστικών και πνευματικών κέντρων, μουσείων, πινακοθηκών, κινηματογράφων και θεάτρων, φιλαρμονικών και σχολών διδασκαλίας μουσικής, σχολών χορού, ζωγραφικής, γλυπτικής κλπ., καθώς και η μελέτη και εφαρμογή πολιτιστικών προγραμμάτων» και «η προστασία μουσείων, μνημείων, σπηλαίων, καθώς και αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων της περιοχής και των εγκαταστάσεων αυτών»!

Πολύπλευρο χτύπημα

Πρόκειται για χτύπημα στο δημόσιο χαρακτήρα της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και του σύγχρονου πολιτισμού, ακόμη και με τη μορφή που γνωρίζουμε αυτόν το χαρακτήρα στο πλαίσιο του καπιταλισμού, στο βαθμό που είχε κατακτηθεί στο παρελθόν από την πίεση του λαϊκού κινήματος. Κι αυτό συμβαίνει ακριβώς τώρα, επειδή το κεφάλαιο «αναδιαρθρώνεται», δηλαδή αποκτηνώνεται εντελώς, ξεκινώντας από το βασικό, τις εργασιακές σχέσεις και την εμβάθυνση της εκμετάλλευσης, μέχρι την εμπορευματοποίηση κάθε τομέα, από την Υγεία και την Παιδεία, μέχρι τον Πολιτισμό.

Ο Κώδικας, όπως σημείωσε στη Βουλή η βουλευτής του ΚΚΕ Ελπίδα Παντελάκη, «ενσωματώνει το ρόλο της Αυτοδιοίκησης στους νόμους της αγοράς». Το ΠΑΣΟΚ «έστρωσε» το δρόμο του θεσμικού πλαισίου που κατέστησε την Αυτοδιοίκηση μέσο εφαρμογής της αντιλαϊκής πολιτικής σε τοπικό επίπεδο. Η ΝΔ συνεχίζει από εκεί που σταμάτησαν οι προηγούμενοι, προσηλωμένοι όλοι τους στις εντολές του ευρω-ενωσιακού κεφαλαίου για «ενίσχυση» της «ανταγωνιστικότητάς» του.

Ετσι λοιπόν, μια Τοπική Αυτοδιοίκηση προσανατολισμένη στην «επιχειρηματική διαχείριση» αναλαμβάνει αυτήν τη στιγμή την καλλιτεχνική παιδεία («δημιουργία σχολών διδασκαλίας μουσικής, σχολών χορού, ζωγραφικής, γλυπτικής κλπ.»), τη διαχείριση του σύγχρονου πολιτισμού - «εφαρμογή πολιτικών για την ανάδειξη και προστασία του τοπικού πολιτισμού, η προβολή των πολιτιστικών αγαθών και των σύγχρονων πολιτιστικών έργων που παράγονται σε τοπικό επίπεδο, με τη δημιουργία πολιτιστικών και πνευματικών κέντρων, μουσείων, πινακοθηκών, κινηματογράφων και θεάτρων, φιλαρμονικών (...) μελέτη και εφαρμογή πολιτιστικών προγραμμάτων» - και την πολιτιστική κληρονομιά - «προστασία μουσείων, μνημείων, σπηλαίων, καθώς και αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων της περιοχής και των εγκαταστάσεων αυτών»!

Η λέξη «προστασία» ενταγμένη στο παραπάνω πλαίσιο «μπάζει» από πολλές μεριές. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, σε ψήφισμα της γενικής του συνέλευσης ακριβώς γι' αυτό το θέμα σημειώνει ότι «ο μόνος φορέας που μπορεί και πρέπει να είναι αρμόδιος για το έργο της προστασίας του συνόλου της μνημειακής κληρονομιάς είναι η Αρχαιολογική Υπηρεσία (σ.σ. που) διαθέτει την απαιτούμενη επιστημονική, τεχνική και διοικητική εξειδίκευση, αλλά και τη μακροχρόνια εμπειρία, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στα πολλαπλά, εξαιρετικά σύνθετα προβλήματα που θέτει η διαδικασία της προστασίας των αρχαίων μνημείων».

«Μανατζάροντας» τη μνήμη...

Το θέμα δεν είναι μόνο ότι ο πολιτισμός και η καλλιτεχνική παιδεία επαφίενται πλέον στο «ποσοστό» της πολιτιστικής ευαισθησίας του εκάστοτε δημάρχου, αλλά ότι δημιουργείται το κατάλληλο περιβάλλον, για να ευδοκιμήσουν τα «φρούτα» της «πολιτιστικής χορηγίας», του «μάνατζμεντ» και των «κριτηρίων» της «αγοράς» πάνω στη διαχείριση της συλλογικής μνήμης, όπως αυτή νοείται ως ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Από αυτό το σημείο, ξεκίνησε η αντίδραση της επιστημονικής κοινότητας ενάντια και στο περσινό νομοσχέδιο του Οργανισμού του υπουργείου Πολιτισμού. Ηταν η πρώτη απόπειρα να θεσμοθετηθεί η εισβολή των ιδιωτών κάθε μορφής (από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις μέχρι εταιρίες) στο έργο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.

Τότε προωθούνταν η ίδρυση 10 Περιφερειακών Υπηρεσιών Πολιτισμού (ΠΕΥΠ) στις οποίες θα υπάγονταν οι Εφορείες Αρχαιοτήτων, οι Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Εργων, τα Αρχαιολογικά Ινστιτούτα κλπ. Στις αρμοδιότητες κάθε ΠΕΥΠ «υπάγονται όλα τα θέματα που σχετίζονται με την προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς (...)». Στην έδρα κάθε ΠΕΥΠ συγκροτούνταν Περιφερειακό Συμβούλιο Πολιτισμού (ΠΕΣΠ) «με γενική αρμοδιότητα να επεξεργάζεται ζητήματα που αφορούν σε θέματα πολιτιστικής ανάπτυξης της Περιφέρειας».

Τα ΠΕΣΠ θα ήταν 11μελή και θα αποτελούνταν από τους: Προϊστάμενο της Περιφερειακής Υπηρεσίας Πολιτισμού (πρόεδρος), 3 εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, 2 καθηγητές ΑΕΙ, 2 εκπροσώπους των Επαγγελματικών Επιμελητηρίων της εκάστοτε Περιφέρειας και 3 «εκπροσώπους σωματείων, οργανισμών, συλλόγων, εταιριών και ιδρυμάτων, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που λειτουργούν στην Περιφερειακή Υπηρεσία Πολιτισμού και έχουν αποδεδειγμένα σημαντική κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα»!

Τότε, ο «Ρ» σημείωνε ότι «προκύπτουν διάφορα ζητήματα», μεταξύ των οποίων και το εξής: «Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, μετά και τη σχετική νομοθεσία του ΠΑΣΟΚ, έχει μετατραπεί στο "μακρύ χέρι" της κεντρικής διοίκησης, που εφαρμόζει στην πράξη τα αντιλαϊκά μέτρα. Λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ενώ η σχέση της, σε γενικές γραμμές, με την Αρχαιολογική Υπηρεσία είχε συγκρουσιακό χαρακτήρα».

Με κριτήριο το κέρδος

Σήμερα, με τον Κώδικα θεσμοθετείται ακριβώς αυτό. Αυτό καταλαβαίνουν και οι αρχαιολόγοι όταν λένε ότι «οι ιστορικοί και αρχαιολογικοί χώροι και τα κάθε είδους κινητά και ακίνητα μνημεία, όντας ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτιστικής μας ταυτότητας, αλλά και πολύτιμα στοιχεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αποτελούν δημόσια περιουσία αναπαλλοτρίωτη και εκτός συναλλαγής».

Σημειώνουν και κάτι άλλο: «Τα ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία της μνημειακής κληρονομιάς απαιτούν ενιαία πολιτική και διαχείριση σε εθνικό επίπεδο, γι' αυτό, άλλωστε, οι περιφερειακές μονάδες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας δεν υπάγονται στις κατά τόπους περιφέρειες, αλλά κατευθείαν στο Υπουργείο Πολιτισμού». Αυτό το μοντέλο απορρέει, βέβαια, από τα «σπαράγματα» του αστικού διαφωτισμού, στα οποία μπαίνει «ταφόπλακα» με το νέο στάδιο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Ο ίδιος ο «τάφος» ανοίχτηκε με το που ο καπιταλισμός πέρασε στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο... αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.

Από αυτήν την άποψη, η διαπίστωση του ΣΕΑ ότι η παραχώρηση στους δήμους «των αρμοδιοτήτων της προστασίας των μουσείων, μνημείων και αρχαιολογικών χώρων θα έχει απολύτως καταστροφικά αποτελέσματα για τα ίδια τα μνημεία» είναι σωστή, αλλά όχι μόνο επειδή οι δήμοι δεν έχουν εξειδικευμένη επιστημονική και τεχνική γνώση και εμπειρία «για την επίλυση των προβλημάτων που σχετίζονται με τη διαχείριση της μνημειακής κληρονομιάς». Αλλά, το σημαντικότερο, επειδή το βασικό κριτήριο της διαχείρισης θα είναι το κέρδος.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ