Σάββατο 11 Δεκέμβρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
Ημερίδα για την Οικονομία
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΛΟΥΚΑΣ
Ουτοπία ο «νεοκεϋνσιανισμός»

Οι προβληματισμοί για τη δυνατότητα εφαρμογής μιας πολιτικής διαχείρισης στα παλιά σοσιαλδημοκρατικά πρότυπα με κεϋνσιανά οικονομικά μέτρα αντικειμενικά είναι ουτοπικοί. Οι συνθήκες επιβάλλουν την καθολική επίθεση του κεφαλαίου με δεδομένο το αναπόφευκτο της κρίσης και της οξύτητάς της.

Ολοένα και περισσότερο αναδεικνύεται η ανάγκη της λύσης της αναντιστοιχίας ανάμεσα στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή και την καπιταλιστική ιδιοκτησία και ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Και σ' αυτό δε χωρά άλλη λύση από την αντικατάσταση της ατομικής ιδιοκτησίας με την κοινωνική. Αυτό σημείωσε ο Στέφανος Λουκάς, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, ο οποίος μεταξύ άλλων είπε:

«Συγχωρήστε με αν επαναλάβω ορισμένα ζητήματα που τοποθετήθηκαν και από άλλες ομιλίες, αλλά το ζήτημα των αναδιαρθρώσεων αποτελεί την καρδιά της στρατηγικής του κεφαλαίου σήμερα.

Η νεοφιλελεύθερη πολιτική διαχείριση, αγαπητές φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι, στις καπιταλιστικές οικονομίες, ανεξάρτητα αν αυτή πραγματοποιείται από παραδοσιακά νεοφιλελεύθερα κόμματα ή τα σοσιαλδημοκρατικά ή ακόμη και από κυβερνητικά σχήματα όπως για παράδειγμα η Κεντροαριστερά της Ιταλίας, γεννά προβληματισμούς σε διάφορες δυνάμεις ακόμη και μέσα στην ίδια τη Σοσιαλδημοκρατία για το αν μπορεί να εφαρμοστεί άλλη μορφή διαχείρισης, σύμφωνα με τα πρότυπα και την εμπειρία της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης στη Δυτική Ευρώπη αμέσως μετά τον πόλεμο και ως τις αρχές της δεκαετίας του '80. Κάποιοι ξαναθυμήθηκαν τον Κέυνς.

Η νεοφιλελεύθερη διαχείριση της καπιταλιστικής οικονομίας και στην Ελλάδα εμφανίζεται σαν η μορφή διαχείρισης που μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται για τον καπιταλισμό στο τέλος της δεκαετίας του '80, αρχές της δεκαετίας του '90. Είναι η εποχή που η ΕΟΚ μετεξελίσσεται σε Ευρωπαϊκή Ενωση με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, την ενιαία αγορά αφού είχε προηγηθεί η ευρωπαϊκή πράξη το 1985, συνοδεύεται δε με μια μεγάλη στροφή της παραδοσιακής Σοσιαλδημοκρατίας από την κεϋνσιανή διαχείριση προς τη νεοφιλελεύθερη.


Ο Κέυνς στο μεσοπόλεμο, μελετώντας την εξέλιξη της καπιταλιστικής οικονομίας, κατέληξε στην εκτίμηση, ότι ο φιλελευθερισμός ως μορφή διαχείρισης δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις συνθήκες της συγκεκριμένης φάσης εξέλιξης του καπιταλισμού.Η οικονομική κρίση που ξέσπασε πριν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και στη συνέχεια δημιουργούσε προϋποθέσεις αμφισβήτησης του ίδιου του καπιταλισμού με δεδομένη την ύπαρξη του πρώτου τότε σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο, της Σοβιετικής Ενωσης. Η σωτηρία του συστήματος ήταν ο υπέρτατος σκοπός του. Ετσι επεξεργάστηκε μορφές και τρόπους παρέμβασης του αστικού κράτους στον κύκλο της καπιταλιστικής κρίσης, υποδεικνύοντας την ανάληψη άμεσα της κρατικής δράσης στην οικονομία και τη διόγκωση αυτής της δράσης και ταυτόχρονα την ανάγκη τόνωσης της ζήτησης από τα λαϊκά στρώματα με την ενίσχυση του εισοδήματός τους μέσω πολιτικών αναδιανομής.

Μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Σοσιαλδημοκρατία ως προς τη μορφή διαχείρισης σε διάκριση από τα φιλελεύθερα κόμματα εφάρμοσε το λεγόμενο «τρίτο δρόμο» ως ενδιάμεσο ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, εφαρμόζοντας τις οικονομικές θεωρίες του Κέυνς.

Μέτρα της κεϋνσιανής πολιτικής όπως η κρατική παρέμβαση για τόνωση της ζήτησης εφαρμόστηκαν και από φιλελεύθερα κόμματα. Ομως η έννοια του «κράτους πρόνοιας» ιστορικά, ιδεολογικά και πολιτικά έχει συνδεθεί με τη Σοσιαλδημοκρατία.

Μετά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες της καπιταλιστικής ανόρθωσης στην Ευρώπη ακολούθησε η κρίση των αρχών της δεκαετίας του '70, αλλά και στις αρχές της δεκαετίας του '80 εμφανίζονται ξανά σημάδια της.

Η νεοφιλελεύθερη στροφή της Σοσιαλδημοκρατίας

Στην Ευρώπη τα φιλελεύθερα αστικά κόμματα εφαρμόζουν τη δική τους πολιτική διαχείρισης με γενικευμένη επίθεση στην εργατική τάξη και το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η Μεγάλη Βρετανία. Η Σοσιαλδημοκρατία επίσης αρχίζει να εγκαταλείπει τη διαχείριση της καπιταλιστικής οικονομίας, του λεγόμενου «κράτους πρόνοιας» και να εφαρμόζει μέτρα νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, προβάλλοντας την ανάγκη της «πελευθέρωσης των αγορών». Η ανατροπή του σοσιαλισμού επιτάχυνε αυτή τη διαδικασία, της πιο άγριας επιθετικής πολιτικής για την προώθηση των νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο.

Οι αναδιαρθρώσεις που σήμερα επιχειρούνται αποτελούν στρατηγικές επιλογές για την ανάπτυξη της οικονομίας και στην Ελλάδα και απαντούν σε πραγματικές ανάγκες του ίδιου του κεφαλαίου. Ανάγκες που προκύπτουν από εμφανείς δυσκολίες στην αναπαραγωγή του, από την πτώση του ποσοστού κέρδους, από τη με γοργούς ρυθμούς συγκεντροποίηση και τις δυνατότητες εξαγωγής του μέσω διαπλοκής με το διεθνικό κεφάλαιο είτε το αμερικάνικο, είτε και το ευρωπαϊκό στην ευρύτερη περιοχή κυρίως των Βαλκανίων, αλλά και της παρευξείνιας ζώνης. Απαντούν επίσης στην ανάγκη ανταπόκρισης σε συνθήκες κρίσης στον ανταγωνισμό. Αντικειμενικά επιδιώκεται η μεγιστοποίηση κερδών, η παρέμβαση στον κύκλο της κρίσης που χρονικά γίνεται πιο σύντομος, η ελαχιστοποίηση των καταστροφικών φαινομένων στο ίδιο το κεφάλαιο και ταυτόχρονα στην ανακοπή της πτώσης του ποσοστού κέρδους.

Η μεγιστοποίηση των κερδών επιτυγχάνεται με την όσο δυνατόν μεγαλύτερη απόσπαση υπεραξίας από την παραγωγική χρήση της εργατικής δύναμης. Η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας ανταποκρίνεται σ' αυτή την επιδίωξη μεγαλύτερης απόσπασης, δεν μπορεί όμως να ανακόψει την πτώση του ποσοστού κέρδους.

Ταυτόχρονα η υπερπαραγωγή εμπορευμάτων σημαίνει και εμφάνιση κρίσης. Επίσης η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων απαιτεί ολοένα και μεγαλύτερη συσσώρευση, που μπορεί να επιτευχθεί με τη συγκέντρωση κεφαλαίου, η οποία απαιτεί βέβαια και μεγαλύτερη μάζα κερδών. Η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου δεν προϋποθέτει πάντα προκαταβολικά τη συσσώρευση μεγάλης μάζας κερδών. Οι ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων κρατικής ιδιοκτησίας και μάλιστα στρατηγικών τομέων συμβάλλουν στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.

Μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης

Οι επιχειρούμενες αναδιαρθρώσεις επιδιώκουν την ένταξη της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης με τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Ετσι φαίνεται ότι μπορεί να επιτυγχάνεται η μεγιστοποίηση των κερδών, να γίνεται παρέμβαση στον κύκλο της κρίσης, στις δυσκολίες αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου με λιγότερες για το κεφάλαιο αρνητικές συνέπειες, κυρίως σε ό,τι αφορά την καταστροφή μέσων παραγωγής.

Βεβαίως αυτή η επιλογή δεν αντιμετωπίζει το ξέσπασμα της κρίσης, ούτε μπορεί να την εμποδίσει. Προσπαθεί να παρέμβει στην όξυνσή της. Σ' αυτές τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν και με δεδομένο τον αρνητικό διεθνή συσχετισμό δυνάμεων υποχωρεί η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατική μορφή διαχείρισης ή μια παραπλήσια νεοκεϋνσιανή μέσω μιας μεγαλύτερης προς όφελος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων αναδιανομής και εφαρμόζεται η επιθετική νεοφιλελεύθερη διαχείριση.

Ουσιαστικά αυτή η πολιτική καταστρέφει την πρώτη απ' όλες παραγωγική δύναμη, την εργατική δύναμη, σε μια εποχή που οι κατακτήσεις της επιστήμης και της τεχνολογίας, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είναι σε τέτοιο επίπεδο, που μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες λαϊκής ευημερίας και να ανταποκρίνεται στην ικανοποίηση των υλικών και πνευματικών αναγκών της εργατικής τάξης στην εποχή μας.

Στην τιμή της εργατικής δύναμης δεν περιλαμβάνεται μόνο ο μισθός στη χρηματική του μορφή. Επίσης το ύψος της δεν εξαρτάται μόνο από τους όρους που καθορίζουν στενά το βιολογικό κύκλο του εργάτη και της οικογένειάς του, προκειμένου η φθορά της και ο φυσικός θάνατος να μην εξαφανίσει αυτό το εμπόρευμα από την αγορά.

Εξαρτάται και από το επίπεδο κατάκτησης της επιστήμης και της τεχνολογίας, του πολιτισμού της κάθε χώρας, το οποίο επίσης καθορίζει τις ανάγκες της εργατικής τάξης. Επομένως η τιμή της εργατικής δύναμης μαζί με το μισθό περιλαμβάνει και την κοινωνική ασφάλιση και την υγεία και την εκπαίδευση, τη σύνταξη για τους απόμαχους της δουλιάς, κοινωνικές υπηρεσίες που χρειάζονται για την ψυχαγωγία, την ανάπαυση, την άθληση, τη φροντίδα παιδιών προσχολικής ηλικίας, τη βελτίωση των συνθηκών κατοικίας και περιβάλλοντος, προνοιακές υπηρεσίες για άτομα που τις έχουν ανάγκη κ.ά.

Οι αναδιαρθρώσεις επιχειρούνται βασικά με εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις σε τομείς, όπως η κοινωνική ασφάλιση, η δημόσια δωρεάν παιδεία, η δημόσια υγεία, η παροχή προνοιακών υπηρεσιών, ο αθλητισμός, το περιβάλλον, ή με ανάθεσή τους με άλλες μορφές στο κεφάλαιο.

Είτε για παράδειγμα μέσω των μη κυβερνητικών οργανώσεων ή των εθελοντικών ή ακόμα χρησιμοποιώντας και ως μοχλό την Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία για όσες υπηρεσίες παρέχει λειτουργεί ως επιχείρηση, για όσες δεν μπορεί να λειτουργήσει ως επιχείρηση, η ίδια τις αναθέτει σε ιδιώτες.

Η ίδια η εργατική τάξη αναλαμβάνει πλέον με το μισθό της εργασίας να αναπληρώνει όλες τις πιο πάνω ανάγκες που πριν δεν τις αναπλήρωνε από το μισθό με τη χρηματική του μορφή. Επίσης η εργατική τάξη για να μπορεί να αντιστέκεται στην ένταση της εκμετάλλευσης χρειάζεται σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο και μάλιστα οι συνθήκες επιτρέπουν τη μείωσή του. Αντί γι' αυτό έχουμε διάφορες μορφές διευθέτησης και ευελιξίας που οδηγούν στο ωρομίσθιο.

Και επιδίωξη ελέγχου των λαϊκών αντιδράσεων

Ολες αυτές οι αναδιαρθρώσεις οδηγούν στη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Δημιουργούν ταυτόχρονα προϋποθέσεις όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων και αμφισβήτησης του συστήματος. Γι' αυτό και η φιλοσοφία της σοσιαλδημοκρατικής εκδοχής στη νεοφιλελεύθερη διαχείριση διαφέρει από τον παραδοσιακό νεοφιλελευθερισμό ως προς τη μορφή, από την άποψη της εφαρμογής μιας πολιτικής ελεγχόμενης αναδιανομής που δίνει ελάχιστες παροχές στα πλέον εξαθλιωμένα τμήματα του πληθυσμού με περιοδική ανακύκλωσή τους ανάμεσα σε τμήματα των λαϊκών στρωμάτων.

Απέναντι στο νεοφιλελεύθερο πρότυπο της πλήρους ιδιωτικοποίησης, αλλά και στην παρέμβαση του κράτους άμεσα στην παραγωγική δραστηριότητα και σε τομείς όπως η παιδεία, η υγεία, η πρόνοια προβάλλει την οικοδόμηση ενός νέου κράτους, του κράτους - στρατηγείου, που θα παρέχει τις αναγκαίες κοινωνικές και παραγωγικές υποδομές, θα ρυθμίζει τη λειτουργία των αγορών, θα προωθεί την εμπιστοσύνη και την παραγωγικότητα ανάμεσα στους φορείς της κοινωνίας.

Οι προβληματισμοί για τη δυνατότητα εφαρμογής μιας πολιτικής διαχείρισης στα παλιά σοσιαλδημοκρατικά πρότυπα με κεϋνσιανά οικονομικά μέτρα αντικειμενικά είναι ουτοπικοί. Οι συνθήκες επιβάλλουν την καθολική επίθεση του κεφαλαίου με δεδομένο το αναπόφευκτο της κρίσης και της οξύτητάς της.

Αντικειμενικά ολοένα και περισσότερο αναδεικνύεται η ανάγκη της λύσης της αναντιστοιχίας της κοινωνικοποιημένης παραγωγής με την καπιταλιστική ιδιοκτησία και ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Και σ' αυτό δε χωρά άλλη λύση από την αντικατάσταση της ατομικής ιδιοκτησίας με την κοινωνική.

Ο δρόμος που προτείνει το ΚΚΕ, ο δρόμος του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού μετώπου πάλης μπορεί να ανοίξει το δρόμο σ' αυτή την προοπτική.

Ευχαριστώ».

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Κάλεσμα στους εργάτες για δυνάμωμα της αντικαπιταλιστικής πάλης(2013-11-09 00:00:00.0)
Πλήρης συσκότιση...(2012-01-11 00:00:00.0)
Τα ιστορικά όρια του καπιταλισμού(2011-04-29 00:00:00.0)
Οξυνση της πάλης στη γραμμή της ρήξης και της ανατροπής(2009-03-17 00:00:00.0)
Απατηλή ή πραγματική διέξοδος απ' την κρίση στη διεθνή οικονομία;(2008-10-05 00:00:00.0)
Γιατί νεοφιλελεύθερη πολιτική διαχείρισης;(2000-10-20 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ